ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΙΣΑΝΙΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΤΙΣΤΗΣ κ.ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗ ΣΧΟΛΗ ΓΟΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΡΟΔΟΥ (23-10-2015)
Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015
Τό παιδί μας
Ετικέτες
Αγάπη,
Ανθρώπινη ζωή,
Εκκλησία,
Η Μητέρα,
Ιερατείο,
Ἱερές Μητροπόλεις,
Κοινωνία,
Πνευματικά θέματα
Ο Σταυρός!!!
Αλεξ/πόλεως Άνθιμος:
Πόσο εμείς οι
κληρικοί είμαστε έτοιμοι να περιφέρουμε το Σταυρό όχι στο στήθος μας, αλλά
στους ώμους μας;
Άρθρο του
Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου*
Επί των ώμων ο
επιστήθιος
Η Εκκλησία εξωράισε
τον κόσμο, όμως δεν τον φτιασίδωσε. Παραδέχτηκε τις καταστάσεις της ζωής,
μετάλλαξε την τραχύτητά τους χωρίς να τις χρυσώσει. Γιά παράδειγμα, το θάνατο:
τον τραγούδησε, τον ανθοστόλισε, τον μετονόμασε σε «έξοδο» σε «κοίμηση», όμως
τον παραδέχεται ως βίαιο χωρισμό και τον περιγράφει με θρήνους και οδυρμούς.
Το ίδιο συμβαίνει και με τον Τίμιο
Σταυρό. Τον στολίζει με άνθη και βασιλικούς, τον προβάλλει στο στήθος μας με
χρυσό και πετράδια, δεμένο σε διάφορα σχήματα και καλλιτεχνικές τεχνικές. Τον
τοποθετεί στις κορυφές των ναών και των τέμπλων. Τον κεντάει στα άμφια και στα
ιερά καλύμματα. Καταστρώνει τα αρχιτεκτονικά των ναών πάνω στο σχήμα του και
ευλογεί μ᾽ αυτόν τα σημεία του τετραπέρατου κόσμου.
Όμως ο Σταυρός του Κυρίου μας δεν
είναι παρά το ματωμένο ξύλο της ντροπής και του πόνου πάνω στο οποίο πέθανε
γυμνός, κρεμασμένος σαν κακούργος ο Γιός της Παρθένου.
Οι Χριστιανοί οφείλουμε να μην το
λησμονούμε ποτέ αυτό, ακόμα κι αν δεν είναι τόσο ευδιάκριτο μέσα «στον ένδοξό
μας βυζαντινισμό». Η Ορθόδοξη αγιογραφία δείχνει το Χριστό καθαρό, γαλήνιο και
καλοχτενισμένο πάνω στο Σταυρό, σαν να κοιμάται, ενώ η επιγραφή επάνω από το
κεφάλι του διαλαλεί τον «Βασιλιά της Δόξης». Ποτέ δεν απεικόνισε την
πραγματικότητα που ήταν πιο κοντά στα «Πάθη» του Mel Gibson, επειδή η Εκκλησία
ενδιαφέρεται για την αιτία που οδήγησε το Θεό να πάθει, προκειμένου να
θεραπεύσει το μεγάλο τραύμα, τον άνθρωπο.
Οι κληρικοί φέρουμε το σύμβολο του
Σταυρού επάνω μας, από την κορυφή της μίτρας μέχρι την ακρώρεια του διακονικού
στιχαριού και γι᾽ αυτό, καθώς εισοδεύουμε στους Ναούς, οι χριστιανοί μας
σκύβουν το κεφάλι τους μπροστά μας.
Η καθημερινή
παρουσία του ιερέως στον κόσμο μας είναι το πέρασμα μιάς λιτανείας του Σταυρού
ή του Επιταφίου από το κέντρο μιάς πόλης, τη Μεγάλη Εβδομάδα. Προκαλεί δάκρυα σε
λίγους, συστολή στους περισσότερους, σεβασμό σε όλους, ακόμα και στους
αδιάφορους. Ίσως να δαιμονίζει και κάποιους, λίγους ευτυχώς.
Ο Χριστός μας άφησε μόνο μια προτροπή
μετά την Ανάστασή Του, «να χαιρόμαστε», μας διαβεβαίωσε ότι τελικά Εκείνος
είναι ο νικητής του κόσμου και της ιστορίας, όμως, συγχρόνως μας προετοίμασε
για τον πόνο και την θλίψη που θα συναντήσουμε στη ζωή μας.
Η χαρά και η λύτρωση ως πνευματικές
καταστάσεις, είναι το αμάγαλμα του αγώνα μας ενάντια στον πόνο.
Ο Πέτρος ήξερε τον Δάσκαλό του, όμως
τον γνώρισε στ᾽ αλήθεια, μόνο όταν «έκλαυσε πικρώς». Ένας διανοητής έλεγε: «το
μάτι που δεν δάκρυσε, ποτέ δεν σας αντίκρυσε, ω ουράνιες δυνάμεις». Εξ άλλου τι
είναι το όμορφο μαργαριτάρι; είναι το αίμα, το σάλιο και το δάκρυ του
στρειδιού. Καί η γλυκόλαλη φλογέρα; ένα ξύλο που τρυπήθηκε με μαχαίρι. Καί το
πιάτο όπου τρώμε; μια χούφτα χώμα που ψήθηκε σε φούρνο. Τελικά «το καλό»
εξαγοράζεται με πόνο και «το άριστο» με πολύ πόνο.
Ξέρουμε τη φράση:
«να δώσεις αίμα για να λάβεις πνεύμα». Πόσο όμως είμαστε διατεθειμένοι να
βιώσουμε ένα τέτοιο γεγονός!
Υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσά μας, που όλη
τους η ζωή είναι Γολγοθάς. Όταν τους βλέπω, νιώθω συστολή και ντρέπομαι που για
μένα ο Σταυρός είναι ένα κόσμημα περίτεχνο στο στήθος.
Πολλές φορές κήρυξα
για το Σταυρό και τον πόνο. Όμως τα λόγια μου ήταν τόσο θεωρητικά, σαν
φιλοσοφικός μύθος. Κάποιος μου είπε: «από τον τρόπο που κηρύττεις, φαίνεται ότι
δεν πόνεσες ποτέ..!»
Σήμερα οι κληρικοί διαφεντεύουμε «τον
κόσμο μας», έχουμε την καταξίωση της κοινωνίας μας, την αναγνώριση των
συνανθρώπων μας, παίρνουμε το μισθό μας.
Αύριο όμως; Αν κάποια από τα παραπάνω
λείψουν; Είμαστε έτοιμοι να ζήσουμε και να ομολογήσουμε το Ευαγγέλιο, όχι με
λόγια αλλά με τις ζωές μας εδαφισμένες στις συνειδήσεις του κόσμου και
συκοφαντημένες στη μικρή ή την μεγάλη κοινωνία μας; Ίσως αδύναμοι, ίσως στο
περιθώριο και χωρίς μισθό;
Πόσο είμαστε έτοιμοι
να περιφέρουμε το Σταυρό του Χριστού όχι στο στήθος μας, αλλά στους ώμους μας,
αλέθοντας στα δόντια μας τον βουβό μας πόνο;
Η Αγία Γραφή διδάσκει «ετοιμάστηκα και
δεν ταράχτηκα».
Ποιό να ‘ναι άραγε το θέλημα του Θεού
για μας; Μιά εβραική παροιμία λέει: «ο Θεός γράφει ίσια με στραβές γραμμές».
Ποιό να ‘ναι άραγε το γράψιμό του για τη δική μας ζωή;
Την προσωπική ζωή, αλλά και την
εκκλησιαστική μέσα στη ραγδαία μεταλλασσόμενη αυτοκτονική ελλαδική κοινωνία;
Πού περίεργα μέχρι τώρα δεν μας άγγιξε!
Με όσα συμβαίνουν γύρω μας και με την
ακράδαντη βεβαιότητα ότι η Εκκλησία δοξάζεται μέσα σε πειρασμούς και σε
διώξεις, υποπτεύομαι ότι ο Χριστός, φωνάζει σε όλους μας, ποιός δεν το
ακούει; όσους έχουμε συναίσθηση του βάρους που έχει το πετραχήλι στο λαιμό μας:
«Σίμων Σίμων, ιδού ο σατανάς εξητήσατο υμάς του σινιάσαι ως τον σίτον, εγώ δε εδεήθην περί σού ίνα μη εκλίπη η πίστις σου, και συ ποτε επιστρέψας στήριξον τους αδελφούς σου».
«Σίμων Σίμων, ιδού ο σατανάς εξητήσατο υμάς του σινιάσαι ως τον σίτον, εγώ δε εδεήθην περί σού ίνα μη εκλίπη η πίστις σου, και συ ποτε επιστρέψας στήριξον τους αδελφούς σου».
