Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

"Νεκρώσιμος Ἀκολουθία"

"ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΝΕΚΡΩΣΙΜΟΣ
ΕΙΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΚΑΙ ΙΕΡΕΙΣ"

Πρεσβύτερος Στέφανος Αλεξόπουλος
Εφημέριος Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου Χαλανδρίου

Προοίμιο

 Σύμφωνα με το εν χρήσει Τυπικόν της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας η νεκρώσιμος ακολουθία είναι κοινή «εἰς ἅπαντας τοὺς κοιμηθέντας, καὶ εἰς Βασιλεῖς, καὶ εἰς Πατριάρχας, καὶ εἰς Ἀρχιερεῖς, καὶ εἰς Ἱερεῖς, καὶ εἰς ἄνδρας, καὶ γυναίκας, μικρούς τε καὶ μεγάλους, καὶ εἰς αὐτὰ τὰ βρέφη ... Πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Ανατρέχοντας όμως στο εν χρήσει Μέγα Ευχολόγιο της Εκκλησίας μας, παρατηρεί κανείς ότι υπάρχει πλήθος νεκρωσίμων ακολουθιών: Νεκρώσιμος ακολουθία «εις κοσμικούς», «εις μοναχούς», «εις ιερείς», «εις κοσμικούς άνδρας», και «κανών αναπαύσιμος εις νήπια». Εάν δε ερευνήσουμε τη χειρόγραφη παράδοση, θα δούμε ακόμη μεγαλύτερο πλήθος παραλλήλων ακολουθιών.
Το θέμα το οποίο μου ανατέθηκε να διαπραγματευτώ εδώ σήμερα, και δη με κάθε δυνατή συντομία, είναι η νεκρώσιμος ακολουθία των μοναχών και των ιερέων, διο και εισερχόμενος στο θέμα μου σπεύδω προοιμιακώς να αναφέρω ότι οι ακολουθίες αυτές, όπως παρατίθενται στο Μέγα Ευχολόγιο, αντικατοπτρίζουν μια μεγάλη ποικιλομορφία και μακρά πορεία εξέλιξης η οποία άρχισε να ανακόπτεται σε μεγάλο βαθμό με την εμφάνιση της τυπογραφίας.
Ο χώρος και ο χρόνος δεν μου επιτρέπουν μια λεπτομερή και διεξοδική ανάλυση των δύο αυτών νεκρωσίμων ακολουθιών. Θα περιοριστώ ως εκ τούτου στα στοιχεία εκείνα που κατά την ταπεινή μου άποψη θεωρώ σημαντικά όσον αφορά στις αρχές, στην ιστορική εξέλιξη, και στη τελική διαμόρφωση των ακολουθιών αυτών. Πρέπει πάντως ευθύς αμέσως να σημειώσω, ότι ουσιαστικά δεν έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικές ακολουθίες, αλλά με μία ακολουθία σε δύο διαφορετικά στάδια εξέλιξης.
Μπαίνω λοιπόν στο θέμα μου, εξετάζοντας τούτο σε πέντε χρονικές περιόδους.
Περίοδος Α΄:
Από τους πρώτους μέχρι τον 8ο  αιώνα
Το σχήμα της νεκρωσίμου ακολουθίας την περίοδο αυτή, δηλαδή πριν από τον 8ο αιώνα, δεν το γνωρίζουμε. Μας δίνονται όμως ενίοτε έμμεσες πληροφορίες, όπως από αγιολογικά και πατερικά κείμενα, από αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία μας επιτρέπουν να κάνουμε κάποιες υποθέσεις.
Από τις πληροφορίες αυτές θα επισημάνω μερικές μόνο οι οποίες φανερώνουν ότι ήδη από την πρώιμη αυτή εποχή υπάρχει μια κάποια τάση δημιουργίας ιδιαιτέρων εκκλησιαστικών τελετουργικών εθίμων όταν πρόκειται για κεκοιμημένους μοναχούς ή κληρικούς. Κατά την εν λόγῳ δηλαδή περίοδο έχουμε τη δημιουργία τελετουργικών πλαισίων αναλόγων με την ιδιότητα του κεκοιμημένου, ιδίως όταν ο θανών ή η θανούσα ήταν εξέχον μέλος της Χριστιανικής κοινότητος.
Φαίνεται ότι τα στοιχεία που διαφοροποιούν τις εν λόγω οιονεί τελετές ήταν κατ΄ αρχάς μεν η ένδυση του κεκοιμημένου. Τα πρώτα βήματα αυτής της διαφοροποίησης τα βλέπουμε στο βίο της Αγίας Μακρίνας (αδελφής του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου και του Αγίου Γρηγορίου του Νύσσης), όπου στο πλαίσιο της περιγραφής της προετοιμασίας του σώματός της μας αναφέρεται το απλούν της ένδυσής της ως χαρακτηριστικό της εν Χριστώ ζωής της. Δεν της αλλάζουν τα ενδύματα κατά την τελετή της ταφής, αλλά φαίνεται ότι την αφήνουν με εκείνα που φορούσε. Η απόφαση μάλιστα να την καλύψουν με ένα σκούρο ένδυμα λαμβάνεται με κριτήριο τον παραδειγματισμό των μελών της μοναστικής κοινότητος της Μακρίνας. Είναι χαρακτηριστικό ότι και στις δύο περιπτώσεις γίνεται αντιδιαστολή μεταξύ του στολισμού και της νεκρικής ένδυσης της Μακρίνας από τη μια, και των συνηθειών του λαού από την άλλη.
Στα Αρεοπαγιτικά κείμενα, εξ’ άλλου, παρατηρούμε ότι το ακριβές σημείο της τοποθέτησης του κεκοιμημένου μέσα στο Ναό διέφερε ανάλογα κάθε φορά με τη ιδιότητά του. Αν ήταν κληρικός ετοποθετήτο «ἐπίπροσθεν τοῦ θείου θυσιαστηρίου», αν ήταν μοναχός ή λαϊκός, «παρὰ τὸ τίμιον ἱερατεῖον αὐτὸν κατακλείνει, πρὸ τῆς ἱερατικῆς εἰσελεύσεως».
Βλέπουμε λοιπόν ότι σε αυτή την πρώτη περίοδο που εξετάσαμε δεν υπήρχαν ουσιαστικές διαφορές στις οιονεί νεκρώσιμες αυτές τελετές. Αυτό που διέφερε κατά περίπτωση την περίοδο αυτή ήταν ο τρόπος ένδυσης εκάστου  κεκοιμημένου ανάλογα με την ιδιότητά του, και ο χώρος τοποθέτησης αυτού μέσα στο χώρο του Ναού, πάλι ανάλογα με την ιδιότητά του.

