Σάββατο 2 Μαρτίου 2024

Κυριακή του Ασὠτου

 

Η απεριόριστη αγάπη του Θεού Πατέρα για τον άνθρωπο

2 Μαρτίου 2024

Η Παραβολή του Σπλαχνικού Πατέρα (Λου 15:11-32)

Η πιο συνηθισμένη από τις καθημερινές προσευχές όλων των χριστιανών είναι αναμφίβολα το “Πάτερ ημών”. Δεν υπάρχει πιστός χριστιανός που να μην απαγγέλλει, τουλάχιστον μια φορά τη μέρα, αυτήν την προσευχή. Και ίσως αυτή η τόσο συχνή επανάληψη να ευθύνεται για το ότι συχνά τα λόγια της προσευχής λέγονται μηχανικά, χωρίς να συνειδητοποιείται η σημασία τους. Οι χριστιανοί αποκαλούν τον Θεό “Πατέρα τους” και ζητούν από αυτόν, όπως όλα τα παιδιά από τους πατεράδες τους, ένα σωρό πράγματα, αλλά σπάνια νιώθουν πραγματικά ότι τους συνδέει μια τέτοια στενή σχέση με τον Θεό.

Αυτή η στενή σχέση με τον Θεό και κυρίως οι συνέπειες που έχει αυτή για την καθημερινή ζωή των πιστών υπογραμμίζεται στην ευαγγελική παραβολή που περιέχεται στο Λου 15:11-32. Ένας άνθρωπος είχε δυο γιους, από τους οποίους ο μικρότερος πήρε το μερίδιο της περιουσίας που του αναλογούσε και το κατασπατάλησε, ενώ ο μεγαλύτερος έμεινε κοντά στον πατέρα του. Όταν ο άσωτος γιος βρέθηκε σε δύσκολη θέση, ξαναγύρισε μετανοιωμένος στον πατέρα του, ο οποίος όχι μόνο δεν τον έδιωξε, αλλά και τον καλοδέχτηκε, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του άλλου γιου του.

Πηγή:www.standard.net/

Πηγή:www.standard.net/

Η παραβολή αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο περιγράφεται η ασωτία, η μετάνοια και η επιστροφή του μικρότερου γιου και στο δεύτερο μέρος η αντίδραση του μεγαλυτέρου. Προσεκτικότερη όμως ανάγνωση θα δείξει ότι η μορφή που στην πραγματικότητα κυριαρχεί και στα δύο μέρη της παραβολής είναι αυτή του σπλαχνικού πατέρα. Αυτός δίνει χωρίς αντίρρηση το μερίδιο στον γιο του που του το ζητάει, σεβόμενος την ελεύθερη επιλογή του. Αυτός είναι που καθημερινά περιμένει να γυρίσει ο γιος του και γι’ αυτό τον διακρίνει από μακριά. Αυτός είναι που δεν έχει την υπομονή να περιμένει να έρθει ο γιος του και να ζητήσει συγγνώμη, αλλά τρέχει πρώτος να τον προϋπαντήσει και να το σφίξει στην αγκαλιά του χωρίς μνησικακία. Ούτε για μια στιγμή δεν συζητάει ο πατέρας το αίτημα του γιου του να τον προσλάβει ως υπάλληλό του, αλλά τον αποκαθιστά αμέσως στην αρχική του θέση. Ακόμη και στους στίχους που αναφέρονται στην ασωτία και στη μετάνοια του μικρότερου γιου, στο υπόβαθρό τους βρίσκεται η μορφή του πατέρα. Αν δεν γνώριζε ο άσωτος την απροϋπόθετη αγάπη του πατέρα του, δεν θα αποφάσιζε ποτέ να επιστρέψει. Τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο μέρος της παραβολής τελειώνει με τη φράση: “ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε” που υπογραμμίζει την απέραντη χαρά του πατέρα. Και στο δεύτερο μέρος της παραβολής πάλι ο πατέρας είναι αυτός που βγαίνει για άλλη μια φορά από το σπίτι του για να παρακαλέσει το μεγαλύτερο γιο του να συμμετάσχει στη  χαρά της επιστροφής του αδελφού του. Έτσι, θα ήταν ορθότερο να ονομάζεται η σχετική περικοπή όχι “Παραβολή του Ασώτου” αλλά “Παραβολή του Σπλαχνικού Πατέρα”.

Από την ανάλυση αυτήν προκύπτει ότι στόχος της παραβολής είναι να διδάξει τις συνέπειες που έχει για τη ζωή των χριστιανών η αναγνώριση ότι ο Θεός είναι ο πατέρας τους. Έτσι, το πρώτο συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η αγάπη του Θεού, όπως άλλωστε και κάθε καλού πατέρα, δεν γνωρίζει όρια. Ό,τι και να κάνουν τα παιδιά του, όσο και να τον πικράνουν, πάντα κρατάει μια σπίθα αγάπης γι’ αυτά και είναι έτοιμος να τα συγχωρέσει και να τα συμπαρασταθεί μόλις του το ζητήσουν. Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή γιατί η παρεξήγηση είναι εύκολη. Όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος στην Πρώτη Πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολή του: “Όλα μου επιτρέπονται, αλλά δεν είναι όλα προς το συμφέρον μου. Όλα μου επιτρέπονται, εγώ όμως δεν θα αφήσω τίποτε να με κυριέψει …” (1Κο 6:12), για να καταλήξει προσφέροντας ένα αποφασιστικής σημασίας κριτήριο όλων των επιλογών των χριστιανών: “… Δεν ανήκετε στον εαυτό σας· σας αγόρασε ο Θεός και πλήρωσε το τίμημα. Αυτόν, λοιπόν, να δοξάζετε με το σώμα σας και με το πνεύμα σας που ανήκουν στον Θεό” (1Κο 6:19-20). Ό,τι έχουν οι άνθρωποι προέρχεται από τον Θεό και ανήκει σ’ αυτόν. Οι άνθρωποι, επομένως, είναι διαχειριστές των αγαθών που τους δίνει ο Θεός. Ο Θεός, όπως και ο πατέρας της παραβολής, δεν βάζει όρους, δεν θέτει κανέναν περιορισμό στα παιδιά του. Τα πάντα επιτρέπονται, όλες οι δυνατότητες είναι ανοιχτές μπροστά στον άνθρωπο. Στον καθένα μένει να κάνει τις επιλογές του. Να χρησιμοποιήσει τα αγαθά που του δίνει ο Θεός για τη δόξα του ή να κυριευτεί από αυτά και να χάσει τον προσανατολισμό του.

