Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2017

Αργή Δοξολογία, Ήχος Πλ β΄,

 Μέλος Γεωργίου Βιολάκη, Ήχος Πλ. β΄, 
Ψάλλουν Αγιορείτες Πατέρες.
Ζωντανή Ηχογράφηση από την Πανήγυρη 
της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου 08.11.2004

Πηγή:  Προσωπικό Αρχείο Δημητρίου Παπάνη

Τις μη μακαρίσει σε

 Δογματικό Θεοτοκίο της Οκτωήχου. Ήχος Πλ. β΄.
Ψάλλουν Δοχειαρίτες Πατέρες.
Ζωντανή ηχογράφηση από τα Κτιτορικά της Ιεράς Μονής Δοχειαρίου Αγίου Όρους 08.11.2004.
Πηγή: Προσωπικό Αρχείο Δημητρίου Παπάνη

Ο Άγιος Μηνάς (11 Νοεμβρίου)

 Ο στρατιώτης που δεν δέχθηκε να γίνει διώκτης των Χριστιανών
Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες. Ωστόσο, το ειδωλολατρικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε, δεν κατάφερε να σκληρύνει την καρδιά του η οποία, όταν ήλθε η στιγμή, σκίρτησε ακούγοντας την φωνή του «ἐτάζοντος καρδίας καὶ νεφρούς» (Ψαλμοί 7,10) Θεού και έτσι ο, έφηβος ακόμη, Μηνάς έγινε χριστιανός.
Ο Άγιος Μηνάς μεγαλώνοντας, επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον (σημερινή Κιουτάχεια) της Μικράς Ασίας. Εκεί ο Μηνάς διακρίθηκε και για την φρόνησή του αλλά και για το ανδρείο του φρόνημα και γι’ αυτό έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών.
Δυστυχώς όμως, τρεις αιώνες μετά την έλευση του Χριστού και ο παλαιός κόσμος ακόμη δεν ήθελε να δεχθεί το λυτρωτικό μήνυμα της Αναστάσεως, παραμένοντας αυτάρεσκα, εγωιστικά και αυτοκαταστροφικά προσκολλημένος στη φθορά και το σκοτάδι. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης άρχισαν και πάλι «πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26,14). Ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των λογικών προβάτων του Χριστού, διωγμό ο οποίος κράτησε από το 303 έως το 311 μ.Χ. Έτσι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίσιμη στιγμή κατά την οποία ο Μηνάς κλήθηκε να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Η πίστη του στον Χριστό νίκησε την κοσμική «σύνεση» και λογική.

Ο Άγιος δεν άντεξε, πέταξε στη γη την στρατιωτική του ζώνη απεκδυόμενος μ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του στρατιώτη – διώκτη των χριστιανών, και διέφυγε στο παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων της φύσης από την συντροφιά των αποθηριωμένων ειδωλολατρών. Εκεί, «ἐν ἐρημίαις πλανώμενος καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταὶς ὀπαὶς τῆς γῆς» (Προς Εβραίους 11,38), έζησε επί αρκετό διάστημα με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Η ασκητική ζωή και η ησυχία εθέρμαναν την καρδιά του ανάβοντας τον θείο έρωτα και τον πόθο του μαρτυρίου.
Έτσι, σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη ότι είχε φτάσει η ώρα του μαρτυρίου, κατέβηκε στην πόλη, σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία, εν μέσω των μαινομένων ειδωλολατρών, ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό, μυκτηρίζοντας τα κωφά και αναίσθητα είδωλα. Συνελήφθη και σύρθηκε δερόμενος μπροστά στον Πύρρο, τον διοικητή της πόλεως. Εκεί, μιλώντας με θάρρος, αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και, φυσικά, διεκήρυξε με τόλμη και αταλάντευτη επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας, μετά το πέρας του ειδωλολατρικού πανηγυριού, τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνος ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο Άγιος αποδέχθηκε τις κατηγορίες χωρίς δισταγμό.
Ο Πύρρος, ευλαβούμενος στην αρχή την ηλικία και την ευκοσμία του, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να τον αποσπάσει από την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του Αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Οι δήμιοι τον μαστίγωσαν τόσο πολύ ώστε άλλαξαν δύο και τρεις φορές οι μαστιγωτές του. Τον κρέμασαν και τον έγδερναν μέχρι που άρχισαν να φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του Αγίου. Έπειτα, σαν να μην έφθαναν αυτά, έτριβαν το καταπληγωμένο του σώμα με τρίχινο ύφασμα και στο τέλος τον έσερναν γυμνό και κατακρεουργημένο πάνω σε μεταλλικά αγκάθια. Όλα τα υπέμενε με γενναιότητα και καρτεροψυχία ο Μάρτυς του Χριστού, εφαρμόζοντας το Ευαγγελικό «καὶ μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτείναι» (Ματθαίος 10,28).
Μάλιστα, την ώρα του μαρτυρίου, κάποιοι παλιοί συστρατιώτες του τον προέτρεπαν να θυσιάσει στα είδωλα λέγοντας ότι ο Θεός του θα τον δικαιολογήσει βλέποντας τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλλαν. Ο Άγιος αρνήθηκε αποφασιστικά και τους απάντησε ότι προσφέρει θυσία ακόμη και τον εαυτό του στον Χριστό, ο οποίος τον ενδυναμώνει για να υπομένει τις πληγές.
Ο ηγεμόνας, θαυμάζοντας την ευστοχία και την σοφία των απαντήσεων του Μάρτυρα, τον ρώτησε απορημένος πώς είναι δυνατόν ένας τραχύς στρατιώτης σαν αυτόν να μπορεί να απαντά κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ο Άγιος, με τη φώτιση του Θεού, του αποκρίθηκε ότι αυτή την ικανότητα την χαρίζει στους μάρτυρές του ο Χριστός, όπως έχει υποσχεθεί στο Ευαγγέλιο: «ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τᾶς συναγωγᾶς καὶ τᾶς ἀρχὰς καὶ τᾶς ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πῶς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε. Τὸ γὰρ Ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τὴ ὥρα ἃ δεῖ εἰπειν» (Λουκά ιβ’, 11-12).
Τότε, απελπισμένος ο τύραννος, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας προς τον τόπο της εκτέλεσης ο Άγιος πρόλαβε να ζητήσει από κάποιους κρυπτοχριστιανούς να μεταφέρουν το λείψανό του στην Αίγυπτο.
Ο αποκεφαλισμός του έγινε την 11η Νοεμβρίου στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. (πιθανότατα το 304 μ.Χ.) και έτσι η ψυχή του πέταξε χαρούμενη προς τον Σωτήρα Χριστό τον οποίο τόσο επόθησε ο Άγιος και για τον οποίο θυσιάσθηκε. Οι δήμιοι άναψαν φωτιά για να κάψουν το σώμα του.
Ότι κατάφεραν οι χριστιανοί να περισώσουν από την πυρά το μετέφεραν στην Αίγυπτο και το έθαψαν κοντά στην Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας.
Στο σημείο εκείνο σταμάτησε, κατά την παράδοση, η καμήλα που μετέφερε τα λείψανα αρνούμενη πεισματικά να προχωρήσει. Έτσι οι χριστιανοί κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα Θεού να ενταφιασθούν εκεί τα λείψανα του Αγίου.
Η περιοχή του τάφου πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε προσκυνηματικό – λατρευτικό κέντρο.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας Αθανάσιος, ανήγειρε ναό πάνω στον τάφο του Αγίου. Σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε εκεί εκτεταμένο κτιριακό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστήρι, ξενώνες και άλλες εγκαταστάσεις.
ΠΗΓΗ:dogma.gr

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: https://www.pentapostagma.gr/

Ὁ καλός Σαμαρείτης!!!

