ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΠΑΡΑΘΕΜΑΤΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΖΗΣΙΜΟ ΒΙΡΒΙΛΛΗ
ΘΕΟΛΟΓΟ
– ΦΙΛΟΛΟΓΟ – ΛΑΟΓΡΑΦΟ
ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
Τα αινίγματα αποτελούν ιδιαίτερο
κλάδο της Λαογραφίας. Είναι αινιγματικές εκφράσεις που αναφέρονται στις ιδιότητες και τα γνωρίσματα ενός αντικειμένου, χωρίς να
αναφέρεται το ίδιο το αντικείμενο, αλλά να ζητείται αυτό από τον ακροατή ή τον
ανα-γνώστη να το ανακαλύψει.
Είναι ένα είδος «παιδιάς» (παιχνιδιού),
που σκοπό έχει αφ’ ενός μεν τη
διασκέδαση και αφ’ ετέρου την άσκηση του μυαλού.
Τα αινίγματα εκφέρονται συνήθως, σε
έμμετρο λόγο (ποιη-τικά) και με ομοιοκαταληξία ή, όπως λέμε, « καταλογάδην» (δη- λαδή σε πεζό λόγο).
Αινίγματα έχουν σχεδόν όλοι οι λαοί.
Βρίσκομε στους αρχαίους έλληνες αλλά και στους εβραίους και στους πέρσες της
αρχαιότητας.
Σαν αφετηρία των αρχαίων ελληνικών
αινιγμάτων θεωρού-νται από πολλούς ερευνητές
οι λεγόμενοι «χρησμοί» των αρχαί-ων μαντείων.
Τόσο στους αρχαίους έλληνες συγγραφείς, αλλά και σε μεταγενέστερους, στους
συγγραφείς της Αγίας Γραφής, στους μεγάλους Εκκλησιαστικούς Πατέρες και
συγγραφείς, στους εβραί-ους Φίλωνα και Ιώσηπο, και στους πέρσες λογογράφους,
βρίσκομε άπειρες λέξεις με τον τύπο «αινίγματα».
Από την ελληνική μυθολογική αρχαιότητα
έχομε πληροφο-ρία για τα αινίγματα, όπως στον Οιδίποδα με το αίνιγμα:
«Τί
εστιν ο τετράπουν καί δίπουν
καί τρίπουν γίγνεται;
Στην Ελλάδα το αίνιγμα είναι καρπός της λαϊκής
δημιουρ-γίας και στοιχείο της φιλοσοφίας του λαού.
Πολλά αινίγματα είναι κοινά τόσο στην
έκφραση όσο και στην έννοια σε πολλούς λαούς. Θα παραθέσομε ένα μικρό
παράδειγμα με δυο αινίγματα του ιταλικού λαού, που είναι ακριβώς όμοια με τα
δικός μας, ακόμα και στην ομοιοκαταληξία:
«Έχω ένα βαρελάκι
πού ‘χει
δυο λογιώ κρασάκι».
”C’ `e un botticino
che mesce due sorte di
vino”
(Είναι ένα βαρελάκι,
που κερνά δυο ειδών κρασί)
και
«Τι είναι αυτό που κατεβαίνει γελώντας
και ανεβαίνει κλαίοντας;
(Ο κουβάς- το
χαρανί στο πηγάδι)
Quale e` quello che va
gi~u ridendo
e vien’ su piagendo ?”
( La secchia)
Στην Πάτμο δεν
μπορούμε να πούμε πως τα αινίγματα που χρησιμοποιούσαμε και που χρησιμοποιούμε
ίσως και σήμερα, είναι όλα «γηγενή» (ντόπια). Πολλά είναι εισαγόμενα. Για παρά-δειγμα το
αίνιγμα:
«Από πάνω σαν τηγάνι,
από κάτω σαν μπαμπάκι
κι από
πίσω σαν ψαλλίδι»,
το συναντάμε και
σε άλλος ελλαδικούς χώρους.
ΤΑ ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ ΠΟΥ
ΓΝΩΡΙΖΑΜΕ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ
ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΣΑΜΕ
ΝΑ ΛΥΣΟΥΜΕ
1--Bασιλιάς δεν είμαι,
κορόνα φορώ,
ρολόι
δεν
είμαι
τις
ώρες
μετρώ.
(Ποιός είμαι;=ο πετεινός)
2-Από μέσα είναι χρυσάφι
και απ’
όξω
είν’ ασήμι.