Η απέραντη, λοιπόν, αγάπη του Θεού που τονίζεται στην παραπάνω παραβολή δεν προτρέπει στην ασυδοσία, αλλά αποτελεί κίνητρο για τη μετάνοια του ανθρώπου και την επιστροφή του στην πατρική οικία, στην κοινωνία με τον Πατέρα. Η παράσταση του Θεού σαν οργισμένου τιμωρού εμβάλλει φόβο στον άνθρωπο και τον απομακρύνει περισσότερο, ενώ ο τονισμός της θείας αγαθότητας τον ενθαρρύνει να πλησιάσει τον Θεό. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η συγκεκριμένη περικοπή διαβάζεται, σύμφωνα με την ορθόδοξη παράδοση, την περίοδο του Τριωδίου, την κατεξοχήν περίοδο της μετάνοιας και του επαναπροσδιορισμού της σχέσης του καθένα με τον Θεό.

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι εξίσου σημαντικό. Η αναγνώριση του Θεού ως πατέρα, συνεπάγεται την αναγνώριση των άλλων ανθρώπων ως αδελφών. Ίσως πολλοί χριστιανοί συμμερίζονται την αντίδραση του μεγαλύτερου γιου. Εκφράζει την απαίτηση του ευσεβούς ανθρώπου να φέρεται ο Θεός με δικαιοσύνη, τιμωρώντας τον αμαρτωλό και αμείβοντας τον ενάρετο. Είναι, άλλωστε, γνωστό πως ευκολότερα μετέχει κανείς στη θλίψη του άλλου παρά στη χαρά του. Ο Χριστός όμως στο σημείο αυτό είναι σαφέστατος. Στα παιδιά ενός τόσο πλούσιου πατέρα δεν ταιριάζει η τσιγγουνιά και η μιζέρια. Τσιγγούνικη και μίζερη είναι η συμπεριφορά του μεγαλύτερου γιου της παραβολής, ο οποίος δεν χαίρεται με το τι κερδίζει ο αδελφός του, αλλά υπολογίζει το τι ενδεχομένως χάνει ο ίδιος. Τσιγγούνικη και μίζερη είναι και η συμπεριφορά όσων δεν βλέπουν στο πρόσωπο του συνανθρώπου τους τον αδελφό τους, με τον οποίο οφείλουν να μοιράζονται τα πάντα, αλλά προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τα όποια αγαθά τούς χάρισε ο Θεός για την ατομική τους προβολή και καταξίωση.

Η παραβολή του σπλαχνικού πατέρα θέτει μια σειρά από ερωτήματα, στα οποία επείγει να δώσει ο κάθε χριστιανός αμέσως μιαν απάντηση. Εκτιμά την υγεία που του χάρισε ο Θεός, διοχετεύει τη ζωτικότητά του σε έργα που δοξάζουν το όνομα του Θεού ή τη σπαταλά μέσα στο καθημερινό άγχος, τη νευρικότητα και τον αγώνα για προσωπική ανάδειξη; Χρησιμοποιεί τα λίγα ή πολλά χρήματά του για τη δόξα του Θεού ή τα σπαταλά για την προσωπική μου απόλαυση; Θέτει τις γνώσεις του, την κοινωνική του θέση στην υπηρεσία των συνανθρώπων του ή τα σπαταλά για την προσωπική του προβολή; Τη σημερινή μέρα, που κι αυτή είναι δώρο του Θεού, θα την αξιοποιήσει ή θα πάει κι αυτή χαμένη όπως τόσες άλλες; Η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που έρχεται, είναι η καταλληλότερη για περισυλλογή και αυτοέλεγχο. Και αν από τον αυτοέλεγχο αυτόν αναγνωρίσει κανείς ότι ήταν μέχρι σήμερα άσωτος ή μίζερος, ο Χριστός με την παραβολή του δεν αφήνει κανέναν χωρίς ελπίδα. Βεβαιώνει ότι ο πατέρας όλων έχει και άλλα, πολλά αγαθά και περιμένει. Ένα μόνο χρειάζεται να κάνει κανείς: Να αποφασίσει, σήμερα κιόλας, να γυρίσει κοντά του.

ΠΗΓΗ: https://www.pemptousia.gr/

Η γυναίκα!

