Πέμπτη 25 Απριλίου 2024

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 21η έως 28η Απριλίου...

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 21η έως 28η Απριλίου...:  Download σε μορφή pdf  ΕΔΩ

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 28η Απριλίου έως 4η ...

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 28η Απριλίου έως 4η ...:  Download σε μορφή pdf  ΕΔΩ

Άγιος Λάζαρος - 17 λεπτά με τον φίλο Του Θεού

Πάσχα στήν Πάτμο

                                                        Πάσχα στήν Πάτμο

Μετά ἀπό λίγες μέρες εἰσερχόμαστε στήν Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα, στήν Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου μας, ὥστε σταδιακά νά φθάσουμε στήν Ἁγία Του Ἀνάσταση.

Εἶναι  γνωστό, τό πῶς γιορτάζουμε τίς ἡμέρες αὐτές στό ἱερό Νησί μας, τήν Πάτμο. Ὡστόσο, θεώρησα ἐπίκαιρα τά ὅσα κατέγραψε ἡ ἀείμνηστη Ἀθηνᾶ Ταρσούλη, ὅταν, τήν ἄνοιξη τοῦ 1946, πρίν ἀπό ἑβδομηνταοκτώ  (78) χρόνια (σέ περίοδο κατοχῆς ἀκόμη) ἐπισκέφθηκε μέ τήν κορβέτα «Πάτραι» τήν Πάτμο καί κατέγραψε τίς ἐντυπώσεις της, τίς ὁποῖες ἐξέδωσε τό ἔτος 1947, μέ τό μνημειῶδες τρίτομο ἔργο της «Δωδεκάνησα».

 


 Γιά τό λόγο αὐτό, ἀντέγραψα τό κείμενο της, τό ὁποῖο παραθέτω αὐτούσιο στήν ἀγάπη σας, μέ ἐλάχιστες παρατηρήσεις-διορθώσεις.

Εὔχομαι ἀπό καρδιᾶς, σέ ὅλο τόν κόσμο, καλή Μ. Ἑβδομάδα καί καλή Ἀνάσταση!


                «Μέ τά πρῶτα ἀντιφεγγίσματα, ἀπό ὄρθρου βαθέος καί πολύ πρίν βασιλέψει στό στερέωμα ἡ λάμψη τοῦ αὐγερινοῦ, μές τή βουβή σιγή τῆς νύχτας ἀκοῦμε τή «ζαφάρα» (ξύλινο σήμαντρο) νά χτυπάει ρυθμικά, καλώντας τούς μοναχούς στήν ἑωθινή τους προσευχή. Τά μικρά παραθυράκια τῶν κελλιῶν φωτίζονται ἀπό ἕνα ἀδύναμο φῶς τρεμουλιαστό, πού σβήνει σέ λίγο, γιά νά γλιστρήσουν οἱ καλόγεροι, ἴσκιοι ἀθόρυβοι, στούς μακριούς διαδρόμους, στά σκαλοπάτια, στίς σκιερές στοές καί στήν πλακόστρωτη αὐλή, πηγαίνοντας στήν ἐκκλησία.  Ἀκούγονται τά πρῶτα ὀρθρινά τροπάρια καί οἱ Ψαλμοί τοῦ Δαβίδ: «Ἐκ νυκτός ὀρθρίζει τό πνεῦμα μου πρός σέ ὁ Θεός, ὅτι φῶς τά προστάγματά σου ἐπί τῆς γῆς.» Τά βαριά θυμιατήρια στέλνουν τό ἄρωμά τους, σάν αἰθέριο γαλάζιο σύννεφο, στόν Πλάστη, ἐνῶ οἱ μοναχοί, μέσα ἀπό ἀτέλειωτες γονυκλισίες, δέονται μέ κατάνυξη καί συντριβή.

          Ἡ λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, πού ἀκολουθεῖ, γίνεται μέ ὅλη τή μεγαλόπρεπη βυζαντινή ἐθιμοτυπία, σύμφωνα μέ τούς κανόνες τοῦ ἀρχαίου μοναχικοῦ τυπικοῦ, πού ἡ Μονή τῆς Πάτμου αὐστηρά πάντα τούς διατήρησε σάν τοπικούς θεσμούς ἀπό τά παμπάλαια χρόνια.


             Μέσα σέ λίγες ὧρες ξετυλίγεται ὅλο τό δράμα τοῦ Θεανθρώπου, ἀπό τά μακροδιάβαστα εὐαγγελικά χωρία. Οἱ ἱερομόναχοι ἀπαγγέλουν μέ βαθιά συγκίνηση τό Τετραβάγγελο, ἀφήνοντας τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων γιά τή νύχτα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Κοντά τό μεσημέρι τελειώνει ἡ λειτουργία, πού μέ τόν ἴδιο τρόπο ἐπαναλαμβάνεται καί τήν ἑπομένη Μεγάλη Τετάρτη, ὅταν ξαναψέλνουν καί τό τροπάριο τῆς Κασσιανῆς, πού μέ τόσο μυστικόπαθη συγκίνηση ἀκούστηκε στόν ἑσπερινό1  τῆς Μεγάλης Τρίτης: «Κύριε· ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή...» Πόσο κοντήτερα στά χρόνια τοῦ Θεόφιλου καί τοῦ μακρινοῦ ἐκείνου εἰδυλλίου του μέ τήν ἁγνή βυζαντινή παρθένο μᾶς φέρνει τώρα ἡ ἀτμόσφαιρα τῆς Πάτμου!

            Ἡ πιό ἐπιβλητική μά καί συγκινητική μυσταγωγία εἶναι ἡ «Τελετή  τοῦ Νιπτῆρος», πού ἔχει καθιερωθεῖ ἀπό τήν ἐποχή τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων καί πού ἀξίζει ν᾿ ἀναφέρουμε μερικά περιστατικά της, γιά νά μεταφερθοῦμε νοερά στό βιβλικό νησί τῆς Πάτμου τίς ἅγιες αὐτές ἡμέρες πού ἀναπαρασταίνεται  τό θεῖο δράμα.

                Πρίν ἀπό τήν τελετή ψάλλεται στήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Θεολόγου τό Εὐχέλαιο κι ἀκολουθεῖ ἡ λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου. Ἔπειτα βγαίνει  ἀπό τή Μονή ὁ Ἡγούμενος, μέ μανδύα κι᾿ ἐπανωκαμήλαυκο, μέ τούς δώδεκα παπάδες πού φοροῦν ἱερατικές στολές  ἀπό βυσσινόχρωμο βελοῦδο. Τούς συνοδεύουν κληρικοί καί πρόκριτοι τοῦ νησιοῦ μέ πλῆθος λαοῦ, ἐνῶ σημαίνουν οἱ καμπάνες κι ὁ χορός  ψέλνει διάφορα τροπάρια. Ἡ πομπή πορεύεται στήν πλατεία τοῦ Ἐμμανουήλ Ξάνθου ἤ τοῦ Θεόφιλου Παγκώστα (ἡ τελετή γίνεται ἐναλλάξ τόν ἕνα χρόνο στή μία, καί τόν ἄλλο στήν ἄλλη πλατεία), τῶν μεγάλων Πάτμιων Φιλικῶν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ Εἰκοσιένα. Ἐκεῖ ἔχουν στημένη μία τετράγωνη μεγάλη ἐξέδρα καταστόλιστη μέ τόξα  ἀπό μυρσίνες, ἀπό γιρλάντες ἀνοιξιάτικων λουλουδιῶν καί ἀπό νάρδους, τά γαλαζόχρωμα  ἀγριολούλουδα τοῦ νησιοῦ πού ἠ μοσχοβολιά τους εἶναι διάχυτη στόν ἀέρα. Στίς γωνίες τῆς ἐξέδρας  ὀρθώνονται, σέ διάταξη αἰσθητικά διακοσμητική, φανοί, ἑξαπτέρυγα καί σταυροί, ἀπό τά πιό πολύτιμα κειμήλια τῆς Μονῆς. Τό δάπεδο τῆς ἐξέδρας εἶναι στρωμένο μέ ἀκριβά πολύχρωμα χαλιά. Στό κέντρο τοῦ βάθους της στέκεται ὁ θρόνος ὅπου θά καθίσει  ὁ ἡγούμενος ἀντιπροσωπεύοντας τόν Χριστό, καί ἀπό τίς δύο πλευρές οἱ δώδεκα ἕδρες, ὅπου θά τοποθετηθοῦν οἱ Ἀπόστολοι. Στή μέση βρίσκεται ἕνα τραπεζάκι μέ ἀργυρή λεκάνη. Ἡ ἐξέδρα τούτη θά γίνει σέ λίγο ἡ σκηνή ὅπου θά διαδραματιστεῖ ἡ μυσταγωγία τῆς ταπεινοφροσύνης τοῦ Θεανθρώπου ὅταν, ἔπειτα ἀπό τούς ἐμπνευσμένους προφητικούς Του λόγους, θά σκύψει νά πλύνει τά πόδια τῶν μαθητῶν Του, δείχνοντας μέ τό παρτάδειγμά Του αὐτό πώς «οὐδείς Κύριός ἐστι μείζων τῶν δούλων αὐτοῦ».