Περίοδος Β΄:
                                 Από τον 8ο  στο 10ο  αιώνα
Στην περίοδο αυτή κατατάσουμε τις πηγές εκείνες οι οποίες δεν μας δίδουν μεν αυτοτελή νεκρώσιμο ακολουθία, αλλά όμως μας δίδουν ειδικά αναγνώσματα, ειδική ευχή θυμιάματος, ειδικά διακονικά, και ειδικές ευχές εις κοιμηθέντας. Κατά την εν λόγῳ περίοδο τα ως άνω λειτουργικά στοιχεία εντάσσονται σε ένα ευρύτερο τελετουργικό πλαίσιο. Το τελετουργικό  αυτό πλαίσιο μπορούσε να είναι η Θεία Λειτουργία ή κάποια ακολουθία του νυχθημένου, και κυρίως της Παννυχίδος, σύμφωνα με τους περισσοτέρους ερευνητές. Η νεκρώσιμος ακολουθία η οποία προέκυπτε από τη σύνθεση αυτή εχρησιμοποιήτο για όλους τους κεκοιμημένους ανεξαιρέτως.
Οι ευχές αυτές, όπως φαίνεται από τα στοιχεία που μας δίνει η χειρόγραφη παράδοση, είχαν την εξής διάταξη:
Διακονικά εἰς κοιμηθέντας
Εὐχή Πρώτη
Εἰρήνη πᾶσι
Τὰς κεφαλὰς
Εὐχή Δεύτερη (Κεφαλοκλισίας
Τα εν λόγῳ λειτουργικά στοιχεία αποτελούσαν μόνιμη και σταθερή λειτουργική ενότητα της οιονεί νεκρωσίμου ακολουθίας παντός ανθρώπου κατά την εξεταζομένη χρονική περίοδο. Εξαίρεση αποτελούσε μόνο το περιεχόμενο της πρώτης ευχής η οποία ήταν ανάλογη με την ιδιότητα του κεκοιμημένου, δηλαδή εάν ήταν ιερέας, αρχιερέας, μοναχός, κ.τ.λ. και αποτελεί μια πρώιμη ένδειξη της καθιέρωσης ξεχωριστών ακολουθιών αργότερα.
Περίοδος Γ’
Από τον 10ο  μέχρι  τον 12ο   αιώνα
Την περίοδο αυτή, δηλαδή μεταξύ του 10ου και 12ου αιώνα, παρατηρούμε τη σταδιακή αλλά σταθερή εξάπλωση του μοναχικού τυπικού. Μέσα στο πλαίσιο αυτό εμφανίζεται και η πρώτη αυτοτελής νεκρώσιμος ακολουθία που απαντάται στον κώδικα της Μονής Κρυπτοφέρρης Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος.
Στη νεκρώσιμη ακολουθία του παραπάνω κώδικα παρατηρούμε την επικράτηση του μοναχικού όρθρου ως πλαισίου μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η νεκρώσιμος ακολουθία γενικώς Επίσης, παρατηρούμε κατ’ αρχάς μικρές διαφορές μεταξύ νεκρωσίμου ακολουθίας λαϊκού, μοναχού, και κληρικού, που συνίσταται κυρίως στην επιλογή της εναρκτήριας ψαλμωδίας, επιλογή του κανόνα και του κοντακίου, και επιλογή της επιτάφιας ευχής (Η δομή της ως άνω νεκρωσίμου ακολουθίας δίδεται στο Επίμετρο Β).
Την ίδια εποχή εμφανίζονται στη χειρόγραφη παράδοση και νεκρώσιμες ακολουθίες με τίτλο «εις κοιμηθέντας μοναχούς.» Οι νεκρώσιμες αυτές ακολουθίες όμως στην πράξη δεν ήταν αποκλειστικής μοναχικής χρήσης, αλλά ήταν κοινές για όλες τις κατηγορίες κεκοιμημένων με μικρές εναλλαγές στην εναρκτήρια ψαλμωδία, στον κανόνα, ή στο κοντάκιο, ανάλογα με την ιδιότητα του κεκοιμημένου.
Περίοδος Δ’
Από τον 12ο  μέχρι και τον 14ο αιώνα
Από τον 12ο αιώνα και μετά, παράλληλα με την νεκρώσιμο ακολουθία που ήταν σε κοινή για κληρικούς, λαϊκούς, και μοναχούς, αρχίζουν να εμφανίζονται αυτοτελείς νεκρώσιμες ακολουθίες που προορίζονταν σχεδόν αποκλειστικά για μοναστική χρήση, δηλαδή για τη νεκρώσιμο ακολουθία μοναχών, οι οποίες όμως εχρησιμοποιούντο και στις περιπτώσεις κήδευσης κληρικών. Στη διαμόρφωση αυτών των νεκρωσίμων ακολουθιών είναι άξιο παρατήρησης να σημειώσουμε ότι βλέπουμε μια πληθώρα εναλλαγών, επιλογών, και συνδυασμών ως προς τα δομικά τους στοιχεία. Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του λειτουργιολόγου Peter Galadza, σε ολόκληρη τη χειρόγραφη παράδοση υπάρχουν 18 (!) διαφορετικά σχήματα νεκρωσίμων ακολουθιών εις μοναχούς. Μέσα από αυτά προέκυψε αργότερα και η νεκρώσιμος ακολουθία εις κληρικούς, όπως θα αναφέρουμε παρακάτω.
Παρατηρώντας τα 18 αυτά σχήματα νεκρωσίμου ακολουθίας εις μοναχούς βλέπουμε ότι όλα τα σχήματα έχουν ως βάση την ακολουθία του μοναχικού όρθρου.
Επειδή ο χρόνος δεν μας επιτρέπει την ανάλυση και των 18 σχημάτων της νεκρωσίμου ακολουθίας εις μοναχούς, θα εξετάσουμε μερικά δομικά λειτουργικά στοιχεία των νεκρωσίμων αυτών ακολουθιών.
Ψαλμός 90
Στις νεκρώσιμες ακολουθίες, όπως παρατίθενται στο Μέγα Ευχολόγιο, ο ψαλμός 90 είναι ο εναρκτήριος ψαλμός των νεκρωσίμων ακολουθιών εις κοσμικούς και μοναχούς, ενώ στα παλαιά χειρόγραφα ορίζεται ο εξάψαλμος για λαϊκούς και ο ψαλμός 90 για μοναχούς, όπως π.χ. στον κώδικα της Μονής Κρυπτοφέρρης Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος που εξετάσαμε και παραπάνω (βλέπε και Επίμετρο Β).
Στη χειρόγραφη παράδοση του 12ου αιώνος, όταν πρόκειται για νεκρώσιμη ακολουθία ηγουμένου, ιερέως ή διακόνου, ορίζεται ο εξάψαλμος. Έχει εκφραστεί η άποψη ότι ο ψαλμός 90 είναι δάνειο από την ακολουθία της Παννυχίδος, αλλά ίσως η παρουσία του στις νεκρώσιμες ακολουθίες αντικατοπτρίζει αρχαία παράδοση, αφού απαντάται στο ίδιο πλαίσιο και σε άλλες χριστιανικές παραδόσεις, αλλά και στην εβραϊκή παράδοση.
Άμωμος – Ευλογητάρια
Αν δούμε τη χειρόγραφη παράδοση γενικώς, ο άμωμος (ψαλμός 118) είναι συνυφασμένος με την νεκρώσιμο ακολουθία. Στη σημερινή λειτουργική χρήση, ο άμωμος  στιχολογείται σε δύο στάσεις στην περίπτωση νεκρωσίμου ακολουθίας μοναχού, σε τρεις στην νεκρώσιμο ακολουθία κληρικού. Ο εν λόγῳ ψαλμός μαρτυρείται από την πρώτη πλήρη νεκρώσιμη ακολουθία (στο Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος), αν και υπάρχουν μερικές περιπτώσεις νεκρωσίμου ακολουθίας μοναχών όπου δεν απαντάται καθόλου ο ψαλμός αυτός. Βλέπουμε επίσης μεγάλη ποικιλία στον τρόπο εκτέλεσης του αμώμου: χωρίς στάσεις, με δύο στάσεις, ή με τρεις στάσεις. Η εκτέλεση του αμώνου σε τρεις στάσεις είναι η αναμενόμενη, αφού ο ψαλμός 118, λόγῳ του μήκους του, αποτελεί από μόνος του το 17ο κάθισμα του Ψαλτηρίου, και ο ψαλμός εκεί χωρίζεται σε τρεις στάσεις, όπου κάθε στάση κατακλείεται με τη μικρή δοξολογία και ακολουθούν αιτήσεις. Η εκτέλεση του αμώμου σε δύο στάσεις σταδιακά αντικατέστησε τον άμωμο σε τρεις στάσεις στην νεκρώσιμο ακολουθία μοναχών κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα και μάλλον σχετίζεται με τα Σάββατα που έχουν αλληλούια, όπου κι εκεί ο άμωμος έχει δύο στάσεις. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει η μικρή δοξολογία μεταξύ των δύο στάσεων, αλλά μετά το στίχο 93 ακολουθούν αιτήσεις. Μετά την εκφώνηση, συνεχίζουν με την δεύτερη στάση. Επίσης, στα μουσικά χειρόγραφα παρατηρείται μεγάλη ποικιλία εφυμνίων στον άμωμο με δύο στάσεις, ενώ στον άμωμο με τρεις στάσεις το εφύμνιο είναι σταθερά «Ἀλληλούια» ή «Ἐλέησόν με Κύριε».
Τα ευλογητάρια συνδέονται στενά με τον άμωμο, ονομάζονται πολλές φορές «τροπάρια του αμώμου». Πρώτη φορά εμφανίζεται το πρώτο τροπάριο (Τῶν ἁγίων ὁ χορὸς) τον 10ο/11ο αιώνα, ως σύνολο από τον 12ο αιώνα, και είναι συνήθως επτά, συμπεριλαμβανομένων του τριαδικού και του θεοτοκίου. Από τα δύο ευλογητάρια που στη σημερινή χρήση προστίθενται στις νεκρώσιμες ακολουθίες κληρικών, τα «Οἱ τὸν ἀμνόν», και «Οἱ τὴν ὁδόν», το πρώτο απαντάται στο Μέγα Ευχολόγιο και στις νεκρώσιμες ακολουθίες λαϊκών και  μοναχών, το δε δεύτερο απαντάται στη χειρόγραφη παράδοση και στις νεκρώσιμες ακολουθίες λαϊκών και μοναχών. Στη νεκρώσιμο ακολουθία κληρικού στο έντυπο Μέγα Ευχολόγιο απαντώνται και τα δύο, φέρνοντας τον αριθμό των ευλογηταρίων στα οκτώ. Η τάση διαφοροποίησης που παρατηρούμε σχετικά με τα δύο αυτά τροπάρια μάλλον οφείλεται στην αναφορά των τροπαρίων αυτών στο κήρυγμα του Θείου Λόγου, στις θυσίες και στον αγώνα της ζωή που απαιτείται από τη ζωή του μοναχού και του κληρικού.
Κανών – Κοντάκιο
Η ιστορία του κοντακίου και του κανόνος αντικατοπτρίζουν, ως ένα βαθμό, την ιστορία εξέλιξης της Βυζαντινής λειτουργικής παράδοσης. Όσον αφορά στο θέμα μας, παρατηρούμε από την πρώτη κιόλας πλήρη νεκρώσιμο ακολουθία που έχουμε στον κώδικα Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος, ότι ο κανόνας και το κοντάκιο επιλέγονταν ανάλογα με την ιδιότητα του κεκοιμημένου. Στη χειρόγραφη παράδοση μαρτυρείται μεγάλη ποικιλία κανόνων και κοντακίων για μοναχούς και ιερείς, χωρισμένες σε υποκατηγορίες (παραδείγματος χάριν, εις μοναχούς, εις παρθένους, εις υποτακτικούς, εις μοναζούσας, εις ηγούμενον, εις ιερέα, εις ησυχαστήν). Πλήρες κοντάκιο σώζεται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς του Μεγάλου Ευχολογίου, μετά την έκτη ωδή του κανόνος, με μερικώς σωζομένη ακροστιχίδα «Αναστασίου του ταπ ...». Το ίδιο κοντάκιο (Μετὰ τῶν ἁγίων ἀνάπαυσον...) και ο πρώτος οίκος (Αὐτὸς μόνος ὑπάρχεις ἀθάνατος...) βρίσκεται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις μοναχούς στο Μέγα Ευχολόγιο.
Σύμφωνα με τον Bruni, ο κανόνας στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς είναι σύνθεση διαφορετικών κανόνων. Οι ειρμοί του Μ. Κανόνος κατά την διάρκεια της ταφής στη νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς εμφανίζονται στη χειρόγραφη παράδοση στο πλαίσιο νεκρωσίμων ακολουθιών τον 15ο αιώνα. Η νεκρώσιμος ακολουθία εις μοναχούς στην έντυπη έκδοση του Μεγάλου Ευχολογίου δεν έχει καθόλου κανόνα, ο οποίος μάλλον εξοβελίστηκε από την παρουσία όλων των αναβαθμών, δηλαδή και των οκτώ ήχων.
Αντίφωνα
Στη χειρόγραφη παράδοση βλέπουμε τριάδες ψαλμών οργανωμένων ως αντίφωνα. Οι τριάδες αυτές είναι ψαλμοί 22, 23, 83, ψαλμοί 22, 83, 114, και ψαλμοί 119, 120, 121. Οι πρώτες δύο τριάδες σχετίζονται μεταξύ τους, αφού η διαφορά μεταξύ τους είναι ένας ψαλμός. Οι ψαλμοί 22 και 114 ήταν γνωστοί για τη χρήση τους στις νεκρωσίμους ακολουθίες από την εποχή του Χρυσοστόμου. Η τρίτη τριάδα (ψαλμοί 119, 120, 121) είναι συνήθως ελλιπής στα χειρόγραφα, όπου ο τρίτος ψαλμός αντικαθίσταται από τους μακαρισμούς. Η δομή της τριάδος αυτής διαφέρει από τις δύο πρώτες στο ότι συνήθως δεν συνοδεύεται από αναγνώσματα.
Η δομή των τριάδων αυτών παραπέμπει σύμφωνα με τους ερευνητές είτε στην ασματική λειτουργική παράδοση της Κωνσταντινούπολης, είτε κατ’ άλλους στην  ασματική λειτουργική παράδοση των Ιεροσολύμων.

