Ο παπα Περοδασκαλάκης με το σήμαντρο της Σπιναλόγκας. 
Αυτό σήμαινε κάθε χρόνο την Ανάσταση.
Του Νίκου Ψιλάκη 
Ανάσταση στη Σπιναλόγκα, στα χρόνια που το όμορφο νησί του μεραμπελλιώτικου κόλπου φιλοξενούσε τους απόκληρους της ζωής, τους λεπρούς.
Καθώς ο παπά Χρύσανθος τελούσε την αναστάσιμη λειτουργία και τη συνήθη περιφορά των εξαπτέρυγων, οι πιστοί διέκριναν μέσα στο σκοτάδι την πλάτη του Χριστού!


Πρόκειται για μια μοναδική παράσταση, μια αναστάσιμη εικόνα ζωγραφισμένη πάνω σε ωοειδή μεταλλική επιφάνεια.
Στη μια πλευρά της επιφάνειας εικονίζεται η ανάσταση· ο Χριστός, ως νικητής του θανάτου, εξέρχεται θριαμβευτής από τον τάφο αφήνοντας εμβρόντητους τους φρουρούς. Στην άλλη πλευρά υπάρχει η ίδια παράσταση, αλλά… από πίσω.

Δεν εικονίζει το πρόσωπο του αναστάντος Χριστού, αλλά… την πλάτη του! Είναι δηλαδή μια αμφιπρόσωπη εικόνα με παράσταση νέο-αναγεννησιακού τύπου που ακολουθεί αυτήν την πρωτότυπη (ίσως και πρωτόγνωρη) προοπτική.
Εκτός από την πλάτη του Χριστού φαίνεται και η πλάτη του αγγέλου με τα ανοιγμένα φτερά, αλλά και η πλάτη του τρομαγμένου Ρωμαίου στρατιώτη.

Ο μεταλλικός δίσκος έχει τη μορφή των συνηθισμένων εκκλησιαστικών ριπιδίων, των γνωστών μας εξαπτέρυγων. Τον τοποθετούσαν πάνω σε ξύλινο κοντάρι και τον χρησιμοποιούσαν στις θρησκευτικές τελετές του νησιού.
Στη φωτογραφία  η μία πλευρά του ριπιδίου με την πλάτη του Χριστού 
στα χέρια του κ. Μπεμπελάκη.
Δεν έχω δει πουθενά αλλού αμφιπρόσωπη εικόνα που να εικονίζει την ίδια θρησκευτική παράσταση και στις δυο πλευρές αλλά με διαφορετική προοπτική και δεν ξέρω αν υπάρχει αυτός ο τύπος.
Μια πρόχειρη έρευνα που έκανα δεν έδωσε αποτελέσματα.

Τα εξαπτέρυγα είναι μεταλλικοί δίσκοι που προηγούνται στις λιτανείες και τις ιερές πομπές. Είναι αρχαία κατάλοιπα, εξέλιξη των πρωτοχριστιανικών ριπιδίων, των αντικειμένων που τα κρατούσαν οι διάκονοι· τα κουνούσαν πάνω από τα ιερά σκεύη για να μην πέσει κάποιο έντομο στο άγιο δισκοπότηρο.
Στη φωτογραφία  η δεύτερη  πλευρά του ριπιδίου με την Ανάσταση του Χριστού 
στα χέρια του κ. Μπεμπελάκη.

Αργότερα τα ριπίδια εξελίχτηκαν και πήραν τη μορφή που γνωρίζομε σήμερα. Πάνω στους μεταλλικούς δίσκους εικονίζονται συνήθως οι αγγελικές ασώματες μορφές.
Αλλά στην πορεία του χρόνου άλλαξε ο χρηστικός τους ρόλος, απέκτησαν τελετουργικό χαρακτήρα, συνδέθηκαν με τις ιερές πομπές και οι ζωγράφοι άρχισαν να ζωγραφίζουν στις δυο επιφάνειες των δίσκων όχι μόνο αγγέλους αλλά και μορφές αγίων, καθώς και διάφορες θρησκευτικές παραστάσεις.

Το αμφιπρόσωπο ριπίδιο της Σπιναλόγκας φυλάσσεται σήμερα στην Πλάκα, όπου φρόντισαν να το συντηρήσουν οι άνθρωποι της ενορίας, ο παπά Περοδασκαλάκης, ο συνταξιούχος δάσκαλος Μανώλης Μπεμπελάκης και άλλοι.
Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρθηκαν από το αλλοτινό λεπρονήσι και έφτασαν ως εκεί. Κάποια μέρα, κάμποσα χρόνια πριν, ο παπά Περοδασκαλάκης ανακάλυπτε έκπληκτος μέσα στους θάμνους και κοντά στην παραλία κάμποσα εκκλησιαστικά σκεύη και εικόνες. Ανάμεσά τους και το αμφιπρόσωπο αναστάσιμο εξαπτέρυγο.
Κειμήλιο από το ναό της Σπιναλόγκας.
Ιερόσυλοι και διαρρήκτες είχαν προσπαθήσει να λεηλατήσουν τα λειτουργικά και τα λατρευτικά σκεύη της Σπιναλόγκας.
Για κάποιον άγνωστο λόγο δεν μπόρεσαν να ολοκληρώσουν το έγκλημα το οποίο είχαν επιχειρήσει να διαπράξουν. Τα πήρε ο σεπτός ιερέας, τα μετέφερε στην εκκλησία, τα φρόντισε. Και, εν τέλει, τα έσωσε!

