Παρασκευή 12 Αυγούστου 2016

Ύμνοι Κοιμήσεως Θεοτόκου

 ΧΟΡΩΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΙΕΡΟΨΑΛΤΩΝ ΡΟΔΟΥ
ΙΑΛΥΣΟΣ 09-08-2016 ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΜΕ ΥΜΝΟΥΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΧΟΡΩΔΙΑ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΙΕΡΟΨΑΛΤΩΝ ΡΟΔΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ.

Πέμπτη 11 Αυγούστου 2016

«Αβδηριτισμός»

«Αβδηριτικό πάθος» και «Συβαριτισμός»

Αβδηριτισμός:
Η έκφραση «Αβδηριτισμός» σημαίνει μία πράξη ή μία σκέψη, που τη χαρακτηρίζει η προσπάθεια ανόητης επίδειξης. 
Πράγματι, αναφέρεται ότι οι Αβδηρίτες –κάτοικοι της πόλεως Άβδηρα, κοντά στις εκβολές του ποταμού Νέστου, στη Θράκη, είχαν μιαν ανόητη ματαιοδοξία και κατά την αρχαιότητα κυκλοφορούσαν εις βάρος τους ένα σωρό πειρακτικά ανέκδοτα.
Δύο από τα πιο γνωστά είναι τα εξής: 
Οι Αβδηρίτες αποφάσισαν κάποτε να κατασκευάσουν ένα υδραγωγείο, για να υδρεύσουν την πόλη τους, που δεν είχε νερό. Έτσι άρχισαν έναν έρανο και με το σημαντικό ποσόν που μάζεψαν, κατασκεύασαν μια μεγάλη δεξαμενή και μια εξ’ ίσου ωραιότατη καλλιμάρμαρη βρύση.
Όταν όλα αυτά ήταν έτοιμα, ανακάλυψαν ότι είχαν λησμονήσει το σπουδαιότερο: τη μεταφορά δηλαδή του νερού στην πόλη!Και επειδή στο μεταξύ τα λεφτά είχαν εξαντληθεί, έμειναν η δεξαμενή και η βρύση χωρίς νερό!
Κάποτε επισκέφτηκε τα Άβδηρα ο Διογένης ο Κυνικός. Όταν αντίκρισε τη μεγαλοπρεπέστατη και τεράστια πύλη της πόλης, η οποία βρισκόταν σε μεγάλη αντίθεση μπροστά στην έκταση, αλλά και τους κατοίκους της, είπε στους Αβδηρίτες: 
«Σας συνιστώ να φράξετε λίγο την πύλη σας, γιατί υπάρχει κίνδυνος να διαφύγει από εκεί μέσα ολόκληρη η πόλη σας ...».
Οι κάτοικοι των Αβδήρων, πόλης κατ' εξοχήν εύπορης και πλούσιας, δεν δίσταζαν ακόμα και με την πιο ελαφριά τους αδιαθεσία να καλούν τούς πιο διάσημους γιατρούς τής εποχής. Αυτό ονομάστηκε «αβδηριτικό πάθος» ή «μένος» (είδος παροδικής μανίας, συλλογική υποχονδρία).

Συβαριτισμός:
Η υπερβολική πολυτέλεια, η νωχέλεια εξ αιτίας της καλοπέρασης και η μαλθακότητα, πέρασαν στην ιστορία ως συβαριτισμός. 

Ας δούμε όμως για ποιο λόγο.
Οι Συβαρίτες, κάτοικοι της αρχαίας Συβάρεως, (Σύβαρις, Κρότων και Τάρας ήταν αρχαίες ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας), ασχολούνταν συνεχώς με συμπόσια, θεάματα και απολαύσεις.
Η τρυφηλότητα της ζωής τους και οι υπέρμετρες σπατάλες, στις οποίες επιδίδονταν, έμειναν παροιμιώδεις στην ιστορία με τον όρο «Συβαριτισμός». 
Οι Συβαρίτες είχαν ως μόνο σκοπό τους, την ευζωία, την φιληδονία και αρέσκονταν μόνο σε υλικές απολαύσεις.
Η ευφορία της γης και η μεγάλη εμπορική κίνηση του λιμανιού της πόλης τους, οδήγησαν στο γρήγορο πλουτισμό των κατοίκων της, οι οποίοι επιδίδονταν σε πολυτελή διαβίωση και υπέρμετρες απολαύσεις. 

Ο τρόπος ζωής τους κατέστη παροιμιώδης. Διηγούνται πολλές ιστορίες για τη λατρεία που είχαν προς την πολυτέλεια.
Κάποιος Συβαρίτης λοιπόν, παραπονιόταν επειδή είχε πλαγιάσει σ’ ένα κρεβάτι με στρώμα το οποίο είχε πάνω του φύλλα από τριαντάφυλλα, κι έλεγε πως δεν είχε μπορέσει να κοιμηθεί όλη τη νύχτα, γιατί ένα ροδοπέταλο έτυχε να είναι διπλωμένο και τον ενοχλούσε!
Από την πόλη τους, είχαν απομακρύνει τους κόκορες, για να μην τους ξυπνούν το πρωί, ενώ ο Ηρόδοτος αναφέρει πως όταν ο Συβαρίτης Μυνδιρίδης πήγε μνηστήρας στη Συκιώνα για να ζητήσει σε γάμο την κόρη του Κλεισθένη συνοδευόταν από 1.000 δούλους, μεταξύ των οποίων ήταν και ο προσωπικός του μάγειρας, ειδικοί κυνηγοί, ψαράδες, κ.ο.κ.
Κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, ο Μινδυρίδης είχε ξεπεράσει σε πολυτέλεια όλους τους άλλους Συβαρίτες.
Όλες οι χειρωνακτικές εργασίες γίνονταν από δούλους και οι πολίτες ξεκουράζονταν σε πολυτελείς επαύλεις. Έτρωγαν εξωτικά εδέσματα, όντας εξαιρετικά κοιλιόδουλοι, ενώ οι μάγειροι και οι ζαχαροπλάστες που επινοούσαν νέα γλυκά ή φαγητά διατηρούσαν το προνόμιο της ευρεσιτεχνίας για ένα χρόνο.Οι προσκλήσεις για τα γεύματα έφταναν στους παραλήπτες τους ένα χρόνο πριν.
Aπαγόρευαν στους ξυλουργούς και στους σιδηρουργούς να δουλεύουν μέσα στην πόλη γιατί η εργασία τους ήταν πολύ θορυβώδης. 
Kάποιοι δρόμοι πλουσίων συνοικιών, ήταν σκεπασμένοι με τέντες για να προστατεύονται οι εκεί κάτοικοι από τον ήλιο και τη βροχή.