 

 

2 Μαρτίου 2024

Στην Παλαιά Διαθήκη γίνεται λόγος για την γυναίκα στις δύο γνωστές διηγήσεις που έχουν ως θέμα την δημιουργία του ανθρώπου. Σ’ αυτές τις διηγήσεις (παρά τους διαφορετικούς προσανατολισμούς που έχει κάθε μία) εκφράζονται μέγιστες αλήθειες. Οι ιεροί συγγραφείς, φωτισμένοι από το Πνεύμα του Θεού, δεν έχουν πρόθεση να μας δώσουν μέσα από τα μοναδικά αυτά κείμενα κάποια οντολογική ερμηνεία της γυναίκας, ούτε να εκθέσουν κάποια θεολογία σχετικά με την δημιουργία της και το πρόσωπό της. Οπωσδήποτε διακατέχονται κι αυτοί από το γενικότερο ανδροκρατούμενο πνεύμα της εποχής τους – πως μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά. Όμως παρόλα αυτά τονίζουν, (μέσα από εικόνες, σύμβολα και άλλα πολιτιστικά στοιχεία του καιρού τους) ότι τόσο ο άντρας, όσο και η γυναίκα είναι δημιουργήματα ενός αγαθοποιού Θεού. Έχουν κι οι δύο την ίδια ανθρώπινη φύση (το αρχικό ανθρώπινο κύτταρο) ως εικόνες του Θεού. Αποτελούν ως «άρσεν και θήλυ», όντα αλληλοσυμπλήρωσης και αλληλοβοήθειας. Ο καθένας βλέπει στον άλλον τον εαυτό του και ταυτόχρονα ο,τι τον διακρίνει. Επωμίζονται και οι δύο το ίδιο έργο, και έχουν από κοινού την ευθύνη για τον κόσμο γύρω τους. Αυτά τα δύο μοναδικά όντα ο Θεός τα αγαπά, τα φροντίζει, τα ευλογεί.

Αλλά ενώ αυτές οι αλήθειες αποκαλύπτουν στο βάθος το αρχικό σχέδιο της θείας Σοφίας, έρχεται η πτώση των Πρωτοπλάστων, που, εκτός από όλα τα άλλα, δημιουργεί μια ρήξη ανάμεσα στον άντρα και την γυναίκα. Η γυναίκα στρέφεται προς τον άνδρα με μια επιθυμία κτητική, κι αυτός λειτουργεί έναντι της ως κυρίαρχος και εξουσιαστής. Αυτή ακριβώς η μεταπτωτική κατάσταση διαπερνά και όλα τα βιβλία της Π.Δ. Κατά τις ραββινικές παραδόσεις και τις διάφορες ερμηνείες του Νόμου, η γυναίκα θεωρείται κατώτερη από τον άντρα στην εξυπνάδα και στην ωριμότητα – κάτι σαν ισόβια «ανήλικη». Στην ερωτική ζωή λειτουργεί ως πηγή επιθυμίας. Στον χώρο της ηθικής ως απειλή. Στην θρησκευτική και λατρευτική ζωή λογίζεται ως ον ανάξιο και ακάθαρτο. Κατά την ίδια νομοθεσία μία γυναίκα αποτελεί κτήμα του συζύγου, (μαζί με τα παιδιά, τους δούλους και τα άλλα περιουσιακά στοιχεία), αφού μετά τον γάμο περνά από την κυριαρχία του πατέρα στην εξουσία του άνδρα. Εύκολα μπορεί να βρεθεί στο δρόμο, χωρισμένη από τον άντρα. Ενώ αυτή δεν μπορεί να χωρίσει τον σύζυγό της, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις. Όταν κάποια αποδεικνύεται άπιστη προς τον άνδρα κατά την περίοδο του αρραβώνα, τιμωρείται με λιθοβολισμό. Και όταν η απιστία γίνεται κατά τον γάμο, με στραγγαλισμό. Ενώ για τον άνδρα υπάρχει ατιμωρησία σε ανάλογα παραπτώματα. Η πολυγαμία θεωρείται δικαιολογημένη, όπως και το δικαίωμα του άνδρα να χωρίσει την γυναίκα, αν αυτή δεν του έχει γεννήσει παιδί στα πρώτα δέκα χρόνια του γάμου. Οι ίδιοι νόμοι επιβάλλουν σ’ αυτήν «καθαρμούς» σαράντα ημερών στην περίπτωση που γεννήσει αγόρι, και ογδόντα ημερών, όταν γεννήσει κορίτσι. Απαγορεύουν σ’ αυτήν να ασκεί το ιερατικό λειτούργημα, όπως επίσης και να συμμετέχει στην λατρεία κατά τις περιόδους των γυναικείων κύκλων. Δεν της επιτρέπουν τέλος, όταν πηγαίνει στον Ναό, να στέκεται προς την πλευρά που βρίσκονται οι άνδρες.

Όμως παρόλα αυτά, στα ίδια βιβλία της Π. Δ. λάμπουν με την παρουσία τους σεβαστές γυναίκες, όπως ήταν η Σάρα, η Ρεβέκκα, η Λεία, η Ραχήλ, κατά τους εωθινούς χρόνους της ιερής ιστορίας, οι προφήτισσες Μυριάμ (αδελφή του Μωυσή) Δεββώρα, Ιαήλ, Άννα (μητέρα του Σαμουήλ), οι ελευθερώτριες Εσθήρ, Ιουδίθ. Ούτε λείπουν απ’ αυτά τα βιβλία οι έπαινοι για την γυναικεία γονιμότητα (κύριο στοιχείο καταξίωσης της γυναίκας), για την γυναικεία αξιοσύνη, την πιστότητα και αφοσίωση προς τον άνδρα, την καθαρότητα στις συζυγικές σχέσεις, την τρυφερότητα του άνδρα προς την γυναίκα. Αισθήματα που κορυφώνονται με την γυναικεία προσωποποίηση της Σοφίας και κατ’ εξοχήν με το «Άσμα Ασμάτων», αυτόν τον θαυμάσιο ύμνο της ανδρόγυνης αγάπης. Όμως η πραγματικότητα δεν έπαυε να είναι πικρή για την γυναίκα. Και απ’ αυτή την άποψη μπορούμε να εκτιμήσουμε την όλη στάση του Ιησού, όντως επαναστατική, προς τις γυναίκες.

