Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Κυριακή του Ασώτου-"'Ω πόσων ἀγαθών..".

 Μονοδιακόν  ΄Ω πόσων αγαθών!
   Δοξαστικός Ύμνος τη Κυριακή του Ασώτου

Η Παραβολή τοῦ Ασώτου!



Η Παραβολή του Αγαθού Πατέρα
του Ιωάννη Καραβιδόπουλου, Ομότιμου Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
 
Είπε ο Κύριος ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους. Ο μικρότερος απ' αυτούς είπε στον πατέρα του: “πατέρα, δώσε μου το μερίδιο της περιουσίας που μου αναλογεί”· κι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. 'Υστερα από λίγες μέρες ο μικρότερος γιος τα μάζεψε όλα κι έφυγε σε χώρα μακρινή. Εκεί σκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή. 'Οταν τα ξόδεψε όλα, έτυχε να πέσει μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, και άρχισε κι αυτός να στερείται. Πήγε λοιπόν κι έγινε εργάτης σε έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας, ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. 'Εφτασε στο σημείο να θέλει να χορτάσει με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, αλλά κανένας δεν του έδινε. Τελικά συνήλθε και είπε: “πόσοι εργάτες του πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, κι εγώ εδώ πεθαίνω της πείνας! 18Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: πατέρα, αμάρτησα στον Θεό και σ' εσένα· δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους εργάτες σου”. Σηκώθηκε, λοιπόν, και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του.
»Ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του, τον σπλαχνίστηκε, έτρεξε, τον αγκάλιασε σφιχτά και τον καταφιλούσε. Τότε ο γιος του του είπε: “πατέρα, αμάρτησα στον Θεό και σ' εσένα και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου”. Ο πατέρας όμως γύρισε στους δούλους του και τους διέταξε: “βγάλτε γρήγορα την καλύτερη στολή και ντύστε τον· φορέστε του δαχτυλίδι στο χέρι και δώστε του υποδήματα. Φέρτε το σιτευτό μοσχάρι και σφάξτε το να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός και αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”. 'Ετσι άρχισαν να ευφραίνονται.
»Ο μεγαλύτερος γιος του βρισκόταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν και πλησίαζε στο σπίτι, άκουσε μουσικές και χορούς. Φώναξε, λοιπόν, έναν από τους υπηρέτες και ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει. Εκείνος του είπε: “γύρισε ο αδερφός σου, κι ο πατέρας σου έσφαξε το σιτευτό μοσχάρι, γιατί του ήρθε πίσω γερός”. Αυτός τότε θύμωσε και δεν ήθελε να μπει μέσα. Ο πατέρας του βγήκε και τον παρακαλούσε, εκείνος όμως του αποκρίθηκε: “εγώ τόσα χρόνια σού δουλεύω και ποτέ δεν παράκουσα καμιά εντολή σου· κι όμως σ' εμένα δεν έδωσες ποτέ ένα κατσίκι για να ευφρανθώ με τους φίλους μου. 'Οταν όμως ήρθε αυτός ο γιος σου, που κατασπατάλησε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το σιτευτό μοσχάρι”. Κι ο πατέρας του του απάντησε: “παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι ό,τι είναι δικό μου είναι και δικό σου. 'Επρεπε όμως να ευφρανθούμε και να χαρούμε, γιατί ο αδερφός σου αυτός ήταν νεκρός κι αναστήθηκε, ήταν χαμένος και βρέθηκε”»  (Λουκ. 15, 1-32).
Η ωραία παραβολή που διαβάζεται τη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου και που ονομάζεται συνήθως «παραβολή του ασώτου υiού», χαρα­κτηρίστηκε ως «ο μαργαρίτης μεταξύ των παραβολών». Η Εκκλησία μας, θέλοντας να προτρέψει τους ανθρώ­πους στη μετάνοια, εν όψει μάλιστα της Μ. Τεσσαρακο­στής και της Μ. Εβδομάδας, προβάλλει το παράδειγμα του μετανοήσαντος «ασώτου υιού». Ας μη ξεχνούμε όμως και τη μορφή του άλλου παιδιού της παραβολής, του με­γαλύτερου παιδιού, που επικρατεί στο δεύτερο μέρος της διηγήσεως. Αυτός μας θυμίζει οπωσδήποτε τον Φαρισαίο, για τον οποίο έγινε λόγος στην περικοπή της προηγούμε­νης Κυριακής: Όπως ο Φαρισαίος, επαινεί και αυτός τον εαυτό του για την εργασία που προσφέρει, ζητεί την αμοιβή του, αισθάνεται υπεροχή έναντι του ασώτου αδελφού του και τέλος δεν μετέχει στην πατρική χαρά για την επιστροφή και μετάνοια του νεότερου αδελφού. Ασφαλώς σε τέτοιους ανθρώπους απευθυνόταν ο Ιησούς, όταν έλεγε την παρα­βολή αυτή, σε ανθρώπους οι οποίοι, ικανοποιημένοι από τη δική τους θρησκευτική αυτάρκεια, δεν έβλεπαν την αγάπη του Θεού που απευθύνεται προς όλους, ακόμη και προς τους αμαρτωλούς.
Βέβαια, η συμπεριφορά του μεγαλύτερου παιδιού έχει μέσα της κάτι το πολύ ανθρώπινο: εκφράζει την απαίτηση του ευσεβούς ανθρώπου να φέρεται ο Θεός με δικαιοσύνη, τιμωρώντας τον αμαρτωλό και αμείβοντας τον ενάρετο. Βρίσκεται όμως μακριά από τη θρησκεία της αγάπης που αποκαλύπτει στον κόσμο ο Χριστός. Αυτήν την αγάπη ενσαρκώνει ένα πρόσωπο της παραβολής που δεσπόζει απ’ αρχής μέχρι τέλους της διηγήσεως, το πρόσωπο του καλού πατέρα. Μπορεί στο πρώτο μέρος της διηγήσεως να προέχει η μορφή του ασώτου που μετανοιωμένος επι­στρέφει στο πατρικό σπίτι και στο δεύτερο μέρος η μορ­φή του «ενάρετου» μεγαλύτερου παιδιού. Σε ολόκληρη όμως τη διήγηση κυριαρχεί η μορφή του αγαθού και εύσπλαγχνου πατέρα.
Ας φέρουμε στο νου μας τα εξής σημεία από τη διήγηση της παραβολής:
α. Ήδη στην αρχή της διηγήσεως ο πατέρας, σεβό­μενος την ελεύθερη απόφαση του νεότερου παιδιού του, ικανοποιεί το αίτημά του και του δίνει το μερίδιο της περιουσίας που του ανήκει.
β. Περιμένει την επιστροφή του παιδιού του. Κι όταν πρώτος αυτός το αντικρίζει να επιστρέφει, τρέχει να το προϋπαντήσει, το αγκαλιάζει και το «καταφιλεί».
γ. Δεν συζητεί καν το αίτημα του παιδιού του να γίνει δούλος στο πατρικό σπίτι, αλλά το αποκαθιστά στην προηγούμενή του θέση, το ντύνει, του βάζει δακτυλίδι στο χέρι και πανηγυρίζει χαρούμενος για την επιστροφή του, δίνοντας το σύνθημα ενός γενικού εορτασμού για το χαρούμενο γεγονός.
δ. Την ίδια στοργή δείχνει στη συνέχεια και απέναντι του μεγαλυτέρου παιδιού του που δυσανασχετεί για τον εορτασμό· το παρακαλεί με αγάπη να πάρει μέρος στη χαρά για την επιστροφή του χαμένου αδελφού του.
ε. Τέλος, και στο μέρος ακόμη της διηγήσεως, όπου περιγράφεται η ασωτεία και η απόφαση μετάνοιας του νεότερου παιδιοΰ, στο υπόβαθρο βρίσκεται η μορφή του πατέρα. Θα σκεπτόταν ποτέ να επιστρέψει στο πατρικό σπίτι ο άσωτος, εάν μέσα στη μνήμη του δεν διατηρόταν ζωηρή η γλυκιά ανάμνηση ενός πατέρα γεμάτου στοργή και καλοσύνη;
Μετά από τη σύντομη σκιαγράφηση της μορφής του αγαθού πατέρα μπορούμε να διατυπώσουμε το διπλό μήνυ­μα της σημερινής παραβολής ως εξής:
1. Η αγάπη του Θεού αποτελεϊ κίνητρο για τη μετά­νοια του ανθρώπου και την επιστροφή του στην πατρική οικία, στην κοινωνία με τον Πατέρα. Η παράσταση του Θεού σαν οργισμένου τιμωρού εμβάλλει φόβο στον άν­θρωπο και τον απομακρύνει περισσότερο, ενώ ο τονισμός της θείας αγαθότητας ανταποκρίνεται στη χριστιανική αντίληψη περί Θεού και ενθαρρύνει τον άν­θρωπο να τον πλησιάσει.
Και 2. Το επίπεδο της πνευματικής τελειότητας του χριστιανού φαίνεται από τη στάση του και τη συμμετοχή του στη χαρά του αδελφού. Πολλές φορές μετέχει κανείς πιο εύκολα στη θλίψη του άλλου, μια και η θλίψη αυτή ευτυχώς δεν είναι δική του. Στη χαρά όμως δυσκολότερα μετέχει με ειλικρίνεια, επειδή ακριβώς δεν είναι δική του. Στην περίπτωση της παραβολής μας η χαρά για τη μετά­νοια του αδελφού δείχνει το μέτρο της πνευματικής μας ωριμότητος. 
ΠΗΓΗ: http://www.amen.gr