Αναβαθμοί
Το πρώτο αντίφωνο των αναβαθμών κάθε ήχου εμφανίζεται στη νεκρώσιμο ακολουθία μοναχών, ακολουθούμενο κάθε φορά από ομόηχα προσόμοια.  Ο Peter Galadza υποστηρίζει ότι η εισαγωγή των αναβαθμών και των οκτώ ήχων στη νεκρώσιμη ακολουθία έγινε τον 14ο αιώνα στο Άγιο Όρος. Αυτό οδήγησε στη σταδιακή συρρίκνωση του κοντακίου, το οποίο περιορίστηκε στο προοίμιό του και έναν οίκο, ενώ μέχρι εκείνη την εποχή ολόκληρο το κοντάκιο ήταν ακόμα εν χρήσει. Φαίνεται πάντως ότι η παρουσία και των αναβαθμών και των οκτώ ήχων όχι μόνο συρρίκνωσε το κοντάκιο, αλλά πήρε και τη θέση του κανόνα, αφού παρατηρούμε ότι στις περιπτώσεις αυτές όχι μόνο δεν υπάρχει κανόνας, αλλά η σειρά των αναβαθμών βρίσκεται συνήθως μετά τον Ν’ ψαλμό, στη θέση δηλαδή του κανόνα.
Η παρουσία των αναβαθμών του πλ.β΄ ήχου στη νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς πιθανώς σχετίζεται με το αποστολοευαγγέλιο που ακολουθεί, εισάγοντας το ευαγγέλιο, όπως γίνεται στο εωθινό ευαγγέλιο Κυριακών και εορτών.