Πράγματι, ο Ιησούς, σύμφωνα με τις διηγήσεις των Ευαγγελίων, δεν αποκλείει από την αγάπη Του την γυναίκα – το αντίθετο μάλιστα. Γι’ Αυτόν εκείνο που έχει σημασία δεν είναι το φύλο, αλλά το ανθρώπινο πρόσωπο. Έτσι καλεί τις γυναίκες αδελφές Του, γιατί κι αυτές ανήκουν στην κοινότητα της Εκκλησίας. Ευσπλαχνίζεται την χήρα μητέρα της Ναΐν και ανασταίνει τον γιο της. Γιατρεύει την συγκύπτουσα της συναγωγής, γιατί είναι κόρη του Αβραάμ και ίση μπροστά στον Θεό. Εμπιστεύεται μέγιστες αλήθειες σε μια γυναίκα, την Σαμαρείτισσα (Ιω. 4, 14 εξ.), παρά τις αντίθετες αντιλήψεις της εποχής, όπου αποτελούσε πρόβλημα ακόμα και η συζήτηση με μια γυναίκα. Επιτρέπει σε γυναίκες (όπως ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, η Σαλώμη, η Σουζάνα κ. α.) όχι μόνο να Τον διακονούν (Λουκ. 8, 1) αλλά να βγαίνουν έξω από το σπίτι τους και να Τον ακολουθούν στο κηρυκτικό έργο, πράγμα αδιανόητο για ένα ραββίνο αυτής της εποχής. Και προπάντων δείχνει την ιδιαίτερη αγάπη Του σε γυναίκες του περιθωρίου, απορριμένες κοινωνικά και εξουθενωμένες, γιατί θέλει ν’ αποκαταστήσει την αξιοπρέπειά τους και ν’αποκαλύψει σ’ αυτές ότι είναι άξιες εκτίμησης εκ μέρους Του και εκ μέρους του Θεού.

Μετά απ’ αυτή την στάση του Ιησού, οι γυναίκες είναι παρούσες στην Σταύρωση και στον Ενταφιασμό˙ γίνονται αγγελιοφόροι της Ανάστασης˙ μετέχουν στο γεγονός της Πεντηκοστής, όπως η Εκκλησιαστική κοινότητα είναι συγκεντρωμένη «ομοθυμαδόν επί το αυτό» και δέχεται την φωτιά του Αγίου Πνεύματος˙ αναδεικνύονται σε προφήτισσες (οι τέσσερις κόρες του Φιλίππου), σε διδασκάλισσες (Πρίσκιλλα, Φοίβη), σε διακόνισσες, σε γυναίκες φιλανθρωπίας και αγάπης (Ταβιθά), σε μάρτυρες, μοναχές και μητέρες.

Αλλά κι ο Απ. Παύλος διακηρύττει κάτι εξαιρετικά σημαντικό για την εποχή του. Ότι στον καινούργιο κόσμο της Βασιλείας του Θεού καταργείται κάθε διάκριση – εθνική, θρησκευτική, κοινωνική – όπως κι αυτή που έχει σχέση με την γυναίκα. Όμως ο ίδιος ο Απόστολος βλέπει ότι τόσο ο κόσμος, όσο και η τότε κοινότητα της Εκκλησίας, δεν μπορούν να αντέξουν μια τέτοια ριζοσπαστική αλήθεια, κατ’ ουσία εσχατολογική. Γι’ αυτό και προσφεύγει στην οικογενειακή «ιεραρχία» της εποχής εκείνης, που ήθελε τον ανδρα « κεφαλή της γυναικός». Και στη συνέχεια περνά σ’ ένα θαυμάσιο εικονισμό άνδρα Χριστού – Εκκλησίας, άντρα – γυναίκας. Έτσι, μέσα απ’ αυτόν τον εικονισμό προβάλλεται ένα ανώτερο επίπεδο σχέσεων άντρα – γυναίκας, που ξεπερνά όλες τις σχετικές ιδεολογίες αυτής της εποχής και χτυπάει στην ρίζα κάθε μορφή αυταρχισμού, ανδρικού η γυναικείου.

Όμως παρά την ρωμαλέα στάση του Αποστόλου Παύλου, δεν αλλάζουν πολλά σχετικά με την ισοτιμία του άνδρα και της γυναίκας. Ο μύθος της ανδρικής κυριαρχίας, στο κοινωνικό υπερ – εγώ, παραμένει και μέσα στις χριστιανικές κοινότητες. Η υπερβολική «καθαρολογία» του Ιουδαϊσμού, σχετικά με τους γυναικείους βιολογικούς κύκλους, περνάει και μέσα στην Εκκλησία. Οι «γνωστικίζουσες» αντιλήψεις για τον κόσμο, το σώμα, την ηδονή (ως δημιουργήματα κατωτέρων θεϊκών δυνάμεων) όπως και κάποιες εκτροπές του ασκητισμού, καλλιεργούν ένα πνεύμα υποψίας και περιφρόνησης, εχθρότητας και φόβου προς την γυναίκα. Έτσι ορισμένοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς δεν βλέπουν την γυναίκα ως πηγή της ζωής, όπως την θέλει το θείο Σχέδιο της δημιουργίας, αλλά ως πηγή ρύπου και μολυσμού (Αποκ. 14, 4). Ως ένα δηλ. καταραμένο ον, που υπάρχει, είτε για την αποφυγή της πορνείας, είτε ως μέσο παιδοποιίας, και που η σχέση μ’ αυτό (η ερωτική – συζυγική) καθιστά τον άνθρωπο, κατά κάποιο τρόπο, ακάθαρτο.