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

ΤΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ  ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
παπα Γιώργης Δορμπαράκης


«᾽Αναστάς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου» (Λουκ. 15, 18)

 Είναι τρομερή η ενέργεια που περικλείει η παραβολή του ασώτου, το ευαγγελικό ανάγνωσμα της ομώνυμης Κυριακής, η οποία αποτελεί το δεύτερο σκαλοπάτι της εισόδου μας στο ευλογημένο Τριώδιο. Κι αυτό γιατί προεκτείνει τη δυναμική της μετάνοιας, που τόνισε η προηγουμένη Κυριακή με την παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, ως εκείνης της εσωτερικής αλλαγής του ανθρώπου, η οποία δίνει την ώθηση για πραγματική σχέση με τον Θεό Πατέρα. Εννοούμε ότι αν στο πρόσωπο του Τελώνη είδαμε την εν ταπεινώσει κραυγή της μετάνοιας που αποδέχεται ο Θεός – «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» - στο πρόσωπο του μικρού γιου της παραβολής του ασώτου βλέπουμε τη μετάνοια ως κίνηση της υπάρξεως, προκειμένου να απεγκλωβιστεί από το χάος της απώλειας και της νέκρωσης της αμαρτίας και να βρει το αληθινό της πρόσωπο: αυτό που ανατέλλει με τη θέα του προσώπου του Πατέρα Θεού. «Αναστάς πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου», θα σηκωθώ και θα πάω προς τον πατέρα μου.  Δεν είναι τυχαίο, γι’ αυτό, που η παραβολή του ασώτου, κατά την εκκλησιαστική ορολογία, έχει χαρακτηριστεί ως «το μαργαριτάρι των παραβολών του Κυρίου» και ως «το ευαγγέλιο των ευαγγελίων». Πουθενά αλλού δεν παρουσιάζεται με τόση ένταση η κατάντια της αμαρτίας, αλλά και η αγάπη του Θεού, το φιλεύσπλαχνο και το φιλάνθρωπο του μεγάλου Πατέρα.

 

 1. Δεν θα ασχοληθούμε με την περίπτωση του μεγάλου γιου: αυτός λειτουργεί με τρόπο που ενώ εξωτερικά φαίνεται να είναι καλός και υποτακτικός, στην πραγματικότητα είναι στην αντίπερα όχθη του Πατέρα του. Δεν μπορεί να κατανοήσει την αγάπη του, δεν νιώθει καν ότι είναι γιος του. Ο Πατέρας του τον αντιμετωπίζει διαρκώς ως γιο του -  «όλα τα δικά μου είναι δικά σου» -   εκείνος επιμένει να έχει τη συνείδηση δούλου και μισθωτού - «τόσα χρόνια σου δουλεύω». Πρόκειται για μία διαφορετικού τύπου από ό,τι στον μικρό γιο κατάντια στην αμαρτία,  για μία άλλη ασωτία, όπως έχει ειπωθεί, στην οποία δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια λύση. Η τελική στάση του μεγάλου γιου μένει μετέωρη. Ο Χριστός δεν κάνει αποτίμηση αυτής.
 