Κάποτε ένας Συβαρίτης, αρκετά εύπορος, μόλις είδε κάποιους εργάτες να δουλεύουν, αρρώστησε! Όταν το διηγήθηκαν αυτό το περιστατικό σε κάποιον άλλον Συβαρίτη, εκείνος τους είπε να μην απορούν για το συμβάν, γιατί και ο ίδιος ένοιωθε ήδη έναν πόνο στα πλευρά του, σαν να είχε κοπιάσει το ίδιο με τους εργάτες!
Στα βαλανεία (λουτρά), υπήρχαν ειδικά εκπαιδευμένοι λουτροχόοι οι οποίοι με πολύ αργές και προσεκτικές κινήσεις έριχναν το νερό πάνω στους λουομένους. Αυτό γινόταν για να μην τους ξαφνιάσουν από το πιθανόν καυτό ή παγωμένο ύδωρ.
Επίσης απαγορευόταν να κάνουν γρήγορες κινήσεις, ειδικά όταν το νερό ήταν πολύ ζεστό για να αποφύγουν στη βιασύνη τους να προκαλέσουν κάψιμο στους λουομένους! [Δειπνοσοφιστές 15 - 518 c].
Τον 6ο αιώνα π.Χ. οι Συβαρίτες ήρθαν σε σύγκρουση με τον Κρότωνα και μετά την ήττα του στρατού τους στον ποταμό Κράβη, το 510 π.Χ. οι Κροτωνιάτες, κατέλαβαν την πόλη τους και την κατέστρεψαν ολοσχερώς. 
Αυτό συνέβη διότι οι Συβαρίτες, λίαν απασχολημένοι με τις απολαύσεις τους, αδιαφόρησαν εντελώς για τους εξωτερικούς κινδύνους από τους οποίους απειλούνταν.
Γι' αυτό το λόγο, η πόλη τους εξαφανίστηκε από την ιστορία μέσα σε μία μόλις ημέρα. Όταν μετά από 65 χρόνια οι Aθηναίοι ίδρυσαν εκεί τη νέα αποικία των Θουρίων, δε βρήκαν κανένα ίχνος από την πάλαι ποτέ κραταιά και λαμπρή Σύβαρη.

Οι Συβαρίτες έδωσαν αφορμή λοιπόν, με τον τρόπο που ζούσαν, να πάρει το όνομά τους αυτή τη σημασία: Του υπερβολικά τρυφηλού βίου, της καλοπέρασης, του ατομικισμού, του ευδαιμονισμού και της οκνηρίας. Έκτοτε, χαρακτηρίζεται έτσι κάθε άνθρωπος αβροδίαιτος, που ζει με μαλθακότητα και πολυτέλεια.

http://melitilexeis.
diolkos

Τετάρτη 10 Αυγούστου 2016

Η Θεία Ευαχαριστία!


Το ζέον ύδωρ της Θείας Ευχαριστίας. 
          Η χρήση και ο συμβολισμός του.

Γεωργίου Ζαραβέλα
Λειτουργιολόγου
Καθηγητού Θεολόγου
Α΄ Αρσακείου Γυμνασίου Ψυχικού

Το ζέον αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο τέλεσης κάθε Θείας Λειτουργίας, σύμφωνα με το βυζαντινό λειτουργικό τυπικό. Ως ζέον ορίζεται το βρασμένο νερό (ζέον ύδωρ), το οποίο χέει ο λειτουργός στο ποτήριο της Θείας Ευχαριστίας μετά την πλήρωση του ποτηρίου με την μερίδα ΙΣ, μία από τις τέσσερις μερίδες του Αμνού - Σώματος και την ένωσή του με το Αίμα. Ο λειτουργός, αφού βάλει τη μερίδα του αμνού στο ποτήριο, λέγοντας: «Πλήρωμα Ποτηρίου πίστεως, Πνεύματος Αγίου», ευλογεί το δοχείο με το ζέον διά του: «Ευλογημένη η ζέσις των αγίων σου πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων» και εκχέει το ζεστό νερό μέσα στο ποτήριο, ενώ ταυτόχρονα ομολογεί: «Ζέσις πίστεως, Πνεύματος αγίου».

Η μικρή αυτή τελετουργική πράξη θα μπορούσε να φανεί ασήμαντη και περιττή, δεδομένου ότι στο ποτήριο έχει τοποθετηθεί ήδη νερό. Ο λειτουργός, κατά τον καιρό της προσκομιδής, προσέθεσε στο ποτήριο οίνο και ύδωρ, σύμφωνα με τη βιβλική διήγηση του πάθους του Κυρίου, όταν ένας από τους στρατιώτες τρύπησε με τη ρομφαία του την πλευρά του Κυρίου και αμέσως έρρευσε από αυτή αίμα και νερό.

Η προσθήκη επιπλέον ζέοντος ύδατος στο ευχαριστιακό ποτήριο έχει βαθύτατα θεολογικές προεκτάσεις, τις οποίες αποκτά σταδιακά από τον ΙΑ’ αι. κ.εξ., και δεν συνιστά ένα απλό έθος. Ο συμβολισμός της χρήσης του ζέοντος είναι διπλός. Το ζέον ύδωρ συμβολίζει, αφενός, τη θερμότητα του αίματος και του ύδατος, το οποίο εξήλθε από την πλευρά του Χριστού πάνω στο Σταυρό. Ο νεκρός, πλέον, Ιησούς θα έπρεπε να είχε νεκρική ακαμψία και ψυχρότητα. Κανένα, όμως, από τα συμπτώματα του νεκρού ανθρώπινου σώματος δεν ίσχυε στην περίπτωσή του, αφού διατηρούσε αφύσικη ζωτικότητα και το Σώμα του ήταν ακόμη θερμό. Η θερμότητα του ύδατος, αφετέρου, υπενθυμίζει τη θέρμη της πίστης, με την οποία οφείλει κάθε πιστός να προσεγγίζει και να μεταλαμβάνει τα Τίμια Δώρα. Κύριος, όμως, συμβολισμός του συνιστά η παρουσία των χαρισμάτων του Αγίου Πνευματος, με την επενέργεια του οποίου τα ευχαριστιακά είδη (άρτος, οίνος, ύδωρ) μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού.

Η πατερική παράδοση της Εκκλησίας ασχολείται ερμηνευτικά με το ζέον ύδωρ της Θείας Ευχαριστίας από τον ΙΑ’ αι. κ. εξ., αφού αναφορές σε αυτό δεν απαντώνται κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Η συνήθεια της προσθήκης ζέοντος στα Τίμια Δώρα είναι έκφραση του βυζαντινού λειτουργικού τυπικού, την οποία ο Ιω. Φουντούλης χαρακτηρίζει ως νεωτερισμό που προσιδιάζει μόνο στο τυπικό αυτό και εισάγεται στη βυζαντινή Θεία Λειτουργία περί τον Στ’ αι. Η αρχική χρήση του, κατά τον H.-J. Schultz, συνδέεται απλά και μόνο με την ανάμειξη των ειδών της Θείας Ευχαριστίας και τίποτα παραπάνω.

