"ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΝΕΚΡΩΣΙΜΟΣ
ΕΙΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΚΑΙ ΙΕΡΕΙΣ"
Πρεσβύτερος Στέφανος Αλεξόπουλος
Εφημέριος Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου Χαλανδρίου
Πρεσβύτερος Στέφανος Αλεξόπουλος
Εφημέριος Ι. Ν. Αγίου Γεωργίου Χαλανδρίου
Προοίμιο
Σύμφωνα
με το εν χρήσει Τυπικόν της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας
η νεκρώσιμος ακολουθία είναι κοινή «εἰς ἅπαντας τοὺς κοιμηθέντας, καὶ εἰς
Βασιλεῖς, καὶ εἰς Πατριάρχας, καὶ εἰς Ἀρχιερεῖς, καὶ εἰς Ἱερεῖς, καὶ εἰς
ἄνδρας, καὶ γυναίκας, μικρούς τε καὶ μεγάλους, καὶ εἰς αὐτὰ τὰ βρέφη ...
Πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
Ανατρέχοντας
όμως στο εν χρήσει Μέγα Ευχολόγιο της Εκκλησίας μας, παρατηρεί
κανείς ότι υπάρχει πλήθος νεκρωσίμων ακολουθιών: Νεκρώσιμος ακολουθία «εις
κοσμικούς», «εις μοναχούς», «εις ιερείς», «εις κοσμικούς άνδρας», και «κανών
αναπαύσιμος εις νήπια». Εάν δε ερευνήσουμε τη χειρόγραφη παράδοση, θα δούμε
ακόμη μεγαλύτερο πλήθος παραλλήλων ακολουθιών.
Το θέμα το
οποίο μου ανατέθηκε να διαπραγματευτώ εδώ σήμερα, και δη με κάθε δυνατή
συντομία, είναι η νεκρώσιμος ακολουθία των μοναχών και των ιερέων, διο και
εισερχόμενος στο θέμα μου σπεύδω προοιμιακώς να αναφέρω ότι οι ακολουθίες
αυτές, όπως παρατίθενται στο Μέγα Ευχολόγιο, αντικατοπτρίζουν
μια μεγάλη ποικιλομορφία και μακρά πορεία εξέλιξης η οποία άρχισε να
ανακόπτεται σε μεγάλο βαθμό με την εμφάνιση της τυπογραφίας.
Ο χώρος και
ο χρόνος δεν μου επιτρέπουν μια λεπτομερή και διεξοδική ανάλυση των δύο αυτών
νεκρωσίμων ακολουθιών. Θα περιοριστώ ως εκ τούτου στα στοιχεία εκείνα που κατά
την ταπεινή μου άποψη θεωρώ σημαντικά όσον αφορά στις αρχές, στην ιστορική
εξέλιξη, και στη τελική διαμόρφωση των ακολουθιών αυτών. Πρέπει πάντως ευθύς
αμέσως να σημειώσω, ότι ουσιαστικά δεν έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικές
ακολουθίες, αλλά με μία ακολουθία σε δύο διαφορετικά στάδια εξέλιξης.
Μπαίνω
λοιπόν στο θέμα μου, εξετάζοντας τούτο σε πέντε χρονικές περιόδους.
Περίοδος Α΄:
Από τους πρώτους μέχρι τον 8ο αιώνα
Το σχήμα της
νεκρωσίμου ακολουθίας την περίοδο αυτή, δηλαδή πριν από τον 8ο αιώνα,
δεν το γνωρίζουμε. Μας δίνονται όμως ενίοτε έμμεσες πληροφορίες, όπως από
αγιολογικά και πατερικά κείμενα, από αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία μας
επιτρέπουν να κάνουμε κάποιες υποθέσεις.
Από τις
πληροφορίες αυτές θα επισημάνω μερικές μόνο οι οποίες φανερώνουν ότι ήδη από
την πρώιμη αυτή εποχή υπάρχει μια κάποια τάση δημιουργίας ιδιαιτέρων
εκκλησιαστικών τελετουργικών εθίμων όταν πρόκειται για κεκοιμημένους μοναχούς ή
κληρικούς. Κατά την εν λόγῳ δηλαδή περίοδο έχουμε τη δημιουργία τελετουργικών
πλαισίων αναλόγων με την ιδιότητα του κεκοιμημένου, ιδίως όταν ο θανών ή η
θανούσα ήταν εξέχον μέλος της Χριστιανικής κοινότητος.