            Ἡ ἱερατική πομπή τῆς μονῆς, μόλις φτάσει στήν πλατεία, μπαίνει σέ μιά παρακείμενη ἐκκλησία ὅπου ὁ ἡγούμενος ντύνεται τήν ὁλόχρυση στολή του, γιά νά βγεῖ σέ λίγο μέ τούς μοναχούς πού τόν ἀκολουθοῦν  δυό-δυό μέ ψαλμωδίες, ἐνῶ προπορεύονται τέσσερις διάκονοι μέ βαρύτιμα θυμιατήρια πού τούς ἀνοίγουνε τό δρόμο. Ὅλοι παίρνουν τή θέση τους στήν ἐξέδρα, ἐκτός ἀπό ἕνα χωριστό ἱερέα, τόν εὐαγγελιστή, πού  ἀκολούθησε τήν πομπή καί πού μένει ἔξω ἀπό τήν ἐξέδρα, στέκοντας κατάντικρυ σέ μέρος ψηλό. Ἀφοῦ ὁ χορός ψάλει ἁρμονικά «Τοῦ συνδέσμου τῆς ἀγάπης...»2 καί ὁ ἡγούμενος διαβάσει  τίς εὐχές τοῦ Νιπτῆρος, ὁ εὐαγγελιστής ἀπ᾿ ἔξω ἀπαγγέλλει διάφορα χωρία τοῦ Ἰωάννη, τοῦ Μάρκου καί τοῦ Ματθαίου. Ἀρχίζει τότε ὁ διάλογος τοῦ Χριστοῦ μέ τούς μαθητές του. Ὁ εὐαγγελιστής, σάν ὑποβολέας θεάτρου, δίνει τό λόγο, σύμφωνα μέ τά ἱερά κείμενα, πότε στόν ἡγούμενο, πότε στούς μοναχούς, λέγοντας: «Ὁ δέ εἶπεν αὐτοῖς...» καί μιλεῖ ὁ Χριστός (ἡγούμενος), «Οἱ δέ εἶπον αὐτῷ...» καί ἀπαντᾶ ὁ ἀναφερόμενος μαθητής (μοναχός).

            Ρίγος συγκίνησης αἰσθάνεται ὁ χριστιανός στό ἄκουσμα τῶν λόγων τοῦ Θεανθρώπου ὅταν ἀρχίζει νά λέει μέ συντριβή: « Ἰδού ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα, καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου παραδοθήσεται  τοῖς ἀρχιερεῦσι καί γραμματεῦσι, καί κατακρινοῦσιν αὐτόν τοῖς ἔθνεσι, καί ἐμπαίξουσιν αὐτῷ καί μαστιγώσωσιν αὐτόν καί ἐμπτύσουσιν αὐτῷ, καί ἀποκτενοῦσιν αὐτόν...». Μέ πόση ἀγωνία καί δέος τόν κοιτάζουν ὅλοι οἱ μαθητές του!  Ὅπως καί ὅταν, ὕστερα ἀπό τήν συνομιλία πού κάνει μαζί τους, προφητεύει  πώς ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς θά τόν παραδώσει· καί σάν ἔρχεται ἡ σειρά τοῦ Ἰούδα, πού προσπαθεῖ νά κρύψει τήν ταραχή του ἐρωτώντας τό διδάσκαλο μέ ὕπουλη ἀπάθεια: «Μήτι ἐγώ εἰμι, Ραββί;» καί τοῦ ἀπαντᾶ ὁ Χριστός: «Σύ εἶπας». Ἔπειτα ἀπό λίγο ὁ ἡγούμενος σηκώνεται, βγάζει τό βαρύ μανδύα του καί φορεῖ ἐμπρός του μιά μεγάλη πετσέτα λεγόμενη «λέντιον». Ἀφοῦ ρίξει νερό μέ ροδόσταμο στήν ἀσημένια λεκάνη, μέ δύο διακόνους πού τόν βοηθοῦν, σκύβει μπρός σέ κάθε ἱερέα, τοῦ ραντίζει  «σταυροειδῶς» τά πόδια καί τόν φιλεῖ στό μέτωπο, ἀρχίζοντας ἀπό τόν Ἰούδα. Ὁ ὑποκρινόμενος τόν Πέτρο, ὅταν φθάνει καί σκύβει μπρός του ὁ Ἰησοῦς, στενοχωριέται, γιατί δέν θέλει ὁ Κύριος νά ταπεινωθεῖ τόσο πολύ σ᾿ ἕνα μαθητή του. Στήν ἀπάντηση ὅμως τοῦ Ραββί πώς, ἄν δέν τόν ἀφήσει νά τοῦ νίψει τά πόδια, δέν θά τόν ἔχει πιά μαζί του, ὁ Πέτρος μέ συγκινημένη φωνή τοῦ λέει: «Κύριε, μή τούς πόδας μόνον ἀλλά καί τάς χεῖρας καί τήν κεφαλήν». Ἀκολουθεῖ τό «κατά Ματθαῖον» Εὐαγγέλιο, ὅταν λέει πιά ὁ  Ἰησοῦς μέ ὕφος γεμᾶτο πόνο: «Περίλυπος ἐστίν ἡ ψυχή μου μέχρι θανάτου». Μέ τή συνοδεία τότε τριῶν μοναχῶν, πού παρασταίνουν τούς ἀδελφούς Ζεβεδαίους καί τόν Πέτρο, κατεβαίνει ἀπό τήν ἐξέδρα, τούς ἀφήνει ἀπ᾿ ἔξω, ἐνῶ Ἐκεῖνος πηγαίνει μόνος του νά προσευχηθεῖ στό ὑποτιθέμενο Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν3, στήν ἄκρη  τῆς πλατείας ὅπου εἶναι στημένη μιά παμπάλαια εἰκόνα τοῦ «Ἐρχομένου»4.

            Στή μεγάλη αὐτή δραματική στιγμή, γονατιστός, μέ βαθιά συντριβή  στήν ἔκφρασή του ὁ Χριστός ὑψώνει τό βλέμμα καί τά χέρια στόν οὐρανό λέγοντας:  «Πάτερ μου, εἰ δυνατόν παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο! ...» Ἐπιστρέφοντας στήν ἐξέδρα βρίσκει τούς μαθητές του κοιμισμένους καί παραπονιέται πού δέν μπόρεσαν οὔτε μία ὥρα νά ξαγρυπνήσουνε μαζί του. Γιά δεὐτερη καί γιά τρίτη φορά ξαναπηγαίνει στόν τόπο τῆς προσευχῆς του καί ξαναγυρίζει βρίσκοντάς τους πάλι κοιμισμένους. «Καθεύδετε τό λοιπόν καί ἀναπαύεσθε· ἰδού, ἤγγικεν ἡ ὥρα καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου παραδίδεται  εἰς χεῖρας ἁμαρτωλῶν.» Ἀνεβαίνει στήν ἐξέδρα καί τούς λέει πάλι: «Ἐγείρεσθε, ἄγωμεν. Ἰδού, ἤγγικέ με ὁ παραδιδούς με.» Οἱ μαθητές τώρα ξυπνοῦν, καί γίνεται ἡ ἀπόλυση ἀπό τόν ἡγούμενο, πού ραντίζει τόν κόσμο μέ ἁγιασμό. Ἡ κατανυκτική αὐτή τελετή τελειώνει ὅπως θά ἐτελείωνε ἕνα θρησκευτικό θέατρο ὅπου ὅλα τά πρόσωπα ἑνός ὁλοκληρωμένου ἔργου ἔπαιξαν, μέ δυνατό παλμό καί μέ βαθειά συναίσθηση, τό ρόλο του ὁ καθένας, μεταγγίζοντας στό πλῆθος πού παρακολούθησε  τήν ἱερή τούτη παράσταση μιάν ἐνδόμυχη  λυτρωτική γαλήνη.


            Τή νύχτα τῆς Μ. Πέμπτης ἀκοῦμε τά Δώδεκα Εὐαγγέλια, πού τά διαβάζουν ἐναλάξ ὁ ἡγούμενος καί οἱ μοναχοί, γιά ν᾿ ἀποσυρθοῦμε πολύ πέρα ἀπ᾿ τά μεσάνυχτα, ἀρκετά κουρασμένοι, στά κελλιά μας, θαυμάζοντας τήν ἀντοχή τῶν ἀδελφῶν πού, ὕστερα ἀπό τόσες συνεχεῖς ἀγρύπνιες καί κόπους, πρέπει πάλι  μέ τό χάραμα νά εἶναι στό πόδι γιά νά ψάλουν, ὡς τό μεσημέρι σχεδόν, τίς «ὧρες» καί τό θρηνητικό «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου», πού λέγεται στήν Πάτμο -κατά παλιά συνήθεια – τό μεσημέρι τῆς Μεγ. Παρασκευῆς καί ὄχι τή  νύχτα τῆς Μεγ. Πέμπτης. Τήν ἴδια ὥρα γίνεται, ὅπως εἶναι τό ἔθιμο, ἡ περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου τῆς  «Μεγάλης Παναγιᾶς»,5 τῆς Μητρόπολης τοῦ Νησιοῦ.

              Ἡ πομπή γυρίζει σ᾿ ὅλη τή Χώρα μέ σταθμούς στίς πλατεῖες, ὅπου ὁ χορός ψάλλει τά ἐγκώμια.

            Τό βράδυ τῆς Μεγ. Παρασκευῆς γεμίζουν ὅλες οἱ ἐκκλησίες, ὅπως καί τίς προηγούμενες ἡμέρες, ἀπό εὐλαβικούς προσκυνητές, ὄχι μόνο κατοίκους τοῦ νησιοῦ ἀλλά καί ἀπό ἄλλα νησιά, περισσότερο ἀπό τή Σάμο ἀπ᾿ ὅπου ἔρχονται  νά γιορτάσουνε τό Πάσχα. Ὁ Ἐπιτάφιος Θρῆνος, ἔτσι ὅπως λέγεται στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεολόγου μέ συγκινητικό παλμό  ἀπό καλλίφωνους μοναχούς καί ψαλτάδες, ἀντηχεῖ στά βάθη τῶν ψυχῶν μέ ὅλο τό ποιητικό μεγαλεῖο καί τό μυστήριο ἑνός μετουσιωμένου πόνου πού ἀνεβάζει αὐθόρμητα τά δἀκρυα στά μάτια.