*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Εφημέριος" Σεπτέμβριος- Οκτώβριος
2015
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://www.agioritikovima.gr
Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015
Τα ιερά Μυστήρια
Λειτουργική αγωγή: Τα ιερά Μυστήρια
Ομιλία με θέμα “Λειτουργική αγωγή: Τα ιερά Μυστήρια” πραγματοποιήθηκε στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, την Τετάρτη 28 Οκτωβρίου, αμέσως μετά την ακολουθία του Παρακλητικού Κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο.
Ομιλητής ήταν ο Πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Χριστοδούλου.
Η ομιλία, εντάσσεται στο τρίμηνο πρόγραμμα δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων του Ναού της Ευαγγελιστρίας, με γενικό τίτλο ”ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει...”.
Η ομιλία, εντάσσεται στο τρίμηνο πρόγραμμα δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων του Ναού της Ευαγγελιστρίας, με γενικό τίτλο ”ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει...”.
Οι ¨Αγιοι Άγγελοι!
Τι είναι οι Άγγελοι
Μέσα από την λατρευτική ζωή της εκκλησίας μας, από τις διηγήσεις, αλλά και από μεγάλες εορτές, ζούμε την παρουσία των Αγίων Αγγέλων, πού όμως ο πολύς κόσμος έχει “εξορίσει” στον κόσμο της φαντασίας και του μύθου. Αντίθετα, οι Άγγελοι είναι πραγματικές ουράνιες υπάρξεις πού δημιουργήθηκαν από τον Θεό πριν από τον υλικό κόσμο και τον άνθρωπο, όπως λέει και το Σύμβολο της Πίστεως μας, “Πιστεύω εις έναν Θεό, Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητή ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων”. Ο αόρατος πνευματικός κόσμος είναι το πρώτο δημιούργημα του Θεού, ο υλικός κόσμος το δεύτερο και τέλος δημιουργήθηκε ο άνθρωπος, πού είναι ύλη και πνεύμα μαζί. Όταν ο Θεός δημιούργησε τον υλικό κόσμο, οι άγγελοι γεμάτοι έκσταση και θαυμασμό μπροστά στο θαύμα της δημιουργίας, δοξολόγησαν με ουράνιους ύμνους τον Δημιουργό (Ιωβ’ λη’ 7). Σαν καθαρές πνευματικές υπάρξεις οι άγγελοι δεν έχουν υλικό σώμα, ούτε ανάγκες, δεν φθείρονται, ούτε πεθαίνουν και, όπως και ο άνθρωπος, κατά τη δημιουργία τους πλάστηκαν με το χάρισμα της ελευθερίας, δηλαδή του αυτεξουσίου, έχοντας την δυνατότητα να διαλέξουν την υπακοή ή την ανυπακοή στον Θεό. Ο τρόπος της δημιουργίας τους δεν έχει αποκαλυφθεί, αλλά γνωρίζουμε, ως προς τη φύση τους, ότι είναι πλασμένοι κατ΄ εικόνα Θεού και ασώματοι. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός δίνει τον εξής ορισμό· “ο άγγελος είναι φύση νοερή, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη. Υπηρετεί τον Θεό και είναι κατά χάριν αθάνατος. Όμως, τα ουσιώδη γνωρίσματα και τη σύσταση της φύσεώς του, μόνον ο Κτίστης τα γνωρίζει. Ονομάζεται βέβαια ασώματος και άϋυλος σε σχέση με μας, γιατί κάθε τι πού συγκρίνεται με τον Θεό, τον μόνον ασύγκριτο, βρίσκεται παχύ και υλικό”.
Ο Θεός δεν έπλασε τους αγγέλους από κάποια δική Του ανάγκη, αλλά από άπειρη αγάπη και αγαθότητα, ώστε να μετέχουν της θείας μακαριότητος, βλέποντας συνεχώς το πρόσωπο του Θεού και αυτή είναι κατ΄ εξοχήν η ζωή και η τροφή τους. Η σύσταση και η κατασκευή των αγγέλων είναι αναλλοίωτη, η προαίρεσή τους όμως είναι ελεύθερη και μεταβλητή. Η κατάστασή τους δηλαδή, δεν είναι στατική, αλλά ειναι μία συνεχής ανοδική πορεία για την χωρίς τέλος κατανόηση της δόξας του Θεού. Δεν είναι τέλειες φύσεις, αλλά οδεύουν κι εκείνες προς την τελειότητα. Οι άγγελοι έχουν την δυνατότητα να τελειοποιούνται όλο και περισσότερο συμμετέχοντας στην Χάρη του Αγίου Πνεύματος και από την συμμετοχή τους αυτή απορρέει και ο αγιασμός τους. Είναι δηλαδή άγιοι όχι από τη φύση τους, γιατί τότε θα ταυτίζονταν με το Άγιο Πνεύμα, αλλά από την κοινωνία τους με το φύσει άγιο. Τους δόθηκε δηλαδή εξουσία “να μένουν και να προκόπτουν στο αγαθό, αλλά εάν το θελήσουν, να τρέπονται προς το χειρότερο”, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Άλλωστε για τον λόγο αυτό έπεσε ο εωσφόρος από την τάξη των αγγέλων κι έγινε διάβολος. Κατά την πτώση του παρέσυρε κι άλλους αγγέλους πού τον ακολούθησαν, μέχρι πού ο Αρχάγγελος Μιχαήλ έδωσε τη διαταγή “στώμεν καλώς” και από τότε απέκτησαν την αμετακίνητη θέληση προς το καλό. Δεν καταργήθηκε βέβαια το αυτεξούσιό τους, αλλά βλέποντας, θαυμάζοντας και φρίττοντας με την ένανθρώπιση και την σταύρωση του Χριστού, επέλεξαν την υπακοή τους στον Θεό.
Οι άγγελοι ειναι λογικές υπάρξεις και η γνωστική τους ικανότητα υπερβαίνει αυτή των ανθρώπων, αλλά οπωσδήποτε δεν αγγίζουν καν την παντογνωσία και την σοφία του Θεού. Δεν προγνωρίζουν τα μέλλοντα, ούτε τί κρύβει η καρδιά του κάθε ανθρώπου, αλλά οπωσδήποτε γνωρίζουν περισσότερα από εμάς, όσον αφορά το θέλημα του Θεού, τα έργα Του, τη δημιουργία, τον κόσμο και τους ανθρώπους.
Επίσης οι άγγελοι είναι κατά χάριν αθάνατοι και δεν έχουν φύλο, γιατί η φύση τους είναι πνευματική. Είναι ταχύτατοι στις κινήσεις, αλλά όχι πανταχού παρόντες, όπως ο Θεός. Δεν περιορίζονται και δεν εμποδίζονται όπως τα υλικά σώματα σε συγκεκριμένο χώρο, ούτε παύουν ποτέ να υμνολογούν τον Θεό, αλλά δεν βρίσκονται ταυτόχρονα στον ουρανό και στη γη, όπως συμβαίνει μόνον με τον Τριαδικό Θεό πού βρίσκεται παντού. Ο αριθμός τους είναι μεγάλος και ανυπολόγιστος, διακρίνονται σε 9 τάγματα, γιατί το 10ο του εωσφόρου έπεσε και έμειναν τα υπόλοιπα. Κάθε τάγμα έχει δική του διακονία και δικό του όνομα πού αναφέρονται όλα στην Αγία Γραφή. Έχουμε λοιπόν τους Αγγέλους, τους Αρχαγγέλους, τις Αρχές, τις Δυνάμεις, τις Κυριότητες, τις Εξουσίες, τους Θρόνους, τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Η Αγία Γραφή αναφέρει επίσης και τα ονόματα τριών Αγγέλων: α) του Γαβριήλ, πού σημαίνει “ήρωας του Θεού”, ο οποίος έφερε τα μηνύματα στο Ζαχαρία για τη γέννηση του Προδρόμου και στην Θεοτόκο για τη Γέννηση του Χριστού, αλλά και για την Κοίμησή της β) του Μιχαήλ, πού το όνομά του σημαίνει “τίς ως ο Θεός ημών;” και αναφέρεται πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη και γ) ο Ραφαήλ πού αναφέρεται στην ιστορία του Τωβίτ και πού μεταφέρει τις προσευχές των Αγίων από τη γη στον Ουρανό. Η εβραϊκή παράδοση αναφέρει και τέταρτο άγγελο, τον Ουριήλ.