Μακαρισμοί – Αναγνώσματα – Ν΄ Ψαλμός
Οι μακαρισμοί αρχίζουν να εμφανίζονται στη νεκρώσιμη ακολουθία από τον 11ο-12ο αιώνα, και τα τροπάρια που τους συνοδεύουν καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα επιλογών και κατηγοριών, κάτι που αντικατοπτρίζεται και στις νεκρώσιμες ακολουθίες, όπως δίδονται στο Μέγα Ευχολόγιο, όπου τα τροπάρια που συνοδεύουν τους Μακαρισμούς στις νεκρώσιμες ακολουθίες εις λαϊκούς, μοναχούς, και ιερείς είναι σε κάθε περίπτωση διαφορετικά. Οι μακαρισμοί έχουν τη θέση τους συνήθως πριν από το κυρίως αποστολικό και ευαγγελικό ανάγνωσμα και η αρχική τους θέση είναι, μαζί με το αποστολικό και ευαγγελικό ανάγνωσμα, πριν τον Ν΄ ψαλμό, θέση που διατηρείται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς.
Το πιο συνηθισμένο ζεύγος αποστολοευαγγελίων είναι Α΄ Προς Θεσ. 4:13-17, και Ιω. 5:24-30, το οποίο απαντάται στις περισσότερες νεκρώσιμες ακολουθίες. Η παρουσία περισσοτέρων του ενός αποστολοευαγγελίου σε πολλες νεκρώσιμες ακολουθίες μπορεί να εξηγηθεί και από τη δομή της κάθε ακολουθίας (όπως π.χ. η ύπαρξη αντιφώνων), αλλά και από την πρόθεση ανάγνωσης όσο περισσοτέρων περικοπών γίνεται που έχουν θέμα τον θάνατο και την ανάσταση, σύμφωνα και με το πνεύμα των Αρεοπαγιτικών συγγραμάτων: «τὰς ἐν τοῖς θείοις λόγοις ἐμφερομένας ἀψευδεῖς ἐπαγγελίας περὶ τῆς ἱερᾶς ἀναστάσεως ἀναγνῶντες.» 
Ακόμη και στη σημερινή πράξη δίδεται η δυνατότητα επιλογής μεταξύ διαφόρων αποστολικών και ευαγγελικών αναγνωσμάτων στις νεκρώσιμες ακολουθίες, αλλά συνήθως χρησιμοποιούνται μόνο αυτές που είναι αναγεγραμμένες στη νεκρώσιμο ακολουθία.
Εδώ θα μπορούσαμε να κάνουμε κι ένα μικρό σχόλιο σχετικά με την ανάγνωση του Ψαλτηρίου στους μοναχούς και του Τετραευαγγελίου στους ιερείς. Παρ’ όλο που απαντάται στα χειρόγραφα μόνο από τον 16ο αιώνα, η μαρτυρία του Συμεών Θεσσαλονικής μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι ήταν παλαιά συνήθεια.
Ευχές
Στη νεκρώσιμο ακολουθία σε μοναχούς του εντύπου Μεγάλου Ευχολογίου απαντάται μόνο η ευχή «Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων καὶ πᾶσης σαρκός.» Αντίστοιχα, στην νεκρώσιμο ακολουθία σε ιερείς, εκτός από την παραπάνω ευχή, λέγονται και οι εξής: 1. «Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον…»2. «Εὐχαριστοῦμέν σοι, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅτι σου μόνον τὸ ζῇν ἀθάνατον…» 3. «Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἡ τῶν θλιβομένων παραμυθία…»
Από τις ευχές αυτές, η πρώτη που είναι κοινή και στις δύο ακολουθίες («Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων καὶ πάσης σαρκός») είναι γενική ευχή, με την έννοια ότι δεν αναφέρεται συγκεκριμένα σε μοναχούς ή ιερείς. Όσον αφορά τις άλλες τρεις ευχές που εμφανίζονται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς, η ευχή «Εὐχαριστοῦμέν σοι, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅτι σου μόνον τὸ ζῇν ἀθάνατον…» είναι η μόνη που χωρίς αμφιβολία, βάση του περιεχομένου της, είναι γραμμένη για ιερείς. Η αναφορά μάλιστα μέσα στην ευχή «…καὶ ὥσπερ ἐπὶ τῆς γῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ σου λειτουργὸν αὐτὸν κατέστησας, οὕτω καὶ ἐν τῷ οὐρανίῳ σου θυσιαστηρίῳ ἀνάδειξον, Κύριε·» είναι κοινή σε αρκετές από τις ευχές για ιερείς, και είναι το μόνο στοιχείο που, κατά τη γνώμη μου, εξειδικεύει τις ευχές αυτές.
Η ευχή «Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον…» είναι αρκετά γενική, χωρίς να περιέχει καμμία ειδική αναφορά. Απαντάται για πρώτη φορά στον Βαρβερινό Κώδικα 336 του ογδόου αιώνα ως ειδική ευχή για μοναχούς. Η ευχή «Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἡ τῶν θλιβομένων παραμυθία…» είναι κι αυτή αρκετά γενική, και μόνο η λέξη «ιερεύς» που συνοδεύει τη μνημόνευση του ονόματος του κεκοιμημένου εξειδικεύει την ευχή.
Ως γενική παρατήρηση θα έλεγα ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ευχών είναι αρκετά γενικές ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διάφορες κατηγορίες κεκοιμημένων. Εξάλλου, ελάχιστες ευχές στη χειρόγραφη παράδοση έχουν αποκλειστική χρήση σε μία μόνο κατηγορία κεκοιμημένων. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς κανείς και για τους ύμνους των νεκρωσίμων ακολουθιών για μοναχούς και ιερείς· πολύ λίγοι, σε αναλογία με την πληθώρα υμνολογικών στοιχείων, κάνουν σαφή αναφορά σε μοναχούς ή ιερείς αντίστοιχα (βλέπε Επίμετρο ΣΤ για μερικά παραδείγματα).
Περίοδος Ε΄
Από  τον 15ο στον 16ο αιώνα
Την περίοδο αυτή εμφανίζεται και η αυτοτελής νεκρώσιμος ακολουθία εις ιερείς. Ουσιαστικά, δεν είναι καινούργια ακολουθία, αλλά διαμόρφωση της ήδη προϋπαρχούσης νεκρωσίμου ακολουθίας εις μοναχούς, με χαρακτηριστικά που δεν εμφανίζονται τώρα για πρώτη φορά, αλλά έχουν ήδη κάνει μια εμφάνιση στην νεκρώσιμο ακολουθία εις μοναχούς. Εξετάζοντας τη νεκρώσιμη ακολουθία για ιερείς στη χειρόγραφη παράδοση ο Vitaliano Bruni ξεχωρίζει δύο κυρίως ομάδες νεκρωσίμων ακολουθιών για ιερείς, με βάση τη δομή τους, σημειώνοντας ωστόσο την πληθώρα των εξαιρέσεων.
Παραθέτει τη νεκρώσιμη ακολουθία σε ιερέα στον κώδικα Εσφιγμένου 215 του 15ου αιώνα ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της πρώτης ομάδος, και την αντίστοιχη ακολουθία στον κώδικα Sinai gr. 985 του 15ου αιώνα ως παράδειγμα της δεύτερης ομάδος (βλέπε Επίμετρο Δ). Σημειώνει ότι η νεκρώσιμη ακολουθία για ιερείς του εν χρήσει Μεγάλου Ευχολογίου ανήκει στην παράδοση του κώδικα Εσφιγμένου 215. Η δομή της ακολουθίας στην ομάδα αυτή διατηρεί πολλά αρχαϊκά στοιχεία: (1) Η διάταξη των Τριών Αντιφώνων είναι παρόμοια με αυτή του κώδικα Γ.β. Χ του 10ου αιώνα, (2) η θέση των μακαρισμών είναι πριν τον Ν΄, και (3) η βασική δομή του όρθρου είναι εμφανής. Αντιθέτως, η δομή της δεύτερης ομάδος, όπως αντικατοπτρίζεται από τον κώδικα Sinai gr. 985 είναι λιγότερο εμφανής.
Μια χαρακτηριστική περίπτωση από τις εξαιρέσεις είναι η νεκρώσιμος ακολουθία στο Εξοδιαστικό της Μονής του Αγίου Σάβα 373 (291) του 15ου αιώνα. Η ακολουθία είναι κοινή για μοναχούς και ιερείς, και όπου σχεδόν όλα τα λειτουργικά σχήματα που εξετάσαμε παραπάνω τοποθετούνται στην νεκρώσιμο  αυτή ακολουθία: Ο άμωμος σε τρεις στάσεις, τα ευλογητάρια, οι ψαλμοί 119-120-121, οι ψαλμοί 22, 23, 83, οι αναβαθμοί και των οκτώ ήχων, μακαρισμοί, δεκαέξι (16!) αποστολοευαγγέλια, οι ειρμοί του Μεγάλου Κανόνος, και πληθώρα τροπαρίων. Χαρακτηριστικά επίσης της ακολουθίας αυτής είναι ότι οι ευχές δίδονται σε ζεύγη, μια για μοναχούς και μια για ιερομονάχους σε κάθε περίπτωση (βλέπε Επίμετρο Ε), και ότι τελείται η Θεία Λειτουργία μετά τους μακαρισμούς και τα αναγνώσματα που συνοδεύουν τους μακαρισμούς, εάν ο κεκοιμημένος είναι κληρικός.
Συμπεράσματα
Από την έρευνά μας εξάγουμε τα παρακάτω συμπεράσματα:
Οι διαφοροποιήσεις των διαφόρων κατηγοριών κεκοιμημένων κατά χρονολογική σειρά είναι η εξής: η προετοιμασία και ένδυση του κεκοιμημένου (4ος αιώνας), το ακριβές σημείο τοποθέτησής του στον Ναό (6οςαιώνας), εξειδικευμένες ευχές (8ος αιώνας), εξειδικευμένοι κανόνες και κοντάκια (10ος αιώνας).
Αυτοτελείς νεκρώσιμες ακολουθίες αποκλειστικής μοναχικής χρήσης αρχίζουν να εμφανίζονται από τον 12ο αιώνα, ενώ αυτοτελείς νεκρώσιμες ακολουθίες για ιερείς εμφανίζονται τον 15ο αιώνα.
Ουσιαστικά δεν έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικές νεκρώσιμες ακολουθίες, μία για μοναχούς και μία για ιερείς, αλλά έχουμε μία νεκρώσιμο ακολουθία, εκείνη των μοναχών, η οποία εξελίχθηκε και σε νεκρώσιμο ακολουθία των ιερέων.
Το πλήθος των νεκρωσίμων ακολουθιών για μοναχούς και ιερείς αναδεικνύει τον πλούτο, τη δημιουργικότητα, και τη ζωτικότητα των εκπροσώπων της  λειτουργικής υμνογραφικής παράδοσης της Εκκλησίας μας.
Η πληθώρα υμνολογικών επιλογών και η συνεχής τάση πρόσθεσης επι μέρους στοιχείων βοήθησε στην υπερβολική – κατά την ταπεινή μου γνώμη – ανάπτυξη και εξέλιξη των νεκρωσίμων ακολουθιών σε τέτοιο βαθμό, που, σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται δυσδιάκριτη η αρχική δομή τους.
Η απόφαση του Πατριαρχείου να είναι κοινή η νεκρώσιμος ακολουθία για όλους ανεξαιρέτως τους κοιμηθέντας είναι πιστεύω ένα παράδειγμα προσπάθειας λειτουργικής ευταξίας, η οποία στηρίζεται σε θεολογική βάση: «οὐκ ἔνι Ἰουδαίος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3:28), η οποία και αντικατοπτρίζεται και στο γνωστό ιδιόμελο της νεκρωσίμου ακολουθίας: «Ἐμνήσθην τοῦ προφήτου βοῶντος· ἐγώ εἰμι γῆ καὶ σποδός· καὶ πάλιν κατενόησα ἐν τοῖς μνήμασι, καὶ εἶδον τὰ ὀστᾶ τὰ γεγυμνωμένα καὶ εἶπον· Ἄρα τίς ἐστι βασιλεὺς ἢ στρατιώτης, ἢ πλούσιος ἢ πένης, ἢ δίκαιος ἢ ἁμαρτωλός; Ἀλλὰ ἀνάπαυσον Κύριε, μετὰ δικαίων τὸν δοῦλόν σου» 
Εάν επανεξεταζόταν το θέμα σήμερα, θα πρότεινα βάση να είναι η ύπαρξη μίας κοινής νεκρωσίμου ακολουθίας για όλες τις κατηγορίες πιστών, όπου μέσα στη κοινή και σταθερή δομή της νεκρωσίου αυτής ακολουθίας να εναλάσσονται μόνο ορισμένα στοιχεία (όπως, λ.χ. τροπάρια, ευχές), ανάλογα με την κάθε περίπτωση. Πιστεύω ότι αυτό και αντικατοπτρίζει την λειτουργική μας παράδοση και ανταποκρίνεται στις ποιμαντικές ανάγκες και ευαισθησίες της εποχής μας.
ΠΗΓΗ: http://www.ecclesia.gr