Φαίνεται ότι
τα στοιχεία που διαφοροποιούν τις εν λόγω οιονεί τελετές ήταν κατ΄ αρχάς μεν η
ένδυση του κεκοιμημένου. Τα πρώτα βήματα αυτής της διαφοροποίησης τα βλέπουμε
στο βίο της Αγίας Μακρίνας (αδελφής του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου και του
Αγίου Γρηγορίου του Νύσσης), όπου στο πλαίσιο της περιγραφής της προετοιμασίας
του σώματός της μας αναφέρεται το απλούν της ένδυσής της ως χαρακτηριστικό της
εν Χριστώ ζωής της. Δεν της αλλάζουν τα ενδύματα κατά την τελετή της ταφής,
αλλά φαίνεται ότι την αφήνουν με εκείνα που φορούσε. Η απόφαση μάλιστα να την
καλύψουν με ένα σκούρο ένδυμα λαμβάνεται με κριτήριο τον παραδειγματισμό των
μελών της μοναστικής κοινότητος της Μακρίνας. Είναι χαρακτηριστικό ότι και στις
δύο περιπτώσεις γίνεται αντιδιαστολή μεταξύ του στολισμού και της νεκρικής
ένδυσης της Μακρίνας από τη μια, και των συνηθειών του λαού από την άλλη.
Στα
Αρεοπαγιτικά κείμενα, εξ’ άλλου, παρατηρούμε ότι το ακριβές σημείο της
τοποθέτησης του κεκοιμημένου μέσα στο Ναό διέφερε ανάλογα κάθε φορά με τη
ιδιότητά του. Αν ήταν κληρικός ετοποθετήτο «ἐπίπροσθεν τοῦ θείου θυσιαστηρίου»,
αν ήταν μοναχός ή λαϊκός, «παρὰ τὸ τίμιον ἱερατεῖον αὐτὸν κατακλείνει, πρὸ τῆς
ἱερατικῆς εἰσελεύσεως».
Βλέπουμε
λοιπόν ότι σε αυτή την πρώτη περίοδο που εξετάσαμε δεν υπήρχαν ουσιαστικές
διαφορές στις οιονεί νεκρώσιμες αυτές τελετές. Αυτό που διέφερε κατά περίπτωση
την περίοδο αυτή ήταν ο τρόπος ένδυσης εκάστου κεκοιμημένου ανάλογα με
την ιδιότητά του, και ο χώρος τοποθέτησης αυτού μέσα στο χώρο του Ναού,
πάλι ανάλογα με την ιδιότητά του.
Περίοδος Β΄:
Από τον 8ο
στο 10ο αιώνα
Στην περίοδο
αυτή κατατάσουμε τις πηγές εκείνες οι οποίες δεν μας δίδουν μεν αυτοτελή
νεκρώσιμο ακολουθία, αλλά όμως μας δίδουν ειδικά αναγνώσματα, ειδική ευχή
θυμιάματος, ειδικά διακονικά, και ειδικές ευχές εις κοιμηθέντας. Κατά την
εν λόγῳ περίοδο τα ως άνω λειτουργικά στοιχεία εντάσσονται σε ένα ευρύτερο
τελετουργικό πλαίσιο. Το τελετουργικό αυτό πλαίσιο μπορούσε να είναι
η Θεία Λειτουργία ή κάποια ακολουθία του νυχθημένου, και κυρίως της Παννυχίδος,
σύμφωνα με τους περισσοτέρους ερευνητές. Η νεκρώσιμος ακολουθία η οποία
προέκυπτε από τη σύνθεση αυτή εχρησιμοποιήτο για όλους τους κεκοιμημένους
ανεξαιρέτως.
Οι ευχές
αυτές, όπως φαίνεται από τα στοιχεία που μας δίνει η χειρόγραφη παράδοση, είχαν
την εξής διάταξη:
Διακονικά
εἰς κοιμηθέντας
Εὐχή Πρώτη
Εἰρήνη πᾶσι
Τὰς κεφαλὰς
Εὐχή Δεύτερη
(Κεφαλοκλισίας
Τα εν λόγῳ
λειτουργικά στοιχεία αποτελούσαν μόνιμη και σταθερή λειτουργική ενότητα της
οιονεί νεκρωσίμου ακολουθίας παντός ανθρώπου κατά την εξεταζομένη χρονική
περίοδο. Εξαίρεση αποτελούσε μόνο το περιεχόμενο της πρώτης ευχής η οποία ήταν
ανάλογη με την ιδιότητα του κεκοιμημένου, δηλαδή εάν ήταν ιερέας, αρχιερέας,
μοναχός, κ.τ.λ. και αποτελεί μια πρώιμη ένδειξη της καθιέρωσης ξεχωριστών
ακολουθιών αργότερα.
Περίοδος Γ’
Από τον 10ο
μέχρι τον 12ο αιώνα
Την περίοδο
αυτή, δηλαδή μεταξύ του 10ου και 12ου αιώνα,
παρατηρούμε τη σταδιακή αλλά σταθερή εξάπλωση του μοναχικού τυπικού. Μέσα στο
πλαίσιο αυτό εμφανίζεται και η πρώτη αυτοτελής νεκρώσιμος ακολουθία που
απαντάται στον κώδικα της Μονής Κρυπτοφέρρης Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος.