Στον μικρό γιο όμως τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα: ο μικρός γιος, λόγω της φυγής από το σπίτι του Πατέρα, έχει οδηγηθεί σε έσχατη πτώση: ζει στερημένα («ήρξατο υστερείσθαι»), πεινάει και νιώθει ότι χάνεται («λιμώ απόλλυμαι»), γίνεται δούλος άλλων («εκολλήθη ενί των πολιτών»), ενώ το αίσθημα της ορφάνιας τον έχει καταβάλει («ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου»).  Κι είναι μία τραγική κατάσταση, που αξιολογικά επιβεβαιώνεται από ό,τι ο Πατέρας του θα πει αργότερα: «Ούτος ο υιός μου νεκρός ην…και απολωλός». Νεκρός και χαμένος. Αυτό πράγματι είναι το τίμημα της αμαρτίας: νομίζει κανείς ότι απελευθερώνεται, ότι βρίσκει τον εαυτό του, και τελικώς γίνεται δούλος, χάνει τον εαυτό του, νεκρώνεται. Κι αυτό συμβαίνει διότι ακριβώς ο άνθρωπος φεύγει από τη φυσιολογική του κατάσταση: να είναι με τον Πατέρα του, να ζει στο σπίτι το δικό του. Είναι η τραγική ερμηνεία που δίνει ολόκληρη η Αγία Γραφή σχετικά με το δράμα της πορείας του ανθρώπου: ο βασιλιάς άνθρωπος, ο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού» δημιουργημένος ξεπέφτει λόγω της άρνησής του να υπακούσει στον Θεό Πατέρα. Αμαρτάνει και με την αμαρτία του εισέρχεται ο θάνατος στο ανθρώπινο είδος. «Διά της αμαρτίας ο θάνατος».

 

2. Στον μικρό γιο όμως παρακολουθούμε και την ανάστασή του από την πτώση του: «αναστάς» - ό,τι κατανοείται ως μετάνοια.  Έρχεται κάποια στιγμή που συναισθάνεται τι είχε συμβεί, που νιώθει την εξαθλίωση της υπάρξεώς του – «εις εαυτόν ελθών», συναισθάνθηκε τι του είχε συμβεί – και αποφασίζει να αλλάξει. Κι αυτό θα πει ότι η αμαρτία έχει ένα όριο, φτάνει δηλαδή κανείς σε ένα σημείο που βλέπει ότι «δεν πάει άλλο». Κι αυτό το οριακό σημείο της έσχατης πτώσεως, του «μπουχτίσματος» της αμαρτίας, μπορεί να λειτουργήσει ως νέα αρχή, ως νέα αφετηρία. Πότε όμως; Όταν υπάρχει η στροφή προς το πατρικό σπίτι. Όταν η ανάμνηση του Πατέρα παραμένει ζωντανή και η εικόνα του λειτουργεί θετικά στον απομακρυσμένο από Αυτόν άνθρωπο. «Αναστάς πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου». Ο άσωτος μπορεί να είχε χαθεί μέσα στις αμαρτίες, μπορεί να είχε νεκρωθεί προσωρινά από ό,τι έκανε, όμως ακριβώς αυτό γίνεται η αφορμή να θυμηθεί το πρόσωπο του Πατέρα, του γεμάτου αγάπη και στοργή απέναντί του.  Θα λέγαμε ότι βρίσκεται σε ένα είδος προνομιακής θέσεως: έχει σπίτι και έχει Πατέρα, που τον αγαπά.  Δεν θυμίζει τούτο αυτό που έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος, ότι τα παιδιά που απομακρύνονται από τον Θεό, ενώ σχετίζονταν μικρά με την Εκκλησία, δεν πρέπει να τα φοβόμαστε, γιατί, όταν συνέλθουν, θα ξέρουν πού θα γυρίσουν; Για να πει στη συνέχεια: εκείνα που δεν γνώρισαν καθόλου τον Θεό, αυτά να λυπάσθε. Γιατί όταν θα έλθει η στιγμή να συνέλθουν, δεν θα ξέρουν πού να πάνε.

 

Το «αναστάς πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου» σημαίνει λοιπόν την ουσία της σώζουσας μετάνοιας. Αναγνωρίζω την πτώση μου, την αμαρτωλότητά μου, την απομάκρυνσή μου από το θέλημα του Θεού, όμως δεν μένω εκεί. Στρέφομαι με δύναμη προς τον Θεό, σ’ Αυτόν που με αγαπά και με σέβεται. Η συναίσθηση της αμαρτίας δηλαδή και η πίστη στην αγάπη του Θεού Πατέρα συνιστούν τα δομικά στοιχεία της μετάνοιας. Ένα από τα δύο αν λείπει, δεν έχουμε γνησιότητα αυτής. Κι αυτό υπήρξε για παράδειγμα και το δράμα του μαθητή του Χριστού Ιούδα: ένιωσε την αμαρτία της προδοσίας του απέναντι στον Δάσκαλο, δεν μπόρεσε όμως να πιστέψει στην αγάπη Του. Κι ενώ μετάνιωσε, δεν σώθηκε. Διότι τον κατέλαβε η απελπισία και η απόγνωση – τα μεγαλύτερα όπλα του εχθρού διαβόλου.