Ποιός εἶναι ὁ πλησίον μου;
Σήμερα διαβάσαμε στό εὐαγγέλιο τήν παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη. Εἶναι μιά παραβολή πού τήν ξέρει ὅλος ὁ κόσμος. Χριστιανοί καί ἀλλόθρησκοι, πιστοί καί ἄθεοι, ὅλοι τήν ξέρουν αὐτή τήν σπουδαία καί τόσο ὄμορφη παραβολή. Πού ἀπαντᾶ στό ἐρώτημα:
«Ποιός εἶναι ὁ πλησίον μου;»
Λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ: Καλός ἄνθρωπος, χριστιανός, πιστός, εἶναι ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό μέ ὅλη του τήν ψυχή, μέ ὅλη του τήν καρδιά, μέ ὅλη του τήν διάνοια, μέ ὁλόκληρο τόν ἑαυτό του. Καί τόν πλησίον του σάν τόν ἑαυτό του. Ἀλλά ποιός εἶναι ὁ πλησίον μας; Ποιός εἶναι αὐτός πού πρέπει νά ἀγαπᾶμε;
Ἡ ἀπάντηση πού ἔδιναν οἱ μεγάλοι σοφοί τῶν Ἑβραίων, οἱ νομικοί, τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ, ἦταν: Πλησίον μας εἶναι μόνον ὁ Ἑβραῖος. Ὁ δικός μας. Σάν νά λέγαμε ἐμεῖς σήμερα:
Ποιός εἶναι πλησίον πού μποροῦμε νά τόν βοηθᾶμε καί ἔχουμε χρέος νά τόν βοηθᾶμε;
Μόνον ὁ Ἕλληνας ὁ ὀρθόδοξος. Καί οἱ ἄλλοι; Τίποτε. Τίποτε.
Αὐτή ἦταν ἡ ἀπάντηση τῶν Ἑβραίων νομικῶν τότε. Καί κεῖνος πού ρώταγε τόν Χριστό ἦταν νομικός. Εἶχε αὐτή τήν ἰδέα. Ἀλλά τόν ρωτοῦσε γιατί κάτι δέν τοῦ ἄρεσε. Καί ὁ Χριστός τοῦ εἶπε:
Κάποιος ἄνθρωπος κατέβαινε, προχωροῦσε πρός τά κάτω, ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ καί πήγαινε στήν Ἱεριχώ. Στό δρόμο ἔπεσε σέ ληστές. Οἱ ληστές, ἀφοῦ τοῦ προξένησαν πολλές πληγές, καί τοῦ τά πῆραν ὅλα ὅσα εἶχε, τόν ἄφησαν στό δρόμο μισοπεθαμένο. Καί ἔφυγαν παίρνοντας τά πράγματά του. Συνηθισμένα πράγματα αὐτά. Οἱ ληστές σέ ἄλλους δίνουν μαχαιριές στό σῶμα καί σέ ἄλλους δίνουν μαχαιριές στήν καρδιά. Ποιό εἶναι τό χειρότερο; Ὁ Θεός ξέρει καί ἐκεῖνος πού τά δοκιμάζει. Καί ἀφοῦ ἔφυγαν τόν ἄφησαν μισοπεθαμένο. Ἀλλά ὁ μισοπεθαμένος γιά ποῦ πάει; Γιά τόν ὁλοκληρωτικό θάνατο. Μπορεῖ ὁ μισοπεθαμένος νά βοηθήσει τόν ἑαυτό του; Ὄχι! Κρέμεται μόνο ἀπό τήν καλωσύνη τοῦ ἄλλου.
Πράγμα τό ὁποῖο μᾶς λέει: Ἅμα βλέπεις ἄνθρωπο πού κρέμεται στήν καλωσύνη σου, πῶς εἶναι δυνατόν νά στέκεις ἀπό μακρυά; Πῶς εἶναι δυνατόν νά κάθεσαι καί νά τόν κοιτᾶς; Ἀλλά νά πού ἔγινε καί αὐτό. Πέρασε ἕνας παπᾶς Ἑβραῖος. Μετά ἕνας λευΐτης. Δηλαδή ἄνθρωπος πού ὑπηρετοῦσε στήν Ἐκκλησία τῶν Ἑβραίων. Καί ὁ παπᾶς καί ὁ λευΐτης, πέρασαν, κοίταξαν, εἶδαν καί ἔφυγαν. Ἔκαναν φαίνεται τήν σκέψη:
Εἶναι ἄραγε αὐτός Ἑβραῖος; Κάνει νά τόν βοηθήσομε;
Ἴσως ἔκαναν ἄλλη σκέψη.
Τί εἶχαν στό μυαλό τους, δέν ἔχει ἰδιαίτερη σημασία. Σημασία ἔχει, ὅτι δέν πῆγαν κοντά νά κάνουν τίποτε, νά βοηθήσουν τόν μισοπεθαμένο.
Ἁλυσίδα ἀγάπης
Τί νά τό κάνεις ἄν εἶχαν ὄμορφες σκέψεις, ὅταν δέν ἔκαναν τίποτε; Τό ἀποτέλεσμα θά ἦταν τό ἴδιο. Ὁ ἄνθρωπος μετά ἀπό λίγη ὥρα θά ἔπρεπε νά πεθάνει ὁριστικά. Ἀλλά, λέει ὁ Χριστός, πέρασε μετά ἀπό λίγο ἕνας Σαμαρείτης. Ἐμεῖς σήμερα, γιά τόν ἑαυτό μας, θά λέγαμε ἕνας Τοῦρκος. Οἱ Τοῦρκοι θά λέγανε ἕνας Ρωμηός. Πέρασε λοιπόν ἕνας ξένος, γι' αὐτόν πού ἦταν μισοπεθαμένος. Ἀλλά ὁ Σαμαρείτης, μόλις τόν εἶδε, τόν σπλαγχνίστηκε. Τί σημαίνει τόν σπλαγχνίστηκε; Πόνεσαν τά σπλάγχνα του. Πόνεσε ἡ καρδιά του. Πόνεσε ὁ ἐσωτερικός του κόσμος, τό εἶναι του. Καί ἔκανε τίς ἑξῆς ἐνέργειες.
Ἡ πρώτη βέβαια, ἦταν ὅτι πόνεσε.
Ἡ δεύτερη, ὅτι ἔστρεψε τά βήματά του πρός τό μέρος τοῦ πληγωμένου. Πῆγε κοντά του. Καί ἀφοῦ τόν πλησίασε, ἔβγαλε ἀπό τό σακκί του τό κρασί καί τό λάδι πού εἶχε μαζί του καί ἔπλυνε τόν μισοπεθαμένο ἀπό τίς πληγές του. Ἔπειτα πῆρε καί τό ροῦχο του τό ἔκανε ἐπιδέσμους καί τόν ἔδεσε. Μετά τόν σήκωσε καί τόν ἔβαλε στή θέση του. Γιατί εἶχε μαζί του ἕνα γαϊδουράκι, γιά νά περπατᾶ τό γαϊδούρι καί αὐτός νά κάθεται ἀναπαυτικά ἐπάνω του. Καί ἔβαλε τόν μισοπεθαμένο ξένο, πάνω στό γαϊδούρι καί αὐτός, πού ἦταν δικά του ὅλα, καί τό κρασί καί τό λάδι καί τά ὑφάσματα καί τό γαϊδούρι, τοὔδωσε τήν θέση του καί τοῦ ἔκανε τόν ἀγωγιάτη· καί τόν ὑπηρέτη. Τραβοῦσε τό γαϊδούρι καί κρατοῦσε τόν μισοπεθαμένο γιά νά μήν πέσει.
Προχώρησε ἔτσι ὥσπου πῆγε τόν ἄρρωστο, τόν μισοπεθαμένο, σ’ ἕνα πανδοχεῖο. Στό νοσοκομεῖο θά λέγαμε. Ἐκεῖ τόν περιποιήθηκαν καλύτερα, μέ τήν ἐπιστασία του πάντα, μέ τήν παρακολούθησή του, μέ τό ἐνδιαφέρον του, μέ τήν στοργή του. Ἀφοῦ τελείωσαν ὅλα αὐτά, τήν ἑπομένη ἔπρεπε νά φύγει. Συνήθως τί κάνουμε ἐμεῖς; Λέμε: «Ἔ, μέχρι ἐδῶ ἦταν γιά μένα. Ἀπό δῶ καί πέρα νά τόν ἀναλάβει κάποιος ἄλλος. Ποιός; Ὅποιος θέλει ὁ Θεός. Κάποιον θά βρεῖ ὁ Κύριος...».
Ὁ καλός Σαμαρείτης δέν σκέφθηκε ἔτσι. Δέν εἶπε τελείωσε ἡ ἀποστολή μου, καί ὅτι θέλει ἄς γίνει ἀπό δῶ καί πέρα. Ἀλλά πῆγε στόν πανδοχέα καί τοῦ εἶπε:
—Θά χρειαστεῖς χρήματα γιά νά τόν περιποιηθεῖς; Πάρτα ἀπό μένα. Ὅτι χρειάζεται νά κάνεις, κάνε τα ὅλα. Δέν θά σέ ἀφήσω. Αὐτός μπορεῖ νά μήν ἔχει τίποτε. Ἐγώ θά ξαναπεράσω καί θά σέ πληρώσω γιά τά ἔξοδά του μέχρι τελευταία δεκάρα. «Ὅτι καί ἄν προσδαπανήσεις, ἐγώ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι». Θά σέ πληρώσω.
Ρώτησε ὁ Χριστός τόν νομικό:
—Ποιός ἀπό ὅλους πού περάσανε ἦταν πλησίον σέ αὐτό τόν ἄνθρωπο;
Ἀπάντησε ἐκεῖνος:
—Ἐκεῖνος πού ἔκανε τό ἔλεος. Ἐκεῖνος πού τόν πόνεσε. Ἐκεῖνος πού τόν περιποιήθηκε. Ἐκεῖνος πού τόν φρόντισε καί δέν ἔπαυσε νά τόν φροντίζει. Ἐκεῖνος ἦταν πλησίον.
Τοῦ εἶπε ὁ Χριστός:
—Πορεύου καί σύ ποίει ὁμοίως. Καί σύ κάνε τό ἴδιο. Πήγαινε στό δρόμο σου, βάδιζε ἥσυχα τή ζωή σου καί ὅταν συναντᾶς τέτοιες καταστάσεις κάνε καί σύ τό ἴδιο. Ὅτι ἔκανε ὁ καλός Σαμαρείτης.
Ὁ Χριστός ἔγινε πλησίον μας
Ἡ παραβολή, ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, ἀπευθύνεται σέ κείνους πού, πιστεύουν στό Θεό, ἀγαπᾶνε τόν Χριστό καί πιστεύουν στήν εὐσπλαγχνία του. Σ’ ἐκείνους πού πιστεύουν ὅτι ὅλοι εἴμαστε, παιδιά τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι εἶναι ὄχι μόνον ἐδῶ ζωή, ἀλλά καί ὅτι ὑπάρχει κάποια ἄλλη ζωή. Ὅποιος πιστεύει ὅτι εἶναι μόνο ἐδῶ ζωή, εἶναι γιά τόν ἄλλο ἄνθρωπο, λύκος καί ἀρκούδα καί τίγρης. Ποιός θά φάει τόν ἄλλο.
Ὅποιος πιστεύει στό Θεό, πιστεύει ὅτι εἴμαστε ὅλοι ἀδέλφια καί πρέπει ὅλοι μαζί, ἀδελφωμένοι, νά πᾶμε στή Βασιλεία του. Ἑνωμένοι πρέπει νά πᾶμε στή Βασιλεία του. Ἑνωμένοι πῶς; Μέ τήν ἀγάπη. Καρδιακά ἑνωμένοι. Ἕνα νά αἰσθανόμαστε. Γιά νά αἰσθανόμαστε ἕνα, πρέπει νά ἔχουμε μαζί μερικά πράγματα, νά τά μοιραζόμαστε.
Δέν μπορεῖ ὁ ἕνας νά χορταίνει, νά ξεκοιλιάζεται, νά τά ἔχει ὅλα καί ὁ ἄλλος νά μήν ἔχει τίποτε· καί νά εἶναι ὅλα ἐντάξει. Δέν εἶναι δυνατόν. Δέν πάει στήν πίστη αὐτό. Δέν πάει στήν εὐσέβεια. Δέν εἶναι θέλημα Θεοῦ. Δέν στέκει.
Τί εἶναι αὐτή ἡ ἱστορία τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη; Μιά παραβολή τοῦ Χριστοῦ. Τί εἶναι ὁ Χριστός; Ὁ Διδάσκαλος. Ὁ μεγαλύτερος διδάσκαλος στόν κόσμο. Ἀφοῦ εἶναι ὁ πάνσοφος καί πανάγαθος Θεός. Ὅλα τά εἶπε καλά, ὅλα τά εἶπε γεμάτα σοφία. Ἀπόδειξη: Τέτοιο κείμενο, τήν σημερινή ἐποχή πού ὅλοι μιλᾶνε γιά τήν ἀνάγκη νά εἴμαστε καλωσυνᾶτοι στούς μετανάστες, στούς ξένους, δέν ὑπῆρξε πουθενά στόν κόσμο. Μόνο ὁ Χριστός τό εἶπε.
Τήν παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη τήν διαβάζουν καί οἱ μουσουλμάνοι καί οἱ Ἰνδοί καί οἱ Κινέζοι καί οἱ Ἰάπωνες καί ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στόν κόσμο, γιά νά καταλάβουν πῶς πρέπει νά συμπεριφέρεται ὁ ἕνας στόν ἄλλο πού εἶναι τέκνο τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ Θεός εἶναι Πατέρας ὅλων μας.
Ὅμως ἀδελφοί μου, ἐμεῖς, σάν χριστιανοί, πρέπει νά προσέξουμε καί κάτι ἀκόμη. Ἡ διήγηση αὐτή, εἶναι παραβολή. Διαφορετικά θά ἦταν ἕνα διδακτικό παραμύθι πού θά μᾶς ἔλεγε πῶς ἕνας ἄνθρωπος φέρθηκε καλά μιά φορά καί ἕνα καιρό καί πρέπει νά τόν μιμούμαστε σέ κάποιο μέτρο. Ἀλλά ἐπειδή ὅπως εἴπαμε εἶναι παραβολή, κρύβει ἀπό πίσω κάτι ἄλλο.
Ἐδῶ ὁ Χριστός, μᾶς λέγει τήν ἱστορία τοῦ κόσμου καί τήν δική του. Τήν ἱστορία τήν δική μας καί τήν δική του. Ὁ ἄνθρωπος πού κατέβαινε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ γιά τήν Ἱεριχώ, ἦταν ὁ Ἀδάμ. Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος. Ἀλλά κεῖ πού κατέβαινε, ἔπεσε σέ ληστές. Τόν μπλέξανε τά δαιμόνια μέ τόν λογισμό: «Τί εἶναι καλύτερα; Νά τηρεῖς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νἄχεις ὑπακοή ἤ νά κάνεις τοῦ κεφαλιοῦ σου;» Αὐτός ἔπεσε στήν παγίδα. Καί τά δαιμόνια, τόν γέμισαν πληγές. Ποιές εἶναι οἱ πληγές; Τά πάθη. Τί εἴδους πάθη; Πάθη φοβερά. Κακίας, αἰσχρότητος, πλεονεξίας, ἀπανθρωπιᾶς. Τόν γέμισαν πληγές. Καί τόν ἔγδυσαν.
Ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι πού δέχονται τά λόγια τοῦ διαβόλου καί τίς συμβουλές τοῦ διαβόλου, τό ξέρουμε καί τό βλέπουμε, εἶναι στή ζωή τους, ἀναίσχυντοι καί ἀδιάντροποι. Ὅπως ὅταν εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἀναίσχυντοι καί ἀδιάντροποι, δέν τὄχουν σέ τίποτε νά γυμνώνονται ἔτσι καί ὅποιος χάσει τήν πίστη στό Θεό γίνεται ἐνελῶς ἀδιάντροπος. Χειρότερος ἀπό τόν κάθε ἀδιάντροπο στόν κόσμο αὐτό.
Ἀλλά σ’ αὐτή τήν κατάσταση ὁ ἄνθρωπος πνευματικά πεθαίνει.
Πεθαίνει πνευματικά, σημαίνει ὅτι δέν εἶναι ἄξιος νά βρίσκεται κοντά στόν Χριστό, οὔτε νά πάει στήν αἰώνια ζωή μαζί μέ τούς ἁγίους. Μαζί μέ τούς Πατέρες, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους, μαζί μέ τήν Παναγία μας, μαζί μέ τόν ἅγιο Κωνσταντῖνο, τόν ἅγιο Νικόλαο, τόν ἅγιο προφήτη Ἠλία. Δέν εἶναι ἄξιος.