Στη
νεκρώσιμη ακολουθία του παραπάνω κώδικα παρατηρούμε την επικράτηση του
μοναχικού όρθρου ως πλαισίου μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η νεκρώσιμος ακολουθία
γενικώς Επίσης, παρατηρούμε κατ’ αρχάς μικρές διαφορές μεταξύ νεκρωσίμου
ακολουθίας λαϊκού, μοναχού, και κληρικού, που συνίσταται κυρίως στην επιλογή
της εναρκτήριας ψαλμωδίας, επιλογή του κανόνα και του κοντακίου, και
επιλογή της επιτάφιας ευχής (Η δομή της ως άνω νεκρωσίμου ακολουθίας
δίδεται στο Επίμετρο Β).
Την ίδια
εποχή εμφανίζονται στη χειρόγραφη παράδοση και νεκρώσιμες ακολουθίες με τίτλο
«εις κοιμηθέντας μοναχούς.» Οι νεκρώσιμες αυτές ακολουθίες όμως στην πράξη δεν
ήταν αποκλειστικής μοναχικής χρήσης, αλλά ήταν κοινές για όλες τις κατηγορίες
κεκοιμημένων με μικρές εναλλαγές στην εναρκτήρια ψαλμωδία, στον κανόνα, ή στο
κοντάκιο, ανάλογα με την ιδιότητα του κεκοιμημένου.
Περίοδος Δ’
Από τον 12ο μέχρι
και τον 14ο αιώνα
Από τον 12ο αιώνα
και μετά, παράλληλα με την νεκρώσιμο ακολουθία που ήταν σε κοινή για κληρικούς,
λαϊκούς, και μοναχούς, αρχίζουν να εμφανίζονται αυτοτελείς νεκρώσιμες
ακολουθίες που προορίζονταν σχεδόν αποκλειστικά για μοναστική χρήση, δηλαδή για
τη νεκρώσιμο ακολουθία μοναχών, οι οποίες όμως εχρησιμοποιούντο και στις
περιπτώσεις κήδευσης κληρικών. Στη διαμόρφωση αυτών των νεκρωσίμων
ακολουθιών είναι άξιο παρατήρησης να σημειώσουμε ότι βλέπουμε μια πληθώρα
εναλλαγών, επιλογών, και συνδυασμών ως προς τα δομικά τους στοιχεία. Σύμφωνα με
σχετική ανάλυση του λειτουργιολόγου Peter Galadza, σε ολόκληρη τη χειρόγραφη
παράδοση υπάρχουν 18 (!) διαφορετικά σχήματα νεκρωσίμων ακολουθιών εις
μοναχούς. Μέσα από αυτά προέκυψε αργότερα και η νεκρώσιμος ακολουθία εις
κληρικούς, όπως θα αναφέρουμε παρακάτω.
Παρατηρώντας
τα 18 αυτά σχήματα νεκρωσίμου ακολουθίας εις μοναχούς βλέπουμε ότι όλα τα
σχήματα έχουν ως βάση την ακολουθία του μοναχικού όρθρου.
Επειδή ο
χρόνος δεν μας επιτρέπει την ανάλυση και των 18 σχημάτων της νεκρωσίμου
ακολουθίας εις μοναχούς, θα εξετάσουμε μερικά δομικά λειτουργικά στοιχεία των
νεκρωσίμων αυτών ακολουθιών.
Ψαλμός 90
Στις
νεκρώσιμες ακολουθίες, όπως παρατίθενται στο Μέγα Ευχολόγιο, ο
ψαλμός 90 είναι ο εναρκτήριος ψαλμός των νεκρωσίμων ακολουθιών εις κοσμικούς
και μοναχούς, ενώ στα παλαιά χειρόγραφα ορίζεται ο εξάψαλμος για λαϊκούς και ο
ψαλμός 90 για μοναχούς, όπως π.χ. στον κώδικα της Μονής Κρυπτοφέρρης Γ.β. Χ του
δεκάτου αιώνος που εξετάσαμε και παραπάνω (βλέπε και Επίμετρο Β).
Στη
χειρόγραφη παράδοση του 12ου αιώνος, όταν πρόκειται για
νεκρώσιμη ακολουθία ηγουμένου, ιερέως ή διακόνου, ορίζεται ο εξάψαλμος. Έχει
εκφραστεί η άποψη ότι ο ψαλμός 90 είναι δάνειο από την ακολουθία της
Παννυχίδος, αλλά ίσως η παρουσία του στις νεκρώσιμες ακολουθίες αντικατοπτρίζει
αρχαία παράδοση, αφού απαντάται στο ίδιο πλαίσιο και σε άλλες χριστιανικές
παραδόσεις, αλλά και στην εβραϊκή παράδοση.