Οι βυζαντινές καταβολές της χρήσης του ζέοντος είναι η αιτία για τη συμπερίληψή του μόνο στους σχετικούς βυζαντινούς τύπους της Θείας Λειτουργίας, δηλαδή του ι. Χρυσοστόμου, του Μεγάλου Βασιλείου, την βυζαντινή ακολουθία – Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων. Οι υπόλοιποι λειτουργικοί τύποι, αντίθετα, δεν μνημονεύουν τη χρήση του ζέοντος. Οι αρχαίες λειτουργίες των Ευαγγελιστή Μάρκου (Εκκλησία Αλεξανδρείας), Ιακώβου του Αδελφοθέου και Προηγιασμένη υπό το όνομα του ιδίου (Εκκλησία Ιεροσολύμων), Αποστολικών Διαταγών (Συρία, Δ’ αι., ψευδεπίγραφο έργο αποδιδόμενο στον Κλήμεντα Ρώμης) δεν χρησιμοποιούν ζέον ύδωρ κατά την προετοιμασία της Θείας Κοινωνίας. 


Η πρώτη μαρτυρία για τη χρήση του ζέοντος ύδατος στη λατρεία προέρχεται από τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νικηφόρο, ο οποίος αναφέρει στον υπό το όνομά του 13ο κανόνα ότι «Ο χρ νευ θερμο λειτουργσαι πρεσβύτερον, ε μ κατ πολλν περίστασιν, κα ε οδαμς ερίσκεται θερμόν». Η χρήση κεκραμένου οίνου, γενικά, δηλαδή μίγματος οίνου και ύδατος χωρίς την προσθήκη επιπλέον ζεστού ύδατος είναι, όμως, γνωστή από τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, μαρτυρείται σε όλους τους κανονικούς τύπους της Θείας Λειτουργίας, αλλά και στα συγγράμματα πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων των πρώτων αιώνων, όπως των Ιουστίνου του Φιλοσόφου και Ειρηναίου Λυώνος. 

Η χρήση οίνου και ύδατος στη Θεία Ευχαριστία επιβεβαιώνεται και από την κανονική παράδοση της Εκκλησίας. Ο 32ος κανόνα της εν Τρούλλω Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου ορίζει την από κοινού χρήση οίνου και ύδατος, με αφορμή αιρετική κακοδοξία από την Αρμενία, η οποία αρνιόταν τη χρήση ύδατος στη λατρεία, σε ανασκευή της αίρεσης των υδροπαραστατών, της εποχής του ι. Χρυσοστόμου. Την κακοδοξία αυτή καταδικάζει και ο Συμεών Θεσσαλονίκης στο «Κατά Αρμενίων» 93ο κεφάλαιο του «Διαλόγου» που συνέγραψε. Σχετική αναφορά υπάρχει και στον 37ο κανόνα της Συνόδου της Καρθαγένης, στον οποίο αναφέρεται ότι «μηδν πλέον το σώματος κα το αματος το Κυρίου προσενεχθείη, ς κα ατς Κύριος παρέδωκε, τουτέστιν, ρτου κα ονου δατι μεμιγμένου».

Η προσθήκη του ζέοντος ύδατος τη στιγμή πριν από τη Θεία Μετάληψη και όχι νωρίς, κατά τη διάρκεια της προσκομιδής, ερμηνεύεται από τον Συμεών Θεσσαλονίκης. Η συγκεκριμένη στιγμή είναι καθοριστική, αφού οι πιστοί θα κοινωνήσουν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού θερμό και όχι ψυχρό. Η θερμότητα που θα νοιώσουν όσοι κοινωνήσουν συμβολίζει τη ζωτικότητα του νεκρού σώματος του Χριστού, το οποίο χωρίσθηκε από την αθάνατη ψυχή, αλλά η θεότητα και τα αγιοπνευματικά χαρίσματα δεν το εγκατέλειψαν. Με αυτή τη συμβολική ερμηνεία συμφωνεί και ο Θεόδωρος Ανδίδων στο έργο του: Προθεωρία κεφαλαιώδης περί των εν τη θεία λειτουργία γινομένων συμβόλων και μυστηρίων (PG 140).

Ο Συμεών, επίσης, σημειώνει ότι η μετάληψη των Τιμίων Δώρων με τη θερμότητα που τους προσδίδει το ζέον προτρέπει τους πιστούς να εννοήσουν, ότι είναι σαν να κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού από την ίδια την πλευρά Του. Η χρήση του ζέοντος ύδατος είναι απαραίτητη και κατά τη τέλεση της ακολουθίας των Προηγιασμένων. Τα Τίμια Δώρα είναι ήδη καθαγιασμένα από την προηγούμενη τελεία Θεία Λειτουργία. Ο ιδιαίτερος συμβολισμός της θερμότητας, όμως, καθιστά επιβεβλημένη την προσθήκη ζεστού ύδατος, την οποία εφιστά με ιδιαίτερη προσοχή ο Συμεών.
 
Ο Νικόλαος Καβάσιλας προβάλλει έναν άλλο συμβολισμό της χρήσης του ζέοντος. Στο "Περί των εν τη θεία λειτουργία τελουμένων" έργο του (PG 150), αναφέρει ότι το ζέον εικονίζει την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία, η οποία στηρίζεται στη γενική αρχή του, ότι όλα ενεργούνται στην Εκκλησία από τον Παράκλητο και μαρτυρούν την εντός αυτής παρουσία Του. Την θερμότητα – ζέση του Αγίου Πνεύματος αλληγορίζει με τη χρήση του ζέοντος και ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως (Ιστορία εκκλησιαστική και μυστική θεωρία, PG 98). Ο ίδιος Πατέρας συμβολίζει τη λευκότητά του ως το ακίβδηλο της πίστης, όσων μετέχουν στο μυστήριο.
Η χρήση του ζέοντος ύδατος (βραστού νερού) στα Τίμια Δώρα, συμπερασματικά, είναι ιδιαίτερα σημαντική, τόσο για την πνευματική εγρήγορση των πιστών και την αισθητοποίηση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, όσο και για τον πλουτισμό της λειτουργικής παράδοσης της Εκκλησίας. Η εισαγωγή του σε νεώτερη εποχή (Στ’ αι.) και κυρίως ο συμβολικός χρωματισμός του πολύ αργότερα (ΙΑ’ αι.) δεν αναιρούν τη σημασία του για τη λατρεία, αλλά και δεν συνηγορούν στην αποβολή του από αυτή, εκτός από τις περιπτώσεις τέλεσης των αρχαιοπρεπών τύπων της Θείας Λειτουργίας.
ΠΗΓΗ: http://naxioimelistes.blogspot.gr/

Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Ρόμπερτ Μακέιμπ:

 Αγάπησα μια άλλη Ελλάδα, που χάνεται
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΟΥΡΝΑΡΑ
Εικονογράφηση: TITINA XAΛMATZH
Η ζωή παίρνει μερικές αποφάσεις ερήμην μας. Και στην περίπτωση του τότε εικοσαετούς Αμερικανού Ρόμπερτ Μακέιμπ, που ήρθε στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του ’50 με μια Rolleiflex κρεμασμένη στον λαιμό, το ταξίδι δεν κράτησε δέκα ημέρες, όπως είχε προγραμματίσει. Ούτε διήρκεσε ολόκληρο εκείνο το καλοκαίρι, τελικά. Εξήντα συναπτά χρόνια μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και τη χώρα που αγάπησε με πάθος.
Καθισμένος απέναντί μου σε ένα καφέ στην Πλάκα, σκέφτομαι πως είναι λάθος να τον αποκαλούν φιλέλληνα. Η αλήθεια είναι ότι η ψυχική του σύνδεση με τον τόπο μας είναι τόσο ριζωμένη, που είναι απλώς ένας «Ελληνας» που γεννήθηκε αλλού. Βέβαια, όπως συμβαίνει στους παράφορους έρωτες, ο Ρόμπερτ Μακέιμπ αναγκάστηκε να πληρώσει τίμημα βαρύ. Πρωτογνώρισε και φωτογράφησε τα νησιά και την ενδοχώρα μας, πολύ πριν από την έλευση του μαζικού τουρισμού. Εστρεψε τον φακό του στους απλούς ανθρώπους του καθημερινού μόχθου που ζούσαν ακόμα στην παρθένα φύση. Κοινότητες και χωριά που διατηρούσαν την πατρογονική γνώση της παραδοσιακής γεωργίας, της αλιείας, των δεσμών οικογένειας και ενός εσωτερικού σεβασμού προς τον ξένο, που ήταν χιλιάδες χρόνια παλιός, ίδιος με αυτόν που εμφύτευσε στην ελληνική ψυχή ο Ξένιος Δίας.
Αργότερα, ο φωτογράφος βίωσε την καταστροφική αλλαγή, που οδήγησε την Ελλάδα σε μεγαλύτερο ΑΕΠ και πολύ «φτωχότερους» κατοίκους. Μονοπάτια ασφαλτοστρώθηκαν, παραλίες τσιμεντώθηκαν, η δόμηση κατάπιε ολόκληρα βουνά και τα rooms to let εξαΰλωσαν την ομηρική φιλοξενία. Μια πορεία ανεπίστροφη, που ίσως να μπορούσε να είχε γίνει μέσα από άλλες διακλαδώσεις. Ο Ρόμπερτ Μακέιμπ περισσότερο από κάθε άλλον αποτύπωσε για πάντα την Ελλάδα της στέρησης που είχε όνειρα για το μέλλον, μια ακατάβλητη πίστη ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν. Μια χώρα με «ξυπόλυτη» αξιοπρέπεια που βάδιζε προς τα μπροστά με βήμα ταχύ. Μήπως έφταιξε η μεγάλη μας ανέχεια που μας ώθησε συλλογικά να καλύψουμε το τραύμα της φτώχειας με αλόγιστη ανάπτυξη; τον ρωτώ στην αρχή της κουβέντας μας.
«Ενδεχομένως να είναι έτσι» απαντά. «Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Θέλοντας να ευχαριστήσω έναν εστιάτορα, του οποίου είμαι χρόνια πιστός πελάτης, αποφάσισα να του κάνω δώρο μία αφίσα από μια έκθεση που είχε φωτογραφίες μου από την Κίνα και την Ελλάδα. Φιγουράριζαν από την μια, κάτι καλοντυμένα Κινεζάκια και από την άλλη, δύο ηλιοκαμένα, κουρεμένα –με την ψιλή– Ελληνόπουλα του ’50, που ήταν ευτυχή, χαμογελαστά, αλλά ξυπόλητα. Ο φίλος μου αντέδρασε: «“Δεν μπορούμε να το βάλουμε στον τοίχο μας αυτό. Κοίτα τα παιδιά που δεν έχουν παπούτσια..."» λέει στην «Κ».
Το παρθενικό ταξίδι
Πώς να ήταν άραγε το παρθενικό του ταξίδι στα μέρη μας, κάτι που πρέπει να έχει εντυπωθεί μέσα του με μεγάλη ενάργεια; «Θυμάμαι το 1954, όταν ήρθα πρώτη φορά εδώ» μου λέει. «Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα κανένα σχέδιο να σας επισκεφθώ, αλλά σκόπευα να περάσω το καλοκαίρι στην Αμερική. Ομως ο αδελφός μου που θα ερχόταν στην Ελλάδα για να δει έναν φίλο του, κατάφερε να μου βρει ένα τόσο φθηνό εισιτήριο που πείστηκα να τον συνοδεύσω με το πλοίο μέχρι το λιμάνι της Χάβρης και από εκεί με τρένο στη Βενετία και ύστερα με πλοίο για τον Πειραιά. Ηταν το βαπόρι “Αχιλλεύς” που είχε ναυπηγηθεί από τους Ιταλούς ως μέρος της πολεμικής αποζημίωσης προς τη χώρα σας. Περάσαμε από την Κέρκυρα και ύστερα από τον Ισθμό με προορισμό την Αθήνα. Πήγα κατευθείαν στην Ακρόπολη, όπως καταλαβαίνετε. Αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση μόλις πάτησα το πόδι μου στην πρωτεύουσα είναι ότι οι δρόμοι δεν είχαν σηματοδότες. Τα ιδιωτικά αυτοκίνητα ήταν ελάχιστα και κυκλοφορούσαν περισσότερο φορτηγά και λεωφορεία. Για να περάσεις απέναντι έπρεπε να περιμένεις να μαζευτεί ένας ικανός αριθμός πεζών στο πεζοδρόμιο για να αποτολμήσουν όλοι μαζί να διακόψουν τη ροή» λέει ο Ρόμπερτ Μακέιμπ, που έχει παραγγείλει τσάι.
Συνεχίζει: «Η Αθήνα τότε δεν είχε εξάπλωση εμπορικών καταστημάτων. Ολες οι γειτονιές ήταν προορισμένες για κατοικίες με ορισμένα μπακάλικα για τα χρειώδη και μόνο στο κέντρο μπορούσες να κατεβείς για ψώνια. Ο κόσμος δεν είχε μεγάλη επαφή με τους ξένους, διότι οι τελευταίοι σπάνιζαν. Συνεπώς, το να είσαι από κάποια χώρα του εξωτερικού ξυπνούσε στους Ελληνες μεγάλη περιέργεια. Αυτοί που μίλαγαν μια ξένη γλώσσα ήταν, πάντως, γαλλόφωνοι. Ηταν μια εποχή όπου οι τουρίστες πρέπει να μην ξεπερνούσαν τις 180.000, ενώ σήμερα έχουν φθάσει τα 26 εκατομμύρια».
Το «αύριο» έγινε «souvenir» στην ταβέρνα της Σαντορίνης
Τι ήταν αυτό που έκανε μεγαλύτερη εντύπωση στον Ρόμπερτ Μακέιμπ τότε; «Η φιλοξενία προς τον ξένο ήταν κάτι το εξαιρετικό: οι Ελληνες φέρονταν στον επισκέπτη σαν να ήταν το τιμώμενο μέλος της οικογένειάς τους». Και συνεχίζει: «Θα σας διηγηθώ το δικό μου παράδειγμα, όταν πήγα στην Ιο, μαζί με έναν φίλο που ήταν ο οικογενειακός μας γιατρός στη Νέα Υόρκη. Ο δήμαρχος του νησιού, του παραχώρησε το κρεβάτι του και κοιμήθηκε στο πάτωμα, σαν να ήταν το φυσιολογικότερο πράγμα στον κόσμο. Για τα σημερινά δεδομένα, θα ήταν τρελό. Στη Σαντορίνη, ένα ακόμα παράδειγμα από το 1963: Την επισκεφθήκαμε παρέα με τον γιατρό που σας έλεγα. Οσες ημέρες μείναμε εκεί, τρώγαμε πρωί - βράδυ στη μοναδική ταβέρνα του νησιού, στον Λουκά στα Φηρά. Ηταν ένας πρόσχαρος, φτωχός άνθρωπος. Μετά από κάθε γεύμα πηγαίναμε να πληρώσουμε τον λογαριασμό για την παρέα μας, που ήταν συνολικά πέντε άτομα. Μας έλεγε πάντα “Αύριο”. Την τελευταία ημέρα πια, όταν πήγα να κλείσω τον λογαριασμό, αρνήθηκε να πάρει χρήματα και μου είπε με τις λιγοστές ξένες λέξεις που ήξερε. Μας είπε “ Souvenir”. Ηθελε να φύγουμε από το νησί και να τον θυμόμαστε. Και η αλήθεια είναι ότι τον θυμάμαι ακόμα...».
Αν στο πρώτο του ταξίδι η Αθήνα δεν είχε πολλά αυτοκίνητα, τότε πώς ήταν τα νησιά μας;