 

3. Η εικόνα του φιλόστοργου και φιλεύσπλαχνου Πατέρα λοιπόν  είναι και το κρισιμότερο στοιχείο για να υπάρξει και να λειτουργήσει η μετάνοια στον μικρό γιο, τον άσωτο, τον καθένα δηλαδή από εμάς άνθρωπο. Δεν φαίνεται να ήταν πρωτίστως οι συνέπειες της αμαρτίας, αλλά η εικόνα του Πατέρα εκείνο που έδωσε την αποφασιστική ώθηση στον άσωτο για να μετανοήσει. Αν ο άσωτος μέσα στην κατάντια του και την απελπισία του είχε ως εικόνα Πατέρα έναν σκληρό και αυστηρό ελεγκτή και δικαστή, ουδέποτε θα είχε πάρει τον δρόμο της επιστροφής. Η κατάντια θα ήταν μόνιμη. Και σίγουρα θα γινόταν χειρότερη. Ο Πατέρας του όμως – το πρότυπο για κάθε αληθινό πατέρα – παρουσιάζεται με αληθινή αγάπη απέναντί του. Κι η μεγαλύτερη απόδειξη: ο σεβασμός της ελευθερίας του. Δεν τον καταπιέζει για να μείνει στο σπίτι, δεν του αρνείται την έξοδο, δεν τον απειλεί, δεν «του κρατάει μούτρα». Ενώ γνωρίζει το τραγικό αποτέλεσμα της κακής επιλογής του παιδιού του, το αφήνει να αποφασίσει ελεύθερα. Γιατί ακριβώς το αγαπάει. Και η συνέχεια της παραβολής επιβεβαιώνει το αέναο της αγάπης αυτής: περιμένει πάντοτε την επιστροφή του παιδιού του, χαίρεται με απόλυτο τρόπο όταν πραγματοποιείται αυτή. Είναι η εικόνα του Θεού Πατέρα μας, που επειδή είναι τόσο καταλυτική, έχουν πει ότι δεν πρέπει η παραβολή να λέγεται «του ασώτου», αλλά «του φιλεύσπλαχνου ή σπλαχνικού πατέρα». Η πλήρης αγάπης στάση Του είναι και το πιο καθοριστικό στοιχείο της παραβολής. Δεν είναι τυχαίο που είπαν ότι αν χάνονταν όλες οι άγιες Γραφές, αλλά κάποιος προλάβαινε να κρατήσει τη συγκεκριμένη σελίδα με την παραβολή του ασώτου, θα ήταν και μόνη αυτή αρκετή για να αναπληρωθεί όλη η διδασκαλία του Κυρίου: εκεί παρουσιάζεται ποιος είναι ο Θεός και πόσο αγαπά το πλάσμα Του, τον άνθρωπο. Γι’ αυτό και η αγάπη του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού είναι το πλέον αδιαπραγμάτευτο γεγονός σε όλη τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Μπορεί κανείς τα πάντα να αμφισβητήσει, όχι όμως την αγάπη του Θεού. Κι όμως, είναι αυτό στο οποίο χωλαίνουμε ακόμη και οι χριστιανοί. Αν πολλές φορές δεν μετανοούμε όπως πρέπει, αν ταλαιπωρούμαστε στη ζωή αυτή, ενώ μας έχει δοθεί το μεγαλύτερο δώρο του Θεού: να είμαστε δικοί Του και μέλη του αγίου σώματός Του, είναι διότι αμφισβητούμε την αγάπη Του. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι αμαρτίες μας, η κατάντια μας είναι πολύ μεγάλα για τον Θεό και υπερβαίνουν την αγάπη Του.

 

4. Και τι γίνεται πια με τη μετάνοια του ασώτου; Αναγνωρίζοντας τις αμαρτίες του, παίρνοντας τον δρόμο επιστροφής στον Πατέρα του, θέλει να εκφράσει τα συναισθήματά του με την εν ταπεινώσει εξομολόγησή του. «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου∙ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου∙ ποίησόν με ως ένα των μισθίων σου». Καταλαβαίνει ότι η ντροπή δεν είναι στη μετάνοια και την επιστροφή του. Ήταν στην κατάσταση της αμαρτίας του. Κι η πορεία επιστροφής του παίρνει γι’ αυτόν την πιο απρόσμενη εξέλιξη: ο Πατέρας είναι Αυτός που τρέχει προς αυτόν. Για να τον αγκαλιάσει, να τον αποκαταστήσει στην πρώτη δοξασμένη θέση του, να κάνει το μεγαλύτερο πανηγύρι που μπορούσε. Χωρίς μάλιστα όχι να τον επιπλήξει, αλλ’ ούτε καν να τον ρωτήσει. Στον Πατέρα, τον Θεό μας, φθάνει η με μετάνοια προσφορά της αμαρτίας μας. Σαν τη φωνή που άκουσε ο  άγιος Ιερώνυμος την ημέρα των Χριστουγέννων, όταν ζητούσε από τον Θεό να του πει τι δώρο θα μπορούσε να του κάνει, ώστε να Τον ευχαριστήσει: τις αμαρτίες σου, Ιερώνυμε.

  Η παραβολή του ασώτου έρχεται ως συνέχεια της παραβολής, είπαμε, του Τελώνου και του Φαρισαίου. Μας αποκαλύπτει ότι για τον Θεό μας, συνεπώς και για την Εκκλησία, σημασία δεν έχει το αναμάρτητο – ανέφικτο άλλωστε για όλους – του ανθρώπου, αλλά η μετάνοιά του. Είναι γνωστό ότι άγιος δεν είναι ο αναμάρτητος, αλλά ο μετανοημένος αμαρτωλός. Η μετάνοια είναι αυτή που μεταποιεί για εμάς την μία πάντοτε αγάπη του Θεού μας και την κάνει να λειτουργεί ως Παράδεισος. Ακόμη κι ο διάβολος αν μετανοούσε, θα ζούσε στον Παράδεισο ως και πάλι άγγελος Εκείνου. Δεν το θέλει όμως. Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε εμείς; Πρέπει να είμαστε ευγνώμονες, διότι μέσα στην Εκκλησία μας ό,τι είπε ο Κύριος ως παραβολή, γίνεται πραγματικότητα: ερχόμαστε με τις αμαρτίες μας, με τη συναίσθηση της τραγικότητάς μας, για να ριχτούμε όμως στην αγκαλιά Του, μέσα από το μυστήριο της μετανοίας, που καταλήγει στο ευλογημένο εξομολογητήριο. Εκεί αρχίζουμε να ντυνόμαστε και πάλι τη στολή την πρώτη, να τρώμε τον μόσχο τον σιτευτό, να γινόμαστε ένα με τον Κύριο. Σ’ αυτό μας προσανατολίζει για μία ακόμη φορά η Εκκλησία μας, με το Τριώδιο και τη Σαρακοστή που έρχεται.
 ΠΗΓΗ:http://pgdorbas.blogspot.gr/

Ο Άγιος Παρθένιος (7 Φεβρουαρίου)

Εορτή του Οσίου Παρθενίου Επισκόπου Λαμψάκου
Εορτή του Οσίου Παρθενίου Επισκόπου Λαμψάκου
Τη μνήμη του Οσίου Παρθενίου του Επισκόπου Λαμψάκου τιμά σήμερα, 7 Φεβρουαρίου, η Εκκλησία μας.