Αυτού του είδους τις αντιλήψεις, που τραυμάτιζαν την γυναικεία αξιοπρέπεια και αμφισβητούσαν την σοφία του Θεού, χρειάστηκε ν’ αντιμετωπίσουν οι Πατέρες της Εκκλησίας – όσο φυσικά η εποχή τους το επέτρεπε.. Γι’ αυτό οι Πατέρες δεν παύουν να στηλιτεύουν την τότε νομοθεσία που εξαντλούσε όλη την αυστηρότητα για τις ηθικές παρεκτροπές της γυναίκας, ενώ άφηνε στο απυρόβλητο τις απιστίες του άντρα. Να συμβουλεύουν τους άνδρες να συμπεριφέρονται με τρυφερότητα στις γυναίκες τους. Να τονίζουν με όλες τους τις δυνάμεις το «ομότιμον ανδρός και γυναικός». Ότι δηλ. ο άντρας και η γυναίκα έχουν την ίδια τιμή, αξία και δόξα, με βάση την δημιουργική πράξη του Θεού˙ το ίδιο θεϊκό αρχέτυπο, ως μία και ενιαία ανθρώπινη φύση˙ την ίδια οντολογική ταυτότητα του «κατ’ εικόνα». Και επιπλέον, ότι και τους δύο αφορά η λυτρωτική πράξη του Χριστού˙ η αναδημιουργία μέσα στην Εκκλησία˙ η από κοινού πορεία προς την ζωή, τον θάνατο και την ανάσταση.

Βέβαια, παρά τις καταπληκτικές αυτές τοποθετήσεις των Πατέρων, η ισότητα άντρα – γυναίκας σε όλα τα επίπεδα παρέμενε για τον ιστορικό Χριστιανισμό κάτι το ανέφικτο. Με αποτέλεσμα το ανθρώπινο ον να ταυτίζεται σχεδόν με τον άντρα, και η γυναικεία ύπαρξη να θεωρείται υποτιμημένη και προβληματική. Οι χριστιανοί δεν έπαυαν να τονίζουν την πνευματική ισοτιμία ανάμεσα στον άντρα και την γυναίκα. Όμως δεν μπόρεσαν να βγάλουν απ’ αυτή την χαρισματική ισοτιμία τα αναγκαία συμπεράσματα για την θέση της γυναίκας στην κοινωνική ζωή. Έτσι δεν κατόρθωσαν να κάνουν πράξη (είτε γιατί παρεξέκλιναν προς κάποιο «αγγελισμό», είτε γιατί η εποχή δεν ήταν ώριμη), αυτά που ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς είχε διακηρύξει, από τον δεύτερο αιώνα, ως συνέπειες της πνευματικής ισότητας: «η τροφή κοινή, γάμος συζύγιος, αναπνοή, οψις, ακοή, γνώσις, ελπίς, υπακοή, όμοια πάντα» (P. G 8, 260C).

Επιπλέον εκείνο που δεν μπόρεσε να δει ο ιστορικός Χριστιανισμός μέσα στους αιώνες είναι, τι ακριβώς διαφοροποιεί τον άνδρα και την γυναίκα ως ετερότητα. Ενώ δηλ. τα δύο αυτά όντα αποτελούν στον πυρήνα τους μία ενότητα (Γεν. 1,26˙ 27˙), τι είναι εκείνο το μυστηριώδες, που κάνει τον άνδρα να είναι αυτό που είναι, και την γυναίκα να στέκεται έναντί του ως ένα «άλλο πρόσωπο», πολύ κοντινό ταυτόχρονα ομως «καθαρά διαφορετικό». Οι Πατέρες της Εκκλησίας πέρασαν παράπλευρα από το υπερφυσικό μυστήριο των φύλων και το πρόβλημα της γυναικείας οντότητας. Γι’ αυτό είδαν την γυναίκα περισσότερο από ηθική η ψυχολογική άποψη, και με μέτρο πάντα τον άντρα. Όμως αυτή η άγνοια είχε ως αποτέλεσμα να ταυτισθεί ο άντρας με την δύναμη και την εξουσία (ο σοφός, ο πολεμιστής, ο κυβερνήτης) και η γυναίκα με την παιδοποιία και τους υπηρετικούς ρόλους – αυτή που φροντίζει το σπίτι, αυτή που ξεκουράζει ερωτικά τον άνδρα, αυτή που του γεννάει παιδιά.

Αλλά στην Εκκλησία υπάρχει και η Γυναίκα «η περιβεβλημένη τον ήλιον» (Απ. 12, 1). Η Εύα της Χάρης και της Σωτηρίας, η Υπεραγία Θεοτόκος. Οι Πατέρες κι οι Υμνογράφοι της Εκκλησίας έγραψαν καταπληκτικά κείμενα για το τίμιο πρόσωπό της. Γι’ αυτούς η Θεοτόκος (Γυναίκα – Μητέρα – Παρθένος) αποτελεί δόξα και τιμή για το ανθρώπινο γένος, την πιο χαριτωμένη ύπαρξη της εκκλησιαστικης ιστορίας. Όλο αυτό το μεγαλείο της Θεοτόκου δεν βρίσκεται στην βιολογική γονιμότητα, αλλά στο γεγονός ότι έγινε η Μητέρα του Θεού. Και αυτό το μέγα γεγονός και θαύμα, ότι ο Υιός του Θεού «γεννήθηκε από μία γυναίκα» (Γαλ. 4, 4) καταξιώνει στο έπακρο την γυναικεία ύπαρξη. Πρόκειται για μια μητρότητα άλλης τάξεως, που αποκαλύπτεται ως μυστική ανταπόκριση στην αγάπη του Θεού. Απ’ αυτή την άποψη, εκείνο που διακρίνει την γυναίκα, αυτό που χαρακτηρίζει την γυναικεία πνευματικότητα, είναι η δυνατότητα αποδοχής του Άλλου – του Θεού, του άντρα, του παιδιού, του συνανθρώπου. Είναι η ανέκφραστη τρυφερότητα που αγκαλιάζει και σώζει την ζωή, μ’ ένα τρόπο μυστικό, ενδόμυχο και πολύμορφο. Μια «μητρότητα» που επωάζει και «γεννά» ο,τι πιο ωραίο υπάρχει στον κόσμο ως ζωή, αμοιβαιότητα και χάρη. Γι’ αυτό και οι Πατέρες είδαν στην χαρισματική μητρότητα της Θεοτόκου (στην μυστική αποδοχή της αγάπης του Θεού) το μυστήριο της Εκκλησίας.