Κύριο έργο των αγγέλων ειναι η ακατάπαυστη δοξολογία του Θεού, η διακονία τους στα γεγονότα της θείας οικονομίας και η φροντίδα για τη σωτηρία των ανθρώπων γι΄ αυτό και κάθε χριστιανός έχει τον προσωπικό του φύλακα αγγελο. Όλοι μας, από την ώρα πού βαπτιστήκαμε, έχουμε δίπλα μας τον άγγελό μας, ο οποίος μας βοηθα σε κάθε βημα της ζωής μας και μας προστατεύει, συμπάσχει μαζί μας και μας καθοδηγεί στην πνευματική μας ζωή. Όταν η ψυχή μας αναχωρήσει από το σώμα μας, ο φύλακας άγγελός μας είναι αυτός πού την συνοδεύει μέχρι τον θρόνο του Θεού. Βέβαια αυτό συμβαίνει σε όσους πιστεύουν, αγαπούν και τιμούν τους αγγέλους του Θεού και τους επικαλούνται, ζητώντας την προστασία και την μεσιτεία τους. Όπως λέμε και στο απόδειπνο, στην τελευταία προσευχή καθώς τελειώνει η ημέρα, άγιε Άγγελε, ο εφεστώς της αθλίας μου ψυχής και ταλαιπώρου μου ζωης, μη εγκαταλίπης με τον αμαρτωλό…”. Ιδιαίτερα οι μοναχοί αγαπούμε και τιμούμε τους αγγέλους και προσπαθούμε με την αδιάλειπτη προσευχή να τους μοιάσουμε, και να γίνουμε ισάγγελοι, αναπληρώνοντας έτσι το εκπεσόν τάγμα. Η μοναχική ζωή χαρακτηρίζεται αγγελική και η τελετή της κουράς μας, Ακολουθία του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος. Από τον 5ο κιόλας αιώνα, ορίστηκαν από την Εκκλησία μας, οι γιορτές των Αγίων Αγγέλων, και μέχρι σήμερα, στις 8 Νοεμβρίου εορτάζεται η Σύναξις των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών αγίων ασωμάτων και ουρανίων ταγμάτων. Καθ΄ όλη τη διάρκεια επίσης της Θείας Λειτουργίας, στις ευχές και στους ύμνους της, γίνεται αναφορά στους Αγίους Αγγέλους, καθώς ο ιερέας στην μικρή είσοδο καλεί αγγέλους για να συλλειτουργήσουν μαζί του, κατόπιν ψάλλουμε τον τρισάγιο ύμνο, την ώρα του Χερουβικού υποδεχόμαστε τον Βασιλέα των όλων “ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν” και μετά την μεγάλη είσοδο ζητάμε άγγελον ειρήνης πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών” και πριν από τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων ψάλλουμε θριαμβευτικά τον αγγελικό ύμνο “Άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ” και στην απόλυση επικαλούμαστε την προστασία “των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων”.
Είναι πλείστες όσες οι μαρτυρίες των εμφανίσεων πού κατά καιρούς έκαναν και κάνουν οι άγιοι άγγελοι σε όσους κατά θεία οικονομία μπορούν να τους δουν. Κι εμείς, ιδιαίτερα στη δύσκολη εποχή πού ζούμε, εποχή υλισμού και ευδαιμονισμού, ας αγαπήσουμε τον άγγελό μας, ας προσπαθήσουμε να μιμηθούμε την αγία ζωή του, δηλαδή να δοξολογούμε και να υμνούμε ακατάπαυστα τον Θεό μας, γενόμενοι με την βοήθειά Του φως για τους άλλους ανθρώπους με την ισάγγελη πολιτεία μας.
πηγή: Περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», τ. 14, Μάϊος-Ιούνιος 2006, Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Νεκταρίου, Τρίκορφο Φωκίδος
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ:http://www.pemptousia.gr/
Το ὀνομα τοῦ Μοναχοῦ!
Γιατί αλλάζει το όνομά του κάποιος όταν γίνεται
μοναχός...
Στους οσιότατους μοναχούς
που υπόσχονται να ζουν ενάρετη ζωή επικράτησε η αλλαγή του ονόματός τους.
Αυτό γίνεται για δύο σπουδαιότατους λόγους. Πρώτος λόγος είναι η απάρνηση ολοκληρωτικά της προηγούμενης ζωής και η συνεχής ενθύμηση της μεταβολής της, και δεύτερον, για να έχουμε παράδειγμα τον άγιο στην πορεία της ζωής μας, του οποίου φέρουμε το όνομα. Η αλλαγή του ονόματος, μας βοηθά να ξεχνούμε το παρελθόν και συνεχώς υπενθυμίζει την μεταβολή που έγινε σ’ αυτόν που άλλαξε τον τρόπο της ζωής του και τις ανειλημμένες υποχρεώσεις, που οφείλει να εκπληρώνει με πολλή αγάπη και προθυμία.
Το όνομα είναι τόσο πολύ συνδεδεμένο με το πρόσωπο, ώστε να μη μπορούμε να ξεχωρίσουμε την προσωπικότητά μας από αυτό. Γι’ αυτό και η ενθύμηση του ενός φέρνει στην μνήμη το άλλο και η αναφορά στο ένα γίνεται ταυτόχρονα και προς το άλλο.
Εφόσον έχουμε το παλιό όνομα υπάρχει αναπόσπαστη η μνήμη του παλαιού ανθρώπου, αντίθετα όταν ακούμε το νέο όνομα υπάρχει μνήμη του νέου ανθρώπου.
Επικράτησε να γίνεται η αλλαγή του ονόματος, για την ηθική δύναμη που έχει.
Η αλλαγή όμως χάνει τη δύναμή της, όταν η θέλησή μας αδρανεί να εκτελεί και να εφαρμόζει τις υποσχέσεις, που υπενθυμίζει το νέο όνομα στους μοναχούς.
Αυτό δε συμβαίνει, διότι ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος και αγαπούν περισσότερο αυτόν από τον νέο, γι’ αυτό και αδιαφορούν στις συνεχείς υπομνήσεις που γίνονται σ’ αυτούς όταν τους καλούν με το νέο όνομα. Η αδιαφορία αυτή προς τις υποχρεώσεις, τις οποίες υπενθυμίζει στους μοναχούς το όνομα, μαρτυρεί την ύπαρξη ενός άλλου κακού, την αθέτηση της φωνής της συνειδήσεως. Διότι σε κάθε αθέτηση του καθήκοντος της νέας ζωής, που υπενθυμίζει πάντοτε το νέο όνομα, η συνείδηση επαναστατεί και διαμαρτύρεται, αλλά δεν εισακούεται, διότι κυριαρχεί ο παλαιός άνθρωπος, ο οποίος περιφρονεί τις αξιώσεις του νέου ανθρώπου, που εκφράζονται από τη φωνή της συνειδήσεως.
Η περιφρόνηση αυτή φθάνει μέχρι τέτοιο σημείο, ώστε και να αποδοκιμάζει τη φωνή της συνειδήσεως, ότι αξιώνει ανόητα και παράλογα, και στο τέλος της επιβάλλει τη σιωπή. Η κατάσταση αυτή μοιάζει με την πώρωση της συνειδήσεως. Ο δε μοναχός που περιφρόνησε τη φωνή για την τήρηση των υποχρεώσεών του, αυτός έπαθε, ό,τι υποφέρουν όσοι έχουν πώρωση συνειδήσεως και αλλοίμονο σ’ αυτόν. Αυτός θα κατακριθεί, διότι δεν έζησε κατά Θεόν, και έβαλε το εγώ του και τη δική του γνώση πάνω από τη γνώση των Οσίων Πατέρων, και διότι δεν έκανε καλή προσφορά.
Πρόσφεραν στον Θεό θυσίες οι αδελφοί Κάιν και Άβελ, αλλά ο Κάιν δεν έκανε καλή προσφορά και αποδοκιμάστηκε από τον Θεό. Πρόσφερε ο Οζίας θυμίαμα στο Θεό με χρυσό θυμιατήριο, αλλά κατακρίθηκε, γιατί δεν έκανε καλή προσφορά.
Και ο Σαούλ πρόσφερε θυσίες στο Θεό αλλά κατακρίθηκε και αποδοκιμάστηκε αυτός και ο οίκος του, γιατί δεν έκανε καλή προσφορά. Πρόσφεραν και οι Ιουδαίοι θυσίες, αλλά ο Θεός τις αποδοκίμασε και έλεγε «μισεί αυτάς η ψυχή μου» ώστε δεν είναι αρκετό για να ευαρεστήσει κάποιος το Θεό να προσφέρει μόνο θυσίες, δώρα και προσευχές, αλλά να κάνει καλή προσφορά δηλαδή να έχει συναίσθηση της ατέλειας και της αναξιότητάς του.
Αλλά για -να υπάρχει τέτοια συναίσθηση απαιτείται τέλεια αυταπάρνηση και υποταγή στις εντολές του Θεού, και ταπείνωση και αδιάλειπτη πνευματική εργασία.