Με συγκίνηση ξεναγηθήκαμε στα σπιναλογκίτικα ιερά σκεύη. Διαβάσαμε τις αφιερώσεις των λεπρών, είδαμε τα δισκοπότηρα και τα θυμιατά, τους σταυρούς και τις εικόνες, όλα ποτισμένα με
δάκρυα.

Σπουδαία κειμήλια που μπορεί να μην έχουν μεγάλη υλική αξία, αλλά είναι πολύτιμα ως τεκμήρια της ιστορικής μνήμης. Τάματα τα περισσότερα, αποτέλεσαν αποκούμπια της ελπίδας.
Γιατί κι οι απελπισμένοι που ζούσαν στο λεπρονήσι είχαν δικαίωμα στην ελπίδα.

Διαβάζω στις επιγραφές των εικόνων την τυποποιημένη αλλά και τόσο ουσιώδη φράση…


ΜΝΗΣΘΗΤΙ ΚΥΡΙΕ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ ΛΕΠΡΩΝ ΕΝ ΤΗ ΝΗΣΩ ΣΠΗΝΑ ΛΟΓΚΑ 1910.

Μνήσθητι!

Έξι χρόνια μετά την εγκατάστασή τους στο νησί, οι λεπροί μάζεψαν χρήματα και παράγγειλαν αυτήν την εικόνα. Ναι, τεκμήριο μνήμης. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσες ελπίδες επενδύθηκαν σε μιαν επιγραφή.

Κι αν θέλομε σήμερα να επενδύσομε στον πολιτισμό πρέπει να κάμομε ό,τι κατάφεραν οι ενορίτες της Πλάκας. Πήραν στα χέρια τους την κληρονομιά του τόπου.

Τη διέσωσαν και τη διασφάλισαν.

Ο επιτάφιος των λεπρών Το αμφιπρόσωπο μεταλλικό ριπίδιο μας οδηγεί σε μια φιλόδοξη (ίσως όμως και μάταιη) προσπάθεια ανάπλασης της μεγάλης γιορτής της Ανάστασης, όπως τη γιόρταζαν οι σημαδεμένοι του νησιού για περισσότερα από πενήντα χρόνια, όσα χρόνια λειτούργησε το λεπροκομείο.
Ανατρέξαμε στις πηγές. Από τη συνέντευξη του καπετάν Φουρτούνα (είχα μιλήσει μαζί του τον Δεκέμβρη του 1980), μέχρι τις συζητήσεις με τον Μανώλη Φουντουλάκη το 2006 και το 2007.
Κι ανάμεσα σε τούτες τις χρονολογίες οι ατέλειωτες συζητήσεις με αποθεραπευμένους λεπρούς, με υπαλλήλους του λεπροκομείου, με τον μοναδικό ηθοποιό που τόλμησε να περάσει την πόρτα της Σπιναλόγκας, τον Μανωλάκη τονΜονάντερο, με τον τελευταίο γιατρό του νησιού, τον καλοσυνάτο και προσηνή Ζαχαρία Τουτουδάκη.

Στο ερώτημα «πώς περνούσατε τις γιορτές, το Πάσχα και τα Χριστούγεννα στο νησί» έπαιρνα πάντα τη στερεότυπη απάντηση:

-Όπως και στα χωριά μας…

Πιο συγκλονιστικές απ’ όλες ήταν δυο αφηγήσεις: του γιατρού Τουτουδάκη και του αποθεραπευμένου χανσενικού Διαλυνά, μακαρίτες πια κι οι δυο.

Ο Διαλυνάς έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Σπιναλόγκα. Όλα τα παιδιά περίμεναν με αγωνία τη μέρα της Λαμπρής.
Ο καλόγερος, ο Χρύσανθος, λειτουργούσε πάντα με ευλάβεια, λες κι ήταν μέλος της στιγματισμένης κοινότητας. Κι ας ήταν υγιής μέχρι τέλους. Κάθε βράδυ της Μεγάλης Εβδομάδας αυγικά. Αγρύπνιες. Και τη Μεγάλη Παρασκευή…

«Εμείς τα παιδιά ξυπνούσαμε αξημέρωτα και γυρίζαμε όλες τις αυλές. Έπρεπε να βρούμε λουλούδια και να στολίσομε τον επιτάφιο.
Κάθε άρρωστος θεωρούσε τιμή του να στείλει ένα λουλούδι στον επιτάφιο. Μερικές χρονιές έρχονταν γυναίκες από τα κοντινά χωριά κι έφερναν λουλούδια. Άλλες τα πουλούσαν, φτωχές ήταν κι αυτές και προσπαθούσαν να ζήσουν.