Καί ἄν ἐμεῖς -ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι- πονᾶμε ἐκεῖνον πού χτύπησε τό πόδι του καί βγάζει λίγο αἷμα, πονᾶμε ἐκεῖνον πού εἶναι νηστικός, πονᾶμε ἐκεῖνον πού κλαίει· καί ἔτσι πρέπει νά κάνομε, πολύ περισσότερο ὁ Χριστός ὁ πολυεύσπλαγχνος δέν ἀνεχόταν νά μᾶς βλέπει ἕρμαια καί παίγνια τοῦ διαβόλου. Καί κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό στή γῆ. Μᾶς συμπόνεσε καί ἦλθε κοντά μας. Καί κοντά μας, ἔβγαλε τά δικά του: τό λάδι καί τό κρασί, τό ἔλεός του καί τό αἷμα του. Καί ἔδεσε τίς πληγές μας. Ἔπειτα μέ τά ροῦχα του, δηλαδή μέ τήν χάρη του, μᾶς δίπλωσε καί μᾶς στόλισε. Γι' αὐτό ψάλλουμε ὅταν βαπτιζόμαστε: «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε». Κάθε φορά πού πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία καί συμμετέχουμε στά μυστήρια, παίρνουμε ἔλεος καί χάρη Θεοῦ.
Παίρνουμε ροῦχο, στολισμό ἀφθαρσίας τόν ἴδιο τόν Χριστό πού τόν ντυνόμαστε στό Βάπτισμα.
Τόν ἴδιο τόν Χριστό φορᾶμε ὅταν ἐξομολογούμαστε.
Καί ὅταν κοινωνοῦμε παίρνουμε τό σῶμα του καί τό αἷμα του πού εἶναι ἡ πιό μεγάλη εὐλογία καί ὀμορφιά στόν κόσμο.
«Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε. Ἀλληλούια».
«Ἀλληλούια», σημαίνει δοξάζετε τόν Θεό γι’ αὐτή τήν μεγάλη δωρεά.
Μέ ἄλλα λόγια, ὁ Χριστός μᾶς μάζεψε μετά μᾶς ἔδωσε τόν ἑαυτό του. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἡμᾶς νεκρούς ὄντας τοῖς παραπτώμασι», ἐνῶ εἴμαστε πεθαμένοι ἀπό τίς ἁμαρτίες μας, μακρυά ἀπό τόν Θεό, αὐτός ἀπό τήν πολλή του ἀγάπη καί καλωσύνη μᾶς συμπόνεσε. Καί κατέβηκε, ἦλθε κοντά μας. Μᾶς ἔπλυνε μέ τό αἷμα του, μᾶς τύλιξε μέ τήν ὀμορφιά του, μέ τά ροῦχα του. Μέ τό βάπτισμα καί μέ τά ἄλλα πού εἴπαμε.
Μᾶς σήκωσε, μᾶς ἔβαλε στή θέση του καί μᾶς πῆγε στό πανδοχεῖο. «Συνεζωοποίησε» λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. «Συνήγειρε, συνεκάθισε». Τί σημαίνει «σύν»; Σημαίνει μαζί. Τήν δική του ζωή τήν ἔκανε δύο καί ἔδωσε καί σέ μᾶς. Εἴμαστε κάτω ἐμεῖς. Μᾶς σήκωσε καί μᾶς ἀνάστησε. Μᾶς πῆρε καί θά μᾶς βάλλει μιά ἡμέρα νά καθήσουμε μαζί του στό θρόνο του. Τό γαϊδούρι ἦταν ὁ θρόνος τοῦ Χριστοῦ. Σ’ αὐτό καθόταν τότε πού περπατοῦσε ἐδῶ στή γῆ γιά νά ρθεῖ κοντά μας. Καί ἐπάνω στόν θρόνο του στόν οὐρανό θά μᾶς βάλει νά καθήσουμε τήν δευτέρα Παρουσία μαζί του.
Καί μέχρι τότε καί εἰς τούς αἰῶνες θά μᾶς φροντίζει ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός. Αὐτό εἶναι τό νόημα τῆς παραβολῆς. Ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ πλησίον μας.
Γίνε πλησίον στό πιό οὐσιαστικό
Ρώτησε ὁ νομικός: «Ποιός εἶναι ὁ πλησίον μου;»
Καί ἀφοῦ ἄκουσε τήν παραβολή ἔδωσε μόνος του τήν ἀπάντηση: «Ἐκεῖνος πού ἔκανε τό ἔλεος».
Ποιός ἔκανε τό μεγαλύτερο ἔλεος;
Ὁ Χριστός.
Τί ἔκανε;
Αὐτά πού ἔκανε ποιός νά τά διηγηθεῖ; Μέ τί γλώσσα νά τά διηγηθεῖ; Μέ τί γλώσσα νά διηγηθεῖ κανείς τί εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία καί τό ἔλεος τοῦ Χριστοῦ.
Εἶπε ὁ Χριστός εἰς τόν νομικό: «Πορεύου καί σύ ποίει ὁμοίως». Κάνε καί σύ τό ἴδιο.
Ποῦ νά τό κάνω Χριστέ μου;
Σέ ὅποιον βλέπεις πονεμένο. Σέ ὅποιον βλέπεις δυστυχισμένο. Σέ ὅποιον βλέπεις νά κινδυνεύει· στό πόδι του, στό χέρι του, στό κεφάλι του, στήν κοιλιά του. Καί προπαντός, σέ ὅποιον βλέπεις νά ὑποφέρει καί νά κινδυνεύει στήν ψυχή του καί στήν αἰώνια ζωή.
Δέν εἶναι τραγικό πράγμα, νά φροντίζουμε γιά τόν πεινασμένο στήν κοιλιά καί γιά τόν γυμνό στό σῶμα νά τοῦ δώσουμε λίγο ψωμί καί κάποιο πουκαμισάκι καί νά μήν φροντίζουμε γιά ἐκεῖνον πού κινδυνεύει νά χάσει τήν ψυχή του; Νά χάσει τήν αἰώνια ζωή; Ὑπάρχει χειρότερο κακό;
Γι' αὐτό, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε χρέος νά ἀνοίγουμε τό στόμα καί μιλᾶμε γιά τήν αἰώνια ζωή. Νά μιλᾶμε ὅσο μποροῦμε γιά τό κακό πού εἶναι ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς, ὁ θάνατος πού τόν φέρνει ἡ ἁμαρτία.
Νά μᾶς δυναμώνει ὁ Κύριος, νά μᾶς φωτίζει, νά μᾶς ἁγιάζει τήν καρδιά· νά μεγαλώνει ἡ καρδιά μας. Καί νά εἶναι πρόθυμη νά ὑποβληθεῖ σέ κόπους καί σέ στενοχώριες γιά τό καλό, γιά τήν ὠφέλεια, γιά τήν σωτηρία, γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό ὁποιοδήποτε κακό πού ἀπειλεῖ τόν κάθε ἄνθρωπο.
Καί νά μᾶς βοηθεῖ στά ὅσα θά κάνουμε, νά εἴμαστε ἀποδοτικοί.
Νά τόν παρακαλοῦμε μέ ὅλη τήν δύναμη τῆς ψυχῆς μας, νά μᾶς ἀξιώνει νά γινόμαστε καλοί Σαμαρεῖτες. Μιμητές τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στήν καλωσύνη, στήν ἀγάπη, στήν φιλανθρωπία. Ἀμήν.-
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ (†)
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στήν Καμπή στίς 13/11/2005