            Ἡ σκηνογραφία τοῦ συνόλου εἶναι ἀπό τίς πιό  ἐπιβλητικές ὅσο καί ἐντυπωσιακές ἀπό τήν ὥρα πού ὅλοι οἱ μοναχοί, ντυμένοι μέ στολές μενεξεδόχρωμες καί μέ ἀναμμένες λαμπάδες στά χέρια, ψέλνουν τά ἱερά ἐγκώμια γύρω ἀπό ἕνα ἰδιότυπο βάθρο στολισμένο μέ παλιές βυζαντινές στόφες καί λουλούδια, πού πάνωθέ του κρατεῖ τό κέντρον ὁ Ἐσταυρωμένος, ἔχοντας ὁλόγυρα τά ἑξαπτέρυγα τῶν Χερουβείμ καί τῶν Σεραφείμ.

                Καί ὅταν ἀργά τή νύχτα, κοντά τά μεσάνυχτα, γίνεται ἡ περιφορά τοῦ Μεγάλου Ἐπιταφίου γύρω ἀπό τό Καθολικό καί μέσα στόν περίβολο τῆς μονῆς, ἀκούγεται ἡ λυπητερή φωνή τῆς βαριᾶς καμπάνας τοῦ Θεολόγου πού ρυθμικά καί πένθιμα συνοδεύει τό Μεγάλο Νεκρό στήν ὑπέρθεή του πορεία, ἑνώνοντας τή βαρύθυμη μελωδία της μέ τά σήμαντρα τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν τοῦ νησιοῦ, πού κι᾿ αὐτές γυρίζουν στή Χώρα τούς δικούς τους ἐπιταφίους.

                    «Ἀνάστα ὁ Θεός κρίνων τήν γῆν ....» διαλαλοῦν  τώρα ὅλες οἱ καμπάνες τοῦ νησιοῦ ὡς τά πέρατα τῆς Οἰκουμένης. Εἶναι τό χαρμόσυνο μήνυμα πού προαναγγέλλει τήν Ἀνάσταση τό πρωί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ὁ ναός τοῦ Θεολόγου ἔχει ἀλλάξει ἐντελῶς τώρα μορφή. Ὅλη τή νύχτα, ὕστερα ἀπό τόν Ἐπιτάφιο καί ὡς τά ξημερώματα, οἱ ἀδελφοί  ξαγρύπνησαν γιά νά τόν στολίσουν μέ νέο λαμπρό διάκοσμο, προσδίδοντάς του ὄψη πανηγυρική. Ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχει τό Μοναστήρι μεταφέρεται στό Καθολικό. Νέα ἀργυροσκάλιστα πολυκάντηλα καί ἀστραφτεροί πολυέλαιοι κρεμιοῦνται ἀπό τούς θόλους καί τά τόξα τῆς ἐκκλησίας, ἄλλα βαρύτιμα σκεύη ἔχουν μεταφερθεῖ  στό Ἅγιο Βῆμα χρυσοΰφαντα ἑξαπτέρυγα στολισμένα μέ μαντήλια μεταξωτά στυλώνουνται στά στασίδια γύρω στούς τοίχους, παλαιοί περσικοί τάπητες στρώνονται στό δάπεδο, μυρτιές καί νάρδοι σχματίζουν γιρλάντες καί στεφάνια γύρω ἀπό τίς ἁψίδες καί τά εἰκονίσματα. Ἀπό τίς προθῆκες τοῦ θησαυροφυλάκιου τῆς Μονῆς βγῆκαν οἱ πιό ἀμύθητης ἀξίας αὐτοκρατορικές στολές, οἱ λαμπερόχρυσοι σταυροί καί τά ἐγκόλπια, γιά νά φορέσει ὁ ἡγούμενος ὅπως κ᾿ οἱ γέροντες μοναχοί, προσδίδοντας  νέαν αἴγλη  στήν ἱερή τούτη μυσταγωγία, πού εἶναι ἡ πιό μεγαλόπρεπη ἀπ᾿ ὅλες τίς ἄλλες λειτουργίες τοῦ χρόνου.  Λουλούδια, βιόλες καί τριαντάφυλλα, σκορπίζονται στούς προσκυνητές μέσα ἀπό τούς ψαλμούς τοῦ «Ἁνάστα ὁ Θεός...» καί γεμίζουν ἀπό λάμψη εὐδαιμονίας τά πρόσωπα, δίνοντας ἕνα τόνο θριαμβικό στήν ὅλη ἑορτή. Ὅταν τελειώσει καί ἠ λειτουργία μοιράζονται  στόν κόσμο – κατά παλιὀ ἔθιμο – σύκα ξερά πού ἔχουν ἀπό πρίν εὐλογηθεῖ. Κι αὐτό γίνεται  γιά νἀ «εὐφρανθῶμεν» κ᾿ ἐμεῖς μέ τόν Ἀδάμ, πού «ἐγλυκάνθη» ὅταν ἀντίκρισε, τό Μεγάλο Σαββάτο, τόν Χριστό στόν  Ἅδη.

            Μόλις σουρουπώσει, τό ἴδιο βράδυ, ὅλο τό νησί βρίσκεται σέ συναγερμό. Πομπές ὁλόκληρες ἀπό λαμπαδοφόρους ἄντρες, γυναῖκες, παιδιά, ἀνεβαίνουν τήν ἀνηφορικό καλντεριμωμένο δρόμο πού φέρνει στή βαριά πύλη τοῦ Θεολόγου. Τούς φωτίζει ὁ ἀστροπλουμισμένος οὐρανός τοῦ Ἀπρίλη καί ἡ ἐσωτερική τους πίστη. Ὁ κανόνας «Κύματι θαλάσσης...» καί ἡ κατάβαση τοῦ Χριστοῦ στόν Ἅδη, πού μέ ποιητικότατες ἐκφράσεις περιγράφει ὁ  Ἅγιος Ἐπιφάνιος, ἀπαγγέλονται, σέ στίχους ἔμμετρους, πρίν ἀπό ἄλλα κατανυκτικά τροπάρια. Οἱ ψαλμωδίες συνοδεύονται καί ἀπό τό «ἀκόντιον»6, ἕνα εἶδος μικροῦ μετάλλινου δίσκου πού τόν κτυποῦν ρυθμικά, σύμφωνα μέ τό μέτρο τῶν ψαλτάδων. Αὐτό τό ὄργανο τό χρησιμοποιοῦσαν οἱ Βυζαντινοί στίς μεγάλες αὐτοκρατορικές πομπές καί στόν ἱππόδρομο ἔπειτα ἀπό θριαμβικές νίκες. Τέλος φτάνει ἡ συμβολική, ἐξαγγελτήρια πρόσκληση πού σάν οὐράνιος ἀλαλαγμός ξεσηκώνει τά πλήθη: «Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός».

                  Μιά ἀπέραντη φωτοθάλασσα ξεχύνεται ἀπό τό ναό, πλημμυρίζει τό προαύλιο, τούς διαδρόμους, τίς ψηλές ταράτσες τοῦ μοναστηριοῦ. Χρυσόλαμπρη καί πολύχρωμη μαζί φωτοπλημμύρα χύνεται, μέσ᾿ ἀπό τούς μύριους σελαγισμούς τῶν πολυτίμων πετραδιῶν πού στολίζουν τούς βαρύτιμους ἱερατικούς μανδύες, τούς σάκκους, τά μαργαριτοκεντημένα πετραχήλια καί τά ἐπιγονάτια, τούς σμαλτωμένους σταυρούς καί τά ἐγκόλπια, μία ἐκτυφλωτική χλιδή χρωμάτων καί λάμψεων πού θαμπώνει τά μάτια, πού ζαλίζει τό νοῦ. Καί νά τώρα τό προσδοκώμενο μεγάλο θαῦμα τοῦ θριάμβου τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ὕστερα ἀπό τή δραματική αὐτοθυσία τοῦ Θεανθρώπου: ἡ Ἀνάσταση. Τά σήμαντρα τῆς Μονῆς δίνουν τό πρῶτο χαρμόσυνο  σύνθημα γιά νά ξεχυθοῦν οἱ τόνοι τους σ᾿ ἕνα ποτάμι ἠχητικό, σέ μιάν ἁρμονική συμφωνία πού δονεῖ τούς αἰθέρες κι᾿ ἑνώνεται μέ τήν ἀποκαλυπτική μουσική ὅλων τῶν σημάντρων τοῦ νησιοῦ, διαλαλώντας στίς γύρω θάλασσες καί στίς στεριές τό κορύφωμα τῆς νίκης τῆς Ζωῆς καί τῆς Ἀλήθειας πάνω ἀπό τά σκοτάδια καί τό χάος τοῦ θανάτου, τό θρίαμβο τῆς Λευτεριᾶς πάνω ἀπ᾿ τό σπάσιμο τῶν ἁλυσίδων τῆς σκλαβιᾶς. Χριστός Ἀνέστη!  Στά δρομάκια, στίς κατηφοριές, στούς χαμηλούς λόφους, κάτω στό λιμάνι μικρόφλογα τρεμουλιαστά ἀστεράκια, οἱ λαμπάδες τῶν πιστῶν, κινοῦνται πρός κάθε κατεύθυνση. Στό πιό ψηλό καμπαναριό τῆς μονῆς, ὅπου στέκουνται δυό χρυσοί κοντοί, ὑψώνονται κι ἀνεμίζονται τώρα θριαμβευτικά, αἰώνια καί ἀήττητα σύμβολα τῆς Ἱστορίας τοῦ Χριστιανισμοῦ, μιά πελώρια γαλανόλευκη κ᾿ ἕνα μεταξωτό μεγάλο λάβαρο μέ τό δικέφαλο ἀετό. Γλυκοχαιρετιοῦνται καί μιλοῦνε μέ τ᾿ ἀστέρια, μέ τή γῆ, μέ τόν οὐρανό. Τά ραίνει  μέ τά ροδοπέταλά της ἡ αὐγή πού ξημερώνει, καί μέ τά χρυσάφια του ὁ ἥλιος πού δροσόλουστος προβάλει ἀπό τό γαλανό Αἰγαῖο. «Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν λαοί.» Διάχυτα ὅλα ἀπό τό φῶς τῆς ἀγάπης, πού γιορτάζεται τ᾿ ἀπομεσήμερο ἡ τελετή της στό μοναστήρι μέ τόν «ἀσπασμό τῆς Ἀγάπης», ὅταν διαβἀζεται τό ἱερό Εὐαγγέλιο σέ ξένες γλῶσσες, λατινική, γαλλική, ἀγγλική-ἄλλοτε τό διάβαζαν καί στήν ἑβραϊκή, ἀραβική καί τουρκική γλώσσα-γιά νά διαδοθεῖ στά πέρατα τῆς οἰκουμένης, σέ ἀλλόγλωσσα καί σέ ἀλλόθρησκα ἔθνη, τό κοσμοϊστορικό καί κοσμοσωτήριο γεγονός.  Στήν αἴθουσα τοῦ ἡγουμενείου τώρα μᾶς δίνουνται κόκκινα αὐγά μέ τίς εὐχές τοῦ ἡγουμένου. Παντοῦ χαρά καί λάμψη, στίς ψυχές, στά πρόσωπα, στή γύρω γαληνή φύση. Γεμάτος ὁ ἀέρας ἀπό μιάν ἀπολυτρωτική πνοή πού ξαλαφρώνει, ὀμορφαίνει, χαροποιεῖ, δυναμώνει. Ἡ Πάτμος, τό Μοναστήρι, ἡ Ἱστορία, τό Βυζάντιο, ὁ Ἑλληνισμός ὁλόκληρος, μ᾿ ἕναν παλμό, μέ μιά ψυχή, ἀγκαλιάζονται σ᾿ ἕναν ἀτέλειωτο ἀσπασμό, συγχωνεύονται κι ἀνυψώνονται σά φωτεινά μετέωρα, πάνω ἀπό τόπο καί χρόνο, στόν οὐρανό τῆς ἀπολύτρωσης, στή σφαίρα τῆς αἰωνιότητας καί τῆς ἀθανασίας. Χριστός Ἀνέστη! Λευτεριά! Χριστός! Ἀνέστη!