«Θα σας πω για τις Κυκλάδες. Κάθε νησάκι όπου πήγα ήταν ένας διαφορετικός μικρόκοσμος, διότι δεν υπήρχαν φέριμποτ παρά μόνον καΐκια. Αυτό σήμαινε πρακτικά ότι τα μέρη αυτά είχαν κρατήσει δικά τους ήθη και έθιμα, συνήθειες και πρακτικές, παρά το ότι η πιο μακρινή στεριά απείχε ελάχιστα ναυτικά μίλια. Οι γυναίκες φτιάχναν άλλα κεντήματα, είχαν άλλα τραγούδια και ποιήματα, οι εργάτες είχαν άλλον τρόπο που έκαναν τις ξερολιθιές. Την εποχή εκείνη μπορούσες να κοιτάξεις μία μάντρα ή έναν τοίχο και να καταλάβεις σε ποιο νησί είσαι. Σήμερα οι τοίχοι και οι μάντρες έχουν ομοιομορφία, διότι η τέχνη έχει ξεχαστεί και τα φτιάχνουν όλα ίδια οι μετανάστες από την Αλβανία που είναι καλοί πετράδες». «Ορισμένες φορές», συνεχίζει, «όταν ένα μέρος ήταν δύσβατο και η πρόσβαση πολύ δύσκολη, τότε έβλεπες διαφορές ανάμεσα στους απομονωμένους αυτούς κατοίκους και τους υπόλοιπους που ζούσαν λ.χ. στο λιμάνι. Ακόμα και στην Πάτμο το 1980 προσπαθούσα να πείσω έναν ξυλουργό που δεν είχε φύγει ποτέ από τη Χώρα να έρθει μέχρι το απομακρυσμένο σπίτι μου στην άλλη άκρη του νησιού για να μου κάνει μια εργασία. Η φύση ήταν κυριολεκτικά ανέγγιχτη, με μια απίστευτη ομορφιά. Ηταν άλλος κόσμος».
Είναι κρίμα να βλέπουμε στο μέλλον τα καΐκια μόνο σε φωτογραφίες
Σήμερα υπάρχει ακόμα η έννοια της φιλοξενίας; «Σαφέστατα. Παράλληλα με την εμπορευματοποίηση. Είναι ένα φυσικό παρεπόμενο στον καιρό μας» λέει. O Ρόμπερτ Μακέιμπ μιλάει σιγανά, σχεδόν εξομολογητικά.
Η αλήθεια είναι ότι έχει μάθει ελληνικά από την Ελληνίδα σύζυγό του Ντίνα, αλλά προτιμά πάντα τα αγγλικά.
Ζητάμε από τον μαγαζάτορα να μας φέρει κάτι να τσιμπήσουμε, αλλά μας ανακοινώνει ότι η κουζίνα ανοίγει αργότερα. Τελικά –ίσως με κάποια υπολείμματα φιλοτίμου και από την έκφραση της απογοήτευσής μας– επιστρέφει έπειτα από λίγο: «Θα σας φτιάξω τυροπιτάκια, αν έχετε λιγάκι υπομονή» μας λέει. Καθόμαστε μέσα, τα παράθυρα είναι ανοιχτά και η κουρτίνα μπαινοβγαίνει μέσα έξω από τον αέρα, «χαϊδεύοντας» τα γλαστράκια με τους φουντωμένους βασιλικούς. Στον αέρα ξεχύνεται μια ευωδιά. Να μια κλασική ελληνική εικόνα, σκέφτομαι από μέσα μου.
Αναρωτιέμαι πόσες τέτοιες εικόνες από το παρελθόν, ζουν μόνο στις φωτογραφίες του Ρόμπερτ Μακέιμπ. «Ηταν μια άλλη εποχή» ξαναλέει ο φωτογράφος με έναν τόνο νοσταλγίας. «Μπορώ να διηγηθώ μια σκηνή, που μας γυρίζει πίσω στον χρόνο» λέει. «Εκεί στη Σαντορίνη, στον Λουκά, ήμουν παρών όταν έγινε, από το τοπικό γραφείο του ΟΤΕ βέβαια, το πρώτο τηλεφώνημα στην Αμερική. Ξέσπασε τέτοιος ενθουσιασμός που ο ταβερνιάρης μας έφερε σε όλους να πιούμε ούζο για να το γιορτάσουμε μαζί με τους υπαλλήλους. Μην νομίζετε ότι και για να τηλεφωνήσεις στην Αθήνα ήταν μια εύκολη υπόθεση. Υπήρχαν συγκεκριμένες ώρες που άνοιγε η επικοινωνία. Μπορώ να ανακαλέσω ακόμα και τη Μύκονο στη δεκαετία του ’50 με μετρημένους στα δάχτυλα επισκέπτες. Εγραψα ένα γράμμα στους δικούς μου στην Αμερική: ελάτε να δείτε αυτό το μέρος ακόμα και αν χρειαστεί να κάνετε χιλιάδες μίλια. Η ομορφιά της θάλασσας, της αρχιτεκτονικής και των ανθρώπων είναι κάτι το μοναδικό». Θεωρώ απίστευτα τυχερό τον εαυτό μου που τα πρόλαβα όλα αυτά σε άλλη εποχή. Τώρα πηγαίνω καμιά φορά στη Μύκονο καλεσμένος σε γάμους και δεν μπορώ να την αναγνωρίσω» συμπληρώνει.
«Παρατήρησα την πρόοδο να έρχεται σιγά σιγά. Μέχρι και τη δεκαετία του ’60 είχε κανείς την αίσθηση ότι τα πράγματα δεν θα άλλαζαν τόσο ραγδαία. Με τις τακτικές γραμμές των καραβιών και την αύξηση του μαζικού τουρισμού, η Ελλάδα μεταμορφώθηκε. Χάθηκε η ισορροπία μεταξύ της φύσης και του ανθρώπου, δηλαδή του αριθμού των κατοίκων, των δομημένων περιοχών και των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Η γεωργία και η κτηνοτροφία υποχώρησαν μπροστά στον τουρισμό. Για να είμαι ειλικρινής, κατανοώ ότι η κατάσταση που περιγράφω με ρομαντικά χρώματα είχε και πολλά προβλήματα. Ολα αυτά τα νησιά που σας είπα είχαν ερημώσει από τη μετανάστευση στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Οι μισοί Κυθήριοι λ.χ. είχαν πάει στην Αυστραλία. Ο κόσμος δεν μπορούσε να συντηρήσει τα σπίτια, διότι δεν υπήρχαν χρήματα. Οι άνθρωποι περίμεναν τα εμβάσματα για να επιβιώσουν. Η ζωή δεν ήταν εύκολη, ήταν ένας αγώνας καθημερινός».
Εναλλακτική οδός
Τον ρωτώ αν υπήρξε, κατά τη γνώμη του, μια εναλλακτική οδός για την ανάπτυξη που θα μπορούσε να είχαμε ακολουθήσει τότε. «Δεν νομίζω» μου απαντά με ευθύτητα. «Το εύκολο χρήμα του τουρισμού ήταν μια άμεση λύση σε επείγοντα προβλήματα και ο λόγος για τον οποίον τα νησιά κράτησαν τον πληθυσμό που φυλλορροούσε. Και αν τότε δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, νομίζω ότι σήμερα τουλάχιστον, που υπάρχει η πικρή πείρα της Ισπανίας και της καταστροφής των ακτών της, χρειάζεται μια προσεκτική πολιτική για να διατηρήσετε την ομορφιά που υπάρχει ακόμα στη χώρα».
Και η κρίση; Τι ρόλο θα παίξει τελικά στην εικόνα που έχουν σήμερα τα νησιά; «Πιστεύω ότι ένα από τα καλά που έχω δει είναι πως η γεωργία είχε εξαφανιστεί στα νησιά και τώρα φαίνεται ότι γίνονται προσπάθειες να ξανακαλλιεργηθούν εκτάσεις. Με τη ζήτηση που υπάρχει για τοπικά προϊόντα σίγουρα θα είναι μια σοφή επιλογή. Το πρόβλημα είναι το ζήτημα του νερού, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του διοχετεύεται προς τις ανάγκες του τουρισμού και όχι των αγροτών. Με αυτό θέλω να πω ότι πρέπει να ξανασκεφτούμε ορισμένα πράγματα».
Μία από τις πρόσφατες εκθέσεις του Ρόμπερτ Μακέιμπ έγινε στην γκαλερί Citronne του Πόρου και συγκέντρωσε φωτογραφίες του της περιόδου 1954 -1964 με τα πλεούμενα του Αιγαίου: «Αισθάνομαι τεράστια θλίψη όταν βλέπω ότι πολλά από αυτά τα καταπληκτικά σκαριά που κάποτε έπλεαν όλο χάρη και ήταν ειδικά φτιαγμένα για να αντέχουν το κύμα στις ελληνικές θάλασσες να έχουν εξαφανιστεί. Τα τελευταία που έχουν απομείνει καταστρέφονται με τις ευλογίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που δίνει τις επιδοτήσεις σε όσους αλιείς παραδώσουν την άδεια και σπάσουν το σκάφος τους. Μακάρι να βρεθεί γρήγορα μια λύση, γιατί είναι πραγματικά κρίμα να τα αντικρίζουμε στο μέλλον μόνο μέσα από φωτογραφίες. Είναι ένα κομμάτι της ελληνικής ψυχής» λέει ο Αμερικανός φωτογράφος.
Η συνάντηση
Συναντηθήκαμε ένα πρωί στο «Καφενείο», στην οδό Επιχάρμου 1 στην Πλάκα. Πήραμε καφέ, τσάι και ένα πιάτο με πολύ νόστιμα τηγανητά τυροπιτάκια, διότι η κουζίνα δεν είχε ανοίξει ακόμη. Λογαριασμός 11 ευρώ.
Oι σταθμοί του
1934
Γεννιέται στο Σικάγο.