Βέβαια μία τέτοια «στάση» έναντι του κόσμου υπάρχει και στον άντρα, αλλά στην γυναίκα είναι κάτι το μοναδικό. Και απ’ αυτή την άποψη οι άγιοι άντρες και άγιες γυναίκες της Εκκλησίας δεν είναι όντα που περικλείονται μέσα στην βιολογικότητά τους, ούτε εξαντλούνται στους κοινωνικούς ρόλους. Είναι πρόσωπα που από την μια φανερώνουν τον εσώτατο εαυτό τους ως μυστηριακή «ετερότητα» (χαρισματικός πλούτος των δώρων του Θεού) και από την άλλη αποκαλύπτουν «την ταυτότητα δια της χάριτος» (Αγ. Μάξιμος), όταν συγκλίνουν προς το κοινό Αρχέτυπο, και γίνονται «εις εν Χριστω Ιησου»(Γαλ.3,28).Μέσα απ’ αυτή την αφατη σχέση (ταύτιση και διάκριση, κοινότητα και ετερότητα, αμοιβαιότητα και μοναδικότητα) ο άντρας και η γυναίκα αποτελούν την πιο λαμπρή και ακτινοβόλα εικόνα του Ενός και Τριαδικού Θεού.

ΠΗΓΗ: https://www.pemptousia.gr/

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 1η έως 9η Μαρτίου 2024!

Νάξιοι Μελιστές: Τυπική Διάταξη Ακολουθιών από 1η έως 9η Μαρτίου 2024!:  Download σε μορφή pdf  ΕΔΩ

Νάξιοι Μελιστές: Ψαλτικό Κυριακοδρόμιο! Κυριακή τού Ασώτου! 03.03.2024

Νάξιοι Μελιστές: Ψαλτικό Κυριακοδρόμιο! Κυριακή τού Ασώτου! 03.03.2024: Οι Ακολουθίες τού Εσπερινού, του Όρθρου και τής Θείας Λειτουργίας της Κυριακής του Ασώτου! Επιλογή, Επιμέλεια και Στοιχειοθεσία μελών: Α) pa...

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2024

Ὁ Ψάλτης!

                                      ῾Η εὐθύνη τῶν ψαλτῶν γιὰ τὸ τυπικό

 

Διονυσίου ᾿Ανατολικιώτου

δρος μουσικολόγου-τυπικολόγου

πτυχ. κοινωνικῆς θεολογίας

symbole@mail.com

 

Σὲ προηγούμενο ἄρθρο εἶχε γίνει λόγος γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς εὐταξίας στὴν ὀρθόδοξη λατρεία, γιὰ τὸ τυπικὸν τοῦ Γ. Βιολάκη (1888), ποὺ εἶναι τὸ ἰσχῦον καὶ σήμερα τυπικό, καὶ γιὰ τὴν ἰδιαίτερη εὐθύνη ποὺ ἔχει ὁ ἱερεὺς νὰ ἐπιβλέπῃ τὴν διατήρησι τῆς σωστῆς τάξεως καὶ νὰ ῥυθμίζῃ μὲ διάκρισι ὅσα σημεῖα χρειάζονται κάποια διευθέτησι, πάντοτε βεβαίως μὲ σκοπὸ τὴν τήρησι τοῦ ὀρθοῦ τυπικοῦ καὶ ὄχι τὴν κατάλυσί του.  τὸ τυπικὸ ὅμως ἀπευθύνεται στὸ μεγαλείτερο μέρος του στοὺς ψάλτες (σὲ ποσοστὸ ἄνω τοῦ 80%) καὶ ὄχι στοὺς ἱερεῖς.  ἀσφαλῶς δὲν εἶναι δυνατὸν κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσκομιδῆς ἢ σὲ ἑόρτιους ἑσπερινοὺς καὶ ὄρθρους, μὲ συλλείτουργα ἢ καὶ ἀρχιερατικὲς χοροστα­σίες, ὁ ἱερεὺς νὰ ἐγκαταλείπῃ τὰ δικά του καθήκοντα, γιὰ νὰ ἀσχοληθῇ μὲ τὰ ἀπόστιχα ἢ τοὺς κανόνες καὶ τοὺς αἴνους.  ἐξάλλου δὲν εἶναι ὑποχρεωμένος ἕνας ἱερεὺς νὰ ξέρῃ ὅλες τὶς λεπτομέρειες τοῦ Τυπικοῦ, εἰδικὰ γιὰ θέματα ποὺ δὲν τὸν ἀφοροῦν, ἀφοῦ δὲν εἶναι ἀπαραίτητο οὔτε καὶ δυνατὸν κάθε ἱερεὺς νὰ ἔχῃ δια­τε­λέσῃ πρῶτα καὶ ψάλτης γιὰ ἕνα ἱκανὸ διάστημα.  γιὰ νὰ μὴ δοθῇ λοιπὸν ἡ ἐντύπωσι ὅτι ὑπάρχει μονομέρεια ἐκ μέρους μας καὶ ὅτι ἐπιρρίπτουμε ὅλες τὶς εὐθῦνες ἀποκλειστικῶς στὸν ἱερέα, στὸ παρὸν θὰ δοῦμε τὴν εὐθύνη τῶν ψαλτῶν ἔναντι τοῦ τυπικοῦ.