Άμωμος – Ευλογητάρια
Αν δούμε τη
χειρόγραφη παράδοση γενικώς, ο άμωμος (ψαλμός 118) είναι συνυφασμένος με την
νεκρώσιμο ακολουθία. Στη σημερινή λειτουργική χρήση, ο άμωμος
στιχολογείται σε δύο στάσεις στην περίπτωση νεκρωσίμου ακολουθίας μοναχού, σε
τρεις στην νεκρώσιμο ακολουθία κληρικού. Ο εν λόγῳ ψαλμός μαρτυρείται από την
πρώτη πλήρη νεκρώσιμη ακολουθία (στο Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος), αν και
υπάρχουν μερικές περιπτώσεις νεκρωσίμου ακολουθίας μοναχών όπου δεν απαντάται
καθόλου ο ψαλμός αυτός. Βλέπουμε επίσης μεγάλη ποικιλία στον τρόπο
εκτέλεσης του αμώμου: χωρίς στάσεις, με δύο στάσεις, ή με τρεις στάσεις. Η
εκτέλεση του αμώνου σε τρεις στάσεις είναι η αναμενόμενη, αφού ο ψαλμός 118,
λόγῳ του μήκους του, αποτελεί από μόνος του το 17ο κάθισμα του
Ψαλτηρίου, και ο ψαλμός εκεί χωρίζεται σε τρεις στάσεις, όπου κάθε στάση
κατακλείεται με τη μικρή δοξολογία και ακολουθούν αιτήσεις. Η εκτέλεση του
αμώμου σε δύο στάσεις σταδιακά αντικατέστησε τον άμωμο σε τρεις στάσεις στην
νεκρώσιμο ακολουθία μοναχών κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα και μάλλον
σχετίζεται με τα Σάββατα που έχουν αλληλούια, όπου κι εκεί ο άμωμος έχει δύο
στάσεις. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει η μικρή δοξολογία μεταξύ των
δύο στάσεων, αλλά μετά το στίχο 93 ακολουθούν αιτήσεις. Μετά την εκφώνηση,
συνεχίζουν με την δεύτερη στάση. Επίσης, στα μουσικά χειρόγραφα παρατηρείται
μεγάλη ποικιλία εφυμνίων στον άμωμο με δύο στάσεις, ενώ στον άμωμο με τρεις στάσεις
το εφύμνιο είναι σταθερά «Ἀλληλούια» ή «Ἐλέησόν με Κύριε».
Τα
ευλογητάρια συνδέονται στενά με τον άμωμο, ονομάζονται πολλές φορές «τροπάρια
του αμώμου». Πρώτη φορά εμφανίζεται το πρώτο τροπάριο (Τῶν ἁγίων ὁ χορὸς)
τον 10ο/11ο αιώνα, ως σύνολο από τον 12ο αιώνα,
και είναι συνήθως επτά, συμπεριλαμβανομένων του τριαδικού και του θεοτοκίου.
Από τα δύο ευλογητάρια που στη σημερινή χρήση προστίθενται στις νεκρώσιμες
ακολουθίες κληρικών, τα «Οἱ τὸν ἀμνόν», και «Οἱ τὴν ὁδόν», το πρώτο απαντάται
στο Μέγα Ευχολόγιο και στις νεκρώσιμες ακολουθίες λαϊκών
και μοναχών, το δε δεύτερο απαντάται στη χειρόγραφη παράδοση και
στις νεκρώσιμες ακολουθίες λαϊκών και μοναχών. Στη νεκρώσιμο ακολουθία
κληρικού στο έντυπο Μέγα Ευχολόγιο απαντώνται και τα δύο,
φέρνοντας τον αριθμό των ευλογηταρίων στα οκτώ. Η τάση διαφοροποίησης που
παρατηρούμε σχετικά με τα δύο αυτά τροπάρια μάλλον οφείλεται στην αναφορά των τροπαρίων
αυτών στο κήρυγμα του Θείου Λόγου, στις θυσίες και στον αγώνα της ζωή που
απαιτείται από τη ζωή του μοναχού και του κληρικού.