1940
Ο πατέρας του του χαρίζει την πρώτη του φωτογραφική μηχανή.

1954
Πραγματοποιεί το πρώτο του ταξίδι στην Ευρώπη, σταματώντας και στην Ελλάδα.

1957
Το National Geographic του αναθέτει να κάνει μια ενότητα φωτογραφιών για τα ελληνικά νησιά.

1959
Φωτογραφίζει την Ανταρκτική.

1967
Παρουσιάζει δουλειά του στην Olympic Gallery στη Νέα Υόρκη υπό την αιγίδα του Σπύρου Σκούρα.

1979
Εκδίδεται το βιβλίο του με τίτλο «Metamorphosis».

1998
Φωτογραφίζει την Αβάνα.

2007
Εκδίδει βιβλίο με τις λήψεις του ’50 (εκδ. Πατάκη).

2012
Εκθέτει τις λήψεις του από την Κίνα και εκδίδει βιβλίο με αυτήν την ενότητα.

2014
Εκδίδεται το βιβλίο του με φωτογραφίες των Μυκηνών του 1954 (εκδ. Πατάκη).
ΠΗΓΗ:http://www.kathimerini.gr/

Το μάθημα των Θρησκευτικών



Η αλήθεια είναι…
Έωλα και σαθρά τα επιχειρήματα - προφάσεις
του ιδεολογικού πολέμου του Υπουργείου Παιδείας κατά του μαθήματος των Θρησκευτικών