ΠΗΓΗ:http://www.faneromenihol.gr/

Ἡ παραβολή τοῦ καλοῦ Σαμαρείτη!

ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ - 
Εἰς τὴν παραβολὴν τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς 
(Αγ. Ιωάννου, Αρχιεπ. Κων/πόλεως, του Χρυσοστόμου)
Kyriaki H Louka 1
Ἠκούσαμεν, ἀδελφοὶ, ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ λέγοντος, ὅτι Ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχὼ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν, καὶ πληγὰς ἐπιθέντες κατέλιπον ἡμιθανῆ τυγχάνοντα. Ἱερεὺς δὲ καὶ Λευΐτης διερχόμενοι διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης, καὶ ἰδόντες αὐτὸν, ἀντιπαρῆλθον. Σαμαρείτης δέ τις ἐλθὼν ἐπὶ τὸν τόπον, καὶ ἰδὼν αὐτὸν, ἐσπλαγχνίσθη ἐπ' αὐτὸν, καὶ σὺν ἐλαίῳ οἶνον βαλὼν καὶ ἀναμίξας ἐπέχεεν αὐτῷ, καὶ κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ, καὶ ἀναλαβὼν αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος, ἤγαγεν εἰς πανδοχεῖον, καὶ ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ δύο δηνάρια, εἰπών· Ἐπιμελήθητι τοῦ ἀνθρώπου τούτου, καὶ εἴ τι προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι.
Ἴδωμεν οὖν τὴν τούτων παραβολὴν, ἵνα συνιέντες καρδίᾳ συνετῇ, γνωρίσωμεν τοῦ Θεοῦ τὰ μυστήρια. Ἄνθρωπός ἐστιν ὁ Ἀδὰμ, Ἱερουσαλὴμ δὲ ἡ ἐπουράνιος πολιτεία καὶ ἡ φρόνησις, Ἱεριχὼ δὲ ὁ κόσμος. Ἐφ' ὅσον τοίνυν ὁ Ἀδὰμ πρὸ τῆς παρακοῆς εἶχε τὸ ἐπουράνιον φρόνημα, καὶ τὴν ἰσάγγελον πολιτείαν, ἀκώλυτον εἶχε τὴν εἴσοδον ἐν τῇ ἐπουρανίῳ πόλει Ἱερουσαλὴμ, καὶ τὴν κατοικίαν καὶ διατριβὴν ἐν ταῖς ἐντολαῖς τοῦ Θεοῦ ποιούμενος, ὑπ' οὐδενὸς ἐνικᾶτο, οὐδὲ ἐτραυματίζετο· ὅτε δὲ παρήκουσε τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν ἐντολὴν οὐκ ἐφύλαξεν, ἀλλ' ἀπηνέχθη τῇ ἀπάτῃ τοῦ ὄφεως, τότε κατέβη εἰς Ἱεριχὼ, τουτέστιν, εἰς τὴν γῆν, καὶ τὰ τῆς γῆς εἰργάζετο· Ἱερουσαλὴμ γὰρ ἀνάβασις ἑρμηνεύεται, Ἱεριχὼ δὲ κατακλυσμός. Κατέβη οὖν ὡς ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχὼ, οὕτως ἀπὸ τοῦ ἐπουρανίου πολιτεύματος, ἐπὶ τὸ τῆς ἀπάτης τοῦ διαβόλου πολίτευμα.