                

            Ἀνάμεσα στά χρονικά διαστήματα πού μᾶς μένουν ἔπειτα ἀπό  τίς θρησκευτικές ἱεροτελεστίες, πού μιά ἀπό τίς κυριότερες εἶναι ἀκόμη κ᾿ ἐκείνη πού περιφέρουν τίς εἰκόνες καί τά  Ἅγια Λείψανα ὅλων  τῶν Ἐκκλησιῶν τή λεγόμενη «Νέα Τρίτη» τῆς Διακαινησίμου, ἔχομε πολλά, πάρα πολλά νά ἰδοῦμε, ἀρχίζοντας ἀπό τούς ἱστορικούς καί καλλιτεχνικούς θησαυρούς τῆς ἐκκλησίας καί γενικά τοῦ μοναστηριοῦ, ὡς τήν ὀνομαστή γιά τά πνευματικά κειμήλιά της βιβλιοθήκη. .....».

 


Παρατηρήσεις ἀπό τόν ἀντιγραφέα:

1.- Πρόκειται γιά τόν Ὄρθρο τῆς Μ. Τετάρτης, πού ψέλνεται τήν Μ. Τρίτη το βράδυ  (Ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου): «Κύριε· ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις...»

2.- Τό σωστό:  «Τῷ συνδέσμῳ τῆς ἀγάπης...»

3.- Πρόκειται γιά τόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ

4.- Ἡ γνωστή Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ «Ὁ Ἑλκόμενος ἐπί τό Πάθος», ἤ «Ἰδού ὁ Νυμφίος»

5.- Πρό πολλῶν ἐτῶν δέν τελεῖται ἡ περιφορά τοῦ Ἐπιταφίου στήν Μ. Παναγία.

6.- Πρόκειται γιά τό  «Κὀνδιον», ἤ «Κόντιον», ἤ «Κόντι» καί ὄχι ἀκόντιον.

Σάββατο 20 Απριλίου 2024

Ποία άσματα μέλψω | Ψαλτικό Οδοιπορικό των Αχράντων Παθών | Ι. Ν. Αγ. Δη...

Άξιον εστίν Νεκταρίου Βλάχου/ ψάλλει ο Πέτρος ΜΑΝΕΑΣ

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 21η έως 28η Απριλίου...

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 21η έως 28η Απριλίου...:  Download σε μορφή pdf  ΕΔΩ

Νάξιοι Μελιστές: Ψαλτικό Κυριακοδρόμιο! Κυριακή Ε΄ των Νηστειών (Οσ...

Νάξιοι Μελιστές: Ψαλτικό Κυριακοδρόμιο! Κυριακή Ε΄ των Νηστειών (Οσ...: Οι Ακολουθίες του Εσπερινού, του Όρθρου, τής Θείας Λειτουργίας και του Στ΄ Κατανυκτικού Εσπερινού της Ε ΄  Κυριακής  των Νηστειών (Οσίας Μαρ...

Πέμπτη 18 Απριλίου 2024

Η λέξη "πυργοβάρεσι"

 Μοράτος Ανδρέας

Σε κάθε Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία διαβάζεται ο 121ος ψαλμός. Στον στίχο 7 του ψαλμού αυτού θα βρούμε τη φράση "ἐν ταῖς πυργοβάρεσί σου". Η λέξη "πυργοβάρεσι" (δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού "ἡ πυργόβαρις") ακούγεται παράδοξη στ' αυτιά μας, καθώς δεν φαίνεται να μας θυμίζει κάτι -- και όχι άδικα, καθώς παρουσιάζεται εδώ για μία και μοναδική φορά, όχι μόνο στην Παλαιά Διαθήκη, όχι μόνο στην Αγία Γραφή, αλλά σε ολόκληρη την Αρχαιοελληνική Γραμματεία!

Πρόκειται για λέξη σύνθετη. Τα συνθετικά της είναι οι λέξεις "πύργος" και "βᾶρις". Αξίζει να σταθούμε στη δεύτερη από αυτές ("βᾶρις"). Αρχικά δήλωνε αβαθές φαρδύ και επίπεδο ποταμόπλοιο που το χρησιμοποιούσαν, κυρίως στην Αίγυπτο, για τη μεταφορά γεωργικών προϊόντων ή λίθων. Προέρχεται λοιπόν από την αρχαία αιγυπτιακή / κοπτική λέξη "bari", που σημαίνει "(αβαθές) πλοιάριο". Μάλιστα, κατά την επικρατέστερη ετυμολογική εκδοχή, τα Λατινικά παρέλαβαν αυτούσια την αρχαιοελληνική λέξη ("βᾶρις" - "baris") και τη μετεξέλιξαν αργότερα σε "barca", απ' όπου προήλθε (ως αντιδάνειο πλέον) η νεοελληνική "βάρκα", αλλά και λέξεις όπως "μπάρκο", "μπαρκάρω" κ.λπ.! Επίσης, "βάρις" (ή "πυργόβαρις"!) στα Νέα Ελληνικά ήταν παλαιότερα τύπος θωρακισμένου πολεμικού πλοίου, η εξέλιξη του οποίου οδήγησε στα σύγχρονα θωρηκτά.

Σε επόμενο στάδιο, πάντα όμως στα Αρχαία Ελληνικά, η λέξη "βᾶρις" απέκτησε τη (μεταφορική) σημασία "μεγάλη/ογκώδης οικία", "πύργος / οχυρωμένο κτίσμα", "ανάκτορο". Τη σημασία "ανάκτορο" θα βρούμε, μεταξύ άλλων, στο Β΄ Παραλειπομένων 36:19: "κατέσκαψε τὸ τεῖχος Ἱερουσαλὴμ καὶ τὰς βάρεις αὐτῆς ἐνέπρησεν" ( = "κατέσκαψε τα τείχη της Ιερουσαλήμ και έβαλε φωτιά στα ανάκτορά της").

Η "πυργόβαρις" --για να ξαναγυρίσουμε σ' αυτή-- είναι επομένως "οχυρό με επάλξεις", "φρούριο", "προμαχώνας", "οχυρωμένο ογκώδες κτίσμα με πύργους".

Τετάρτη 17 Απριλίου 2024

Ο Μέγας Κανών!

                   Ο Μέγας Κανών του Αγίου Ανδρέα                                             Κρήτης


Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης Συμεών

 

Ο Μέγας Κανών, που συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης, αρχιεπίσκοπος Κρήτης κι ένας απ᾿ τους πιο εξέχοντες εκπροσώπους της εκκλησιαστικής ποιήσεώς μας, είναι ένας από τους πιο υπέροχους και περισσότερο γνωστούς ύμνους στο εκκλησιαστικό πλήρωμα. Ψάλλεται τμηματικά τις τέσσερις πρώτες ημέρες της Καθαρής Εβδομάδας και ολόκληρος την Πέμπτη της ε εβδομάδας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Αποτελεί ένα εγερτήριο σάλπισμα που αποβλέπει στο να φέρει τον άνθρωπο σε συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και να τον οδηγήσει μέσα από τη συντριβή και τη μετάνοια κοντά στον Θεό.

Ο Μέγας Κανών είναι ύμνος βαθιάς συντριβής και συγκλονιστικής μετανοίας. Ο άνθρωπος, που αισθάνεται το βάρος της αμαρτίας· που γεύεται την πικρία της μακριά από τον Θεό ζωής· που κατανοεί τις τραγικές διαστάσεις της αλλοτριώσεως της ανθρώπινης φύσεως στην πτώση και την αποστασία της από τον Θεό, συντρίβεται. Κατανύσσεται. Αναστενάζει βαθιά και ξεσπά σε θρήνο γοερό. Έναν θρήνο όμως που σώζει, διότι ανοίγει τον δρόμο της μετανοίας. Τον δρόμο που επαναφέρει την ανθρώπινη ύπαρξη κοντά στον Θεό, την πηγή της αληθινής ζωής και το πλήρωμα της άρρητης χαράς και ευφροσύνης.