Εάν λοιπόν μόνον έτσι προσφέρουμε επάξια θυσίες στο Θεό, πρώτη δε και μέγιστη θυσία του προσφέρουμε την καρδιά μας, πώς η θυσία και η προσφορά μας θα γίνουν ευπρόσδεκτες στον Θεό, όταν δεν είμαστε άξιοι να προσφέρουμε θυσία ευάρεστη, ούτε τα προσφερόμενα είναι ως προσφορά άξια για τον Θεό; Γι’ αυτό μην επαναπαυόμαστε στις δεήσεις και προσφορές μας, εάν προηγουμένως δεν φροντίσουμε με πολλή επιμέλεια να κάνουμε τους εαυτούς μας άξιους πιστούς και τις θυσίες μας ευπρόσδεκτες στο Θεό. Γι’ αυτό βρίσκονται σε μεγάλη πλάνη όσοι νομίζουν ότι κάθε λατρεία και θυσία είναι ευάρεστες στο Θεό.
Λατρεία ευάρεστη και θυσία ευπρόσδεκτη στο Θεό είναι «πνεύμα συντετριμμένο και καρδία συντετριμμένη», και όχι πνεύμα υπερήφανο και αλαζονικό και καρδία άτεγκτη και εμπαθής.
Αυτά λοιπόν επιζητεί η αλλαγή του ονόματος κατά πρώτο λόγο. Κατά δε τον δεύτερο λόγο επιζητεί την υποχρέωση να έχει υπόδειγμα αρετής και τελειότητας τον βίο και το πολίτευμα του αγίου, του οποίου το όνομα φέρουμε, και σ’ όλη μας τη ζωή να αγωνιζόμαστε για να γίνουμε τέλειοι ακολουθώντας το παράδειγμά του. Το υπόδειγμα της αρετής του αγίου ενισχύει πάρα πολύ τον αγωνιζόμενο. Απ’ αυτό διδάσκεται, να ταπεινώνεται ακόμα και εάν κατάγεται από βασιλική οικογένεια· μαθαίνει να υπομένει και εάν τα δεινά είναι αφόρητα· μαθαίνει ν’ αγαπά και αυτούς που τον μισούν· μαθαίνει να τιμά και αυτούς που τον προσβάλουν· μαθαίνει να ζει υπέρ των αδελφών και ν’ αποθνήσκει υπέρ του νόμου του Θεού και των θείων εντολών του· μαθαίνει να αγαπά την έσχατη θέση και χαίρεται στην αφάνεια. Και τί δεν μαθαίνει; Εάν απαριθμήσω ένα-ένα όσα μαθαίνουμε από το παράδειγμα τον αγίων, δεν θα με φθάσει ούτε ο χρόνος, ούτε το χαρτί για να τα αναφέρω.
Πηγή: Αγ. Νεκταρίου, «35 Ποιμαντικές επιστολές», σ. 87-91, εκδ.Υπακοή (pemptousia.gr)
Αυτό γίνεται για δύο σπουδαιότατους λόγους. Πρώτος λόγος είναι η απάρνηση ολοκληρωτικά της προηγούμενης ζωής και η συνεχής ενθύμηση της μεταβολής της, και δεύτερον, για να έχουμε παράδειγμα τον άγιο στην πορεία της ζωής μας, του οποίου φέρουμε το όνομα. Η αλλαγή του ονόματος, μας βοηθά να ξεχνούμε το παρελθόν και συνεχώς υπενθυμίζει την μεταβολή που έγινε σ’ αυτόν που άλλαξε τον τρόπο της ζωής του και τις ανειλημμένες υποχρεώσεις, που οφείλει να εκπληρώνει με πολλή αγάπη και προθυμία.
Το όνομα είναι τόσο πολύ συνδεδεμένο με το πρόσωπο, ώστε να μη μπορούμε να ξεχωρίσουμε την προσωπικότητά μας από αυτό. Γι’ αυτό και η ενθύμηση του ενός φέρνει στην μνήμη το άλλο και η αναφορά στο ένα γίνεται ταυτόχρονα και προς το άλλο.
Εφόσον έχουμε το παλιό όνομα υπάρχει αναπόσπαστη η μνήμη του παλαιού ανθρώπου, αντίθετα όταν ακούμε το νέο όνομα υπάρχει μνήμη του νέου ανθρώπου.
Επικράτησε να γίνεται η αλλαγή του ονόματος, για την ηθική δύναμη που έχει.
Η αλλαγή όμως χάνει τη δύναμή της, όταν η θέλησή μας αδρανεί να εκτελεί και να εφαρμόζει τις υποσχέσεις, που υπενθυμίζει το νέο όνομα στους μοναχούς.
Αυτό δε συμβαίνει, διότι ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος και αγαπούν περισσότερο αυτόν από τον νέο, γι’ αυτό και αδιαφορούν στις συνεχείς υπομνήσεις που γίνονται σ’ αυτούς όταν τους καλούν με το νέο όνομα. Η αδιαφορία αυτή προς τις υποχρεώσεις, τις οποίες υπενθυμίζει στους μοναχούς το όνομα, μαρτυρεί την ύπαρξη ενός άλλου κακού, την αθέτηση της φωνής της συνειδήσεως. Διότι σε κάθε αθέτηση του καθήκοντος της νέας ζωής, που υπενθυμίζει πάντοτε το νέο όνομα, η συνείδηση επαναστατεί και διαμαρτύρεται, αλλά δεν εισακούεται, διότι κυριαρχεί ο παλαιός άνθρωπος, ο οποίος περιφρονεί τις αξιώσεις του νέου ανθρώπου, που εκφράζονται από τη φωνή της συνειδήσεως.
Η περιφρόνηση αυτή φθάνει μέχρι τέτοιο σημείο, ώστε και να αποδοκιμάζει τη φωνή της συνειδήσεως, ότι αξιώνει ανόητα και παράλογα, και στο τέλος της επιβάλλει τη σιωπή. Η κατάσταση αυτή μοιάζει με την πώρωση της συνειδήσεως. Ο δε μοναχός που περιφρόνησε τη φωνή για την τήρηση των υποχρεώσεών του, αυτός έπαθε, ό,τι υποφέρουν όσοι έχουν πώρωση συνειδήσεως και αλλοίμονο σ’ αυτόν. Αυτός θα κατακριθεί, διότι δεν έζησε κατά Θεόν, και έβαλε το εγώ του και τη δική του γνώση πάνω από τη γνώση των Οσίων Πατέρων, και διότι δεν έκανε καλή προσφορά.
Πρόσφεραν στον Θεό θυσίες οι αδελφοί Κάιν και Άβελ, αλλά ο Κάιν δεν έκανε καλή προσφορά και αποδοκιμάστηκε από τον Θεό. Πρόσφερε ο Οζίας θυμίαμα στο Θεό με χρυσό θυμιατήριο, αλλά κατακρίθηκε, γιατί δεν έκανε καλή προσφορά.
Και ο Σαούλ πρόσφερε θυσίες στο Θεό αλλά κατακρίθηκε και αποδοκιμάστηκε αυτός και ο οίκος του, γιατί δεν έκανε καλή προσφορά. Πρόσφεραν και οι Ιουδαίοι θυσίες, αλλά ο Θεός τις αποδοκίμασε και έλεγε «μισεί αυτάς η ψυχή μου» ώστε δεν είναι αρκετό για να ευαρεστήσει κάποιος το Θεό να προσφέρει μόνο θυσίες, δώρα και προσευχές, αλλά να κάνει καλή προσφορά δηλαδή να έχει συναίσθηση της ατέλειας και της αναξιότητάς του.
Αλλά για -να υπάρχει τέτοια συναίσθηση απαιτείται τέλεια αυταπάρνηση και υποταγή στις εντολές του Θεού, και ταπείνωση και αδιάλειπτη πνευματική εργασία.
Εάν λοιπόν μόνον έτσι προσφέρουμε επάξια θυσίες στο Θεό, πρώτη δε και μέγιστη θυσία του προσφέρουμε την καρδιά μας, πώς η θυσία και η προσφορά μας θα γίνουν ευπρόσδεκτες στον Θεό, όταν δεν είμαστε άξιοι να προσφέρουμε θυσία ευάρεστη, ούτε τα προσφερόμενα είναι ως προσφορά άξια για τον Θεό; Γι’ αυτό μην επαναπαυόμαστε στις δεήσεις και προσφορές μας, εάν προηγουμένως δεν φροντίσουμε με πολλή επιμέλεια να κάνουμε τους εαυτούς μας άξιους πιστούς και τις θυσίες μας ευπρόσδεκτες στο Θεό. Γι’ αυτό βρίσκονται σε μεγάλη πλάνη όσοι νομίζουν ότι κάθε λατρεία και θυσία είναι ευάρεστες στο Θεό.
Λατρεία ευάρεστη και θυσία ευπρόσδεκτη στο Θεό είναι «πνεύμα συντετριμμένο και καρδία συντετριμμένη», και όχι πνεύμα υπερήφανο και αλαζονικό και καρδία άτεγκτη και εμπαθής.