(Τί είναι;=Το αυγό)
ή
2α
3
- Έχω ένα βαρελάκι
πού’
χει δυο λογιώ κρασάκι
(Τί
είναι;= Το αυγό πάλι)
4-Τί είν’ αυτό που
κατεβαίνει γελώντας
και ανεβαίνει κλαίοντας;
(Τί είναι; =Το χαρανί στο πηγαδι)
5
- Γερανοί
πολλοί
πετούσαν,
Τί πολλοί πού ήσαν !
Ένας είχε μπρός του δυό
κι άλλος είχε πίσω δυό
κι ένας άλλος γερανός
ένα πίσω κι ένα μπρος!
(Πόσοι ήσαν;= τρεις!)
6–Σκύβω γονατίζω μπρός σου
το μακρύ μου στο σχιστό σου!
( Τί είναι;=Το κλειδί για
την κλειδαριά.=διφορούμενο!).
7
-Χίλιοι,
μύριοι
καλο(γ)έροι
Σ’ ένα ράσο τυλιγμένοι.
(Τι είναι ; =Το ρόδι ή το κρεμμύδι).
8
– Είμαι
νησί
του
Αιγαίου.
Αν με αποκεφαλίσεις
και τον τόνο μεταθέσεις
γίνομαι κινητήρια δύναμη.
(Ποιό είμαι;= Είμαι η Πάτμος).
[Το αίνιγμα αυτό είναι σύνθεση
του συγγραφέα – συλλογέα.]
9-
Μακρύς
, μακρύς
καλό(γ)ερος
και πέρα η φωνή του.
(Τί είναι; Το τουφέκι)
10-Μακρύς μακρύς καλό(γ)ερος
και κόκαλα δεν έχει.
(
Τί είναι;=ο καπνός)
11-Μακρύς μακρύς καλό(ε)ρος
και πίτα το κεφάλι.
(Τί είναι;=το φτυάρι
ή το αρπάι του φούρνου).
12-
Πέντε
–
πέντε
την
ημέρα
κι εκατό την εβδομάδα.
(ποιά είναι;=ευχή στους κυνηγούς
για τα πουλιά).
13
– Πέντε
–
πέντε
κουβαλούν,
τα σφυριά σφυροκοπούν,
η Μαρώ τα φροκαλά
η καπνοσακούλα
βάζει-βραζει
κι ο Κιουλούσης (ή ο Σουλούνιας) τ’
αποβγάζει.
(Τί είναι; = Το πεπτικό σύστημα).
14-
Κλειδώνω
το
σπιτάκι
μου
και κλέφτη βρίσκω μέσα.
(Τί είναι;= Ο ήλιος με τις αχτίδες του.
15
- Από
πάνω
σαν
τηγάνι
Από κάτω σαν μπαμπάκι
Κι από πίσω σαν ψαλλίδι.
(Τί είναι; Το χελιδόνι).
16
- Τραντάφυλλο
εφτάφυλλο,
εφτά φορές εφτάφυλλο
και μέσα στο εφτάφυλλο
είναι το τραντάφυλλο.
(Τί είναι; Η Μεγάλη Σαρακοστή
με τις εφτά εβδομάδες νηστείας
και στο κέντρο η Λαμπρή).
17
- Το
ούτσι
–
ούτσι
τέσσερις
και το λαλάκι πέντε,
και το γατί και το σκυλί,
σαρανταπέντε μέρες.
(Ποια είναι τα πρώτα δυο;
= το γουρούνι και το πρόβατο
που εγκυμονούν).
18 - Άγγελος νυχάτος
νυχοποδαράτος
πορπατεί και κρίνει
τη Δικαισύνη.
(Τί είναι; = Το (παλιό)
καντάρι).
19 – Έσφαξα τη γίδα μου,
έφαγα τη γίδα μου
κι από της γίδας μου το μερί
έγιν’ η γίδα μου πάλι γερή.
(Τί είναι; = Το σκόρδο).
20 - Χιλιοτρύπητο λαΐνι
που σταλιά νερό δε χύνει.
( Τί είναι; Το σφουγγάρι)
21- Εγώ γι’ αυτό σ’
αγόρασα
κι έδωκα τον παρά μου,
για να σε βάζω ανάσκελα
να κάνω τη δουλειά μου.
(Τί είναι; Η σκάφη -Διφορούμενο)
22 – Άψυχο, ψυχή δεν έχει,
μα ψυχές παίρνει και φεύγει.
(Τί είναι; Το καράβι)
23 – Πάει- πάει- πάει
Και πίσω δε γυρνάει.
(Τί είναι ; Το ποτάμι)