Η δομή του

Το πιο αξιόλογο και περισσότερο γνωστό απ᾿ όλα τα έργα του αγίου Ανδρέα είναι ασφαλώς ο Μέγας Κανών. Ξεχωρίζει ανάμεσα στους πολλούς Κανόνες του για την πρωτοτυπία του και την έκτασή του. Η έκτασή του αυτή είναι ᾿κείνη που του έδωσε και την ονομασία Μέγας. Ο Μέγας Κανών είναι ένα από τα ευγενέστερα προιόντα βαθιάς θρησκευτικής πείρας. Η αξία του από πλευράς θρησκευτικής και αισθητικής είναι μεγάλη και κατέχει εκλεκτή θέση στην όλη εκκλησιαστική ποίηση και τη λατρεία της Εκκλησίας.


Αποτελείται από εννιά Ωδές, από τις οποίες η β και η γ έχουν από δύο Ειρμούς και η Ϛ´ διαιρείται σε δύο τμήματα. Το δεύτερο τμήμα της δεν έχει δικό του Ειρμό. Ίσως παλαιότερα να είχε και στον τελικό καταρτισμό του Τριωδίου να εξέπεσε. Μπροστά από κάθε τροπάριό του έχει τεθεί στίχος απ᾿ τους Μακαρισμούς. Σχετικά με τον αριθμό και την τάξη των τροπαρίων πρέπει να πούμε ότι υπάρχει μια ποικιλία στα χειρόγραφα κι έτσι δεν μπορούμε να ξέρουμε απόλυτα ποια είναι γνήσια και ποια παρέμβλητα. Τα τροπάρια που αναφέρονται στην οσία Μαρία την Αιγυπτία και τον ίδιο τον Άγιο είναι φανερό ότι δεν προέρχονται από τη γραφίδα του αγίου Ανδρέα, αλλ᾿ ότι είναι μεταγενέστερα. (Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν όλοι οι ερευνητές, γι᾿ αυτό κι εμείς τα παραλείψαμε στην παρούσα εργασία). Σύμφωνα με το Τριώδιο που βρίσκεται στη λειτουργική χρήση της Εκκλησίας, στο οποίο κι εμείς στηριχτήκαμε (έκδοση Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1960), ο αριθμός των τροπαρίων έχει ως εξής· α 25, β 41, γ 28, δ 29, ε 23, Ϛ´ 33, ζ 22, η 22, και θ 27. Συνολικά δηλαδή ο Μέγας Κανών αποτελείται από 11 Ειρμούς και 250 τροπάρια. Κατά μια εκδοχή ο άγιος Ανδρέας έγραψε τόσα τροπάρια, όσοι είναι και οι στίχοι των εννιά βιβλικών ωδών.

Τα περιστατικά της συγγραφής

Τα περιστατικά κάτω απ᾿ τα οποία ο άγιος Ανδρέας συνέθεσε τον Κανόνα δεν μας είναι γνωστά. Δεν έχουμε συγκεκριμένες μαρτυρίες, που να αναφέρονται στον χρόνο, τον τόπο και τα πλαίσια της συνθέσεώς του. Προς την κατεύθυνση αυτή μια κάποια βοήθεια μας δίνουν μερικά προσωπικά στοιχεία και ενδείξεις του ίδιου του Κανόνος. Ο ποιητής μερικές φορές αναφέρεται στην ηλικία του· «Ερριμμένον με, Σωτήρ, / προ των πυλών σου / καν εν τω γήρει… / αλλά προ του τέλους / …» (α 13)· «Εκ νεότητος, Σωτήρ, / τας εντολάς σου επαρωσάμην, / όλον εμπαθώς, / αμελών, ραθυμών / παρήλθον τον βίον…» (α 20)· «Ο χρόνος ο της ζωής μου / ολίγος…» (δ 23. Βλέπε και δ 2, η 6 κ.α.). Από τις παραπάνω ενδείξεις πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο ποιητής συνέθεσε τον Κανόνα σε ηλικία προχωρημένη.

Το τελευταίο τροπάριο του Μεγάλου Κανόνος μας δίνει τη δυνατότητα για ένα ακριβέστερο καθορισμό του τόπου συγγραφής· «Την πόλιν σου φύλαττε, / Θεογεννήτορ άχραντε· / εν σοι γαρ αύτη / πιστώς βασιλεύουσα, / εν σοι και κρατύνεται / και διά σου νικώσα…». Φαίνεται δηλαδή ότι ο άγιος Ανδρέας συνέγραψε τον Κανόνα στην Κωνσταντινούπολη είτε πριν εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Κρήτης είτε μετά, σε κάποιο ταξίδι του και μάλιστα κοντά χρονικά σε κάποια επιτυχή απόκρουση βαρβαρικής επιδρομής («εν σοι κρατύνεται», «διά σου νικώσα», «τροπούται πάντα πειρασμόν», «σκυλεύει πολεμίους»). Ίσως των Αράβων το 717.

Το θέμα του

Το Συναξάριο της Πέμπτης της ε εβδομάδας των Νηστειών (της ημέρας δηλαδή που ψάλλεται ο Μέγας Κανών) ως εξής αναφέρεται στο θέμα, το περιεχόμενο και τους σκοπούς του ποιήματος· «πάσαν γαρ Παλαιάς και Νέας Διαθήκης ιστορίαν ερανισάμενος και αθροίσας, το παρόν ηρμόσατο μέλος, από Αδάμ δηλαδή μέχρι και αυτής της Χριστού Αναλήψεως και του των Αποστόλων κηρύγματος. Προτρέπεται γούν διά τούτου πάσαν ψυχήν, όσα μεν αγαθά της ιστορίας ζηλούν και μιμείσθαι προς δύναμιν, όσα δε των φαύλων αποφεύγειν, και αεί προς Θεόν ανατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων και εξομολογήσεως, και της άλλης δηλονότι ευαρεστήσεως». Θέμα δηλαδή του Μεγάλου Κανόνος είναι η παρουσίαση της τραγικής καταστάσεως του ανθρώπου της πτώσεως και της αμαρτίας και η θερμή παρακίνησή του να μετανοήσει και να επιστρέψει κοντά στον ζώντα και αληθινό Θεό.


Η διαπραγμάτευση του θέματος είναι πρωτότυπη, έντονα δραματική και πλαισιώνεται από τη χρήση ενός πλήθους παραδειγμάτων αποβλέπει στην παρακίνηση της ψυχής να μιμηθεί τις καλές πράξεις των ευσεβών και ν᾿ αποφύγει τις κακές των ασεβών. Τα περισσότερα από τα βιβλικά παραδείγματα είναι παρμένα από την Παλαιά Διαθήκη. Αυτό κυρίως γίνεται στις πρώτες οκτώ Ωδές (όπου, βέβαια, αναφέρονται σποραδικά πρόσωπα και γεγονότα και της Καινής Διαθήκης). Μας το υπογραμμίζει και ο ίδιος ο ποιητής στο τροπάριο θ 2· «Μωσέως παρήγαγον, /ψυχή, την κοσμογένεσιν / και εξ εκείνου / πάσαν ενδιάθετον / γραφήν ιστορούσάν σοι / δικαίους και αδίκους, / ων τους δευτέρους, ω ψυχή, / εμιμήσω, ου τους πρώτους, / εις Θεόν εξαμαρτήσασα».

Τα βιβλικά πρόσωπα, που χρησιμοποιούνται από τον ποιητή, κρίνονται ανάλογα με τη συμπεριφορά τους προς τον Θεό και τον νόμο Του και τη διαγωγή τους μες στην Ισραηλιτική κοινωνία. Έτσι προβάλλεται ιδιαίτερα η παιδαγωγική τους αξία. Τόσο των θετικών παραδειγμάτων, που θα πρέπει να μιμηθεί ο πιστός, όσο και των αρνητικών, που οφείλει ν᾿ αποφύγει.

Ο ιερός Ανδρέας αντλεί τις υποθέσεις του από διάφορα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Οι περισσότερες είναι παρμένες από τη Μωσαική Πεντάτευχο, δεν λείπουν όμως και από άλλα βιβλία, όπως του Ιησού του Ναυή, των Κριτών, των Βασιλειών, των Ψαλμών, του Ιώβ, του Ιωνά, του Ιερεμία και του Δανιήλ.

Η θ ωδή είναι η μόνη που προέρχεται από την Καινή Διαθήκη (Λουκ. 1,46-55), γι᾿ αυτό και ο άγιος Ανδρέας τα παραδείγματα των τροπαρίων της τα δανείστηκε αποκλειστικά απ᾿ αυτήν. Το δηλώνει άλλωστε ο ίδιος στο τέταρτο τροπάριό της, με το οποίο και αρχίζει τη χρήση Καινοδιαθηκικών παραδειγμάτων· «Της Νέας παράγω σοι / Γραφής τα υποδείγματα / ενάγοντά σε, / ψυχή, προς κατάνυξιν· / δικαίους ούν ζήλωσον, / αμαρτωλούς εκτρέπου…». Τα παραδείγματα αυτά αναφέρονται κυρίως στον Χριστό και τα θαύματά Του και είναι όλα παρμένα αποκλειστικά από τα ιερά Ευαγγέλια.

Η χρήση του

Ο Μέγας Κανών από την αρχή, φαίνεται, προορίστηκε για τη λατρεία. Αυτό συμπεραίνουμε απ᾿ το ποιητικό είδος του, τη σύνδεσή του με τις Βιβλικές ωδές, που ήταν στη λειτουργική χρήση της πρώτης Εκκλησίας, και την όλη διάρθωσή του με τις ικεσίες, τις λατρευτικές επικλήσεις και τα άλλα λειτουργικά του στοιχεία. Που και πότε ακριβώς πρωτομπήκε στη λειτουργική χρήση δεν μας είναι γνωστό. Ίσως σε Εκκλησίες της Κρήτης, όταν ακόμη ζούσε και επισκόπευε ο Άγιος.