Κανών – Κοντάκιο
Η ιστορία
του κοντακίου και του κανόνος αντικατοπτρίζουν, ως ένα βαθμό, την ιστορία
εξέλιξης της Βυζαντινής λειτουργικής παράδοσης. Όσον αφορά στο θέμα μας,
παρατηρούμε από την πρώτη κιόλας πλήρη νεκρώσιμο ακολουθία που έχουμε στον
κώδικα Γ.β. Χ του δεκάτου αιώνος, ότι ο κανόνας και το κοντάκιο επιλέγονταν
ανάλογα με την ιδιότητα του κεκοιμημένου. Στη χειρόγραφη παράδοση μαρτυρείται
μεγάλη ποικιλία κανόνων και κοντακίων για μοναχούς και ιερείς, χωρισμένες σε
υποκατηγορίες (παραδείγματος χάριν, εις μοναχούς, εις παρθένους, εις
υποτακτικούς, εις μοναζούσας, εις ηγούμενον, εις ιερέα, εις ησυχαστήν). Πλήρες
κοντάκιο σώζεται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς του Μεγάλου Ευχολογίου,
μετά την έκτη ωδή του κανόνος, με μερικώς σωζομένη ακροστιχίδα «Αναστασίου του
ταπ ...». Το ίδιο κοντάκιο (Μετὰ τῶν ἁγίων ἀνάπαυσον...) και ο πρώτος
οίκος (Αὐτὸς μόνος ὑπάρχεις ἀθάνατος...) βρίσκεται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις
μοναχούς στο Μέγα Ευχολόγιο.
Σύμφωνα με
τον Bruni, ο κανόνας στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς είναι σύνθεση
διαφορετικών κανόνων. Οι ειρμοί του Μ. Κανόνος κατά την διάρκεια της ταφής στη
νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς εμφανίζονται στη χειρόγραφη παράδοση στο πλαίσιο
νεκρωσίμων ακολουθιών τον 15ο αιώνα. Η νεκρώσιμος
ακολουθία εις μοναχούς στην έντυπη έκδοση του Μεγάλου Ευχολογίου δεν έχει
καθόλου κανόνα, ο οποίος μάλλον εξοβελίστηκε από την παρουσία όλων των
αναβαθμών, δηλαδή και των οκτώ ήχων.
Αντίφωνα
Στη
χειρόγραφη παράδοση βλέπουμε τριάδες ψαλμών οργανωμένων ως αντίφωνα. Οι τριάδες
αυτές είναι ψαλμοί 22, 23, 83, ψαλμοί 22, 83, 114, και ψαλμοί 119, 120,
121. Οι πρώτες δύο τριάδες σχετίζονται μεταξύ τους, αφού η διαφορά μεταξύ τους
είναι ένας ψαλμός. Οι ψαλμοί 22 και 114 ήταν γνωστοί για τη χρήση τους στις
νεκρωσίμους ακολουθίες από την εποχή του Χρυσοστόμου. Η τρίτη τριάδα
(ψαλμοί 119, 120, 121) είναι συνήθως ελλιπής στα χειρόγραφα, όπου ο τρίτος
ψαλμός αντικαθίσταται από τους μακαρισμούς. Η δομή της τριάδος αυτής
διαφέρει από τις δύο πρώτες στο ότι συνήθως δεν συνοδεύεται από αναγνώσματα.
Η δομή των
τριάδων αυτών παραπέμπει σύμφωνα με τους ερευνητές είτε στην ασματική
λειτουργική παράδοση της Κωνσταντινούπολης, είτε κατ’ άλλους στην
ασματική λειτουργική παράδοση των Ιεροσολύμων.
Αναβαθμοί
Το πρώτο
αντίφωνο των αναβαθμών κάθε ήχου εμφανίζεται στη νεκρώσιμο ακολουθία μοναχών,
ακολουθούμενο κάθε φορά από ομόηχα προσόμοια. Ο Peter Galadza υποστηρίζει
ότι η εισαγωγή των αναβαθμών και των οκτώ ήχων στη νεκρώσιμη ακολουθία έγινε
τον 14ο αιώνα στο Άγιο Όρος. Αυτό οδήγησε στη σταδιακή
συρρίκνωση του κοντακίου, το οποίο περιορίστηκε στο προοίμιό του και έναν οίκο,
ενώ μέχρι εκείνη την εποχή ολόκληρο το κοντάκιο ήταν ακόμα εν χρήσει. Φαίνεται
πάντως ότι η παρουσία και των αναβαθμών και των οκτώ ήχων όχι μόνο συρρίκνωσε
το κοντάκιο, αλλά πήρε και τη θέση του κανόνα, αφού παρατηρούμε ότι στις
περιπτώσεις αυτές όχι μόνο δεν υπάρχει κανόνας, αλλά η σειρά των αναβαθμών
βρίσκεται συνήθως μετά τον Ν’ ψαλμό, στη θέση δηλαδή του κανόνα.
Η παρουσία
των αναβαθμών του πλ.β΄ ήχου στη νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς πιθανώς
σχετίζεται με το αποστολοευαγγέλιο που ακολουθεί, εισάγοντας το ευαγγέλιο, όπως
γίνεται στο εωθινό ευαγγέλιο Κυριακών και εορτών.