Ας ξεκαθαρίσουμε ορισμένες λανθασμένες ερμηνείες και παρερμηνείες που υπάρχουν γύρω από το μάθημα των Θρησκευτικών.
1. Είναι απόλυτα λάθος η αφοριστική διατύπωση ότι το παρόν μάθημα των Θρησκευτικών είναι «κατηχητικό».
Η αλήθεια είναι ότι είναι κατά βάση Ορθόδοξη Χριστιανική Αγωγή με επιπρόσθετες ενότητες και στοιχεία από τις χριστιανικές ομολογίες και τις θρησκείες σε κάθε βιβλίο κάθε σχολικής τάξης (στη Β΄ Λυκείου το μάθημα είναι καθαρά θρησκειολογικό).
2. Είναι απόλυτα λάθος η συμπερασματική διαπίστωση ότι το μάθημα των Θρησκευτικών που διδάσκεται τόσα χρόνια σε όλες σχεδόν τις τάξεις του ελληνικού σχολείου, δεν έχει αποτελέσματα επειδή δεν πετυχαίνει να κάνει τους μαθητές χριστιανούς, διότι η αλήθεια είναι ότι:
α) Ο στόχος του μαθήματος είναι να προσφέρει πνευματικούς προβληματισμούς ως προς τις δυνατότητες που έχει η χριστιανική πίστη να ανακαινίζει και να εντάσσει τη ζωή στο πλαίσιο της αγάπης και δι΄ αυτής στην προοπτική της αιωνιότητας. Αν κάποιοι (πολλοί ή λίγοι) μαθητές/τριες υιοθετήσουν την εν Χριστώ ζωή, τώρα ή αργότερα, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και όχι μόνον από τη διδασκαλία του μαθήματος.
β) Ακριβώς, επειδή δεν είναι «κατηχητικό» μάθημα και δεν έχει στόχο να επιβάλλει σε κανέναν τίποτε,  απευθύνεται στην ελευθερία του μαθητή/τριας και δεν είναι δυνατό, όπως και σε κάθε άλλο μάθημα, να υπολογίζει ή να μετρά κανείς τα αποτελέσματα, εξετάζοντας με εντελώς εξωτερικά και ηθικιστικά κριτήρια το αν και κατά πόσον γίνονται οι μαθητές χριστιανοί. Το μάθημα έχει πνευματικό χαρακτήρα, το δε θέμα της οντολογικής βελτίωσης του/της μαθητή/τριας είναι εντελώς πνευματικό και ποιοτικό και επομένως δεν χωράνε ποσοτικές μεζούρες και επιφανειακά κριτήρια αποτελεσματικότητας, όπως αυτά που χρησιμοποιούν όσοι επικαλούνται αυτήν την αιτιολογία για να δυσφημίσουν το μάθημα.
γ) Ως  ένα  μάθημα του ελληνικού σχολείου, το μάθημα των Θρησκευτικών πετυχαίνει ό, τι… και τα άλλα μαθήματα (τα Αρχαία, η Γλωσσική διδασκαλία, η Κοινωνιολογία, η Αγωγή του Πολίτη, η Ιστορία, η Γεωγραφία, κ.α.)! Αυτό, επομένως, είναι ένα γενικότερο πρόβλημα που αφορά τον τρόπο και τη φιλοσοφία που μαθαίνουν στο σχολείο τα παιδιά. Μήπως, αν δεν μαθαίνουν οι μαθητές/τριες ορθογραφία ή συντακτικό ή ιστορία δεν ευθύνεται το περιεχόμενο των μαθημάτων αυτών, όσο μάλλον η παιδαγωγική και διδακτική μεθοδολογία τους και οι διδάσκοντές τους και μήπως σε αυτήν την κατεύθυνση θα έπρεπε να εστιάσουμε την προσοχή μας και στο μάθημα των Θρησκευτικών και όχι στο περιεχόμενό του;
3.  Είναι απόλυτα λάθος η τοποθέτηση ότι το παρόν μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να αλλάξει, διότι η ελληνική κοινωνία είναι πλέον κατά βάση πολυπολιτισμική.
Η αλήθεια είναι ότι η κοινωνία δεν έχει γίνει ούτε θα γίνει πολυπολιτισμική επειδή υπάρχουν εντός της κάποιοι μετανάστες. Αυτός ο λανθασμένος ορισμός της πολυπολιτισμικότητας απέτυχε. Είναι επίσης, αλήθεια ότι μέχρι στιγμής ένας και μοναδικός και κυρίαρχος πολιτισμός υπάρχει στην Ελλάδα, ο ελληνορθόδοξος (ας μας υποδείξουν όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο, ποιους άλλους πολιτισμούς συναντούν εκείνοι στον ελλαδικό χώρο). Είναι αλήθεια ακόμη, ότι σχεδόν όλοι οι μετανάστες – λαθρομετανάστες – πρόσφυγες και λοιποί αλλοεθνείς και αλλόδοξοι μαθητές που ζουν στη χώρα μας, δέχονται και επιζητούν, με χαρά και πραγματική δίψα, να σπουδάσουν τον πολιτισμός μας. Δεν θα επέλεγαν εξάλλου τη χώρα μας με το συγκεκριμένο πολιτισμικό της επίπεδο, αν είχαν κάτι καλύτερο να διαλέξουν. Επέλεξαν να έρθουν στην Ελλάδα και όχι να εγκατασταθούν για παράδειγμα στις ομόδοξές τους πλούσιες μάλιστα χώρες της Αραβικής χερσονήσου.
4. Είναι απόλυτα λάθος η συλλογιστική ότι η ελληνική κοινωνία έχει παγκοσμιοποιηθεί και, συνεπώς, έχει γίνει άθρησκη, λαϊκή, κοσμική και άθεη, οπότε, κατ΄ επέκταση, και το μάθημα των Θρησκευτικών δεν έχει χώρο στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, διότι η αλήθεια είναι ότι:
α) Ενώ πράγματι η ελληνική κοινωνία και η νεολαία της ειδικότερα, έχει δεχθεί και δέχεται μια αρκετά μεγάλης έκτασης επίδραση από τον εξαμερικανοποιημένο -  παγκοσμιοποιημένο τρόπο ζωής (εξαιτίας του διαδικτύου, των πολυμέσων, των ΜΜΕ και γενικότερα της ευμάρειας που προσφέρει η εποχή μας και της διευκόλυνσης των επικοινωνιών μεταξύ ανθρώπων και λαών), τελικά, όμως η επίδραση αυτή δεν έχει καταφέρει να αλλοιώσει και να αλλάξει το DNA, τον υπαρκτικό πυρήνα του Έλληνα, ούτε τον ελληνικό τρόπο ζωής, στοιχεία που συνεχίζουν να  είναι άρρηκτα δεμένα με αυτό που καλούμε ελληνορθόδοξη παράδοση, την οποία το μάθημα των Θρησκευτικών στο σχολείο, έρχεται για να την αναδείξει και να τονίσει την ιδιαιτερότητα και το νόημά της για μια αληθινή ανθρώπινη και θεανθρώπινη ζωή. 
β) Υπάρχουν, βέβαια, όπως προαναφέραμε και αλλόδοξοι και άθεοι στη χώρα μας οι οποίοι όμως, οφείλουν να συμβιώσουν δημοκρατικά με τη βούληση της πλειονοψηφίας των πολιτών της χώρας όπου επέλεξαν να ζουν και τελικά να σέβονται τις συνταγματικές επιταγές της ελληνικής πολιτείας, οι οποίες υπάρχουν ακριβώς για να ορίζουν τις συντεταγμένες διαβίωσης μιας ευνομούμενης κοινωνίας  - πολιτείας και όχι να προσπαθούν να επιβάλλουν αυταρχικά, με διάφορα αντιδημοκρατικά μέσα τις αρχές τους στη συντριπτική πλειονοψηφία των ορθοδόξων.