Σήμερα, στη λειτουργική πράξη που επικράτησε, ο Μέγας Κανών, όπως είναι γνωστό, ψάλλεται στον Όρθρο της Πέμπτης της ε εβδομάδας των Νηστειών, γι᾿ αυτό και η ημέρα επικράτησε να λέγεται «Πέμπτη του Μεγάλου Κανόνος». Στα μοναστήρια συνεχίζεται η παλαιά τάξη να ψάλλεται στον Όρθρο, ενώ στους ενοριακούς ναούς των πόλεων το απόγευμα της Τετάρτης μαζί με το Μικρό Απόδειπνο.


Μαζί με την Ακολουθία του Μεγάλου Κανόνος διαβάζεται ο βίος της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας και ψάλλεται και Κανόνας αφιερωμένος στην Οσία με ακροστιχίδα· «Συ η οσία Μαρία βοήθει». Η μνήμη της οσίας Μαρίας εορτάζεται την 1η Απριλίου και την Ε Κυριακή των Νηστειών. Ο συσχετισμός του βίου της με τον Μεγάλο Κανόνα και η προσθήκη αργότερα και ιδιαίτερου Κανόνα, που συντάχθηκε κάτω απ᾿ την επίδραση του πρώτου, έγινε προφανώς διότι η μεγάλη Οσία αποτελεί ένα ζωηρό υπόδειγμα ειλικρινούς μετανοίας, το οποίο άριστα συνδυάζεται με το πνεύμα και τους σκοπούς του Μεγάλου Κανόνος. Η σχετική τυπική διάταξη του Τριωδίου μας λέγει τα εξής· «Τη Τετάρτη εσπέρας, περί ώραν δ της νυκτός σημαίνει. Και συναχθέντες εν τη Εκκλησία, ευλογήσαντος του ιερέως, μετά τον Εξάψαλμον, το Αλληλούια και τα Τριαδικά… και αναγινώσκομεν τον βίον της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας εις δόσεις δύο. Είτα μετά τον Ν Ψαλμόν, αρχόμεθα ευθύς ψάλλειν τον Κανόνα αργώς και εν κατανύξει, ποιούντες εις καθέν τροπάριον μετανοίας γ και λέγοντες· Ελέησόν με, ο Θεός, ελέησόν με».

Η σημασία του Μεγάλου Κανόνος μες στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας πιστοποιείται κι από δύο άλλα δεδομένα που έχουμε· πρώτον ότι ορίστηκε να γίνεται το πρωΐ της Πέμπτης η θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων, δείγμα σεβασμού της λειτουργικής συνειδήσεως της Εκκλησίας προς την ημέρα που ψάλλουμε τον Μεγάλο Κανόνα, και δεύτερον ότι διαιρέθηκε σε τέσσερα μέρη και τμηματικά ψάλλεται μαζί με την Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου και τις πρώτες τέσσερις ημέρες της α εβδομάδας των Νηστειών.

Ο Μέγας Κανών ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του β. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστικός ιδιαίτερα του πένθους και της συντριβής της ψυχής, γι᾿ αυτό και χρησιμοποιείται πολύ στην υμνογραφία της Μεγάλης Εβδομάδας. Ο γοργός μάλιστα ειρμολογικός ρυθμός του, στον οποίο ψάλλονται τα τροπάρια του Μεγάλου Κανόνος, πέρα από την κατάνυξη και τη συντριβή που μεταδίδει, εκφράζει και την ιερή ανησυχία της υπάρξεως να επιτύχει την εν Χριστώ απολύτρωσή της.

Τα ποιητικά στοιχεία του

Ο Μέγας Κανών είναι δημιούργημα εμπνευσμένου ποιητή με πλούσιο λυρισμό και άφθονα ποιητικά στοιχεία. Οι ζωηρές περιγραφές, οι χτυπητές εικόνες, το πλήθος των παραδειγμάτων, οι πετυχημένοι συμβολισμοί και η ζωντανή και συνάμα απλή γλώσσα σε συνδυασμό και με την κατανυκτική ψαλμωδία προσδίδουν μια ξεχωριστή ομορφιά και χάρη στο ποίημα και αιχμαλωτίζουν το ενδιαφέρον του ακροατή η και του αναγνώστη.


Πιο συγκεκριμένα για τα ποιητικά στοιχεία του παρατηρούμε·

Ο άγιος Ανδρέας τηρεί προσεκτικά την ισοσυλλαβία και την ομοτονία μεταξύ ειρμών και τροπαρίων. Σπάνια πολύ διασπάται από δυσκολία του ποιητή να εύρει την κατάλληλη λέξη η από σφάλματα των αντιγραφέων. Συχνά συναντούμε την ομοιοκαταληξία, συχνότερα την παρήχηση και όχι σπάνια την επωδό. Η χρήση ερωτήσεων και η εισαγωγή διαλόγων, στην οποία καταφεύγει συχνά ο ποιητής, προσδίδει στον Κανόνα έντονη δραματικότητα.

Το ύφος του Κανόνος είναι ιδιαίτερα ζωηρό και εξωραισμένο. Τη ζωηρότητα δημιουργεί η χρήση του κλιμακωτού και ασύνδετου σχήματος και οι δυνατές αντιθέσεις σε λέξεις και έννοιες. Τη χάρη και την ομορφιά εξασφαλίζουν οι ποιητικές εικόνες, οι παρομοιώσεις, τα εντυπωσιακά επίθετα που αφθονούν και οι ωραίες σπάνιες λέξεις που χρησιμοποιεί.

Βιβλικά πρόσωπα σκιαγραφούνται με δύναμη και χάρη και ιστορικά γεγονότα περιγράφονται με θαυμαστή παραστατικότητα και εξαιρετική πυκνότητα. Δεν λείπουν βέβαια και οι επαναλήψεις, που σε πολλές περιπτώσεις είναι μονότονες και κουραστικές, όπως και μια κάποια στερεοτυπία στη δόμηση του τροπαρίου, σύμφωνα με την οποία το πρώτο μέρος περιέχει το παράδειγμα από την Αγία Γραφή και το δεύτερο τις ηθικές προεκτάσεις για μίμηση η αποφυγή. Όμως παρά τις ατέλειές του αυτές ο Μέγας Κανών είναι ένα ιδιαίτερα κατανυκτικό λειτουργικό ποίημα, καρπός βαθιάς πνευματικής εμπειρίας και δημιούργημα σπάνιας ποιητικής τέχνης.

Ο άγιος Ανδρέας ομιλεί σε πρώτο πρόσωπο. Περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την ψυχική του κατάσταση. Αποδίδει στον εαυτό του ειδεχθή εγκλήματα και βαρύτατα αμαρτήματα. Διερμηνεύει άραγε την προσωπική του κατάσταση και τον τρόπο που έζησε η για λόγους διδακτικούς περιγράφει την κατάσταση γενικά του ανθρώπου της αμαρτίας; Ασφαλώς θα πρέπει να δεχτούμε το δεύτερο. Ο άγιος Ανδρέας αφιερώθηκε στον Θεό απ᾿ τα νεανικά του χρόνια. Ολόκληρη η ζωή του αναλώθηκε στη διακονία της Εκκλησίας. Επομένως αποκλείεται να έζησε μια κάποια περίοδο της ζωής του σε αποστασία από το θέλημα του Θεού και υποταγμένος στην αμαρτία. Απλώς με την ελευθερία που έχει ως ποιητής και την ταπείνωση που τον διακρίνει μας παρουσιάζει τον άνθρωπο τον υποδουλωμένο στην αμαρτία σ᾿ όλο το βάθος και την έκταση της διαφθοράς του και ακόμη την εναγώνια προσπάθειά του να επιστρέψει μέσα απ᾿ το επίπονο μονοπάτι της μετανοίας κοντά στον Θεό. Και το κάνει χρησιμοποιώντας στον λόγο του πρώτο πρόσωπο και μιλώντας σαν να πρόκειται για τον ίδιο τον εαυτό του.

[Από το βιβλίο: Μητρ. Νέας Σμύρνης Συμεών, Αδαμιαίος θρήνος. Ο Μέγας Κανών Ανδρέου του Κρήτης. Εισαγωγή – κείμενο – μετάφραση – σχόλια, 4η εκδ. (Αθήνα: Αποστολική Διακονία, 2009), 32-40].

ΠΗΓΗ: https://www.pemptousia.gr/2024/04/o-megas-kanon-tou-agiou-andrea-kritis/#2

Τρίτη 16 Απριλίου 2024

Μεγάλος Κανόνας:

                                    Τι είναι, πότε ψάλλεται 

                       και γιατί ονομάστηκε έτσι;

ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ – Στην αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής, στο μεγάλο απόδειπνο των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών διαβάζεται χωρισμένος σε τέσσερα μέρη ο Μεγάλος Κανόνας και ολόκληρος την Πέμπτη της Ε’ εβδομάδας των Νηστειών.

Ψάλλεται σε ήχο πλ. β’ που είναι ιδιαίτερα κατανυκτικός, εκφραστικός του πένθους και της συντριβής της καρδιάς. 

Μπορούμε να περιγράψουμε το κανόνα αυτό σαν ένα θρήνο μετάνοιας που μας μεταφέρει στο βάθος και στο πεδίο δράσης της αμαρτίας, κλονίζοντας τη ψυχή μας με την απόγνωση, τη μετάνοια και την ελπίδα.

Με μιά μοναδική τέχνη ο Άγιος Ανδρέας συνυφαίνει τα μεγάλα βιβλικά θέματα: Αδάμ και Εύα, Παράδεισος και Πτώση, Πατριάρχες, Νώε και κατακλυσμός, Δαβίδ, Χώρα της Επαγγελίας και τελικά Χριστός και Εκκλησία, ομολογία των αμαρτιών και μετάνοια. Τα γεγονότα της ιερής ιστορίας παρουσιάζονται σαν γεγονότα της ζωής μου.