Αυτά λοιπόν επιζητεί η αλλαγή του ονόματος κατά πρώτο λόγο. Κατά δε τον δεύτερο λόγο επιζητεί την υποχρέωση να έχει υπόδειγμα αρετής και τελειότητας τον βίο και το πολίτευμα του αγίου, του οποίου το όνομα φέρουμε, και σ’ όλη μας τη ζωή να αγωνιζόμαστε για να γίνουμε τέλειοι ακολουθώντας το παράδειγμά του. Το υπόδειγμα της αρετής του αγίου ενισχύει πάρα πολύ τον αγωνιζόμενο. Απ’ αυτό διδάσκεται, να ταπεινώνεται ακόμα και εάν κατάγεται από βασιλική οικογένεια· μαθαίνει να υπομένει και εάν τα δεινά είναι αφόρητα· μαθαίνει ν’ αγαπά και αυτούς που τον μισούν· μαθαίνει να τιμά και αυτούς που τον προσβάλουν· μαθαίνει να ζει υπέρ των αδελφών και ν’ αποθνήσκει υπέρ του νόμου του Θεού και των θείων εντολών του· μαθαίνει να αγαπά την έσχατη θέση και χαίρεται στην αφάνεια. Και τί δεν μαθαίνει; Εάν απαριθμήσω ένα-ένα όσα μαθαίνουμε από το παράδειγμα τον αγίων, δεν θα με φθάσει ούτε ο χρόνος, ούτε το χαρτί για να τα αναφέρω.
Πηγή: Αγ. Νεκταρίου, «35 Ποιμαντικές επιστολές», σ. 87-91, εκδ.Υπακοή (pemptousia.gr)
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://www.agioritikovima.gr/
Εκφράσεις...
Δείτε τι σημαίνουν εκφράσεις που
όλοι χρησιμοποιούμε καθημερινά
Δες τι σημαίνουν στην κυριολεξία οι καθημερινές εκφράσεις που χρησιμοποιείς..
Στον καθημερινό μας λόγο χρησιμοποιούμε διαχρονικές φράσεις λαϊκής σοφίας, την προέλευση των οποίων οι περισσότεροι δεν γνωρίζουμε.
Οι φράσεις αυτές κρύβουν μία μικρή ιστορία, με άγνωστους σε εμάς πρωταγωνιστές, η οποία αφενός έχει κάτι να μας διδάξει, και αφετέρου απεικονίζει γλαφυρά τον τρόπο ζωής και δράσης των ανθρώπων μίας άλλης εποχής.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων η λαϊκή αυτή σοφία, σύmφωνα με το tilestwra. έχει τις ρίζες της στην Αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο, αποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την συνέχεια του Ελληνισμού, εφόσον τις ίδιες φράσεις χρησιμοποιούμε και σήμερα.
Οι άνθρωποι μπορεί να αλλάζουν ανάλογα με τις εποχές, ταυτόχρονα όμως, εύκολα διαπιστώνει κανείς, πως στην πραγματικότητα μοιραζόμαστε διαχρονικά τα ίδια πάθη, φόβους, ανησυχίες και ελπίδες.
ΧΤΥΠΑ ΞΥΛΟ
«Απτεσθαι ξύλου», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Λόγω της πεποίθησης τους πως στα δένδρα κατοικούσαν νύμφες (Δρυάδες/Αμαδρυάδες) χτύπαγαν το ξύλο του κορμού των δένδρων για να επικαλεστούν την προστασία τους, καθώς οι νύμφες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις ευχές των ανθρώπων. Αυτή η συνήθεια συνηθίζεται ακόμα και σήμερα, όταν ακούμε κάτι το οποίο δεν θέλουμε να μας συμβεί…
ΙΔΟΥ Η ΡΟΔΟΣ, ΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ
Η παροιμιώδης αυτή έκφραση, προέρχεται από τον μύθο του Αισώπου, «Ανήρ κομπαστής», και χρησιμοποιείται για όσους καυχιούνται για κάτι και το υποστηρίζουν, αλλά αδυνατούν να αποδείξουν τα λεγόμενά τους. Σύμφωνα με τον μύθο, ένας αθλητής που βρισκόταν στην Αθήνα καυχιόνταν συνέχεια ότι σε αγώνες στην Ρόδο είχε πραγματοποιήσει ένα τεράστιο άλμα.
Καθώς δεν τον πίστευε κανείς, αυτός έλεγε στους Αθηναίους να πάνε στη Ρόδο και να ρωτήσουν τους θεατές των αγώνων. Τότε ένας Αθηναίος πήγε στο σκάμμα, και με το χέρι έγραψε πάνω στην άμμο τη λέξη «Ρόδος». Κατόπιν γύρισε προς τον καυχησιάρη αθλητή και του είπε: «Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα», το οποίο έχει μείνει ως «ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα». Το προφανές νόημα είναι ότι ο καθένας έχει οποτεδήποτε την δυνατότητα να αποδείξει τις δυνατότητές του και δεν χρειάζεται η επίκληση μυθικών προγόνων, κατορθωμάτων κτλ.
ΜΗ ΜΟΥ ΤΟΥΣ ΚΥΚΛΟΥΣ ΤΑΡΑΤΤΕ
Όταν οι Ρωμαίοι κυρίευσαν τις Συρακούσες το 212 π.Χ., μετά από τριετή αντίσταση των Ελλήνων, κάποιοι Ρωμαίοι στρατιώτες μπήκαν στο σπίτι του Αρχιμήδη, και τον βρήκαν να σχεδιάζει κύκλους στο έδαφος. Ο Αρχιμήδης τους παρακάλεσε να τον αφήσουν να τελειώσει τη λύση κάποιου σπουδαίου προβλήματος που τον απασχολούσε, εξού και οι κύκλοι στο έδαφος.
Για αυτό και τους είπε το γνωστό «μη μου τους κύκλους τάραττε». Ο Ρωμαίος στρατιώτης όμως δυστυχώς και τους κύκλους του χάλασε, και τον Αρχιμήδη σκότωσε…!!!! Η φράση όμως έμεινε…
ΚΟΡΑΚΙΑΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΨΑ.
Φράση που προέρχεται από έναν αρχαιοελληνικό μύθο. Σύμφωνα με αυτόν, σε κάποια μικρή ορεινή πόλη της αρχαίας Ελλάδας, οι κάτοικοι αποφάσισαν κάποτε να κάνουν μια θυσία στο θεό Απόλλωνα. Το νερό όμως που θεωρούσαν ιερό και το χρησιμοποιούσαν στις θυσίες, βρίσκονταν ανάμεσα σε δύσβατα φαράγγια. Έπρεπε λοιπόν για αυτή τη σημαντική θυσία να στείλουν κάποιον σε αυτή τη δύσκολη και ανηφορική διαδρομή, για να φέρει το «ιερό» νερό. Ξαφνικά, ακούστηκε μια φωνή από ένα δέντρο εκεί κοντά.
Ήταν η φωνή ενός κόρακα ο οποίος προσφερόταν να αναλάβει το συγκεκριμένο εγχείρημα. Παρά την έκπληξη που ένιωσαν οι κάτοικοι ακούγοντας τη φωνή του κόρακα, αποφάσισαν να του αναθέσουν την αποστολή, μιας και με τα φτερά του θα έφτανε γρήγορα και εύκολα στην πηγή που έτρεχε το «ιερό» αυτό νερό. Έδωσαν λοιπόν, οι άνθρωποι στον κόρακα μια μικρή υδρία, αυτός την άρπαξε με τα νύχια του και πέταξε στον ουρανό με κατεύθυνση την πηγή. Ο κόρακας έφτασε γρήγορα στην πηγή.
Πλάι της αντίκρισε μια συκιά γεμάτη σύκα, και λιχούδης καθώς ήταν άρχισε να δοκιμάζει μερικά σύκα. Τα σύκα όμως ήταν άγουρα, και ο κόρακας αποφάσισε να περιμένει μέχρι να ωριμάσουν, ξεχνώντας όμως την αποστολή που είχε αναλάβει για λογαριασμό των ανθρώπων. Περίμενε τελικά δύο ολόκληρες μέρες ώσπου τα σύκα ωρίμασαν. Έφαγε πολλά μέχρι που κάποια στιγμή θυμήθηκε τον πραγματικό λόγο για τον οποίο είχε έρθει στην πηγή. Άρχισε να σκέφτεται λοιπόν, πώς θα δικαιολογούσε την αργοπορία του στους κατοίκους της πόλης. Τελικά γέμισε με νερό τη μικρή υδρία, άρπαξε με το ράμφος του ένα μεγάλο φίδι το οποίο διέκρινε να κινείται κοντά στους θάμνους και πέταξε για την πόλη.