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ "ΠΑΤΜΙΟ":  Δημοσιεύεται τό ἀνωτέρω κείμενο, μέ 
ἀφορμή τήν ἐκδημία τῆς Γερόντισσας Ἀγαθαγγέλης  (κατά κόσμον Ἀργυρῆς) Μοναχῆς, Καθηγουμένης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Χώρας Πάτμου (ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία θά ψαλεῖ αὔριο, Σάββατο). Στή φωτό μέ τόν π. Γρηγόριο καί τήν συντροφιά της, μετά τή Θεία Λειτουργία. 


Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Τά μνημόσυνα!

Οι ημέρες τέλεσης των ιερών μνημοσύνων

Γεωργίου Ζαραβέλα
Θεολόγου
ΜΑ Ιστορικής Θεολογίας –
 Λειτουργικής ΕΚΠΑ



Τα μνημόσυνα εκφράζουν τη φροντίδα της Εκκλησίας για τα κεκοιμημένα μέλη της. Η τέλεσή τους είναι συνυφασμένη με συγκεκριμένες στιγμές από την εκδημία του πιστού (εννεάμερο, τεσσαρακονθήμερο, τρίμηνο, εξάμηνο, εννεάμηνο, ετήσιο, τριετές κ.ο.κ.), αλλά μπορούν να τελεστούν και σε έκτακτες περιπτώσεις, ανάλογα με την επιθυμία και την ανάγκη των οικείων. Οι ημέρες του λειτουργικού έτους, που μπορούν αυτά να τελεστούν, αποτελούν ζήτημα που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, αφού συγκεκριμένοι καιροί της λατρείας είναι απαγορευτικοί, άλλοι προσφέρονται, ενώ άλλοι αμφισβητούνται.

Η αρμοδιότερη ημέρα της εβδομάδας για την τέλεση των μνημοσύνων είναι το Σάββατο, το οποίο αφιερώνεται στη μνήμη όλων των αγίων και των κεκοιμημένων, σύμφωνα με τον εβδομαδιαίο εορτολογικό κύκλο της Θείας Λατρείας. Η Εκκλησία έχει θεσπίσει δύο φορές το χρόνο να τελούνται τα μνημόσυνα όλων των αποβιωσάντων μελών της, γνωστών και αγνώστων. Οι δύο ημέρες αυτές, τα λεγόμενα Ψυχοσάββατα, είναι το Σάββατο προ της Κυριακής των Απόκρεω και το Σάββατο προ της Πεντηκοστής. Κάθε άλλο Σάββατο, εκτός από το Σάββατο του Λαζάρου, το Μέγα Σάββατο και το Σάββατο της Διακαινησίμου, προσφέρονται για την τέλεση των μνημοσύνων, με εξαίρεση τη σύμπτωση μεγάλης Δεσποτικής ή Θεομητορικής εορτής.

Η Κυριακή είναι η μέρα που έχει αφιερωθεί, όπως φανερώνει και η ονομασία της, στον Κύριο και ειδικά στην Ανάστασή του, με ημέρα των εγκαινίων του κυριακάτικου, αναστάσιμου λειτουργικού κύκλου την Κυριακή του Αντίπασχα ή του Θωμά. Καλό είναι να μην τελούνται μνημόσυνα τις Κυριακές, αφού δεν συνάδουν με το χαρακτήρα της ημέρας και δεδομένου ότι μόλις η προηγούμενη ημέρα είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους. Το πρόβλημα αυτό απασχόλησε το κίνημα των Κολλυβάδων, οι οποίοι προσπάθησαν να διαφωτίσουν τους πιστούς με τη διδασκαλία τους, σε εποχές μεγάλης σύγχυσης, γνωστικού και πνευματικού αναλφαβητισμού και λειτουργικής κατάπτωσης.

Η τέλεση των μνημοσύνων με την παράθεση κολλύβων μπορεί κατ’ αρχάς να γίνει κάθε φορά που τελείται πλήρης Θεία Λειτουργία. Η Θεία Ευχαριστία συνδέεται άμεσα με την τέλεση τους, αφού το μνημόσυνο δεν είναι το παραστάσιμο ενώπιον των κολλύβων, αλλά η μνημόνευση των κεκοιμημένων στην ακολουθία της προθέσεως, η οποία είναι προπαρασκευαστική της Θείας Λειτουργίας. Ο λειτουργός αποθέτει μεταξύ όλων των άλλων στο δισκάριο, το οποίο εικονίζει τον κόσμο, ορατό και αόρατο, μερίδες υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων αδελφών. Οι τελευταίες εισάγονται στο Ποτήριο και ενώνονται με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού κατά την …., αφού πρώτα γίνει η μετάληψη κλήρου και λαού. Το πραγματικό μνημόσυνο είναι αυτό και όχι η απλή ιερολόγηση του παραστάσιμου, το οποίο ολοκληρώνει το μυστήριο.

Οι ημέρες κατά τις οποίες δεν τελείται πλήρης Θεία Λειτουργία είναι απαγορευτικές για την τέλεση των ιερών μνημοσύνων, αφού δεν μπορούν να μνημονευθούν τα ονόματα των κεκοιμημένων σε αυτή. Οι περιπτώσεις αυτές είναι: α) οι καθημερινές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, β) η Μεγάλη Εβδομάδα, γ) η Τετάρτη και η Παρασκευή της Εβδομάδας των Απόκρεω. Η τέλεση της ακολουθίας των Προηγιασμένων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πλήρης Θεία Λειτουργία, αφού συνιστά τρόπο μετάδοσης των ήδη καθαγιασμένων Τιμίων Δώρων.

Ημέρες κατά τις οποίες δεν μπορούν, επίσης, να τελεσθούν μνημόσυνα είναι η εβδομάδα της Διακαινησίμου έως και την Κυριακή του Θωμά, μεγάλες Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές, αλλά και η ημέρα της πανήγυρης του ναού. Οι ημέρες αυτές είναι αφιερωμένες απόλυτα στο εορταζόμενο γεγονός ή πρόσωπο, οπότε δεν πρέπει να αποσπάται η προσοχή των πιστών με την τέλεση μνημοσύνων. Ο εόρτιος χαρακτήρας τους, επίσης, δεν επιτρέπει την τέλεση μνημοσύνων. Οι προεόρτιες και οι μεθέορτες ημέρες των δεσποτικών και θεομητορικών εορτών δεν εμπίπτουν στην αρχή αυτή. Οι παραμονές Χριστουγέννων και Θεοφανείων όμως είναι εξίσου απαγορευτικές για τα ιερά μνημόσυνα, αφού ο ιδιαίτερος χαρακτήρας τους, με την τέλεση των Μεγάλων και Βασιλικών Ωρών, του Μεγάλου Αγιασμού, αλλά και το μακροσκελές της ακολουθίας δεν αφήνουν περιθώριο για αυτά. 