Ὅτε γάρ τις φυλάσσει τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ, τότε ἐν οὐρανοῖς πολιτεύεται, καθά φησιν ὁ Ἀπόστολος, Ἡμῶν δὲ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει. Κατέβη ἀπὸ δόξης εἰς ἀδοξίαν, ἀπὸ παραδείσου τρυφῆς εἰς ἀκανθηφόρον γῆν, ἀπὸ ζωῆς εἰς θάνατον· Ἐν ᾧ γὰρ, φησὶ, φάγεσθε ἐκ τοῦ ξύλου, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε· τουτέστι, τῇ ἁμαρτίᾳ· θάνατος γὰρ ψυχῆς ἁμαρτία τὸ παρακοῦσαι Θεῷ. Κατέβη ἀπὸ δικαιοσύνης τῆς ἐν τῷ παραδείσῳ, ἀπὸ ἁγιωσύνης τῆς ἐν οὐρανοῖς, καὶ ἦλθεν εἰς Ἱεριχὼ, τουτέστιν, εἰς τὸ πτῶμα τῆς παρακοῆς, εἰς τὸν θάνατον τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἐμπίπτει εἰς τοὺς λῃστὰς, τουτέστιν, εἰς τὸν διάβολον καὶ τὰς ἀντικειμένας αὐτῷ δυνάμεις. Ὁδὸς δέ ἐστιν ὁ βίος οὗτος, ὅπου περιπατήσας ὁ Ἀδὰμ ἔπεσεν εἰς τοὺς λῃστὰς, καὶ ἐκδιδύσκουσιν αὐτόν. Καὶ τί αὐτὸν ἐξέδυσαν; Τὴν στολὴν τῆς ὑπακοῆς, τὴν μετ' ἀγγέλων φιλίαν, τὴν ἀκήρατον δόξαν, τὴν μετὰ Χριστοῦ διατριβὴν, τὴν ἐν παραδείσῳ τρυφὴν, τὴν ἐπουράνιον ζωήν. Ταύτην αὐτὸν ἐξέδυσαν τὴν στολήν. Καὶ πληγὰς αὐτῷ ἐπέθηκαν, τουτέστι, τὰς ἁμαρτίας, πορνείας, μοιχείας, εἰδωλολατρείας, φαρμακείας, φόνους, φθόνους, ἔρεις, θυμὸν, καὶ πᾶσαν τὴν λοιπὴν τῶν κακῶν ἐργασίαν. Ταῦτα γὰρ τὰ ἔργα μαστιγοῦσι τὸν ἄνθρωπον, ταῦτα δυσωδίαν καὶ φθορὰν ἐμποιοῦσι.
Καὶ ὅτι ἔστι τοῦτο ἀκριβῶς, μάθε παρὰ τοῦ ∆αυῒδ, πῶς τὰς τοῦ Ἀδὰμ πληγὰς εἰς ἑαυτὸν εἰκονογραφῶν, μώλωπας αὐτὰς καλῶς λέγων· Προσώζεσαν καὶ ἐσάπησαν οἱ μώλωπές μου ἀπὸ προσώπου τῆς ἀφροσύνης μου. Πᾶσα δὲ ἁμαρτία μώλωπα καὶ τραῦμα ἐργάζεται. Ἐτραυματίσθη τοίνυν διὰ τῆς παρακοῆς, ἐπλήγη διὰ τῶν ἀνομιῶν, ὥς φησιν ὁ προφήτης· Ἐπλήγην ὡσεὶ χόρτος, καὶ ἐξηράνθη ἡ καρδία μου, ὅτι ἐπελαθόμην τοῦ φαγεῖν τὸν ἄρτον μου· τουτέστι, τοῦ φυλάξαι τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ. Ἡμιθανῆ δὲ, φησὶ, τοῦτον κατέλιπον, οὐχ ὡς μὴ βουλόμενοι τοῦτον ἀναιρεῖν, ἀλλ' ὡς τοῦ Θεοῦ μὴ συγχωροῦντος. Οὐ βούλομαι γὰρ, φησὶ, τὸν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὡς τὴν μετάνοιαν. Καὶ ποῦ αὐτὸν καταλείπουσιν; Εἰς τὴν ὁδὸν, τουτέστιν, εἰς τὸν βίον τοῦτον· ὁδὸς γὰρ λέγεται ὁ αἰὼν οὗτος, ἐπειδὴ πάντες ἄνθρωποι δι' αὐτοῦ διέρχονται. Καταλαβὼν δὲ, φησὶν ὁ ἱερεὺς ἐν τῇ ὁδῷ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν, ἀντιπαρῆλθεν. Ἱερέα δὲ λέγει τὸν μακάριον Μωϋσῆν καὶ Ἀαρών. Μαρτυρεῖ γὰρ ὁ ∆αυῒδ λέγων, Μωϋσῆς καὶ Ἀαρὼν ἐν τοῖς ἱερεῦσιν αὐτοῦ, καὶ Σαμουὴλ ἐν τοῖς ἐπικαλουμένοις τὸ ὄνομα αὐτοῦ. Οὗτος οὖν ὁ θαυμαστὸς Μωϋσῆς ἔνδοξος γενόμενος, ὁ δεκαπλήγῳ μάστιγι τοὺς Αἰγυπτίους ἐτάσας, ὁ τὴν Ἐρυθρὰν θάλασσαν σχίσας καὶ ἀποξηράνας καὶ διαγαγὼν τὸν λαὸν δι' αὐτῆς, ὁ τὸ ἐν Μαῤῥᾷ ὕδωρ γλυκάνας, ὁ τῷ Θεῷ διὰ νέφους προσομιλήσας, ὁ πολλὰ θαύματα ἐργασάμενος, ὁδεύων τὴν ὁδὸν τοῦ βίου τούτου, καὶ ἰδὼν τὸν ἄνθρωπον κείμενον τετραυματισμένον, παρῆλθεν αὐτὸν, καὶ οὐκ ἀνέστησεν. Ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης, τουτέστι, τὸ προφητικὸν τάγμα.
Καὶ γὰρ ἐκεῖνοι ὕστερον μετὰ τὸν Μωϋσῆν γενόμενοι, καὶ τὴν αὐτὴν ὁδὸν τοῦ βίου βαδίσαντες, εὑρόντες τετραυματισμένον ἄνθρωπον τὸν Ἀδὰμ, οὐκ ἀνέστησαν. Οὔτε Μωϋσῆς διὰ νόμου, οὔτε προφῆται διὰ σημείων τὸ τοῦ Ἀδὰμ τραῦμα ἐθεράπευσαν. Οὐδεὶς αὐτὸν ἤγειρεν, οὐδεὶς αὐτῷ ζωὴν ἐχαρίσατο, οὐδεὶς αὐτὸν ἐκ θανάτου ἐλυτρώσατο, οὐδεὶς ἔστειλε τῆς ἁμαρτίας τὸ τραῦμα· καὶ γὰρ αὐτοὶ ἐν ἁμαρτίαις κατείχοντο. Εἰ καὶ διὰ σεμνὴν πολιτείαν Θεοῦ φίλοι ἐγένοντο, ἀλλὰ διὰ τὸ ὁμοσάρκους εἶναι τῷ Ἀδὰμ, καὶ ἀπὸ τῆς ῥίζης τῆς νεκρᾶς φέρεσθαι, οὐκ ἠδύναντο κλάδοι ὄντες τὴν ῥίζαν ἀνασπάσαι ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας.
Σαμαρείτης δέ τις, φησὶ, σπουδαῖος τοῖς ἔργοις, εὔσπλαγχνος τὴν προαίρεσιν, συμπαθὴς περὶ τοὺς ὁμοδούλους, ἐλθὼν ἐπὶ τὸν τόπον, καὶ ἰδὼν αὐτὸν τετραυματισμένον, ἐσπλαγχνίσθη, καὶ ἐπέθηκεν ἔλαιον καὶ οἶνον, καὶ κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ, τουτέστι, τούτου τὰς ἁμαρτίας. Πρόσωπον καὶ εἰκόνα ἀναλαμβάνει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς Σαμαρείτου. Ἀλλ' ἐρεῖ τις τῶν ἀκροατῶν, τί; τὸν Κύριον Σαμαρείτην λέγεις; Ναὶ, Σαμαρείτην λέγω αὐτὸν, οὐ τῇ φύσει τῆς θεότητος, ἀλλὰ τῇ μιμήσει τῆς εὐσπλαγχνίας. Ὥσπερ γὰρ ὁ Σαμαρείτης τῇ μὲν φύσει τοῦ σώματος ὅμοιος τοῖς ἄλλοις ὑπῆρχε, τῇ δὲ προαιρέσει τῆς εὐσπλαγχνίας οὐχ ὅμοιος, ἀλλὰ κρείττων ἐφάνη· οὕτω καὶ ὁ Κύριος ἄνθρωπος μὲν τῇ θεωρίᾳ τοῦ σώματος ἐφάνη ὅμοιος προφήταις, πατριάρχαις κατὰ τὸν ἐκ Μαρίας ἄνθρωπον, τῇ δυνάμει δὲ τῆς θεότητος μείζων πάντων ἀνεδείχθη· ἴσος τῷ ἀνθρωπίνῳ σχήματι. οὐκ ἴσος τῇ ὑπερκοσμίῳ δόξῃ. Ἐκεῖνοι ἀμελείᾳ καὶ ἀσπλαγχνίᾳ χρησάμενοι, ἀνηλεῶς παρῆλθον τὸν τετραυματισμένον· ὁ δὲ Σαμαρείτης εὐσπλαγχνότερος καὶ εὐσεβέστερος καὶ ἐλεήμων ἐφάνη. Οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς, πατριαρχῶν καὶ προφητῶν ὑπεριδόντων τὸν διὰ παρακοῆς ἐκπεσόντα ἄνθρωπον, μόνος οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ἐφάνη, κατὰ τὸν προφήτην τὸν λέγοντα· Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος· καὶ πάλιν, Ὅτι σὺ, Κύριε, εὔσπλαγχνος. Καὶ ὥσπερ ὁ Σαμαρείτης οὐκ ἦν τοῦ ἔθνους τῶν Ἰουδαίων, ἄλλ' ἐξ ἄλλης χώρας ὡρμᾶτο, οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐκ ἦν ἀπὸ κόσμου, ἀλλ' ἐξ οὐρανοῦ.