῾Η ψαλμῳδία στὸν ναὸ εἶναι ἕνα ἱερὸ διακόνημα.  ὁ ἱεροψάλτης ἐκπροσωπεῖ τὸν λαὸ στὸν διάλογό του μὲ τὸν ἱερέα καὶ ἀπαντᾷ ἀντὶ τοῦ λαοῦ καὶ ψάλλει ὅσα τροπάρια ἀνήκουν σ᾿ αὐτὸν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θείας λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν τελετῶν.  μὲ τὴν ἔννοια αὐτὴ χωρὶς ψάλτη –δηλαδὴ χωρὶς ἕνα πρόσωπο ποὺ νὰ παρίσταται καὶ νὰ ἐκπροσωπῇ κατὰ τὴν ψαλμῳδία τὸν λαὸ– δὲν ἐπιτρέπεται ἡ τέλεσι τῆς θείας λειτουργίας.  ἐξάλλου καὶ ἡ στοιχειώδης εὐπρέπεια κατὰ τὴν ὥρα τῆς θείας λατρείας ἐπιβάλλει κάποιος ὑπεύθυνα καὶ ἐπάξια, κατὰ τὸ δυνατόν, νὰ ψάλλῃ τοὺς ἀνήκοντας στὸν λαὸ ὕμνους. (᾿Ιωάννου Φουν­τούλη, «᾿Απαντήσεις εἰς λειτουργικὰς ἀπορίας», ἀρ. 50 καὶ 190).

῾Η ἐξεύρεσι τῶν τροπαρίων ποὺ πρέπει νὰ ψαλοῦν στὶς διάφορες ἀκολουθίες δὲν εἶναι κατ᾿ ἀρχὰς ἁρμοδιότητα καὶ εὐ­θύνη τῶν ἱερέων ἀλλὰ τῶν ψαλτῶν.  οἱ ὁδηγίες τοῦ τυπικοῦ γιὰ τὰ τροπάρια ἀφοροῦν τοὺς ψάλτες καὶ ὄχι τοὺς ἱερεῖς.  ὁ ἱερεὺς θὰ πῇ τὶς συναπτές (ἐὰν δὲν ὑπάρχῃ διάκονος), τὶς εὐχὲς καὶ τὶς ἐκφωνήσεις, καὶ θὰ τελέσῃ ὅσα τοῦ ἀνήκουν.  τροπάρια, ἰδιόμελα, προσόμοια, ἀπολυτίκια, κανόνες καὶ λοιπὰ εἶναι τῶν ψαλτῶν.

Βε­βαίως εἶναι γνωστὸ ὅτι σὲ πολλὲς ἐνορίες δὲν ὑπάρχει ἐπάρκεια ψαλτῶν, ὁπότε ὁ ἱερεὺς ἀναγ­κά­ζεται νὰ τελέσῃ κάποιες ἀκολουθίες μόνος του ἢ μὲ τὴν συνδρομὴ ἁπλῶν πιστῶν ἐκ τοῦ ἐκκλησιάσματος, οἱ ὁποῖοι συχνὰ ἀγνοοῦν τὸ ἐκκλησιαστικὸ τυπικό, καὶ τότε ἀναλαμβάνει ὁ ἱερεὺς νὰ τοὺς καθοδηγῇ, χωρὶς ἴσως καὶ ὁ ἴδιος νὰ ἔχῃ τὴν ἐξειδικευμένη ἐμ­πειρία τοῦ ἀναλογίου, ὅπως ἕνας κανονικὸς ψάλτης.  οἱ μεγάλες ὅμως ἀκολουθίες λόγῳ ἀκριβῶς τοῦ μήκους των δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τελε­σθοῦν μὲ τὸν ἱερέα μόνο του χωρὶς ἔμπειρο ψάλ­τη.

Πρέπει νὰ ἀναγνωρίσωμε ὅτι τὸ ἐπίσημον τυπικὸν τῆς ἐκκλησίας (τοῦ Γ. Βιο­λάκη) τυγχάνει σὲ κάποια σημεῖά του νὰ μὴν εἶναι ἰδιαίτερα σαφές, λόγῳ τῶν γενικῶν δια­τά­ξεων ποὺ περιέχει.  γι᾿ αὐτὸ στὰ Δίπτυχα τῆς ἐκκλησίας τῆς ῾Ελλάδος ὡρισμένες διατάξεις εἶναι ἀναλυτι­κώτερες καὶ πιὸ συγκεκριμένες· ἀναφέρεται ὁ ἦχος, ἡ ἀρχὴ τοῦ κάθε τροπαρίου, ἐνδεχομένως σὲ ποιό σημεῖο τοῦ λειτουργικοῦ βιβλίου ὑπάρ­χουν, καὶ λοιπά.  ἂν κάποιος παρὰ ταῦτα δὲν μπορῇ νὰ βρῇ τὰ τροπάρια ποὺ πρέπει νὰ ψαλοῦν, ση­μαίνει ὅτι μᾶλλον δὲν ἔχει πιάσει ποτὲ στὰ χέρια του τὰ βασικὰ βιβλία τοῦ ἀναλογίου καὶ δὲν ξέρει τί περιέχουν.  ἀλλὰ τότε δὲν φταίει τὸ Τυπικόν...  ἡ πεῖρα εἶναι συχνὰ πολύτιμος σύμβουλος στὴν κατανόησι τοῦ τυπικοῦ, ἀρκεῖ νὰ ἔχῃ κανεὶς ὀρθὲς καὶ ὄχι στρεβλὲς ἐμπειρίες.