Ο Όσιος Παρθένιος καταγόταν από κάποια κωμόπολη της Βιθυνίας και έζησε κατά τους χρόνους του Μ. Κωνσταντίνου (324 - 337 μ.Χ.). Ήταν υιός του διακόνου της Εκκλησίας της Μελιτοπόλεως Χριστοφόρου, από τον οποίο εδιδάχθηκε την ορθόδοξη πίστη.
Ο Άγιος από την παιδική του ηλικία προέκοπτε στην αρετή και την ευσέβεια. Ο τρόπος με τον οποίο ο Κύριος αλίευσε τους αποστόλους, που ήσαν ψαράδες, τον έκανε να αγαπήσει την αλιεία. Κα όταν έριχνε τα δίχτυα του στην Απολλωνιάδα λίμνη και τα ανέσυρε γεμάτα ψάρια, αισθανόταν ότι εργαζόταν σε ένα από τα πλοιάρια του Αποστόλου Πέτρου ή του Ιωάννου.
Τα χρήματα που εισέπραττε από την πώληση των ψαριών δεν τα κρατούσε για τον εαυτό του αλλά τα εμοίραζε στους πτωχούς από αγάπη προς αυτούς. Γι αυτό κι όταν τον ευχαριστούσαν έλεγε: «Διατί με ευχαριστείτε; Δεν έχω καμία τέτοια αξίωση. Μήπως είμαστε ξένοι; Εμείς είμαστε αδελφοί. Τι δε απλούστερο και φυσικότερο από το να βοηθά αδελφός τους αδελφούς;»

Για την ενάρετη αυτού παρουσία ο Επίσκοπος Μελιτοπόλεως Φίλιππος (ή Φιλητός) τον εχειροτόνησε πρεσβύτερο. Αργότερα ο Επίσκοπος Κυζίκου Αχίλλιος (ή Ασχόλιος) τον εχειροτόνησε Επίσκοπο Λαμψάκου.

Η αρετή και η ευσέβεια που έκρυβε στην ψυχή του ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ο Θεός τον προίκισε με το χάρισμα της θαυματουργίας, για να μπορέσει να εκδιώκει τους δαίμονες από τους ανθρώπους και να θεραπεύει κάθε είδους ασθένεια. Γι αυτό προσφεύγουν σε αυτόν ιδιαίτερα οι πάσχοντες από την επάρατη νόσο του καρκίνου.

Ο Άγιος ήταν ο πράος, ο υπομονετικός, ο φιλόξενος, ο μακρόθυμος, ο άγγελος της ομόνοιας, ο ενθαρρύνων τους μετανοούντες, ο πρόθυμος για το ποίμνιό του. Ο Όσιος Παρθένιος εκοιμήθηκε εν ειρήνη. Τμήμα της τιμίας κάρας αυτού φυλάσσεται στην ιερά μονή Μακρυμάλλη, της Ι. Μητροπόλεως Χαλκίδος.

                     Απολυτίκιο,
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε
Tω μύρω του Πνεύματος, ποιμήν Λαμψάκου οφθείς, την θείαν ενέργειαν παρά Θεού δαψιλώς θαυμάτων επλούτησας, δαίμονας απελαύνειν, ασθενούντας ιάσθαι, νόσους αποδιώκειν και πληρών τας αιτήσεις, Παρθένιε ιεράρχα, των προσιόντων σοι.
 
 

Τα φρούτα...



Ποια φρούτα και λαχανικά δεν πρέπει να βάζετε στο ψυγείο
Ποια φρούτα και λαχανικά δεν πρέπει να βάζετε στο ψυγείο
Το ψυγείο είναι μια εξαιρετικά σοφή και χρήσιμη εφεύρεση, καθώς μας βοηθά να διατηρούμε τα τρόφιμα φρέσκα για αρκετές ημέρες.
Ωστόσο, οι χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στο εσωτερικό του ψυγείου καταστρέφουν ορισμένα φρούτα και λαχανικά.
Συγκεκριμένα, μπορεί τα φρούτα και τα λαχανικά να διατηρούνται για περισσότερες ημέρες μέσα στο ψυγείο, όμως αλλοιώνεται η σύστασή τους και κατ' επέκταση η γεύση τους. Επίσης χάνουν μερικά από τα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά τους.
Ποια είναι λοιπόν τα φρούτα και τα λαχανικά που πρέπει να διατηρούμε εκτός ψυγείου;
Τομάτες
Μπανάνες
Μήλα
Κρεμμύδια
Αβοκάντο
Πατάτες
Μούρα
Εσπεριδοειδή
Αποθηκεύουμε αυτά τα φρούτα και τα λαχανικά στο ψυγείο μόνο αν τα έχουμε αγοράσει αρκετές ημέρες και θέλουμε να τα διατηρήσουμε για μία ή δύο ημέρες ακόμη.
Πηγή: http://www.agioritikovima.gr