Ἦλθεν ἐπὶ τῆς γῆς· Θεὸς ὢν, ἄνθρωπος γέγονε δι' ἡμᾶς· ∆εσπότης ὢν, τὴν τοῦ δούλου μορφὴν ἐνεδύσατο. Ἐσπλαγχνίσθη περὶ ἡμῶν, κατῆλθεν ἐξ οὐρανοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, εἶδε τὸν ἄνθρωπον ἐῤῥιμμένον, ἐσκυλμένον, τετραυματισμένον ἐν πορνείαις, εἰδωλολατρείαις, μοιχείαις, φόνοις· εἶδε, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπὶ τὸ ἴδιον πλάσμα, καὶ ἐπέβαλεν οἶνον σὺν ἐλαίῳ· τουτέστι, καὶ μίξας ἀμφότερα ἐποίησε βροχὴν, καὶ ἐπέθηκε τῷ ἀνθρώπῳ. Τί ἐστι, μίξας οἶνον σὺν ἐλαίῳ; Τουτέστι, μίξας τὴν θεότητα μετὰ τῆς ἀνθρωπότητος, μίξας τὴν εὐσπλαγχνίαν μετὰ τῆς σωτηρίας, ἔσωσε τὸν ἄνθρωπον. Μίξας οἶνον σὺν ἐλαίῳ, τουτέστι, μίξας Πνεῦμα ἅγιον τῷ αἵματι αὐτοῦ, ἐζωοποίησε τὸν ἄνθρωπον. Τοῦ γὰρ αἵματος τοῦ Κυρίου στάξαντος ἀπὸ τῆς πλευρᾶς ἐπὶ τὴν γῆν, ἀπέπλυνεν ἡμῶν τὸ χειρόγραφον ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν. Τί δέ ἐστι, Κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ; Τουτέστιν, ἔδησε τὸν διάβολον, καὶ ἔλυσε τὸν ἄνθρωπον· ἔδησε τὸ σκάφος, καὶ ἐζωοποίησε τὸ ναυαγῆσαν πλοῖον· κατέδησε καὶ ἐδούλωσε τὰς δυνάμεις τοῦ πονηροῦ, καὶ ἠλευθέρωσε τὸν ἄνθρωπον. Εἰ δὲ θέλεις καὶ ἑτέρως νοεῖν, ἄκουε. Μίξας οἶνον σὺν ἐλαίῳ· ἔλαιον ἐπάγει τὸν παρακλητικὸν λόγον, οἶνον δὲ τὸν στυπτικὸν καταδευόμενος, τὴν διδασκαλίαν τὴν συνάγουσαν τὴν διεσκορπισμένην διάνοιαν, κατὰ τὸ εἰρημένον ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου· Ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον. Ἔθηκε δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος· τουτέστι, λαβὼν ὁ Χριστὸς τὴν σάρκα ἐπὶ τοὺς ἰδίους ὤμους τῆς θεότητος, ἀνήνεγκε τῷ Πατρὶ εἰς οὐρανούς. Οὐ γὰρ χρυσὸν, ἢ ἄργυρον, ἢ λίθους τιμίους ἀνήνεγκεν, ἀλλὰ τὸν κατ' εἰκόνα ἄνθρωπον ἀνήνεγκεν ἀπὸ γῆς εἰς οὐρανοὺς, εἰς τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸν καὶ εὐρύχωρον πανδοχεῖον, εἰς ταύτην τὴν καθολικὴν Ἐκκλησίαν.
Καὶ παρέδωκε τῷ πανδοχεῖ, τῷ μακαρίῳ Παύλῳ, τῷ στύλῳ τῶν Χριστιανῶν, τῷ γνησίῳ πανδοχεῖ, δοὺς αὐτῷ δύο δηνάρια· διὰ δὲ Παύλου τοῖς καθ' ἑκάστην Ἐκκλησίαν ἀρχιερεῦσι καὶ διδασκάλοις καὶ λειτουργοῖς· δύο δηνάρια, Παλαιάν τε καὶ Καινὴν ∆ιαθήκην, εἰπών· Ἐπιμελήθητι τοῦ ἀνθρώπου τούτου, καὶ εἴ τι δ' ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐλθὼν ἀποδώσω σοι. Ὁ δὲ λέγει, τοῦτό ἐστιν· Ἐπιμέλησαι, φησὶ, τοῦ λαοῦ τοῦ ἐξ ἐθνῶν, ὅν σοι παρέδωκα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Ἐπειδὴ ἀσθενοῦσιν οἱ ἄνθρωποι τετραυματισμένοι ὑπὸ τῶν ἁμαρτιῶν, θεράπευσον αὐτοὺς, ἐπιτιθεὶς αὐτοῖς λίθον ἐμπλάστρου, τὰ προφητικὰ ῥήματα καὶ τὰ εὐαγγελικὰ διδάγματα, ὑγιαίνων αὐτοὺς διὰ τῶν τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας ∆ιαθήκης νουθεσιῶν καὶ παρακλήσεων, πείθων αὐτοὺς ἀποστῆναι τῆς ἁμαρτίας, καὶ καταλεῖψαι τὴν τοῦ διαβόλου πλάνην. Ἐὰν δὲ καὶ οὕτως ἀδιόρθωτοι μείνωσι, πεῖσον αὐτοὺς ἀπὸ τῶν σῶν κατορθωμάτων, κάμψον αὐτοὺς διὰ τῶν αὐστηρῶν σου λόγων· τύπος αὐτῶν γενοῦ, καὶ ὑπογραμμὸς ἀγαθὸς, ἐν λόγῳ, ἐν ἔργῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν πίστει, ἐν ἀγάπῃ, ἐν σεμνότητι, ἵνα τῷ σῷ τύπῳ ἐξακολουθήσωσι, καὶ μιμηταί σου γίνωνται τῆς ἀγαθῆς πολιτείας. Καὶ τοῦτο ἂν ποιήσῃς, καὶ ἰδίαν τινὰ προσθήκην λόγων ἢ ἔργων παράσχῃς, εἴ τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐπανελθὼν ἀποδώσω σοι· τουτέστιν, ἐν τῇ δευτέρᾳ μου παρουσίᾳ τῆς ἀνταποδόσεως ἄξιον τῶν καμάτων σου ἀποδώσω σοι τὸν μισθόν.
∆ιὰ τοῦτο Παῦλος θαῤῥῶν ταῖς ὑποσχέσεσι ταύταις λέγει· Ἐγὼ δὲ ἥδιστα ὑπὲρ Χριστοῦ δαπανήσω, καὶ ἐκδαπανήσομαι ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν· τὴν εἰς τὰ ἔθνη λέγων διδασκαλίαν καὶ τὴν διακονίαν τοῦ λόγου. Αὐτὸς γάρ ἐστιν ὁ τὰς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ ἐποικοδομῶν καὶ στηρίζων, καὶ πάντας ἀνθρώπους θεραπεύων διὰ τῶν πνευματικῶν νουθεσιῶν, ἑκάστῳ τὰ πρόσφορα νέμων, ὁδηγεῖ τὰς ψυχὰς ἡμῶν εἰς ζωὴν αἰώνιον. Τοῖς πᾶσι γὰρ, φησὶ, γέγονα τὰ πάντα, ἵνα τοὺς πάντας σώσω.
Οὗτός ἐστιν ὁ καλὸς τῆς Ἐκκλησίας πανδοχεὺς, πάντας δέχεται καὶ πάντας ἐπιμελεῖται· οὐ πόρνον ἀπωθεῖται, οὐ μέθυσον, οὐ λοίδορον, οὐχ ἅρπαγα ἀποστρέφεται, οὐκ εἰδωλολάτρην βδελύσσεται, οὐχ ἕτερόν τινα ἀσεβῆ καὶ ἀκάθαρτον ἀποδιώκει, ἀλλὰ τοὺς πάντας δέχεται. Καθάπερ ἰατρὸς ἀποπλύνει τὰ τραύματα, καὶ διὰ λουτροῦ τῆς ἀναγεννήσεως ἀποσμήχει καὶ καθαίρει, καὶ προσφέρει τὰ στυπτικὰ ῥήματα, ὥσπερ οἶνον. πρὸς τὸ μὴ ἄγεσθαι ταῖς κατὰ ἄγνοιαν πραχθείσαις ἁμαρτίαις ἤτοι κακίαις.
Καὶ πάλιν θεραπεύει διὰ παρακλήσεως, δίκην ἐλαίου ἀλείφων τὰς ψυχὰς ἡμῶν· λέγει γὰρ οὗτος· Παρακαλοῦμεν δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοὶ, διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον, τὴν λογικὴν λατρείαν ὑμῶν. Ὅσοι τοίνυν τῶν τοῦ Παύλου ῥημάτων μαθηταὶ τυγχάνετε, τὰς ἐντολὰς τοῦ Χριστοῦ φυλάξωμεν· ἵνα μὴ τῆς ἐπουρανίου Ἱερουσαλὴμ ἐκπέσωμεν καὶ πόλεως Θεοῦ ζῶντος.
Γένοιτο δὲ θεραπευθέντας ἡμᾶς καὶ ψυχῆς καὶ σώματος τραύματα, ἐν ὑγείᾳ καὶ τελειότητι πίστεως παραστῆναι τῷ Χριστῷ σώους καὶ ἀνεκλύτους, μὴ λειπομένους ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ, καὶ ἀπολαῦσαι τῆς ἐν οὐρανοῖς ἀγαθῆς ἐπαγγελίας, χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μεθ' οὗ τῷ Πατρὶ δόξα, σὺν τῷ παναγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ:http://www.faneromenihol.gr/