5. Είναι απόλυτα λάθος η άποψη ότι δεν είναι δυνατόν με το νόμο να υποχρεώσουμε τα παιδιά να μάθουν την Ορθόδοξη Πίστη, διότι η αλήθεια είναι ότι:
α) Όλοι οφείλουν να σέβονται το Σύνταγμα και τους νόμους, διαφορετικά, όταν ο καθένας ενεργεί κατά το δοκούν και κατά το συμφέρον του ή την ιδεολογία του, η ευνομούμενη πολιτεία μετατρέπεται σε αναρχική και εμπόλεμη ακολασία, με αποτέλεσμα ο βίος των πολιτών να γίνεται επισφαλής, ταραγμένος και ανήσυχος, με ότι αυτό, τελικά, μπορεί να συνεπάγεται γι΄ αυτή την πολιτεία και τους πολίτες της.
β) Είναι επίσης, αλήθεια ότι με την επίκληση των συνταγματικών επιταγών δεν υποχρεώνουμε τα παιδιά να αποδεχθούν με τη βία μια πίστη, αλλά πρώτιστα απευθυνόμαστε στους αρμόδιους κυβερνητικούς πολιτικούς και απαιτούμε από αυτούς να εφαρμόσουν πολιτικές στο χώρο της Παιδείας, που να απορρέουν όχι από τις προσωπικές ή τις κομματικές τους ιδεοληψίες, αλλά από την πιστή τήρηση των συνταγματικών υποχρεώσεων και της θελήσεως του ελληνικού λαού.
6. Είναι απόλυτα λάθος η θέση ότι δεν είναι δυνατόν επ΄ άπειρον με την επίκληση των νόμων να υποχρεώνουμε πολιτικούς, που δεν εμφορούνται από τα χριστιανικά ιδεώδη να εφαρμόσουν πολιτικές χριστιανικές, τη στιγμή, μάλιστα, που και πολλοί χριστιανοί  συμπολίτες μας αδιαφορούν ή και δεν δέχονται να συμπορευθούν με τις χριστιανικές αξίες διότι η αλήθεια είναι ότι:
α) Όντως, πολλοί πολιτικοί μας, από όλο το πολιτικό - κομματικό φάσμα και πολλοί χριστιανοί, επίσης, είναι άγευστοι της χριστιανικής αλήθειας και ζωής και ζουν πελαγοδρομώντας μέσα στους κοσμοπολίτικους ωκεανούς της εκκοσμίκευσης. Όμως, είναι εξ  ίσου αλήθεια ότι οφείλουμε όσοι πιστοί, και δόξα τω Θεώ υπάρχουν ακόμη πάρα πολλοί στην ελληνική επικράτεια, να αγωνιζόμαστε για τα αυτονόητα και να διακηρύττουμε και να ομολογούμε παντού, με δύναμη και παρρησία, την αλήθεια της πίστεως και τη δύναμη του Ευαγγελίου. Ο Χριστός είπε στους μαθητές του: «ὃ εἰς τὸ οὖς ἀκούετε, κηρύξατε ἐπὶ τῶν δωμάτων» (Αυτό που ακούτε μυστικά στο αυτί, διαλαλήστε το σε όλους από τις ταράτσες) (Ματθ. 10, 27).
β) Είναι αλήθεια ότι αγωνιζόμαστε και οφείλουμε να αγωνιζόμαστε ακόμα και όταν, οι αδελφοί μας, κληρικοί και λαϊκοί, δεν αγωνίζονται, διότι προσωρινά μπορεί να είναι ολιγόπιστοι, ράθυμοι, κουρασμένοι, απογοητευμένοι, φοβισμένοι, δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι, αποτραβηγμένοι στα ίδια, συμφεροντολόγοι που δεν τολμούν να αντισταθούν στην πλημμυρίδα της αδιαφορίας και της αθεΐας ή πάλι, διότι κοιμίζουν τη συνείδησή τους ότι έπραξαν το καθήκον τους, εκφωνώντας έναν λόγο ή γράφοντας κάποια κείμενα, χωρίς, όμως, να έχουν ουσιαστικά διάθεση για ομόνοια, συναδέλφωση, αλληλεγγύη και συστράτευση σε έναν αγώνα διαρκείας με συγκεκριμένους στόχους, στρατηγική και τακτική.
γ) Είναι αλήθεια επίσης, ότι αγωνιζόμαστε και θα αγωνιζόμαστε με στρατηγική και τακτική και μάλιστα, με κάθε νόμιμο μέσο, με στόχο πάντα να είμαστε αποτελεσματικοί, έως ότου επιτρέψει ο Θεός, διότι, τελικά, το θέλημα Εκείνου θα τελεσθεί.
7. Είναι ακόμη, απόλυτα λάθος η πρόταση ότι τα νέα πιλοτικά Προγράμματα Σπουδών είναι η πεμπτουσία της ορθής διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών, διότι η αλήθεια είναι ότι:
α) Αν πράγματι εφαρμοσθούν τα νέα Προγράμματα Σπουδών, θα αλλάξει άρδην ο χαρακτήρας του μαθήματος στη χώρα μας, και αυτή η αλλαγή αυτόματα θα μετατρέψει το μάθημα σε μια κοινωνικο-πολιτικο-φιλοσοφικο-ανθρωπιστικού περιεχομένου πολυθρησκειακή φλυαρία, όπου ενδεχόμενα, ακόμη και η αναφορά στο όνομα του Χριστού να θεωρείται μη πολιτικά και διδακτικά ορθή ή, ακόμη, και μη νόμιμη, δυσκολεύοντας έτσι το έργο του διδάσκοντος και οδηγώντας τους μαθητές στη θρησκευτική σύγχυση και ουσιαστικά στην άρνηση της πίστης τους, στο μηδενισμό και στην αθεΐα.
Τελικά και οι υπέρμαχοι και οι πολέμιοι του μαθήματος των Θρησκευτικών, όλοι, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι οι νέοι ζητούν την αλήθεια, την οποία φαινομενικά, μέσα στην επαναστατικότητα της εφηβείας τους, μπορεί και να την απορρίψουν. Όμως είναι αλήθεια ότι διψούν και θέλουν την αλήθεια και πρέπει να ακούσουν την αλήθεια και οφείλουμε να τους δώσουμε αυτήν αλήθεια και ας την απορρίψουν προσωρινά. Εμείς θα έχουμε κάνει το χρέος μας απέναντι στα παιδιά μας. Θα έχουμε πραγματοποιήσει τη σπορά του ζωντανού και αγαπητικού λόγου της Ορθόδοξης Χριστιανικής Παιδείας στις ψυχές των παιδιών και θα τους έχουμε προσφέρει μια ασφαλή παρακαταθήκη γεμάτη με πνευματικά και υπαρξιακά νοήματα για τη ζωή τους.
Το μάθημα των Θρησκευτικών είναι τελικά, η Λυδία λίθος της επιβίωσής μας ως έθνους και οφείλουμε να το συνειδητοποιήσουμε πριν ζήσουμε, ως λαός, λόγω της μη καλλιέργειας της πνευματικής μας ταυτότητας και ιδιοπροσωπίας ανεπανόρθωτες απώλειες και τελικά, την ταπείνωση των δικών μας Καυδιανών δικράνων.

Του Παναγιώτη Τσαγκάρη
Γενικού Γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων(ΠΕΘ)
ΠΗΓΗ: zoiforos@gmail.com