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015

OI ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ



Περιηγητικά έργα

Περιηγητικά έργα θεωρούμε τα κείμενα και τις εικόνες, τα οποία μας κληροδότησε κάθε Δυτικοευρωπαίος ταξιδιώτης, ή και μη ταξιδιώτης, ο οποίος κατέθεσε σε έντυπο ή σε χειρόγραφο την εμπειρία ή τη γνώση ή το όραμά του ταξιδεύοντας ή περιγράφοντας τον χώρο της Μεσογείου και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης από τον 15ο έως τον 20ό αιώνα. Περιηγητές θεωρούνται: οι ταξιδιώτες αλλά και οι λόγιοι ταξιδιώτες, όπως γεωγράφοι, χαρτογράφοι, νησολόγοι, ουμανιστές αλλά και διπλωμάτες, προσκυνητές, κατάσκοποι, φυσιοδίφες, στρατιωτικοί, ναυτικοί, ιατροί, ιερείς, θεωρητικοί και εμπειρογνώμονες, ζωγράφοι, τοπιογράφοι, αρχιτέκτονες, μηχανικοί, αρχαιολόγοι, ρομαντικοί συγγραφείς, έμποροι και ιεραπόστολοι, μοναχοί, επιστήμονες, πειρατές, αιχμάλωτοι, λογοτέχνες και τυχοδιώκτες, οι οποίοι μας κληροδότησαν κείμενα αλλά και εικόνες από τα ταξίδια τους. Aνάμεσα στην ευρωπαϊκή Δύση και στους Ελληνορθόδοξους αλλά και τις άλλες εθνοθρησκευτικές ομάδες (Μουσουλμάνους, Αρμένιους, Εβραίους, Καθολικούς) που συνυπήρχαν, και στις κυρίαρχες σε αυτούς δυνάμεις -κατά χρονική και γεωγραφική περίπτωση- (Oθωμανοί, Bενετοί, Γενουάτες, Γάλλοι, Άγγλοι κ.ά.) μεσολαβεί ένα επικοινωνιακό στοιχείο: ο ταξιδιώτης και το προϊόν του ταξιδιού του. H πρόσληψη λοιπόν του χώρου και των ανθρώπων στους τόπους αυτούς ακολούθησε πιστά το παλιρροϊκό κύμα όλων των πνευματικών, πολιτικών και πολιτιστικών ρευμάτων που στη διάρκεια του 15ου έως τον 20ό αιώνα παρέσυραν τους Eυρωπαίους στο μεγάλο παιγνίδι της Iστορίας. Τα περιηγητικά έργα προβάλλουν συνεπώς με τα κείμενα και τις εικόνες τους, το “πώς η Ευρώπη έβλεπε” σε κάθε ιστορική συγκυρία τους τόπους, τους ανθρώπους και τα μνημεία που συναντούσαν κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους οι περιηγητές.
ΤΑ ΤΑΞΙΔΙΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥΣ
Στην αρχή του περιηγητικού ρεύματος, ο ταξιδιώτης συνθέτει –βλέπει, γράφει, απεικονίζει– για τους τόπους και τους ανθρώπους αμυδρές νησίδες πραγματικότητας, γιατί απλά «κοιτά αλλά δεν βλέπει». Δεν μπορεί ακόμα να δει κάτι πέρα από αυτό που φέρει μέσα του, πνευματικά και συναισθηματικά (16ος- αρχές17ου αι.). Σταδιακά ο Δυτικός άνθρωπος αντιμετωπίζει με περισσότερη ευαισθησία και γνώση το παρελθόν αλλά και το καινούργιο. Mέσα από ποικίλες διεργασίες στον περίγυρό του αποσαφηνίζονται οι κατευθύνσεις και οι στόχοι, και η γνώση του εμπλουτίζεται πέρα από τα προσδοκώμενα (τέλος 17ου-18ος αι.). Yπεισέρχονται και οι πρωτόγνωρες εμπειρίες και ένας ανέλπιστος πλούτος είτε στο ιδεολογικό επίπεδο, είτε στο πραγματιστικό (18ος αι.). Mε την είσοδο όμως του 19ου αιώνα η ποικιλία και το πλήθος των ανθρώπων, των καταστάσεων, των γεγονότων και των ιδεών που κινούνται και μετακινούνται, συναντώνται και ανταλλάσσουν, πιστοποιούν την αυξανόμενη ένταση και το εύρος του ταξιδιωτικού ρεύματος προς τη Μεσόγειο και τις γειτονικές με αυτήν περιοχές. Τα περιηγητικά κείμενα είναι προϊόν μιας σύνθετης διαδικασίας. Οι ταξιδιώτες ξεκινούν με εφόδιο συγκεκριμένες θεωρητικές γνώσεις και ιδεολογικές τοποθετήσεις, οι οποίες πολλές φορές ανατρέπονται ως αποτέλεσμα των εμπειριών του ταξιδιού. Οι καταγεγραμμένες αυτές αντιλήψεις αναπαράγονται σε μεταγενέστερα κείμενα και εικόνες και συγκροτούν στερεότυπα.
ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΤΑΞΙΔΙΩΝ
Τα δρομολόγια των Δυτικοευρωπαίων περιηγητών (15ος -20ός αιώνας) είναι μια συνεχής ροή. Η επιλογή των δρομολογίων εδράζεται στην ανάγνωση έργων της αρχαίας, ελληνικής και λατινικής, γραμματείας ή της Βίβλου, προγενέστερων ταξιδιωτικών αφηγήσεων καθώς και λογοτεχνικών έργων. Έτσι η διαδρομή που ακολουθεί ο ταξιδιώτης καθορίζεται από τα αναγνώσματά του αλλά και από τις συγκυρίες στην εξέλιξη του ταξιδιού. Tα ταξίδια έως τον 16ο αιώνα είχαν ως κίνητρο κυρίως το εμπόριο ή το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, ενώ στους στόχους προστίθεται επίσης η επίσκεψη στην πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για διπλωματικούς λόγους. Aπό τα μέσα του 17ου αιώνα, οι ταξιδιώτες οδοιπορούν στη Δυτική Mικρά Aσία, ενώ κάποιοι που επισκέπτονταν τα νησιά εισχωρούν και προς την ηπειρωτική Ελλάδα. Στη διάρκεια του 18ου αιώνα η επιλογή της διαδρομής καθορίζεται κυρίως από τα αρχαιογνωστικά ενδιαφέροντα και οι αρχαιολογικές τοποθεσίες κατακλύζονται από αρχαιόφιλους περιηγητές. Tα δρομολόγια διασπώνται προς όλες τις κατευθύνσεις, παρόλο που τα περισσότερα κατέληγαν ή ξεκινούσαν προς και από την Κωνσταντινούπολη. H Aθήνα ταυτόχρονα γίνεται επιτακτικά τόπος επίσκεψης. Ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την ίδρυση των ανεξάρτητων κρατών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και την ανάπτυξη των μαζικών μεταφορών. Οι επισκέπτες κατευθύνονται στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος, τη Μακεδονία, τη Θράκη, την Κρήτη και τα Ιόνια νησιά, εισχωρούν στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας, ενώ συνεχίζουν να επισκέπτονται κατά κύριο λόγο την Κωνσταντινούπολη και τους Αγίους Τόπους αλλά και την ευρύτερη περιοχή της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Εύξεινος Πόντος, Αιγαίο Πέλαγος κ.λπ.).
ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ
Διασχίζοντας ή περιπλέοντας οι Δυτικοευρωπαίοι την Νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μεσόγειο και με αφορμή τους τόπους που διατρέχουν, άλλοτε περιγράφουν το ιστορικό παρελθόν –πάντοτε βασιζόμενοι στους αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς–, άλλοτε καταγράφουν τις εμπειρίες τους και άλλοτε σχολιάζουν τους ανθρώπους που συναντούν και τις καταστάσεις που αντιμετωπίζουν (πολιτικές, καθημερινές ή θρησκευτικές εκδηλώσεις κ.λπ.). Έτσι οι περιηγητικές εκδόσεις αποτελούν πολύτιμη πηγή για τη γεωγραφία, την οικονομία, τη δημογραφία, την κοινωνία, τη θρησκεία και όλες τις εκφάνσεις του καθημερινού βίου των πληθυσμών με τους οποίους έρχονται αντιμέτωποι οι ταξιδιώτες.
Η ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
H αναπαράσταση του χώρου, κύριο προϊόν του περιηγητισμού, πέρασε από τις πρώιμες πανοραμικές απόψεις πόλεων, με εύλογα στοιχεία του φανταστικού (15ος -16ος αι.), στις απεικονίσεις με χαρτογραφικό και ζωγραφικό συγχρόνως χαρακτήρα, αλλά και στην αντίληψη που προβάλλει την τοπογραφική καταγραφή και υπηρετεί κυρίως τη στρατιωτική κατάκτηση των χώρων (17ος αι.). Bαθμιαία, μία πολυφωνία εισχωρεί στους λόγους και στόχους ταξιδιού των Δυτικοευρωπαίων αλλά και στις μεθόδους αναπαράστασης (18ος αι.). H εξελιγμένη τεχνική στη χαρακτική, οι νέες εικαστικές αντιλήψεις, η εκδοτική ανάγκη εμπλουτισμού του κειμένου με εικόνες, η τεκμηρίωση ανασκαφικών και άλλων γεωφυσικών μελετών και οι λεπτομερείς χαρτογραφήσεις αλληλοτροφοδοτούν τον πλούσιο εικονογραφικό θησαυρό που μας κληροδότησε η μακρόχρονη αυτή περίοδος (τέλος 18ου-19ος αι.). Mεγάλη είναι η συνδρομή των ζωγράφων-περιηγητών τον 19ο και τον 20ό αιώνα, οι οποίοι αποτύπωσαν τις πιο εντυπωσιακές εικόνες της καθημερινής ζωής. H ίδια τάση κυριαρχεί και στον όψιμο ή και ώριμο 19ο αιώνα, είτε το επίκεντρο στη θεματική των χαρακτικών είναι το ανθρωπολογικό ενδιαφέρον, είτε το φιλελληνικό πνεύμα, είτε η ρομαντική διάθεση, είτε ο οριενταλισμός – θεματογραφία που πλουσιοπάροχα έθρεψε τα όμματα και τα πνεύματα θεατών. Στους ζωγράφους οφείλουν οι Eυρωπαίοι την πιο διεισδυτική παρουσίαση των ανθρώπινων συμπεριφορών. Στα έργα αυτά αποκαλύπτονται και όλες οι τάσεις και τα ρεύματα της Eυρώπης στον καλλιτεχνικό αλλά και τον ευρύτερο γενικά χώρο του πνεύματος. Tότε ακριβώς, στα μέσα του 19ου αιώνα, αρχίζει και το φως να γράφει με τη νεόφερτη τεχνική: εισβάλλει η φωτογραφία με εκπληκτική ταχύτητα, που προμηνύει και το μέλλον της τεχνικής/τέχνης αυτής. Στην αμείλικτη αυτή αντικειμενική λήψη, που κατατέθηκε ως ανέλπιστο πολυτιμότατο κειμήλιο της Ιστορίας, παρεισφρέουν πρωτότυπα θέματα, αρχαιότητες, τοπία, ανθρώπινοι τύποι – κατεξοχήν προϊόντα ταξιδιών.
H ΕΡΕΥΝΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΗΓΗΤΙΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ
Οι περιηγητικές εκδόσεις τα τελευταία τριάντα χρόνια αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο ως σημαντική πηγή πληροφόρησης και ανταποκρίνονται στα ζητούμενα των πολλαπλών κλάδων της έρευνας και της εκπαίδευσης. Στη Δυτική Ευρώπη η ταξιδιωτική γραμματεία, που αφορά κυρίως ταξίδια στη Μεσόγειο και τις γύρω σε αυτήν περιοχές, αποτελεί κλάδο της συγκριτικής λογοτεχνίας, την τοπικής ιστορίας αλλά και μέρος της ευρύτερης μελέτης των ταξιδιών των Ευρωπαίων προς όλη την υφήλιο. Στην Ελλάδα τα ερευνητικά κέντρα, τα Μουσεία, οι Βιβλιοθήκες και οι εκπαιδευτικοί φορείς (Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, Ακαδημία Αθηνών, Μουσείο Μπενάκη, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη κ.λπ.) έχουν κατά καιρούς με ερευνητικά προγράμματα, βάσεις δεδομένων και εφαρμογές ασχοληθεί με την αξιοποίηση του υλικού από τις περιηγητικές εκδόσεις, εστιάζοντας στα κείμενα και το περιεχόμενό τους, κυρίως σε ό,τι αφορά τον δημόσιο και κοινωνικό βίο των Ελλήνων, τον λαϊκό πολιτισμό, την οικονομία και τις δημογραφικές πληροφορίες, καθώς και τις μαρτυρίες για αρχαιολογικές τοποθεσίες και μνημεία. Σποραδικά ή με εξειδικευμένες θεματικές, κατά κύριο λόγο τοπικής ιστορίας, έχουν εκθέσει μέρος του εικονογραφικού υλικού που προέρχεται από τις εκδόσεις αυτές.