Μακαρισμοί – Αναγνώσματα – Ν΄ Ψαλμός
Οι
μακαρισμοί αρχίζουν να εμφανίζονται στη νεκρώσιμη ακολουθία από τον 11ο-12ο αιώνα,
και τα τροπάρια που τους συνοδεύουν καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα επιλογών και
κατηγοριών, κάτι που αντικατοπτρίζεται και στις νεκρώσιμες ακολουθίες,
όπως δίδονται στο Μέγα Ευχολόγιο, όπου τα τροπάρια που συνοδεύουν
τους Μακαρισμούς στις νεκρώσιμες ακολουθίες εις λαϊκούς, μοναχούς, και ιερείς
είναι σε κάθε περίπτωση διαφορετικά. Οι μακαρισμοί έχουν τη θέση τους
συνήθως πριν από το κυρίως αποστολικό και ευαγγελικό ανάγνωσμα και η
αρχική τους θέση είναι, μαζί με το αποστολικό και ευαγγελικό ανάγνωσμα, πριν
τον Ν΄ ψαλμό, θέση που διατηρείται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς.
Το πιο
συνηθισμένο ζεύγος αποστολοευαγγελίων είναι Α΄ Προς Θεσ. 4:13-17, και Ιω.
5:24-30, το οποίο απαντάται στις περισσότερες νεκρώσιμες ακολουθίες. Η
παρουσία περισσοτέρων του ενός αποστολοευαγγελίου σε πολλες νεκρώσιμες
ακολουθίες μπορεί να εξηγηθεί και από τη δομή της κάθε ακολουθίας (όπως π.χ. η
ύπαρξη αντιφώνων), αλλά και από την πρόθεση ανάγνωσης όσο περισσοτέρων
περικοπών γίνεται που έχουν θέμα τον θάνατο και την ανάσταση, σύμφωνα και με το
πνεύμα των Αρεοπαγιτικών συγγραμάτων: «τὰς ἐν τοῖς θείοις λόγοις ἐμφερομένας
ἀψευδεῖς ἐπαγγελίας περὶ τῆς ἱερᾶς ἀναστάσεως ἀναγνῶντες.»
Ακόμη και
στη σημερινή πράξη δίδεται η δυνατότητα επιλογής μεταξύ διαφόρων αποστολικών
και ευαγγελικών αναγνωσμάτων στις νεκρώσιμες ακολουθίες, αλλά συνήθως
χρησιμοποιούνται μόνο αυτές που είναι αναγεγραμμένες στη νεκρώσιμο ακολουθία.
Εδώ θα
μπορούσαμε να κάνουμε κι ένα μικρό σχόλιο σχετικά με την ανάγνωση του Ψαλτηρίου
στους μοναχούς και του Τετραευαγγελίου στους ιερείς. Παρ’ όλο που απαντάται στα
χειρόγραφα μόνο από τον 16ο αιώνα, η μαρτυρία του Συμεών
Θεσσαλονικής μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι ήταν παλαιά συνήθεια.
Ευχές
Στη
νεκρώσιμο ακολουθία σε μοναχούς του εντύπου Μεγάλου Ευχολογίου απαντάται
μόνο η ευχή «Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων καὶ πᾶσης σαρκός.» Αντίστοιχα, στην
νεκρώσιμο ακολουθία σε ιερείς, εκτός από την παραπάνω ευχή, λέγονται και οι
εξής: 1. «Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν
ἀπρόσιτον…»2. «Εὐχαριστοῦμέν σοι, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅτι σου μόνον τὸ ζῇν
ἀθάνατον…» 3. «Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἡ τῶν θλιβομένων παραμυθία…»
Από τις
ευχές αυτές, η πρώτη που είναι κοινή και στις δύο ακολουθίες («Ὁ Θεὸς τῶν
πνευμάτων καὶ πάσης σαρκός») είναι γενική ευχή, με την έννοια ότι δεν
αναφέρεται συγκεκριμένα σε μοναχούς ή ιερείς. Όσον αφορά τις άλλες τρεις ευχές
που εμφανίζονται στην νεκρώσιμο ακολουθία εις ιερείς, η ευχή «Εὐχαριστοῦμέν
σοι, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅτι σου μόνον τὸ ζῇν ἀθάνατον…» είναι η μόνη που χωρίς
αμφιβολία, βάση του περιεχομένου της, είναι γραμμένη για ιερείς. Η αναφορά
μάλιστα μέσα στην ευχή «…καὶ ὥσπερ ἐπὶ τῆς γῆς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ σου λειτουργὸν
αὐτὸν κατέστησας, οὕτω καὶ ἐν τῷ οὐρανίῳ σου θυσιαστηρίῳ ἀνάδειξον, Κύριε·»
είναι κοινή σε αρκετές από τις ευχές για ιερείς, και είναι το μόνο στοιχείο
που, κατά τη γνώμη μου, εξειδικεύει τις ευχές αυτές.