Όταν ο κόρακας έφτασε στην πόλη, οι κάτοικοι θέλησαν να μάθουν το λόγο για τον οποίο άργησε να επιστρέψει με το νερό από την πηγή. Ο κόρακας αφού άφησε κάτω την υδρία και το φίδι, και ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο φίδι ρουφούσε το νερό από την πηγή, με αποτέλεσμα αυτή να αρχίσει να ξεραίνεται.
Έπειτα τους είπε πως όταν το φίδι αποκοιμήθηκε, αυτός γέμισε την υδρία με το νερό και γράπωσε και το φίδι για να το παρουσιάσει στους κατοίκους. Οι άνθρωποι τον πίστεψαν και σκότωσαν το φίδι χτυπώντας το με πέτρες και ξύλα.
Όμως, το φίδι αυτό ήταν του θεού Απόλλωνα, και ο θεός του φωτός οργισμένος αποφάσισε να τιμωρήσει τον κόρακα για το ψέμα του. Έτσι από εκείνη την ημέρα, κάθε φορά που ο κόρακας προσπαθούσε να πιει νερό από κάποια πηγή, αυτή στέρευε. Κράτησε πολύ καιρό το μαρτύριο αυτό της δίψας του κόρακα, μέχρι που ο Απόλλωνας τον λυπήθηκε και τον έκανε αστέρι στον ουρανό. Από τότε, όταν κάποιος διψούσε πολύ, έλεγε τη φράση «Κοράκιασα από τη δίψα». Και αυτή η φράση έχει παραμείνει ως τις μέρες μας.
Ο ΚΛΕΨΑΣ ΤΟΥ ΚΛΕΨΑΝΤΟΣ
Αρχαία ελληνική έκφραση, (Αλωπεκίζειν προς ετέρα αλώπεκα). Παροιμία που λεγόταν για τους απατεώνες και μάλιστα σε περιπτώσεις που κάποιος εξ αυτών, επιχειρούσε να εξαπατήσει άλλον απατεώνα.
ΦΟΒΟΥ ΤΟΥΣ ΔΑΝΑΟΥΣ ΚΑΙ ΔΩΡΑ ΦΕΡΟΝΤΑΣ
Φράση που χρησιμοποιείται για να υποδείξει δολιότητα. Κατά την διάρκεια του Τρωικού πολέμου, O Λαοκόων ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα, προειδοποίησε τους συμπατριώτες του Τρώες, (μάταια) να μη δεχθούν το δώρο που πρόσφεραν οι Έλληνες -οι Δαναοί- στους Τρώες, όταν υποτίθεται ότι αποφάσισαν να τερματίσουν την πολιορκία τους. To προκείμενο δώρο ήταν, εννοείται, ο Δούρειος ίππος. Δώρο που αποδείχθηκε θανάσιμο και καταστροφικό για τους Τρώες, και την αγαπημένη τους πόλη, την Τροία.
ΚΑΒΑΛΗΣΕ ΤΟ ΚΑΛΑΜΙ
Είναι μια έκφραση που ίσως προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτες το έλεγαν για να πειράξουν τον Αγησίλαο. Ο Αγησίλαος αγαπούσε πολύ τα παιδιά του και όταν ήταν μικρά έπαιζε μαζί τους, καβαλώντας σαν σε άλογο, ένα καλάμι. Κάποια μέρα όμως τον είδε ένας φίλος του σε αυτή την στάση και ο Αγησίλαος τον παρακάλεσε να μην πει τίποτα σε κανέναν. Αλλά εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του και το είπε σε άλλους, για να διαδοθεί σιγά – σιγά σε όλους και να φθάσει στις μέρες μας, με αλλαγμένη την ερμηνεία του (το λέμε όταν θέλουμε να πούμε για κάποιον ότι πήραν τα μυαλά του αέρα).
ΣΕ ΤΡΩΕΙ Η ΜΥΤΗ ΣΟΥ, ΞΥΛΟ ΘΑ ΦΑΣ
Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν πως ο «κνησμός», η φαγούρα, δηλαδή, του σώματος, ήταν προειδοποίηση των Θεών. Πίστευαν πως όταν ένας άνθρωπος αισθανόταν φαγούρα στα πόδια του, θα έφευγε σε ταξίδι. Όταν πάλι τον έτρωγε η αριστερή του παλάμη, θα έπαιρνε δώρα. Η πρόληψη αυτή έμεινε ως τα χρόνια μας.
"Με τρώει το χέρι μου χρήματα θα πάρω», συνηθίζουμε να λέμε όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι αρχαίοι όμως, θεωρούσαν γρουσουζιά, όταν αισθανόταν φαγούρα στην πλάτη, στο λαιμό, στα αφτιά και στη μύτη. Κάποτε για παράδειγμα, ο βασιλιάς της Σπάρτης Άγις, ενώ έκανε πολεμικό συμβούλιο με τους αρχηγούς του, είδε ξαφνικά κάποιον από αυτούς να ξύνει αφηρημένος το αφτί του. Αμέσως σηκώθηκε πάνω και διέλυσε το συμβούλιο.- Θα έχουμε αποτυχία οπωσδήποτε.
Οι θεοί προειδοποίησαν τον Αρίσταρχο. Ας αναβάλουμε για αργότερα την εκστρατεία. Οι Σπαρτιάτες πίστευαν ακόμη ότι τα παιδιά που αισθάνονταν φαγούρα στη μύτη τους, θα γινόντουσαν κακοί πολεμιστές. Έτσι, όταν έβλεπαν κανένα παιδί να ξύνει τη μύτη του, το τιμωρούσαν, για να μην την ξαναξύσει άλλη φορά. Από την πρόληψη αυτή βγήκε η φράση : «η μύτη σου σε τρώει, ξύλο θα φας».
ΠΡΑΣΣΕΙΝ ΑΛΟΓΑ Όταν κάποιος σε μία συζήτηση μας λέει πράγματα με τα οποία διαφωνούμε ή μας ακούγονται παράλογα, συνηθίζουμε να λέμε: « Τί είναι αυτά που μου λες; Αυτά είναι αηδίες και πράσσειν άλογα». Το «πράσσειν άλογα» λοιπόν, δεν είναι πράσινα άλογα όπως πιστεύει πολύς κόσμος, αλλά αρχαία ελληνική έκφραση.
Προέρχεται εκ του ενεργητικού απαρέμφατου του ρήματος «πράττω» ή/και «πράσσω» (τα δύο τ, αντικαθίστανται στα αρχαία και από δύο σ), που είναι το «πράττειν» ή/και «πράσσειν» και του «άλογο» που είναι ουσιαστικά το ουσιαστικό «λόγος» που σημαίνει λογική (σε μία από τις έννοιες του) με το α στερητικό μπροστά. Α-λογο το παράλογο, δηλαδή, Πράσσειν άλογα, το να κάνει κανείς παράλογα πράγματα.
ΕΝΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙ ΔΕ ΦΕΡΝΕΙ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ Σ’ έναν από τους μύθους του Αισώπου διαβάζουμε, πως ένας άσωτος και σπάταλος νέος, αφού έφαγε όλη του την περιουσία, δεν του είχε απομείνει παρά ο καινούριος του χονδρός εξωτερικός μανδύας. Κάποια μέρα, λοιπόν, που τυχαία είδε ένα χελιδόνι να πετάει έξω από το παράθυρό του, φαντάστηκε πως ο χειμώνας είχε περάσει και πως ήρθε πια η άνοιξη. Πούλησε τότε και το μανδύα σαν αχρείαστο.
Αλλά το χειμωνιάτικο κρύο είχε άλλη γνώμη και ξαναγύρισε την άλλη μέρα πιο τσουχτερό. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τη φράση αυτή με τα λόγια: «μία χελιδών έαρ ου ποιεί». Κατά τον Αριστοτέλη: «Το γάρ έαρ ούτε μία χελιδών ποιεί ούτε μία ημέρα». Επίσης, συγγενική είναι η φράση: «Μ’ ένα χελιδόνι, καλοκαίρι δεν κάνει, ούτε μια μέλισσα μέλι» και «μ’ ένα λουλούδι καλοκαίρι δε γίνεται».
ΚΡΟΚΟΔΕΙΛΙΑ ΔΑΚΡΥΑ Ο κροκόδειλος όταν θέλει να ξεγελάσει το θύμα του, κρύβεται και βγάζει κάτι παράξενους ήχους, που μοιάζουν καταπληκτικά με κλάμα μωρού παιδιού. Έτσι, αυτοί που τον ακούν, νομίζουν ότι πρόκειται για κάποιο παιδάκι και τρέχουν να το βοηθήσουν… Ο κροκόδειλος τότε επιτίθεται ξαφνικά και σκοτώνει το θύμα του.