Η ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ
H εικόνα είναι εργαλείο μνήμης για κάθε εποχή, είναι ένα μέσο επικοινωνίας και αποκάλυψης· είναι μέρος του εξωτερικού χώρου του αποτυπωμένου, αλλά και του εσωτερικού κόσμου του καλλιτέχνη, είναι ένα ακόμα εργαλείο μελέτης της εξέλιξης των πολιτισμών. Tο εικονογραφικό υλικό που συνοδεύει τις περιηγητικές εκδόσεις αποτελεί ένα πλούσιο και ποικιλόμορφο υλικό (χαρακτικά, σχέδια, φωτογραφίες κ.ά.) και πολύτιμη πηγή πληροφοριών για την ιστορία του χώρου και των λαών. Η θέση της εικόνας και η λειτουργία της στις περιηγητικές εκδόσεις ποικίλλει ανάλογα με τα πνευματικά και πολιτιστικά ρεύματα στην Ευρώπη, ανάλογα  με τις απαιτήσεις και την ανταπόκριση του κοινού, τις εκδοτικές σκοπιμότητες και τον συρμό της εποχής. Βέβαια παρεμβαίνει πάντα η προσωπική ευαισθησία και επιστημονική ή καλλιτεχνική εξειδίκευση του περιηγητή για την αντικειμενικότητα του σχεδίου του. Στα ταξίδια των περιηγητών, ο ελλαδικός χώρος και ο κόσμος των Ελληνορθόδοξων, το «ελληνικό ταξίδι» δηλαδή, στάθηκε από την αρχή ένα μακρύ ταξίδι της μνήμης για τον Δυτικοευρωπαίο ταξιδιώτη, πραγματικό ή της φαντασίας. Mνήμη που στάθμευε κάθε φορά ανάλογα με τις συγκυρίες, τα κίνητρα και τα ενδιαφέροντα. Θεωρώντας εαυτούς κληρονόμους και συμμέτοχους του ελληνικού πνεύματος, προσεγγίζουν τον χώρο με προσωπική τους αποσκευή, τη δική τους κάθε φορά “Eλλάδα”, κατεξοχήν βυθισμένη στην ιστορική μνήμη. Τους πρώτους αιώνες του περιηγητικού ρεύματος (16ος-17ος αι.) η “εικόνα” είναι αποσπασματική και ελλιπής. Βαθμιαία διαμορφώνεται το ενδιαφέρον για τα ερείπια της αρχαιότητας, το οποίο εμπλουτίζει τον εικονογραφικό θησαυρό με σημαντικές απόψεις και σχέδια από την ιστορία των μνημείων (17ος-18ος αι.). Ο καθημερινός βίος και οι ανθρώπινοι τύποι κατέχουν μια παράλληλη ισότονη θέση στα ενδιαφέροντά τους ήδη από τον 16ο αιώνα, ενώ τέλος, τον 19ο αιώνα, το τοπίο όπου εντάσσονται κυρίως τα μνημεία αναδύεται στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων τους. Το εικονογραφικό αυτό υλικό είναι επιμέρους γνωστό αλλά ως επί το πλείστον άγνωστο. Μερικά θέματα, παρότι έχουν μελετηθεί επισταμένα, δεν έχουν έως τώρα ταξινομηθεί και σχολιαστεί, έτσι ώστε η “εικόνα” να λάβει τη θέση της ως ιστορικό τεκμήριο .
Η ιστοσελίδα του Ιδρύματος Αικ. Λασκαρίδη προβάλλει, για πρώτη φορά, εμπεριστατωμένα και τεκμηριωμένα το σύνολο σχεδόν του εικονογραφικού υλικού που προέρχεται από περιηγητικές εκδόσεις. Το πολύτιμο αυτό υλικό, κατηγοριοποιημένο και ταξινομημένο, παραδίδεται αφενός στην επιστημονική και ερευνητική, ελληνική και διεθνή, κοινότητα και αφετέρου καθίσταται προσιτό στο ευρύ κοινό για να αξιοποιηθεί κυρίως σαν εκπαιδευτικό εποπτικό υλικό. H ιστοσελίδα αυτή αποτελεί πανόραμα της περιηγητικής εικονογραφίας για τον ευρύτερο χώρο, όπου έδρασαν και οι Έλληνες, στη διάρκεια των πέντε τελευταίων αιώνων.
Στην ιστοσελίδα Travelogues, η επιστημονική ομάδα που ανέλαβε την κατάρτισή της παρουσιάζει, μετά από έρευνα στα περιηγητικά έργα, σημαντικό αριθμό εκδόσεων με εικονογράφηση από τον 15ο έως τις αρχές του 19ου αιώνα, και ενδεικτικά εκδόσεις από τον 19ο και έως τις αρχές του 20ού αιώνα.
Η ιστοσελίδα Travelogues θα συνεχίσει, περιοδικά, να εμπλουτίζεται από υλικό που ήδη βρίσκεται στο στάδιο της επεξεργασίας και το οποίο αντιπροσωπεύει συλλογές περιηγητικών βιβλίων από ιδιαίτερα σημαντικές βιβλιοθήκες, όπως η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη και το Μουσείο Μπενάκη. Το υλικό αυτό ανέρχεται σε 4.500 εικόνες από τις οποίες έχουν ήδη αναρτηθεί στην ιστοσελίδα περίπου 560. Ο χρονικός ορίζοντας των βιβλίων αυτών, παραπέμπει σε εκδόσεις από τον 15ο ως τις αρχές του 20ού αιώνα. Επίσης, θα συμπληρώνεται η διεθνής βιβλιογραφία με πρόσφατες μελέτες και ανακοινώσεις και θα ενσωματώνονται στα κείμενα τυχόν εισηγήσεις και παρατηρήσεις, που θα βελτιώνουν την εικόνα της ιστοσελίδας.
Ιόλη Βιγγοπούλου
ΠΗΓΗ:http://el.travelogues.gr/ergo.php