Η ευχή
«Δέσποτα Κύριε, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον…»
είναι αρκετά γενική, χωρίς να περιέχει καμμία ειδική αναφορά. Απαντάται για
πρώτη φορά στον Βαρβερινό Κώδικα 336 του ογδόου αιώνα ως ειδική ευχή για
μοναχούς. Η ευχή «Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἡ τῶν θλιβομένων παραμυθία…» είναι
κι αυτή αρκετά γενική, και μόνο η λέξη «ιερεύς» που συνοδεύει τη μνημόνευση του
ονόματος του κεκοιμημένου εξειδικεύει την ευχή.
Ως γενική
παρατήρηση θα έλεγα ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ευχών είναι αρκετά γενικές ώστε
να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διάφορες κατηγορίες κεκοιμημένων. Εξάλλου,
ελάχιστες ευχές στη χειρόγραφη παράδοση έχουν αποκλειστική χρήση σε μία μόνο
κατηγορία κεκοιμημένων. Το ίδιο μπορεί να πει κανείς κανείς και για τους
ύμνους των νεκρωσίμων ακολουθιών για μοναχούς και ιερείς· πολύ λίγοι, σε
αναλογία με την πληθώρα υμνολογικών στοιχείων, κάνουν σαφή αναφορά σε μοναχούς
ή ιερείς αντίστοιχα (βλέπε Επίμετρο ΣΤ για μερικά παραδείγματα).
Περίοδος Ε΄
Από τον 15ο στον
16ο αιώνα
Την περίοδο
αυτή εμφανίζεται και η αυτοτελής νεκρώσιμος ακολουθία εις ιερείς. Ουσιαστικά,
δεν είναι καινούργια ακολουθία, αλλά διαμόρφωση της ήδη προϋπαρχούσης
νεκρωσίμου ακολουθίας εις μοναχούς, με χαρακτηριστικά που δεν εμφανίζονται
τώρα για πρώτη φορά, αλλά έχουν ήδη κάνει μια εμφάνιση στην νεκρώσιμο ακολουθία
εις μοναχούς. Εξετάζοντας τη νεκρώσιμη ακολουθία για ιερείς στη χειρόγραφη
παράδοση ο Vitaliano Bruni ξεχωρίζει δύο κυρίως ομάδες νεκρωσίμων ακολουθιών
για ιερείς, με βάση τη δομή τους, σημειώνοντας ωστόσο την πληθώρα των
εξαιρέσεων.
Παραθέτει τη
νεκρώσιμη ακολουθία σε ιερέα στον κώδικα Εσφιγμένου 215 του 15ου αιώνα
ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της πρώτης ομάδος, και την αντίστοιχη ακολουθία
στον κώδικα Sinai gr. 985 του 15ου αιώνα ως παράδειγμα της
δεύτερης ομάδος (βλέπε Επίμετρο Δ). Σημειώνει ότι η νεκρώσιμη ακολουθία για
ιερείς του εν χρήσει Μεγάλου Ευχολογίου ανήκει στην παράδοση
του κώδικα Εσφιγμένου 215. Η δομή της ακολουθίας στην ομάδα αυτή διατηρεί
πολλά αρχαϊκά στοιχεία: (1) Η διάταξη των Τριών Αντιφώνων είναι παρόμοια με
αυτή του κώδικα Γ.β. Χ του 10ου αιώνα, (2) η θέση των
μακαρισμών είναι πριν τον Ν΄, και (3) η βασική δομή του όρθρου είναι εμφανής.
Αντιθέτως, η δομή της δεύτερης ομάδος, όπως αντικατοπτρίζεται από τον κώδικα
Sinai gr. 985 είναι λιγότερο εμφανής.
Μια
χαρακτηριστική περίπτωση από τις εξαιρέσεις είναι η νεκρώσιμος ακολουθία στο
Εξοδιαστικό της Μονής του Αγίου Σάβα 373 (291) του 15ου αιώνα.
Η ακολουθία είναι κοινή για μοναχούς και ιερείς, και όπου σχεδόν όλα τα
λειτουργικά σχήματα που εξετάσαμε παραπάνω τοποθετούνται στην νεκρώσιμο
αυτή ακολουθία: Ο άμωμος σε τρεις στάσεις, τα ευλογητάρια, οι ψαλμοί
119-120-121, οι ψαλμοί 22, 23, 83, οι αναβαθμοί και των οκτώ ήχων, μακαρισμοί,
δεκαέξι (16!) αποστολοευαγγέλια, οι ειρμοί του Μεγάλου Κανόνος, και πληθώρα
τροπαρίων. Χαρακτηριστικά επίσης της ακολουθίας αυτής είναι ότι οι ευχές
δίδονται σε ζεύγη, μια για μοναχούς και μια για ιερομονάχους σε κάθε περίπτωση
(βλέπε Επίμετρο Ε), και ότι τελείται η Θεία Λειτουργία μετά τους μακαρισμούς
και τα αναγνώσματα που συνοδεύουν τους μακαρισμούς, εάν ο κεκοιμημένος είναι
κληρικός.