Στην αρχαία Ελλάδα ο κροκόδειλος ήταν άγνωστος, οι Έλληνες όμως έμαθαν για αυτόν από τους Φοίνικες εμπόρους, που τους γέμιζε με τρόμο και θαυμασμό για την δύναμη και την πανουργία του κροκόδειλου . Έτσι λοιπόν, παρόλο που στην Ελλάδα δεν υπήρχαν κροκόδειλοι, τα «κροκοδείλια δάκρυα», που λέμε σήμερα γι’ αυτούς που ψευτοκλαίνε, είναι φράση καθαρά αρχαία ελληνική.
ΑΡΕΣ ΜΑΡΕΣ ΚΟΥΚΟΥΝΑΡΕΣ
Η Έκφραση προέρχεται από αρχαίες Ελληνικές κατάρες. Στον ενικό η λέξη είναι Κατάρα Κατ-άρα Με την πάροδο των χρόνων για λόγους καθαρά εύηχους και μόνο προσετέθη και το «Μ». Δηλαδή: Κατ-άρα-μάρα. Και έτσι στη νεότερη ελληνική έγινε -αρα-μάρα, άρες μάρες, έβαλαν και την «κούφια» ομοιοκατάληκτη λέξη κουκουνάρες (κούφια δεν είναι τα κουκουνάρια;)και δημιουργήθηκε αυτή η καινούρια φράση! την λέμε όταν θέλουμε να δηλώσουμε πως ακούσαμε κάτι χωρίς νόημα και χωρίς ουσία!
ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΚΑΚΟ Τη φράση αυτή τη βρίσκουμε για πρώτη φορά σ’ ένα στίχο του Μένανδρου (342-291 π.Χ.),που μιλάει για το γάμο. Ο ποιητής γράφει ότι ο γάμος «…εάν τις την Αλήθειαν σκοπή, κακόν μεν εστίν, άλλ’ αναγκαίον κακόν». Δηλαδή: Εάν θέλουμε να το εξετάσουμε στο φως της αλήθειας, ο γάμος είναι μεν ένα κακό, αλλά «αναγκαίον κακόν».
Σ’ ένα άλλο απόσπασμα του Μένανδρου διαβάζουμε -ίσως για παρηγοριά για τα παραπάνω- την εξής περικοπή: «Πάντων ιατρός των αναγκαίων κακών χρόνος εστίν». Επίσης: «αθάνατον εστί κακόν αναγκαίον γυνή». Δηλαδή, η γυναίκα είναι το αιώνιο αναγκαίο κακό.
ΚΑΤΑ ΦΩΝΗ ΚΙ Ο ΓΑΪΔΑΡΟΣ Στην αρχαιότητα, όταν ένας γάιδαρος φώναζε πριν αρχίσει μια μάχη, νόμιζαν ότι οι θεοί τους προειδοποιούσαν για τη νίκη. Κάποτε ο Φωκίωνας ετοιμαζόταν να επιτεθεί στους Μακεδόνες του Φιλίππου, αλλά δεν ήταν και τόσο βέβαιος για το αποτέλεσμα, επειδή οι στρατιώτες του ήταν λίγοι.
Τότε αποφάσισε ν’ αναβάλει για μερικές μέρες την επίθεση, ώσπου να του στείλουν τις επικουρίες, που του είχαν υποσχεθεί οι Αθηναίοι. Πάνω, όμως, που ήταν έτοιμος να διατάξει υποχώρηση, άκουσε ξαφνικά τη φωνή ενός γαϊδάρου από το στρατόπεδο του. – Κατά φωνή κι ο γάιδαρος! έκανε ενθουσιασμένος ο Φωκίωνας. Και διέταξε ν’ αρχίσει η επίθεση, με την οποία νίκησε τους Μακεδόνες. Από τότε ο λόγος έμεινε, και τον λέμε συχνά, όταν βλέπουμε ξαφνικά κάποιο φίλο μας, που δεν τον περιμέναμε.
ΔΕΝ ΙΔΡΩΝΕΙ Τ’ ΑΥΤΙ ΤΟΥ Την φράση αυτή την χρωστάμε στον πατέρα της Ιατρικής τον Ασκληπιό. Όταν κάποια νεαρή τον ρώτησε, με ποιον τρόπο θα μπορούσε να κάνει τον νεαρό που της άρεσε να την αγαπήσει, αυτός απάντησε : «Να τον κλείσεις σ’ ένα πολύ ζεστό δωμάτιο, την συμβούλευσε, και αν ιδρώσουν τ αφτιά του, θα σ αγαπήσει. Αν δεν ιδρώσουν, μην παιδεύεσαι άδικα». Από την περίεργη αυτή συμβουλή του Ασκληπιού, έμεινε ως τα χρόνια μας η φράση «δεν ιδρώνει τ’ αυτί του», που τη λέμε συνήθως, για τους αναίσθητους και αδιάφορους.
ΔΙΝΩ ΤΟΠΟ ΣΤΗΝ ΟΡΓΗ. Δώσε τόπο της οργής», φράση που την βρίσκουμε στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (718): «είκε θυμώ και μετάστασιν δίδου». Αυτά τα λόγια λέει ο Αίμωνας στον πατέρα του τον Κρέοντα , που επιμένει να τιμωρήσει την Αντιγόνη, γιατί δεν υπάκουσε στη διαταγή του και έθαψε τον αδελφό της Πολυνείκη. «Είκε» σημαίνει υποχώρησε, «θυμώ και» αντί «και θυμώ μετάοτασιν δίδου», δηλαδή, και άλλαξε γνώμη, δηλαδή, δώσε τόπο στην οργή.
Στις «Ευμενίδες» του Αισχύλου (847) λέει η θεά Αθηνά στο Χορό (των Ευμενίδων): «οργάς ξυνοίσω σοι γεραιτέρα γαρ ει». Η λ έξη οργή έχει και τη σημασία: διάθεσης, των αισθημάτων, όπως κι εδώ «θα δώσω τόπο στην οργή», θα υποχωρήσω και θα ανεχθώ τις διαθέσεις σου (ξυνοίσω που σημαίνει συνοίσω , μέλλων του συμφέρω, εδώ ανέχομαι, συγχωρώ, υπομένω), γιατί είσαι γεροντότερη (Ευριπ. Ελ. 80, Απόσπ. 31) «οργή είκειν» κ.ά.
ΚΑΛΛΙΟ ΑΡΓΑ ΠΑΡΑ ΠΟΤΕ
Όταν ο Σωκράτης, σε περασμένη πια ηλικία αποφάσισε να μάθει κιθάρα, τον πείραξαν οι φίλοι του, λέγοντας του: «Γέρων ών κίθαριν μανθάνεις;…». Κι ο Σωκράτης τότε απάντησε: «Κάλλιον οψιμαθής ή αμαθής (παραμένειν)».
ΤΟΥ ΠΗΡΕ ΤΟΝ ΑΕΡΑ..
Η έκφραση αυτή έχει παραμείνει από την αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα από τις ναυμαχίες που έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες. Οποίος μπορούσε να εκμεταλλευτεί καλύτερα τον αέρα μπορούσε να κινηθεί πιο γρήγορα άρα και να νικήσει. Έτσι όποιος έπαιρνε τον αέρα ήταν και ο νικητής.
ΑΕΡΑ!
Στην αρχαία Ελλάδα, όταν άρχιζε κάποια μάχη, οι πολεμιστές έπεφταν πάνω στον αντίπαλό τους, φωνάζοντας «αλαλά», λέξη που δεν είχε κανένα νόημα, αλλά ήταν απλώς πολεμική κραυγή. Απ’ αυτό, ωστόσο, βγήκε η λέξη «αλαλάζω» και η αρχαία φράση «ήλόλαζον την νίκην». Ο αλαλαγμός χρησιμοποιήθηκε και στους νεότερους πολέμους, τόσο για εμψύχωση των πολεμιστών, ιδίως στις εφόδους, όσο και σαν επωδός της νίκης, αφού αντικαταστάθηκε η λέξη «Αλαλά» με τη λέξη «Aέρα».
Αλλά ποιό ήταν πάλι το γεγονός εκείνο που έκανε τη λέξη «Αέρα» να επικρατήσει σαν πολεμική κραυγή; Κατά την πολιορκία των Ιωαννίνων (1912-13), οι οβίδες του εχθρού, που χτυπούσαν εναντίον των οχυρωματικών θέσεων του στρατού μας, δεν έφερναν σχεδόν κανένα αποτέλεσμα, εκτός από το δυνατό αέρα, που δημιουργούσαν ολόγυρα οι εκρήξεις. Σε κάθε τέτοια, λοιπόν, αποτυχημένη βολή, οι Έλληνες στρατιώτες -προπαντός όμως οι θρυλικοί Τσολιάδες- φώναζαν όλοι μαζί «Αέρα!», θέλοντας με τον τρόπο αυτό να εκδηλώσουν τη χαρά τους για την εχθρική αποτυχία (ειπώθηκε για πρώτη φορά από εύζωνα του 1/38 Συντάγματος Ευζώνων). Η λέξη, όμως, «Αέρα» έγινε ένα πραγματικό σύμβολο κατά τον πόλεμο της 28ης Οκτωβρίου 1940.