Οι ενέργειες του Θεού στο παρελθόν αποβλέπουν σε μένα και στη σωτηρία μου, η τραγωδία της αμαρτίας και η προδοσία παρουσιάζονται σαν προσωπικά δική μου τραγωδία. Η ζωή μου παρουσιάζεται σαν ένα κομμάτι της μεγάλης πάλης ανάμεσα στο Θεό και τις δυνάμεις του σκότους που επαναστατούν εναντίον του.

Η πνευματική ιστορία του κόσμου είναι επίσης και δική μου ιστορία. Γίνονται για μένα μια πρόκληση με τα αποφασιστικά γεγονότα και τις πράξεις από το παρελθόν, που το νόημά τους και η δύναμή τους είναι αιώνια, γιατί κάθε ανθρώπινη ψυχή – μοναδική και ανεπανάληπτη – συγκινείται από το ίδιο δράμα, αντιμετωπίζει την ίδια τελικά εκλογή, ανακαλύπτει την ίδια πραγματικότητα.

Το έργο και ο σκοπός του Μεγάλου Κανόνα είναι να ξεσκεπάσει την αμαρτία και έτσι να μας οδηγήσει στη μετάνοια. Η αποκάλυψη αυτή, δεν γίνεται με ορισμούς και απαριθμήσεις, αλλά με μια βαθειά ενατένηση στη μεγάλη βιβλική ιστορία που είναι η ίδια η ιστορία της αμαρτίας, της μετάνοιας και της συγγνώμης.

Καταλαβαίνουμε ότι αμαρτία είναι, πρώτα απ’ όλα, η άρνηση ότι η ζωή είναι προσφορά ή θυσία στο Θεό, με άλλα λόγια δηλαδή, η άρνηση ότι η ζωή έχει θεϊκό προσανατολισμό, ότι η αμαρτία, επομένως, είναι από τις ρίζες της, η παρέκκλιση της αγάπης μας από τον τελικό σκοπό της.

Για να καταλάβουμε σωστά τον Μεγάλο Κανόνα θα πρέπει να ξέρουμε την Αγία Γραφή και να έχουμε την ικανότητα να μεταφέρουμε τα νοήματά του στη ζωή μας.

«Κανόνες» στην εκκλησιαστική υμνογραφία λέγονται ύμνοι μεγάλοι, αποτελούμενοι από μικρότερες ενότητες, που ονομάζονται «Ωδές». Κάθε «Ωδή» (σημαίνει άσμα θρησκευτικό, από το ρήμα άδω) αποτελείται από τον «ειρμό», που είναι η πρώτη στροφή κάθε Ωδής και χρησιμεύει σαν υπόδειγμα και βάση των στροφών που ακολουθούν, τα λεγόμενα τροπάρια (τρέπονται σύμφωνα με τον ειρμό).

Μέγας ονομάσθηκε για την έκτασή του, αποτελείται από εννέα ωδές, έντεκα ειρμούς (η β’ και η γ’ ωδή έχουν από δύο ειρμούς) και 250 τροπάρια (25 η α’ ωδή, 41 η β’, 28 η γ’, 29 η δ’, 23 η ε’, 33 η στ’, 22 η ζ’, 22 η η’ και 27 η θ’).

Συντάχθηκε από τον Άγιο Ανδρέα αρχιεπίσκοπο Κρήτης, ο οποίος γεννήθηκε γύρω στα 660 στη Δαμασκό. Έγινε μοναχός στα Ιεροσόλυμα και κληρικός στη Κωνσταντινούπολη. Ψηφίσθηκε μετά το 710 αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Άφησε πλούσιο συγγραφικό έργο, κυρίως υμνογραφικό και ομιλητικό.

Την Πέμπτη της Ε’ εβδομάδας των Νηστειών, στα μοναστήρια ψάλλεται ολόκληρος την δ’ ώρα της νύκτας, γύρω στα μεσάνυχτα και στους ενοριακούς ναούς το βράδυ της Τετάρτης μαζί με το μικρό απόδειπνο, της ίδιας εβδομάδας.

Το θέμα και το σκοπό του Κανόνα περιγράφει το συναξάρι της Ε’ Εβδομάδας των Νηστειών: «Ο ποιητής, με πλήθος αγιογραφικών ιστορημάτων και παραδειγμάτων, θετικών και αρνητικών, από την πλάση και τη πτώση του Αδάμ ως την Ανάληψη του Χριστού και τον ευαγγελισμό της ανθρωπότητος από τους Αποστόλους, παρακινεί κάθε ψυχή να μιμείται τις καλές πράξεις, ν’ αποφεύγει τις φαύλες και να καταφεύγει πάντα στο Θεό με μετάνοια, δάκρυα, εξομολόγηση και κάθε ευαρέστηση.» Μερικά αποσπάσματα:


 



Η Πέμπτη εβδομάδα των Νηστειών είναι το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες είναι μακρότερες και εκλεκτότερες.

Στη συνήθη ακολουθία των λοιπών εβδομάδων θα προστεθούν δυο νέες μεγάλες ακολουθίες· Την Πέμπτη ο Μεγάλος Κανόνας και το Σάββατο ο Ακάθιστος Ύμνος.

Κανονικά το αποκορύφωμα αυτό θα έπρεπε να αναζητηθεί στην επόμενη, στην Έκτη εβδομάδα των Νηστειών, που είναι και η τελευταία της περιόδου αυτής. Αλλά όλα στη λατρεία μας έχουν τακτοποιηθεί από τους πατέρες με πολλή μελέτη και περίσκεψη.

Με «διάκριση» κατά την εκκλησιαστική έκφραση. Μετά από την τελευταία εβδομάδα ακολουθεί η Μ. Εβδομάδα, με πυκνές και μακρές ακολουθίες, ανάλογες προς τα μεγάλα εορτολογικά θέματα. Μεταξύ αυτής και του αποκορυφώματος της Τεσσαρακοστής έπρεπε να μεσολαβήσει μια περίοδος σχετικής αναπαύσεως, μια μικρή ανάπαυλα. Το τόσο λοιπόν ανθρώπινα αναγκαίο μεσοδιάστημα είναι η τελευταία εβδομάδα και την έξαρση του τέλους βαστάζει η προτελευταία.

2.     Πότε ψάλλεται ο Μ. Κανόνας;

Ο Μ. Κανόνας ψάλλεται τμηματικά στα απόδειπνα των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών και ολόκληρος στην ακολουθία του Όρθρου της Πέμπτης της Ε’ εβδομάδας. Στις ενορίες συνήθως ψάλλεται ανεξάρτητα από τον όρθρο, σαν μικρή αγρυπνία, το βράδυ της Τετάρτης μαζί με την ακολουθία του αποδείπνου. Έτσι διευκολύνονται περισσότερο οι χριστιανοί στην παρακολούθησή του. Μπορεί να τον βρει κανείς μέσα στο λειτουργικό βιβλίο που περιέχει τις ακολουθίες της Τεσσαρακοστής, το Τριώδιο, καθώς και σε μικρά αυτοτελή φυλλάδια. Η παρακολούθηση του Κανόνα αυτού κατά την ώρα της ψαλμωδίας του είναι αρκετά δύσκολη, γιατί τα νοήματα είναι πυκνά και ο ρυθμός της ψαλμωδίας γρήγορος. Για τους λόγους αυτούς τα εγκόλπια αυτά είναι ιδιαίτερα απαραίτητα για όσους θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα τον ύμνο αυτό. Τα παρακάτω ας αποτελέσουν μια σύντομη εισαγωγή και βοήθεια για την κατανόησή του και μια παρακίνηση για την παρακολούθηση της ψαλμωδίας του εκλεκτού αυτού λειτουργικού κειμένου.

3.     Ποιός ο ποιητής – δημιουργός του Μ. Κανόνα;

Τον Μ. Κανόνα συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στη Δαμασκό το 660 μ. Χ. από ευσεβείς γονείς. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών η αγάπη του τον φέρνει στα Ιεροσόλυμα όπου οι γονείς του τον αφιερώνουν στον Ναό της Αναστάσεως. Στα Ιεροσόλυμα απόκτησε μεγάλη παιδεία, την «θύραθεν» και τη θεολογική. Αν και το έργο του έγινε στην Κωνσταντινούπολη και την Κρήτη φέρει τον τίτλο του «Ιεροσολυμίτη» επειδή πέρασε από την αγία πόλη. Μοναχός της Μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα έγινε γραμματέας του Πατριάρχη Θεόδωρου. Το 685 ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για εκκλησιαστική αποστολή. Εκεί παρέμεινε για είκοσι χρόνια και ανέλαβε διάφορες εκκλησιαστικές θέσεις και τέλος γύρω στο 711 ή 712 εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κρήτης.

Άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης Αρχιεπίσκοπος Κρήτης

Στη Κρήτη συμμετέχει στις ταλαιπωρίες του ποιμνίου του που οφείλονταν στις Αραβικές επιδρομές. Εμψυχώνει το λαό στις θλίψεις και προσεύχεται για τη σωτηρία του. Με τις προσευχές του σταματά τη μεγάλη ανομβρία και σταματά τη μάστιγα της πείνας. Ιδρύει μεγάλο «Ξενώνα» στον οποίο περιθάλπονται οι γέροντες και οι άρρωστοι, φιλοξενούνται οι ξένοι και οι φτωχοί διακονώντας ο ίδιος. «Με τα χέρια του υπηρετούσε τους ασθενείς και τους έπλενε τα πόδια και το κεφάλι, καθάριζε τις πληγές τους και τα τραύματα τους. Σ’ αυτό το σημείο τον οδηγούσε η αγάπη του πρός τον Θεό και τον πλησίον» σημειώνει ο βιογράφος του.

Ο άγιος Ανδρέα ο Κρήτης είχε μεγάλη ευλάβεια και ιδιαίτερη αγάπη του πρός την Παναγία. Αφιέρωσε πλήθος ύμνων και εγκωμιαστικών λόγων στις εορτές της. Έκτισε δε μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν της Θεοτόκου που τον ονόμασε «Βλαχέρνες». Φρόντισε δε για την επισκευή των παλαιών και παραμελημένων ναών τους οποίους «ευπρεπώς κατεκόσμησε».