Συμπεράσματα
Από την έρευνά μας εξάγουμε τα
παρακάτω συμπεράσματα:
Οι
διαφοροποιήσεις των διαφόρων κατηγοριών κεκοιμημένων κατά χρονολογική σειρά
είναι η εξής: η προετοιμασία και ένδυση του κεκοιμημένου (4ος αιώνας),
το ακριβές σημείο τοποθέτησής του στον Ναό (6οςαιώνας),
εξειδικευμένες ευχές (8ος αιώνας), εξειδικευμένοι κανόνες και
κοντάκια (10ος αιώνας).
Αυτοτελείς
νεκρώσιμες ακολουθίες αποκλειστικής μοναχικής χρήσης αρχίζουν να εμφανίζονται
από τον 12ο αιώνα, ενώ αυτοτελείς νεκρώσιμες ακολουθίες για
ιερείς εμφανίζονται τον 15ο αιώνα.
Ουσιαστικά
δεν έχουμε να κάνουμε με δύο διαφορετικές νεκρώσιμες ακολουθίες, μία για
μοναχούς και μία για ιερείς, αλλά έχουμε μία νεκρώσιμο ακολουθία, εκείνη των
μοναχών, η οποία εξελίχθηκε και σε νεκρώσιμο ακολουθία των ιερέων.
Το πλήθος
των νεκρωσίμων ακολουθιών για μοναχούς και ιερείς αναδεικνύει τον πλούτο, τη
δημιουργικότητα, και τη ζωτικότητα των εκπροσώπων της λειτουργικής
υμνογραφικής παράδοσης της Εκκλησίας μας.
Η πληθώρα
υμνολογικών επιλογών και η συνεχής τάση πρόσθεσης επι μέρους στοιχείων βοήθησε
στην υπερβολική – κατά την ταπεινή μου γνώμη – ανάπτυξη και εξέλιξη των
νεκρωσίμων ακολουθιών σε τέτοιο βαθμό, που, σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται
δυσδιάκριτη η αρχική δομή τους.
Η απόφαση
του Πατριαρχείου να είναι κοινή η νεκρώσιμος ακολουθία για όλους ανεξαιρέτως
τους κοιμηθέντας είναι πιστεύω ένα παράδειγμα προσπάθειας λειτουργικής
ευταξίας, η οποία στηρίζεται σε θεολογική βάση: «οὐκ ἔνι Ἰουδαίος οὐδὲ Ἕλλην,
οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς
ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3:28), η οποία και αντικατοπτρίζεται και στο γνωστό
ιδιόμελο της νεκρωσίμου ακολουθίας: «Ἐμνήσθην τοῦ προφήτου βοῶντος· ἐγώ εἰμι γῆ
καὶ σποδός· καὶ πάλιν κατενόησα ἐν τοῖς μνήμασι, καὶ εἶδον τὰ ὀστᾶ τὰ
γεγυμνωμένα καὶ εἶπον· Ἄρα τίς ἐστι βασιλεὺς ἢ στρατιώτης, ἢ πλούσιος ἢ πένης,
ἢ δίκαιος ἢ ἁμαρτωλός; Ἀλλὰ ἀνάπαυσον Κύριε, μετὰ δικαίων τὸν δοῦλόν σου»
Εάν
επανεξεταζόταν το θέμα σήμερα, θα πρότεινα βάση να είναι η ύπαρξη μίας κοινής
νεκρωσίμου ακολουθίας για όλες τις κατηγορίες πιστών, όπου μέσα στη κοινή και
σταθερή δομή της νεκρωσίου αυτής ακολουθίας να εναλάσσονται μόνο ορισμένα
στοιχεία (όπως, λ.χ. τροπάρια, ευχές), ανάλογα με την κάθε περίπτωση. Πιστεύω
ότι αυτό και αντικατοπτρίζει την λειτουργική μας παράδοση και ανταποκρίνεται
στις ποιμαντικές ανάγκες και ευαισθησίες της εποχής μας.
ΠΗΓΗ:
http://www.ecclesia.gr
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ "ΠΑΤΜΙΟ": Δημοσιεύεται τό ἀνωτέρω κείμενο, μέ ἀφορμή τήν ἐκδημία τῆς Γερόντισσας Ἀγαθαγγέλης (κατά κόσμον Ἀργυρῆς) Μοναχῆς, Καθηγουμένης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ζωοδόχου Πηγῆς Χώρας Πάτμου (ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία θά ψαλεῖ αὔριο, Σάββατο). Στή φωτό μέ τόν π. Γρηγόριο καί τήν συντροφιά της, μετά τή Θεία Λειτουργία. |