Η θεώρηση του Αγίου Δωδεκαημέρου ως ασύμβατου με την τέλεση των ιερών μνημοσύνων συνιστά τοπική πρακτική, η οποία δεν απαντά σε καμία πηγή. Οι μόνες ημέρες του, κατά τις οποίες δεν τελούνται μνημόσυνα, είναι η παραμονή, η κυριώνυμος και η πρώτη μεθέορτη των Χριστουγέννων και τν Θεοφανείων, αλλά και η Περιτομή του Ιησού Χριστού και η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου την 1η Ιανουαρίου. Όλες οι υπόλοιπες ημέρες προσφέρονται για την ιερολόγηση του νεκρώσιμου παραστάσιμου. 

Η αδυναμία τέλεσης μνημοσύνων σε πανηγυρικές ημέρες, οπότε τελείται κανονικά Θεία Λειτουργία, δεν συνεπάγεται και την άρνηση μνημόνευσης των ονομάτων στην προσκομιδή, που τελείται κανονικά και η απόθεση μερίδων στο δισκάριο υπέρ κεκοιμημένων και υπέρ ζώντων αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ακολουθίας. 

Η παράθεση κολλύβων στη μνήμη αγίου ή υπέρ υγείας οφείλει να διαχωριστεί κάθετα από τα νεκρώσιμα κόλλυβα. Τα ευχαριστήρια κόλλυβα στη μνήμη αγίου, όπως αυτό συμβαίνει το Α’ Σάββατο των Νηστειών, μνήμη του διά κολλύβων θαύματος του αγίου Θεοδώρου του Τύρωνος, δεν έχουν καμία σχέση με τα μνημόσυνα των κεκοιμημένων, δεν ευλογούνται με τον ίδιο τρόπο και δεν έχουν καμία λειτουργική συνάφεια. Τα κόλλυβα αυτά παρατίθενται υπέρ υγείας των ζώντων πιστών ως ευχαριστία προς τον τιμώμενο άγιο, με ειδική ευχή από τον ιερέα, στην οποία μνημονεύεται ο άγιος, αλλά και ονόματα των ζώντων, οι οποίοι τα προσέφεραν. Στην περίπτωση παράθεσης κολλύβων υπέρ υγείας, αλλά ταυτόχρονα και νεκρώσιμων, συχνό φαινόμενο του Α’ Σαββάτου των Νηστειών, ο λειτουργός οφείλει να ευλογήσει πρώτα τα υπέρ υγείας κόλλυβα και ύστερα να τελέσει το υπέρ των κεκοιμημένων μνημόσυνο.

ΠΗΓΗ: http://naxioimelistes.blogspot.gr
Η ευχή «εἰς γυναῖκα λεχώ» 
την πρώτη ημέρα από τη γέννηση


Η ανύστακτη μέριμνα της Εκκλησίας για τα ευσεβή μέλη της καλύπτει κάθε πτυχή του βίου τους, από την έλευση στον παρόντα κόσμο έως και την εκδημία από αυτόν. Η σημασία της πρώτης ημέρας της ζωής του παιδιού είναι εμφανής στη σύντομη ακολουθία του Ευχολογίου, η οποία φέρει τον τίτλο: «Εὐχὴ εἰς γυναῖκα λεχώ, τῆ πρώτῃ ἡμέρᾳ τῆς γεννήσεως τοῦ παιδίου αὐτῆς», αλλά κυρίως απευθύνεται στη μητέρα. Ο χαρακτηρισμός της ακολουθίας στα έντυπα ευχολόγια ως «ευχής» είναι εύλογος, αφού είναι σύντομη και κυριαρχούν οι υπέρ της γυναίκας και του βρέφους ευχές.

Η ακολουθία-ευχή δεν γίνεται στο ναό, αλλά στον τόπο, όπου έλαβε χώρα ο τοκετός, αφού ο ιερέας ενδυθεί το επιτραχήλιο. Η διάταξη του Ευχολογίου στην εισαγωγή της ακολουθίας αναφέρει ότι τελείται στον οίκο. Η σύγχρονη πρόοδος της υγειονομικής περίθαλψης και η ανάπτυξη ειδικευμένων μαιευτικών ιδρυμάτων καθιστά σπάνια τη διενέργεια τοκετού στην οικία, οπότε οι ευχές αναπέμπονται στο μαιευτήριο. Ο ιερέας δεν εισέρχεται στο χώρο του τοκετού, αλλά «ἵσταται πρὸ τοῦ πυλῶνος». Η στάση αυτή μαρτυρά την ιουδαϊκή επιρροή από τις περί καθαρών και ακαθάρτων πράξεων διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες ο κληρικός θα σπιλωθεί προσεγγίζοντας τη λεχώνα και δεν θα μπορεί να ιεροπρακτεί, εάν πρώτα δεν καθαρθεί τελετουργικά.
Η τελετή εκκινά με τη συνήθη εναρκτήρια εκφώνηση του ιερέα: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν». Μετά το Τρισάγιο ψάλλονται το απολυτίκιο και το κοντάκιο της ημέρας, εφόσον είναι δεσποτική ή θεομητορική εορτή, ή τα τροπάρια «Ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς», «Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς· ἐπὶ σοὶ γὰρ πεποίθαμεν» και «Τῆς εὐσπλαγχνίας τὴν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν». Στην προαίρεση του ιερέα επαφίεται, εάν θα ψάλλει στη συνέχεια τα απολυτίκια της Χριστού Γεννήσεως και του Γενεθλίου της Θεοτόκου. Ακολούθως αναγινώσκονται οι τρεις ευχές και η απόλυση.
Η πρώτη ευχή «Δέσποτα Κύριε, Πακτοκράτορ» απευθύνεται ικετευτικά. Ο ιερέας δέεται υπέρ της μητέρας και του βρέφους, ζητώντας από τον Κύριο να αποθεραπεύσει σύντομα τη γυναίκα από τις συνέπειες του τοκετού, να την εγείρει από την κλίνη των ωδινών και να την καθαρίσει από τους ρύπους του τοκετού, σύμφωνα με τη φράση του Ψαλμωδού: «ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50,7). Έπειτα επικαλείται τη σκεπαστική πρόνοια του Κυρίου, που θα τη διαφυλάξει αβλαβή καθ’ όλη την υπόλοιπη επίγεια ζωή της, μαζί με τις πρεσβείες της Θεομήτορος.
Η δεύτερη ευχή «Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν», η οποία είναι η εκτενέστερη, αρχίζει με παραβολή του τόκου της γυναίκας με το σωτήριο γεγονός της έλευσής του Κυρίου στον κόσμο ως βρέφος  από την Παρθένο και την ανάκλισή Του σε φάτνη. Ο ιερέας παρακαλεί να την ελεήσει, να τη συγχωρήσει για τα ακούσια και εκούσια αμαρτήματά της και να τη διαφυλάξει από κάθε δαιμονική επήρεια, όπως και το βρέφος, το οποίο γέννησε. Ζητά με επίταση και με επάλληλες χαρακτηριστικές εκφράσεις να αποκαταστήσει την υγεία της, να της αποδώσει σωματική και ψυχική ευρωστία και να απομακρύνει κάθε πονηρή επιβουλή, χορηγώντας της αγίους Αγγέλους ως φρουρούς και παραστάτες του βίου της.
Η ευχή αναφέρεται άμεσα στον εκκλησιασμό του βρέφους, την τεσσαρακοστή ημέρα από τη γέννησή του. Ο ιερέας δέεται στον Κύριο να αξιώσει το αρτιγέννητο παιδί να προσκυνήσει τον επίγειο ναό Του, που καθιερώθηκε ως τόπος δοξολογίας Εκείνου, όπως συνέβη και με τον τεσσαρακονθήμερο Χριστό την  ημέρα της Υπαπαντής του από τον θεοδόχο Συμεών.
Η τρίτη ευχή «Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ εὐδοκήσας κατελθεῖν ἐκ τῶν οὐρανῶν» είναι συγχωρητική υπέρ της μητέρας, αλλά και όσων ήλθαν σε επαφή με εκείνη. Ο πυρήνας της ευχής έχει ως υπόβαθρο τις ιουδαϊκές δοξασίες περί ακαθαρσίας της λεχώνας. Παρακαλεί να συγχωρηθούν τα πταίσματα όλων των εμπλεκομένων στον τοκετό, να καθαρισθούν τόσο η μητέρα, όσο και όλοι οι άλλοι. Υπενθυμίζει επίσης ότι η τεκνογονία είναι θεία εντολή και ότι ευλογήθηκε εξαιτίας τους ασθενούς της ανθρώπινης φύσης.
Το περιεχόμενο των ευχών, συμπερασματικά, διέπεται από δύο ζητήματα, για τα οποία δέεται ο κληρικός προς τον Κύριο: α) Η γυναίκα και το βρέφος να εξαγνισθούν και να μείνουν αλώβητοι από οιαδήποτε αντίθεη προσβολή. Η γυναίκα, κυρίως, αλλά και όσοι ήταν παρόντες στον τόκο να καθαρισθούν από το ρύπο της γέννας, να συγχωρηθούν για τα αμαρτήματά τους και να καταστούν το γρηγορότερο δυνατό άξιοι της μετοχής τους στην εκκλησιαστική ζωή. β) Η επάνοδος της σωματικής υγείας, η αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας του οργανισμού της μητέρας και η διαφύλαξη εκείνης και τους βρέφους εύρωστους και σθεναρούς είναι εξίσου σημαντική με την πνευματική υγεία και καθαρότητα.
Η ευχή της πρώτης ημέρας είναι σχετικά άγνωστη στην πλειονότητα των ανθρώπων. Η ιδιαιτερότητα των γεγονότων του τοκετού, οι ετοιμασίες και οι μέριμνες πριν και μετά από αυτόν, αλλά και ο αποχωρισμός της γέννας από την οικία συνιστούν παράγοντες, που αρχικά μετέθεσαν την ακολουθία στη τρίτη ημέρα από τη γέννηση ή αργότερα και σταδιακά την έθεσαν σε λήθη. Ο ευσύνοπτος χαρακτήρας της, αλλά και η ευλογία, την οποία λαμβάνουν η μητέρα και το βρέφος, είναι θετικά στοιχεία για την τέλεσή της. Παρά τις δυσκολίες που ανακύπτουν η απόδοση της ευχής είναι ωφέλιμη για τη λεχώνα, αλλά και για το σταδιακό εκκλησιασμό του βρέφους και την ένταξή του στο Σώμα του Χριστού.