Πέθανε στις 4 Ιουλίου 740 στην Ερεσό της Λέσβου, είτε επιστρέφοντας στην Κρήτη μετά από ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, είτε και εξόριστος εκεί – ήταν υποστηρικτής των αγίων εικόνων. Στην παραλία της Ερεσού τιμάται μέχρι σήμερα ο τάφος του, μια μεγάλη σαρκοφάγο, που βρίσκεται πίσω από το άγιο βήμα της ερειπωμένης βασιλικής της Αγίας μάρτυρος Αναστασίας, όπου κατά τους βιογράφους του είχε ταφεί. Η καθιέρωση του ως Αγίου έγινε πολύ νωρίς.
Ο Ανδρέας ήταν λόγιος κληρικός, εκκλησιαστικός ρήτορας και υμνογράφος. Η φιλολογική και υμνογραφική του παραγωγή είναι αξιόλογη Οι λόγοι του είναι κυρίως εγκωμιαστικοί. Σώζονται ομιλίες στις Θεομητορικές και Δεσποτικές εορτές και σε διαφόρους αγίους. Στις ομιλίες του φαίνεται η ρητορική του τέχνη, η άριστη γνώση της αττικής γλώσσας, η βαθιά γνώση της βίβλου, ιδιαίτερα της Π.Δ που ερμηνεύει αλληγορικά. Χαρακτηρίζεται ως ο καλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας της Βυζαντινής εποχής.

Τα χαρακτηριστικά των λόγων του είναι η «έντεχνος ρητορική επεξεργασία και τα υψηλά θεολογικά νοήματα». Το υμνογραφικό του έργο είναι πλουσιότερο των ρητορικών του λόγων. Εφεύρε το είδος των Κανόνων που ψάλλονται μέχρι σήμερα και διακρίνονται για την σαφήνεια και το διδακτικό τους χαρακτήρα. Το σπουδαιότερο όμως υμνογραφικό του έργο είναι ο Μ. Κανόνας. Τον έγραψε, όπως φαίνεται από διάφορες ενδείξεις, περί το τέλος της ζωής του, κατά δε την μαρτυρία ενός συναξαρίου, στην Ερεσό, λίγο πριν πεθάνει. Αν η πληροφορία αυτή είναι αληθινή, ο Μ. Κανόνας είναι το κύκνειο άσμα του υμνογράφου μας.

Για να καταλάβουμε την ποιητική του δομή πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρέκβαση. Το έργο αυτό ανήκει στο ποιητικό είδος των κανόνων, που κατά πολλούς έχει την αρχή του σ’ αυτόν τον ίδιο τον Ανδρέα. Είναι δε οι κανόνες ένα σύστημα τροπαρίων, που γράφονταν για ένα ορισμένο λειτουργικό σκοπό: να διακοσμήσουν τη ψαλμωδία των 9 ωδών του Ψαλτηρίου, που στιχολογούνταν στον όρθρο. Όλος ο κανόνας ψάλλεται σε ένα ήχο. Κάθε όμως ωδή παρουσιάζει μια μικρή παραλλαγή στη ψαλμωδία κατά τρόπο, που να διατηρείται μεν η μουσική ενότητα στον όλο κανόνα, αφού όλος ψάλλεται στον ίδιο ήχο, αλλά και να σπάει και η μονοτονία με τις παραλλαγές στην ψαλμωδία που παρουσιάζει κάθε μια ωδή.

4.     Γιατί ονομάζεται «Μεγάλος»;

Ο Μ. Κανόνας στην μορφή του έχει μια χαρακτηριστική ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία του συνίσταται στο ότι συγκρινόμενος προς τους άλλους ομοίους του κανόνες, είναι «μέγας». Μέγας στην απόλυτη του έννοια. Μεγαλύτερος δεν μπορούσε να υπάρξει· και τούτο γιατί ο ποιητής θέλησε να συνθέσει όχι τρία ή τέσσερα τροπάρια για την κάθε ωδή, όπως συνήθως έχουν οι άλλοι κανόνες, αλλά πολύ περισσότερα: τόσα, όσα είναι και όλοι οι στίχοι των ωδών, έτσι ώστε στον καθένα στίχο να αντιστοιχεί και να παρεμβάλλεται κατά την ψαλμωδία από ένα τροπάριο. 250 είναι οι στίχοι των ωδών, 250 και τα τροπάρια του Μ. Κανόνα, ενώ οι συνήθης κανόνες έχουν γύρω στα 30. Σήμερα τα τροπάρια του Μ. Κανόνα είναι κατά 30 περίπου περισσότερα από τα αρχικά. Μεταγενέστεροι υμνογράφοι πρόσθεσαν τροπάρια για την οσία Μαρία την Αιγυπτία και για τον ίδιο τον Ανδρέα.

5.     Ποιο είναι το περιεχόμενο του Μ. Κανόνα;

Ο Μ. Κανόνας παρουσιάζει το τραγικό γεγονός της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους που κατάστρεψε τη δυνατότητα της κοινωνίας του με τον Θεό. Στον Μ. Κανόνα ο ποιητής θεωρεί και βιώνει το γεγονός της πτώσεως προσωπικά. Με την καθημερινή αμαρτία του ταυτίζεται με τον πρωτόπλαστο Αδάμ του οποίου γίνεται μιμητής. Η ψυχή του ακολουθεί τη πορεία της Εύας. «Αλίμονο, ταλαίπωρη ψυχή! Γιατί μιμήθηκες την πρώτη Εύα; Κοίταξες πονηρά και πληγώθηκες πικρά». Ο άγιος αναφέρεται στην ύπαρξη που κληρονομήσαμε μετά τη πτώση που συνδέεται με τη φθορά και το θάνατο. Με τους πρωτόπλαστους έχουμε οντολογική αλληλεγύη. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας και η ομολογία της σφραγίζει ολόκληρο τον Μ. Κανόνα.

Είναι ένα κύκνειο άσμα, ένας θρήνος προθανάτιος, ένας μακρύς θρηνητικός μονόλογος, είναι ο Αδαμιαίος θρήνος. Ο ποιητής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του. Αισθάνεται ότι οι ημέρες του είναι πια λίγες, ο βίος του έχει περάσει. Αναλογίζεται τον θάνατο και την κρίση του δίκαιου κριτή, που τον αναμένει. Και έρχεται να κάνει μια αναδρομή, μια ανασκόπηση του πνευματικού του κόσμου. Κάθεται να συζητήσει με τη ψυχή του. Ο απολογισμός όμως δεν είναι ενθαρρυντικός. Ο βαρύς κλοιός της αμαρτίας στον συμπνίγει. Η συνείδηση τον ελέγχει. Και ο ποιητής θρηνεί διαρκώς για την άβυσσο των κακών τους πράξεων. Στον θρήνο αυτό συμπλέκεται η αναδρομή στην Αγία Γραφή.

Αυτό κυρίως δίνει την μεγάλη έκταση στο ποίημα. Ο σύνδεσμος όμως του θρήνου με την Γραφή είναι πολύ φυσικός. Σαν άνθρωπος του Θεού ο ποιητής, ανοίγει το βιβλίο του Θεού για να αξιολογήσει τα πεπραγμένα του. Εξετάζει ένα προς ένα τα παραδείγματα του ιερού βιβλίου. Στις οκτώ πρώτες ωδές παίρνει τα παραδείγματα του από τη Παλαιά Διαθήκη.

Στη εννάτη ωδή από την Καινή Διαθήκη. Το αποτέλεσμα της συγκρίσεως είναι κάθε φορά τρομερό και αιτία νέων θρήνων. Έχει μιμηθεί όλες τις κακές πράξεις όλων των ηρώων της ιεράς ιστορίας, όχι όμως και τις καλές πράξεις των αγίων. Δεν του μένει παρά η μετάνοια, η συντριβή και η καταφυγή στο έλεος του Θεού. Και εδώ ανοίγει η αισιόδοξη προοπτική του ποιητή. Βρήκε την πόρτα του παραδείσου, την μετάνοια. Καρπούς μετανοίας δεν έχει να παρουσιάσει· προσφέρει όμως στον Θεό τη συντετριμμένη του καρδιά και την πνευματική του φτώχια.

Τα βιβλικά παραδείγματα του Δαυίδ,του προφήτη Ιερεμία, των βασιλέων Μανασσή και Εζεκία από την Π. Δ και του Πέτρου, της Μάρθας και της Μαρίας, της Χαναναίας, του τελώνη, της πόρνης και του ληστή τον ενθαρρύνουν. Πολλές φορές επανέρχεται χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της μετάνοιας της πόρνης και παρακαλεί τον Κύριο να δεχθεί τα δικά του δάκρυα όπως δέχθηκε και τα δικά της και να του συγχωρήσει τις αμαρτίες του. Ο κριτής θα ευσπλαχνισθεί και αυτόν, που αμάρτησε πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους. Ψάλλεται σε ήχο πλ. του β’. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστής του πένθους και της συντριβής.

Μέσα στο πλαίσιο της κατανυκτικής περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής ο γεμάτος κατάνυξη Μ.Κανόνας προσφέρει ένα συγκλονιστικό βίωμα. Μπαίνει στο στόμα του πιστού σαν φωνή, σαν εγερτήριο, σαν αφυπνιστικός σεισμός. Σαν αποστροφή στην κοιμωμένη και ραθυμούσα ψυχή του. Τούτο ανακεφαλαιώνει το θαυμαστό προοίμιο του Ρωμανού του Μελωδού που συμψάλλεται με τον Μ. Κανόνα:

«Ψυχή μου, Ψυχή μου, ανάστα τι καθεύδεις;

Το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι·

ανάνηψον ουν, ίνα φείσηται σου Χριστός ο Θεός,

ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών».

ΠΗΓΗ:  ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