Άλλες τα χάριζαν στην εκκλησία. Οι πιο νεαρές στόλιζαν τον επιτάφιο στον Άγιο Παντελεήμονα. Κι οι πιο νέοι σήκωναν το βράδυ τον επιτάφιο και τον πηγαίναμε στο νεκροταφείο, στην άλλη μεριά του νησιού».

Η περιφορά του επιταφίου ήταν μια από τις πιο δραματικές στιγμές που ζούσε το νησί…

«Ακολουθούσαν όλοι, όσοι μπορούσαν να περπατήσουν. Έβλεπες κουτσούς να πηγαίνουν τοίχο–τοίχο, έβλεπες στραβούς να τους αναβαστάζουν άλλοι, έβλεπες γυναίκες να κλαίνε. Ο επιτάφιος
σταματούσε στα καφενεία, έμπαινε στα σπίτια, έβγαιναν όλοι από τα σπίτια κρατώντας ροδοπέταλα και θυμιατά…»

Κι ο γιατρός παρακολουθούσε την αγωνία των ανθρώπων. Ο τότε νεαρός γιατρός Τουτουδάκης μοιράστηκε μαζί τους τα νάματα της επιστήμης.
Κι ευτύχησε να είναι εκείνος στο νησί όταν επισκέφτηκε το λεπροκομείο η τότε Υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων Λίνα Τσαλδάρη. Μνήμες που ξεδιπλώθηκαν κάποτε μπροστά σε ένα δημοσιογραφικό μαγνητόφωνο. Μνήμες που χάθηκαν, ψηφίδες της ιστορίας των ταπεινών.

Η πλάτη του Χριστού;

Μια οπτασία που φεύγει;

Το βράδυ της Ανάστασης έμοιαζε με πανηγύρι. Συνήθως δεν είχαν ξύλα για να ανάψουν φωτιές να κάψουν τον Ιούδα και να τηρήσουν το πασίγνωστο έθιμο. Προσπαθούσαν όμως.
Άναβαν μικρές φωτιές, κάποιο θάμνο, κάποιο φύλλο εφημερίδας που βρισκόταν πρόχειρο μπροστά τους. Μάλλον που προσπαθούσαν να μεταφέρουν τον έξω κόσμο στον τόπο τους, άλλωστε τα έθιμα αυτά έμοιαζαν με μια μεγάλη αλυσίδα, με ένα αόρατο νήμα που συνέδεε τους δυο κόσμους.

«Ήταν η χαρά των παιδιών… Μια φορά μας έφεραν κόκκινα αυγά.

Άλλη μια μας έστειλαν από μια οργάνωση κάρτες αναστάσιμες. Τις κρατούσαμε με αγάπη. Και στο τέλος, μετά που πέρασαν οι μέρες της πασχαλιάς, τις μάζευαν τα παιδιά από τα σπίτια κι έκαναν συλλογές».

Ρώτησα έναν ασθενή τι θυμάται πιο πολύ από αυτές τις γιορτές.

«Τη Δεύτερη Ανάσταση», είπε. «Μετά την εκκλησία πηγαίναμε στα καφενεία, κάποτε υπήρχε και λυράρης άρρωστος, έπαιζε λύρα, τραγουδούσε».

Κειμήλιο από το ναό της Σπιναλόγκας.
Τώρα που ξέρω το αμφιπρόσωπο ριπίδιο της Σπιναλόγκας μπορώ να φανταστώ καλύτερα τις στιγμές της γιορτής. Τις λιτανεύσεις και τις ιερές πορείες. Αυτό θα προπορευόταν.
Κι οι λεπροί θα έβλεπαν την πλάτη του αναστημένου Χριστού να ξεμακραίνει καθώς το κρατούσαν τα νεότερα μέλη της κοινότητας. Νομίζω πως θα ένιωθαν πιο κοντά τους το θαύμα. Θα έβλεπαν τον Χριστό όχι σαν μια σκέτη, ξερή εικόνα αλλά σαν ένα ζων πρόσωπο, αναστημένο· μια μορφή που κινείται θρυμματίζοντας τα δεσμά του θανάτου.
Κείμενο -Φωτογραφίες: Nίκος Ψιλάκης
Αντιγραφή για το «σπιτάκι της Μέλιας»
Περιοδικό ΥΠΕΡ- Χαλκιαδάκη – τεύχος 62 – Άνοιξη 2012