«Γιατί δεν μ’ αγαπάει το παιδί;»

«Γιατί δεν μ’ αγαπάει το παιδί;»

Η τροφοδοσία της αξίας της ψυχής. Πολύ αναγκαία.

Ιστορίες καθημερινής τρέλας, αδιαφορίας, σκληροκαρδίας και ασυνεννοησίας από τον π. Ανδρέα Κονάνο, ιστορίες που αφορούν όλους μας και έχουμε πολλά να διδαχθούμε ακούγοντας τις.

Μπαίνει ο άντρας στο σπίτι.
«Η γυναίκα μου, πάτερ, είτε μπήκα είτε δεν μπήκα, καμία σημασία. Γυρισμένη πλάτη στην κουζίνα, καθάριζε χόρτα, μπαίνω κι ακούω μια φωνή:
“Γύρισες πάλι; Σχολάσατε κιόλας; Δεν έχεις πουθενά αλλού να πας; Έπρεπε να έρθεις κατευθείαν σπίτι;”
Είτε μπήκα είτε δεν μπήκα σπίτι, για τη γυναίκα μου είναι σαν να μην υπάρχω. Δεν αξίζω τίποτε στα μάτια της».

Το ίδιο κι ο άντρας στη γυναίκα. 
Της δίνεις αξία και σημασία;
Όλοι το ζητάμε. Όλοι έχουμε ανάγκη να μας δίνουν αξία και προσοχή. Όταν σου λέει ο άλλος ένα «μπράβο», νιώθεις ενθάρρυνση, καταλαβαίνεις ότι βαδίζεις καλά και συνεχίζεις με όρεξη. 
Δεν είναι εγωισμός αυτό.
Είναι ο καλός λόγος που σου δίνει κουράγιο να συνεχίσεις.

Πάει η γυναίκα στο κομμωτήριο. Φτιάχνει το μαλλί της. Το βάφει, το περιποιείται. Γυρίζει στο σπίτι.
«Ο άντρας μου, πάτερ, είτε με είδε είτε δεν με είδε, ένα και το αυτό. Την άλλη ημέρα πάω στη δουλειά. Με βλέπει ο κύριος στο απέναντι γραφείο και μου λέει:
“Ωραίο look, πολύ ωραίο το χτένισμά σου, πολύ μου αρέσει η αλλαγή που έκανες!”
Ο άντρας μου δεν το πρόσεξε. Ο ξένος όμως το πρόσεξε». 
Γιατί, κύριε, δεν το πρόσεξες;… Για ποιον το έκανε αυτό η γυναίκα σου;
Για ποιον άλλαξε κι ομόρφυνε;
Για σένα. Μα εσύ δεν πιάνεις το μήνυμα.

Έλεγε μια γυναίκα: 
«Όταν ο άντρας μου βλέπει αθλητικά, πάτερ, τα πάντα σβήνουν και χάνονται. Την ώρα εκείνη δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο γι’ αυτόν. Ακόμα κι αν έμπαινα στο σαλόνι καβάλα σε άλογο, με ξέπλεκα μαλλιά που είχαν πάρει φωτιά, δεν θα με πρόσεχε. Όταν βλέπει αθλητικά, δεν γυρίζει να με κοιτάξει ούτε δευτερόλεπτο Εκείνη την ώρα δεν υπάρχει τίποτε γι’ αυτόν. Είμαι ανύπαρκτη».

Η τροφοδοσία της αξίας της ψυχής. Πολύ αναγκαία.

Το ίδιο όμως θέλουν και τα παιδιά.
Πες μια καλή κουβέντα στο παιδί σου.
Αναρωτιέσαι γιατί βγαίνει συνέχεια έξω.
Ξέρεις γιατί;
Γιατί έξω τον βλέπουν οι φίλοι του και του λένε: «Γεια σου, ρε μεγάλε». Γι’ αυτό.

Ενώ εσύ δεν του λες: «Γεια σου, μεγάλε». Εσύ του λες: «Είσαι άχρηστος. Θα μείνεις στουρνάρι. Πίσω θα πας στη ζωή. Ανεπρόκοπος.
Μια ζωή πληρώνουμε για σένα και τίποτε δεν κάνεις. Τσάμπα τα φροντιστήρια Μας αρρώστησες. Μας καταξόδεψες».

Άκου λόγια! Δες ενθάρρυνση. 
Κάνουμε το παιδί σκουπίδι και μετά λέμε: «Γιατί δεν μ’ αγαπάει το παιδί; 
Γιατί το παιδί με βλέπει και τρέχει μακριά μου; 
Και τρέχει σε πλατείες κι άλλα στέκια, και πάει με τους φίλους του, και πάει σε ξένα σπίτια;» 
Γιατί; 
Γιατί εκεί το αγαπούν με τον τρόπο που μπορούν. Κι εσύ σίγουρα αγαπάς το παιδί σου. Μα δεν το δείχνεις. Το θέμα δεν είναι να αγαπάς μόνο, αλλά να το δείχνεις κιόλας. 
Όλοι αγαπάμε. Μα καταλήγουμε να το δείχνουμε στους τάφους μόνο, στους νεκρούς. Εκεί, όλο συναίσθημα, ποίηση, μελό και κλάμα. Όσο ο άνθρωπός σου ζει τον «ψήνεις» κανονικότατα Μετά δάκρυα και πόνος. Μα είναι αργά.

Από το βιβλίο του π. Ανδρέα Κονάνου «Όλα του γάμου δύσκολα…» των εκδόσεων Άθως.

Λευκό μου γιασεμί ...


Καληνύχτα σας, 

με ένα υπέροχο τραγούδι!

🌼
Είναι φορές που χωρίς αφορμή, 
κάτι γιορτάζει βαθιά στο κορμί, 
και ξαναβλέπεις το φως, 
σαν να `σουν χρόνια τυφλός.
Κι ένας αέρας ζεστός
γιασεμιά φορτωμένος, 
φυσάει βουρκωμένος.
🌼

🌼
Είναι φορές που δεν ξέρω γιατί
κάτι νυχτώνει βαθιά και πενθεί
και δε σου κάνει κανείς
κι όπως γυρεύεις να βρεις
λίγο λευκό να πιαστείς
γιασεμί στο σκοτάδι 
σαν άστρο ανάβει.
Λευκό μου γιασεμί,
μη νυχτώσεις.
🌼
Είναι φορές που χωρίς αφορμή, 
μέσα μου τρέμει μια ξένη φωνή, 
που μου θυμίζει στιγμές
από παλιές μου ζωές
και ένας αέρας ζεστός
γιασεμιά φορτωμένος, 
φυσάει βουρκωμένος.
Λευκό μου γιασεμί, 
μη νυχτώσεις.
🌼

Ποιός φταίει;

Όταν ένα παιδί έχει μάθει ότι για όλα φταίνε οι άλλοι

Ένα περιστατικό 

Πόσο μπορεί να επηρεάσει τη ζωή ενός παιδιού η πεποίθηση ότι για καθετί κακό ή τραυματικό που του συμβαίνει φταίνε πάντα οι άλλοι; Ότι εκείνο δεν έχει καμία ευθύνη για τίποτα;

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρει η νηπιαγωγός Κατερίνα Πουρίδου, στο mamagers.gr, περιγράφοντας πώς ένα παιχνίδι έγινε το αντικείμενο μίσους όταν ένα παιδί σκόνταψε πάνω του και ποια είναι η καλύτερη προσέγγιση για να μάθουμε στο παιδί την έννοια της ευθύνης.