ΤΑ ΤΣΟΥΞΑΜΕ
Στην αρχαιότητα, υπήρχαν πολλές γυναίκες, που έπιναν πολύ κρασί, ανακατεύοντας το ποτό τους με μια ειδική σκόνη, που έκανε το κρασί να γίνεται πιο πικάντικο. Απ’ αυτό βγήκε και η φράση «τα τσούξαμε».
ΕΣ ΑΥΡΙΟΝ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ Αυτή η παροιμιακή φράση είναι του Πλουτάρχου, από το βίο του Πλουτάρχου που αναφέρεται στον Πελοπίδα. Ανήκει στον Θηβαίο στρατηγό Αρχία (4ος αι. π.Χ.), φίλο των Σπαρτιατών, όταν σε ένα συμπόσιο κάποιος του πήγε ένα γράμμα, που περιείχε την πληροφορία ότι κινδύνευε από τους δημοκρατικούς και τον Πελοπίδα που είχε επιστρέψει στη Θήβα από την Αθήνα κρυφά. Βρισκόμαστε στο 379 π.Χ.
Ο Αρχίας, πάνω στο γλέντι και μέσα στη χαρά του, πάνω στη μέθη της δύναμής του και της εξουσίας, αμέλησε να το ανοίξει. Αντί να ανοίξει την επιστολή και να τη διαβάσει, την έβαλε στην άκρη λέγοντας «εις αύριον τα σπουδαία», δηλαδή αύριο θα διαβάσω τα σημαντικά πράγματα που περιέχει αυτή η επιστολή. Αυτό ήταν και το λάθος του. Σε λίγο δολοφονήθηκε και αυτός και οι φίλοι του.
ΑΠΟ ΜΗΧΑΝΗΣ ΘΕΟΣ Με την φράση «από μηχανής θεός» χαρακτηρίζουμε ένα πρόσωπο ή ένα γεγονός, που με την απροσδόκητη εμφάνισή του, δίνει μια λύση ή μια νέα εξέλιξη σε περίπτωση αμηχανίας ή διλήμματος. Η καταγωγή της έκφρασης αυτής, ανάγεται στην αρχαία ελληνική δραματική ποίηση και ειδικότερα στην τραγωδία. Συγκεκριμένα, σε αρκετές περιπτώσεις ο τραγικός ποιητής οδηγούσε σταδιακά την εξέλιξη του μύθου σ’ ένα σημείο αδιεξόδου, με αποτέλεσμα η εξεύρεση μιας λύσης να είναι πολύ δύσκολη, αν όχι αδύνατη.
Τότε, προκειμένου το θεατρικό έργο να φτάσει σε ένα τέλος, συνέβαινε το εξής: εισαγόταν στο μύθο ένα θεϊκό πρόσωπο, που με την παρέμβασή του έδινε μια λύση στο αδιέξοδο και το έργο μπορούσε πλέον να ολοκληρωθεί ομαλά. Η έκφραση «ο από μηχανής θεός» καθιερώθηκε, επειδή αυτό το θεϊκό πρόσωπο εμφανιζόταν στη σκηνή του θεάτρου με τη βοήθεια της «μηχανής», δηλαδή ενός ξύλινου γερανού, ώστε να φαίνεται ότι έρχεται από ψηλά, ή καμιά φορά από καταπακτή, εάν επρόκειτο για θεό του Άδη .
Ουσιαστικά, δηλαδή, πρόκειται για μια περίπτωση επιφάνειας (θεϊκής δηλαδή εμφάνισης στους θνητούς), που συνέβαινε στο τέλος μιας τραγωδίας, διευκολύνοντας τον τραγικό ποιητή να δώσει μια φυσική λύση στο μύθο του έργου του.
ΤΑ ΣΠΑΣΑΜΕ
Οι αρχαίοι Κρήτες την παραμονή του γάμου τους, συγκέντρωναν σε ένα μεγάλο δωμάτιο διάφορα πήλινα βάζα κι ενώ τραγουδούσαν και χόρευαν, τα έσπαζαν ένα ένα. Η συνήθεια αυτή με τον καιρό, γενικεύτηκε σε όλη την Ελλάδα. Από αυτή την συνήθεια βγήκε η φράση «τα σπάσαμε» που τη λέμε μετά από κάθε διασκέδαση.
ΤΡΩΕΙ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΚΑΥΓΑ Ένα από τα αγαπημένα θεάματα των Ρωμαίων και αργότερα των Βυζαντινών, ήταν η ελεύθερη πάλη. Οι περισσότεροι από τους παλαιστές, ήταν σκλάβοι, που έβγαιναν από το στίβο με την ελπίδα να νικήσουν και να απελευθερωθούν. Στην ελεύθερη αυτή πάλη επιτρέπονταν τα πάντα γροθιές, κλωτσιές, κουτουλιές, ακόμη και το πνίξιμο. Το μόνο που απαγορευόταν αυστηρά ήταν οι γρατσουνιές.
Ο παλαιστής έπρεπε να νικήσει τον αντίπαλό του, χωρίς να του προξενήσει την παραμικρή αμυχή με τα νύχια, κάτι που δεν ήταν εύκολο, καθώς τα νύχια των σκλάβων, ήταν μεγάλα και σκληρά από τις βαριές δουλειές που έκαναν. Γι’ αυτό λίγο προτού βγουν στο στίβο, άρχιζαν να τα κόβουν, όπως μπορούσαν, με τα δόντια τους. Από το γεγονός αυτό βγήκε κι η φράση «τρώει τα νύχια του για καβγά».
ΓΙΑ ΨΥΛΛΟΥ ΠΗΔΗΜΑ
Από τον πρώτο αιώνα η επικοινωνία των Ρωμαίων με τον ασιατικό κόσμο, είχε σαν αποτέλεσμα την εισαγωγή πληθώρας γελοίων και εξευτελιστικών δεισιδαιμονιών, που κατέκλυσαν όλες τις επαρχίες της Ιταλίας. Εκείνοι που φοβόντουσαν το μάτιασμα, κατάφευγαν στις μάγισσες, για να τους ξορκίσουν μ’ ένα πολύ περίεργο τρόπο: Οι μάγισσες αυτές είχαν μερικούς γυμνασμένους ψύλλους, που πηδούσαν γύρω από ένα πιάτο με νερό.
Αν ο ψύλλος έπεφτε μέσα και πνιγόταν, τότε αυτός που τον μάτιασε ήταν εχθρός. Αν συνέβαινε το αντίθετο -αν δεν πνιγόταν δηλαδή-τότε το μάτιασμα ήταν από φίλο, πράγμα που θα περνούσε γρήγορα. Κάποτε μια μάγισσα υπέδειξε σ’ έναν πελάτη της ένα τέτοιο εχθρό με τ’ όνομα του. Εκείνος πήγε, τον βρήκε και τον σκότωσε. Έτσι άρχισε μια φοβερή «βεντέτα» ανάμεσα σε δύο οικογένειες, που κράτησε πολλά χρόνια. Ωστόσο, από το δραματικό αυτό επεισόδιο, που το προξένησε μια ανόητη πρόληψη, βγήκε και έμεινε παροιμιακή η φράση: «Για ψύλλου πήδημα».
ΤΟΥ ΕΔΩΣΕ ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΣΤΟ ΧΕΡΙ
Με τη φράση αυτή εννοούμε ότι κάποιον τον διώχνουμε, τον απολύουμε από τη δουλειά του για διάφορους λόγους. Αυτή η έκφραση ξεκίνησε από ένα παλιό έθιμο, που είχε την πρώτη εφαρμογή του στη Βαβυλωνία.
Όταν ο βασιλιάς ήθελε να αντικαταστήσει έναν άρχοντα, είτε γιατί ήταν ανεπαρκής, είτε γιατί με κάποια σφάλματά του είχε πέσει στη δυσμένειά του, του έστελνε ένα ζευγάρι από παλιά παπούτσια με γραμμένο από κάτω το όνομα αυτού που το λάβαινε. Το έθιμο αυτό το πήραν από τους Βαβυλώνιους και οι Βυζαντινοί και το διατήρησαν ως τα τελευταία χρόνια της αυτοκρατορίας. Σχέση έχει και η άλλη φράση που λέμε: «σε γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια». Δηλαδή δεν σε υπολογίζω, δε σου δίνω αξία, σημασία, σε αγνοώ
Παράπονα Ρόδου
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)