᾿Απὸ τὸν ἱερέα ἀπαιτεῖται μία στοιχειώ­δης γνῶσι κά­ποιων βασικῶν πραγμάτων, ὅπως νὰ ξέρῃ τὴν χρῆσι τῶν ἀντι­κει­μέ­νων τοῦ ἱεροῦ, νὰ ξέρῃ τὰ περιεχόμενα καὶ τὴν χρῆσι τοῦ ἱερα­τικοῦ καὶ τοῦ εὐχο­λο­γίου, καὶ λοιπά.  ὁμοίως καὶ ὁ ψάλτης πρέπει νὰ ἔχῃ στοι­χειώδη γνῶσι τῆς προθεωρίας τοῦ τυπι­κοῦ Βιολάκη, νὰ γνωρίζῃ ἢ τοὐλάχιστον νὰ συμβουλεύεται τὶς γενικὲς τυπικὲς δια­τάξεις ποὺ δημο­σιεύονται κατ᾿ ἔτος στὴν ἀρχὴ τῶν Διπτύ­χων, νὰ ἔχῃ μία ἰδέα γιὰ τὸ περι­εχόμενο τῶν βιβλίων τοῦ ἀναλογίου (παρακλητική, μη­ναῖ­α, τριῴδιον κ.λπ.), ὥστε νὰ τὰ χρησιμοποιῇ σω­στά, νὰ προε­τοι­μάζεται ἐγκαίρως μελετῶντας τὸ τυπικὸ τῆς ἡμέ­ρας πρὶν ἀπὸ τὴν ἀκολουθία, καὶ λοιπά.   μόνον οἱ μουσικὲς γνώ­σεις καὶ ἱκανότητες δὲν εἶναι ἀρκετές, γιὰ νὰ θεωρηθῇ κάποιος ὡλο­κλη­ρω­μέ­νος ἐκκλησιαστικὸς ψάλ­της.

Ἂς συνοψίσωμε τὰ παραπάνω.

α΄) Γιὰ τὴν σωστὴ διεξαγωγὴ τῶν ἀκολουθιῶν ὁ ψάλτης εἶναι ἐξίσου ἀπα­ραίτητος μὲ τὸν ἱερέα.

β΄) ῾Ο ψάλτης δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα τυχαῖο πρόσωπο ἐκ τῶν ἐνο­ριτῶν, ἀλλὰ κάποιος ὑπεύθυνος, μὲ πεῖρα καὶ γνῶσι, ποὺ ἀπὸ πρὶν θὰ ἑ­τοιμά­ζεται κατάλληλα γιὰ τὴν ἀκολουθία.

γ΄) Μαζὶ μὲ τὶς μουσικὲς γνώσεις ὁ ψάλτης θὰ πρέπει νὰ διαθέτῃ καὶ ἐπαρκῆ γνῶσι τοῦ τυπικοῦ, ὥστε νὰ μπορῇ νὰ τὸ κατανοῇ καὶ νὰ τὸ χρησιμοποιῇ ὀρθά.

 

«᾿Εκκλησιολόγος», φ. 243, σάββατον 24/3/2012

 

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ: Αν θέλετε υγιή γεράματα...

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ: Αν θέλετε υγιή γεράματα...:   Αν θέλετε υγιή γεράματα μη κάθεστε, να κινήστε συνέχεια, συνιστά η Ελληνίδα πρώην διευθύντρια βιοεπιστημών στη ΝASA, Ιωάννα Βερνίκου Τ...

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ: Μακεδονία ξακουστή!

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ: Μακεδονία ξακουστή!:   Μακεδονία ξακουστή, του Αλεξάνδρου η χώρα, που έδιωξες τους βάρβαρους κι ελεύθερη είσαι τώρα. Ήσουν και θα 'σαι ελληνική, Ελλήνων το κ...

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ: ΜΗΝ ΜΑΡΤΙΟΣ

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ: ΜΗΝ ΜΑΡΤΙΟΣ:   Μην Μάρτιος έχων ημέρας λα’ (31) Η ημέρα έχει ώρας ιβ’ (12) και η νυξ ώρας ιβ’ (12) ΠΡΟΟΙΜΙΟΝ Ο μήνας ούτος, αδελφοί, ονομάζεται αρχή και ...

Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

Μανόλης Χατζηγιακουμής:

 ο φίλος της γλώσσας και της Οκταηχίας

Σωτήριος Δεσπότης, Δρ Μουσικολογίας-Συνθέτης

26 Φεβρουαρίου 2024

Με καταγωγή από την περιοχή Ασφενδιού της Κω ο κλασικός φιλόλογος και ερευνητής της μουσικής μας πατριδογνωσίας Μανόλης Χατζηγιακουμής ταξιδεύει στη χαρά της Αναστάσεως. Με ένα εύρωστο συγγραφικό έργο αποχαιρετά μαθητές που επί σειρά ετών δίδαξε στην ιδιωτική εκπαίδευση καθώς και το ερευνητικό κοινό που εντρυφεί τόσο σε κείμενα των Ομήρου, Διονυσίου Σολωμού και Κωστή Παλαμά όσο και στα της πατρώας μας μουσικής κληρονομιάς.