«Πριν από λίγες μέρες, καθόμουν στην τάξη και παρατηρούσα τα παιδιά μου καθώς έπαιζαν, κρατώντας σημειώσεις για το κάθε παιδί ξεχωριστά, αλλά και για το πώς παίζουν ως ομάδες. 

Είναι κάτι που κάνω σχεδόν μέρα παρά μέρα, αλλά ειδικά τον Σεπτέμβριο, που είναι και η αρχή της σχολικής χρονιάς, επιδίδομαι στο συγκεκριμένο σπορ σχεδόν δυο ώρες κάθε μέρα, ώστε να μπορέσω να καταλάβω πώς λειτουργεί το κάθε παιδάκι, αλλά και η τάξη ως ομάδα.

Ήμουν ιδιαίτερα ευχαριστημένη από τις σημειώσεις μου της φετινής μου τάξης. Έβλεπα πως τα παιδιά δεν είχαν ιδιαίτερα προβλήματα κοινωνικοποίησης ή συναναστροφής. Γενικά η τάξη «έδεσε» από τις πρώτες μέρες. Τα παιδιά έλυναν σχεδόν μόνα τους τις διαφορές τους. Ακολουθούσαν κανόνες. Δεν ενοχλούσαν τους φίλους τους με άσχημες συμπεριφορές ή λόγια.

Μέσα σε αυτό το ευχάριστο κλίμα λοιπόν, ένα παιδάκι καθώς περπατούσε, σκόνταψε πάνω σε ένα παιχνίδι κι έπεσε. Δεν ήταν σοβαρή η πτώση. 
Το παιδάκι, όμως, αμέσως σηκώθηκε και χωρίς να κλάψει, άρχισε να χτυπάει το παιχνίδι (ένα ξύλινο αρκουδάκι). Φώναζε συνεχώς: «Εσύ φταις, κακό παιχνίδι, κακό παιχνίδι με έκανες κι έπεσα!». 
Τα περισσότερα παιδιά δεν έδωσαν σημασία στο γεγονός. Κάποια, όμως, γύρισαν να δουν τι συμβαίνει και με παρότρυνση του μικρού που είχε πέσει, άρχισαν κι εκείνα να «τιμωρούν» με χτυπήματα το «κακό» παιχνίδι.

Πριν προλάβω να αντιδράσω σ’ αυτήν την εικόνα, ένα άλλο παιδάκι, που συμμετείχε σ’ αυτό το σκηνικό τιμωρίας του παιχνιδιού, ήρθε κοντά μου και με προέτρεψε να κάνω «ντα» το παιχνίδι που έγινε αιτία να σκοντάψει ο φίλος μας. Φυσικά και δεν το έκανα, παρά μάζεψα όλα τα παιδιά γύρω από τον «τόπο του εγκλήματος», όπου και ξεκίνησε μία συζήτηση για το ποιος έφταιγε που σκόνταψε ο συμμαθητής τους.

Κάποια παιδιά απέδωσαν ευθύνες στο παιχνίδι και κάποια στο ίδιο το παιδάκι.

Ένα παιδάκι έδωσε όλη την ευθύνη αποκλειστικά σε εμένα, που δεν πρόλαβα να πιάσω τον φίλο τους πριν πέσει.

Πρώτα συζητήσαμε πως εγώ απείχα πολύ από το παιδί για να καταφέρω να το πιάσω (στον αέρα;) πριν πέσει. Έπειτα, μετρήσαμε και την απόσταση (3 μπλε φουλάρια, δηλαδή 1,5 μέτρο περίπου). Τέλος, περάσαμε στο ερώτημα αν τα άψυχα παιχνίδια μπορούν να επηρεάσουν την κίνηση του σώματός μας ή όχι. 

Μετά από πολλά πειράματα με διάφορα παιχνίδια που σκορπίσαμε στο πάτωμα, καταλήξαμε πως τα παιχνίδια δεν μετακινούνται από μόνα τους. Εκτός κι αν φυσήξει μεγάλος άνεμος ή υπάρχει φάντασμα στο σχολείο. Τα αποκλείσαμε και τα δύο. Επομένως, ο λόγος που ο φίλος μας έπεσε, ήταν επειδή δεν είδε το παιχνίδι στο πάτωμα από τη βιασύνη του και σκόνταψε επάνω του. Άρα, άδικα ξυλοφορτώσαμε το καημένο το παιχνιδάκι!

Το παιδάκι που σκόνταψε ήταν και το τελευταίο που πείστηκε ότι ουσιαστικά από δική του υπαιτιότητα σκόνταψε.

Ακόμη κι όταν τονίσαμε ότι ήταν άτυχη στιγμή και πως αυτά συμβαίνουν σε όλους, ακόμη και στους μεγάλους, δυσκολεύτηκε πάρα πολύ να το δεχτεί. Ο λόγος ήταν, κυρίως, επειδή αυτή ήταν η κυρίαρχη πρακτική στο σπίτι.

Ναι, το θυμάμαι κι εγώ μικρή, να σκοντάφτω σε αντικείμενα κι η γιαγιά μου να τα αποδίδει στα αντικείμενα, ενώ η μαμά μου στην απροσεξία μου. Η δασκάλα μου στο δημοτικό πάλι, θυμάμαι, μας είχε μιλήσει για το σώμα μας και πώς αυτό γίνεται αδέξιο, καθώς αναπτύσσεται, με αποτέλεσμα συχνές, ξαφνικές και φαινομενικά, αναίτιες πτώσεις του σώματός μας ή αντικειμένων που χειριζόμαστε. 

Αυτή η τελευταία προσέγγιση πιστεύω πως είναι και η πιο ορθή και πρέπει να προσφέρεται στα παιδιά από μικρή ηλικία, ώστε να γνωρίζουν τα πραγματικά γεγονότα της ανάπτυξης. Το ίδιο πρέπει να προσεγγίζεται και το γεγονός πως ευθυνόμαστε για τον τρόπο που κινούμαστε σε έναν χώρο, αλλά και για την έννοια του «ατυχήματος».

Τα παιδιά, μαθαίνοντας κάτι τόσο απλό, μαθαίνουν, ουσιαστικά, να αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους. Μαθαίνουν πως τα άψυχα αντικείμενα δεν μπορούν να ασκήσουν δύναμη πάνω μας χωρίς αιτία. Σημασία έχει η δική μας συμπεριφορά στο πλαίσιο που κινούμαστε. Και φυσικά, το να απαντήσουμε με βία υπό συνθήκες που δεν απειλείται η σωματική μας ακεραιότητα, είναι εκτός από λάθος και ανούσιο. Κανένα θετικό αποτέλεσμα δεν πρόκειται να προκύψει από μία βίαιη συμπεριφορά.

Μη θεωρήσετε τέτοια μικρά συμβάντα ασήμαντα και μην τα αφήνετε να περνούν έτσι. Αυτά τα παιδιά, όταν μεγαλώσουν, θα αποδίδουν τις αποτυχίες τους σε εξωγενείς παράγοντες, σε δύσκολους καιρούς ή σε τρίτα άτομα. 

Η πραγματικότητα, όμως, είναι πως ο καθένας μας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του. 
Τόσο για τις πτώσεις του όσο και για τις όμορφες δημιουργίες του. Το περιβάλλον θα κρύβει πάντα δυσκολίες. 
Πάντα θα υπάρχει ένα ξύλινο παιχνιδάκι που θα μας κάνει να σκοντάφτουμε και να πέφτουμε. 
Το ζήτημα είναι να σηκωνόμαστε, να τινάζουμε τα ρούχα μας και να μαθαίνουμε πως πρέπει να κοιτάμε καλά τον δρόμο που βαδίζουμε».