Δωδεκάνησα!

«Η ένωση της Δωδεκανήσου
με την Ελλάδα»

Στις 27 Ιουνίου 1946 στο Παρίσι, στο Συμβούλιο των υπουργών των Εξωτερικών των τεσσάρων Δυνάμεων, αποφασίζεται να περιέλθουν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Απόφαση που στις 10 Φεβρουαρίου 1947 οδηγεί στην υπογραφή, εκ νέου στο Παρίσι, της συνθήκης ειρήνης μεταξύ των συμμάχων και των συνασπισμένων Δυνάμεων (και Ελλάδας) και της Ιταλίας, σύμφωνα με την οποία η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα με πλήρη κυριαρχία τα νησιά της Δωδεκανήσου και τις παρακείμενες νησίδες. Στις 31 Μαρτίου 1947 ο Βρετανός διοικητής των συμμαχικών Δυνάμεων Κατοχής Δωδεκανήσου ταξίαρχος Α. Σ. Πάρκερ, παραδίδει τη Στρατιωτική Βρετανική Διοίκηση στον αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη. Έτσι αρχίζει η μεταβατική περίοδος της Ελληνικής Στρατιωτικής Διοίκησης Δωδεκανήσου που λήγει στις 9 Ιανουαρίου 1948, οπότε με το άρθρο 1 του Νόμου υπ’ αριθ. 518 «Περί προσαρτήσεως της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα» της Δ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων ορίζεται ότι: «Αι νήσοι της Δωδεκανήσου Αστυπάλαια, Ρόδος, Χάλκη, Κάρπαθος, Κάσος, Τήλος, Νίσυρος, Κάλυμνος, Λέρος, Πάτμος, Λειψοί, Σύμη, Κως και Καστελλόριζο, ως και οι παρακείμενες νησίδες, είναι προσαρτημένες στο Ελληνικό Κράτος από της 28 Οκτωβρίου 1947». Η 7η Μαρτίου 1948 ορίστηκε ως ημέρα της ενσωμάτωσης. Στην εκπομπή μιλούν οι: Θεοφάνης Μπογιάννος (δημοσιογράφος-ιστορικός), Βαγγέλης Παυλίδης (σκιτσογράφος), Μαρία Ευθυμίου (αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών), Αθανάσιος Χρήστου (αναπληρωτής καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας Πανεπιστημίου Πελοποννήσου), Γιώργος Τραμπούλης (προϊστάμενος Γενικών Αρχείων Λέρου), Γιώργος Παλατιανός (υπεύθυνος Μουσείου Κάστρου Λέρου), Κωνσταντίνος Κόρκας (ιερολοχίτης-στρατηγός ε.α.), Ιωάννης Γεωργάκης (καθηγητής Ποινικού Δικαίου και διευθυντής Οίκου Αντιβασιλέως Δαμασκηνού), Μιχαήλ Στασινόπουλος (πρώην Πρόεδρος Δημοκρατίας). Η σειρά καταδεικνύει την ελληνικότητα των αποκαλούμενων Νέων Χωρών, που παρέμεναν υπό ξένη κατοχή, ενώ το νεοσύστατο ελληνικό κράτος χάρη στον Αγώνα της Παλιγγενεσίας του 1821 και τους ξένους συμμάχους του εκτεινόταν ήδη, από το 1832, μέχρι τη γραμμή συνόρων από τον Παγασητικό στον Αμβρακικό, και πραγματεύεται διεξοδικά τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα που οδήγησαν στην απελευθέρωση και ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα. Σε διάστημα ενός αιώνα, από το 1864 με την ενσωμάτωση των Ιονίων νήσων, την αμαχητί ενσωμάτωση της Θεσσαλίας, την ένωση της Κρήτης, τους δύο Βαλκανικούς Πολέμους και την απελευθέρωση της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θράκης έως το 1948 και την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων, αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ελλάδα κατάφερε, σταδιακά, να καταστεί η πιο ισχυρή πολιτική δύναμη των Βαλκανίων, το αντίπαλο δέος της άλλοτε παντοκράτειρας Τουρκίας, με σημαντικές επιρροές στα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη και εξαιρετικές σχέσεις με τα κράτη της Δυτικής Ευρώπης. Σκηνοθεσία: Αδαμάντιος Πετρίτσης Μοντάζ-τίτλοι αρχής: Αδαμάντιος Πετρίτσης Σενάριο-εκτέλεση παραγωγής: Αλέξανδρος Κακαβάς Διεύθυνση φωτογραφίας: Μάριος Ζώγκας Ηχοληψία: Κωνσταντίνος Καρδακάρης Μουσική: Αδάμ Παναγόπουλος Μουσική τίτλων αρχής: Τίμος Χατζηιωάννου Αφήγηση: Ρένος Χαραλαμπίδης – Χρύσα Θεολόγου Επιστημονική συνεργάτις: Χρυσούλα Δαβίλλα Έρευνα: Χρυσούλα Δαβίλλα – Φώτης Μιχαλόπουλος

Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ

ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ
 Ζωντανή ηχογράφηση από τον Ιερό Προσκυνηματικό Ναό Αγίου Νεκταρίου Συκέας Λακωνίας (8/11/2014)

Ἅγιος Νεκτάριος

 Εγκώμια & Ευλογητάρια Αγίου Νεκταρίου 
του εν Αιγίνη
Τα Εγκώμια και τα Ευλογητάρια του εν Αγίοις πατρός ημών Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως του θαυματουργού. Ζωντανή ηχογράφηση από τον Ιερό Καθεδρικό Ναό
Αγίας Τριάδος Πειραιώς.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος (9 Νοεμβρίου)

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος 
Μητροπολίτης Πενταπόλεως Αἰγύπτου 
AgiosNektarios
Γεννήθηκε τήν 1η Ὀκτωβρίου τοῦ 1846 στή Σηλυβρία τῆς Θράκης ἀπό τόν Δῆμο καί τήν Βασιλική Κεφάλα καί ἦταν τό πέμπτο ἀπό τά ἕξι παιδιά τους. Τό κοσμικό του ὄνομα ἦταν Ἀναστάσιος.
Μικρός, 14 ἐτῶν, πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργάστηκε ὡς ὑπάλληλος καί κατόπιν ὡς παιδονόμος στό σχολεῖο τοῦ Μετοχίου τοῦ Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πῆγε στήν Χίο, ὅπου, ἀπό τό 1866 μέχρι τό 1876 χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στό χωριό Λίθειο. Τό 1876 ἐκάρη μοναχός στή Νέα Μονή Χίου μέ τό ὄνομα Λάζαρος καί στίς 15 Ἰανουαρίου 1877 χειροτονήθηκε διάκονος, ὀνομασθεῖς Νεκτάριος, ἀπό τόν Μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο (1860 – 1877), καί ἀνέλαβε τήν Γραμματεία τῆς Μητροπόλεως.
Τό 1881 ἦλθε στήν Ἀθήνα, ὅπου μέ ἔξοδα τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρονίου Δ’ (1870 – 1899), σπούδασε Θεολογία καί πῆρε τό πτυχίο του τό 1885. Ἔπειτα, ὁ ἴδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τόν χειροτόνησε τό 1886 πρεσβύτερο καί τοῦ ἔδωσε τά καθήκοντα τοῦ γραμματέα καί Ἱεροκήρυκα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Διετέλεσε ἐπίσης πατριαρχικός ἐπίτροπος στό Κάιρο.
Στίς 15 Ἰανουαρίου 1889, χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ἡ δράση του ὡς Μητροπολίτου ἦταν καταπληκτική καί ἕνεκα αὐτοῦ ἦταν βασικός ὑποψήφιος τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου Ἀλεξανδρείας. Λόγω ὅμως φθονερῶν εἰσηγήσεων (αἰσχρῶν συκοφαντιῶν), πρός τόν Πατριάρχη Σωφρόνιο, ὁ ταπεινόφρων Νεκτάριος, γιά νά μή λυπήσει τόν γέροντα Πατριάρχη, ἐπέστρεψε στήν Ἑλλάδα (1889).
Διετέλεσε Ἱεροκήρυκας (Εὐβοίας) (1891 – 1893), Φθιώτιδος καί Φωκίδας (1893 – 1894) καί διευθυντής τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς στήν Ἀθήνα (1894 – 1904).
Μετά τόν θάνατο τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρονίου (1899), ὁ Νεκτάριος ἐκλήθη νά τόν διαδεχθεῖ, ἀλλά ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε. Στά κηρύγματά του, πλῆθος λαοῦ μαζευόταν, γιά νά «ρουφήξει» τό νέκταρ τῶν ἱερῶν λόγων του. Τό 1904 ἵδρυσε γυναικεία Μονή στήν Αἴγινα, τῆς ὁποίας ἀνέλαβε προσωπικά τήν διοίκηση, ἀφοῦ ἐγκαταβίωσε ἐκεῖ τό 1908, μετά τήν παραίτησή του ἀπό τή Ριζάρειο Σχολή.
Ἔγραψε ἀρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά τοῦ θείου κηρύγματος. Ἡ ταπεινοφροσύνη του καί ἡ φιλανθρωπία του ὑπῆρξαν παροιμιώδεις.
Πέθανε τό ἀπόγευμα τῆς 8ης Νοεμβρίου 1920. Τόση δέ ἦταν ἡ ἁγιότητά του, ὥστε ἐπετέλεσε πολλά θαύματα, πρίν ἀλλά καί μετά τόν θάνατό του. Ἐνταφιάστηκε στήν Ι. Μονή Ἁγίας Τριάδος στήν Αἴγινα.
Ἡ ἀνακομιδή τῶν Ἱερῶν λειψάνων του ἔγινε στίς 3 Σεπτεμβρίου τοῦ 1953 καί στίς 20 Ἀπριλίου τοῦ 1961 μέ Πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διακηρύχθηκε Ἅγιος της Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Άγιος Νεκτάριος ή Νεκτάριος Πενταπόλεως ή Νεκτάριος Αιγίνης (1846-1920) είναι σύγχρονος άγιος της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Αναστάσιος Κεφαλάς και υπήρξε λαοφιλής ιεράρχης, ποιμενάρχης και παιδαγωγός στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Ο Άγιος Νεκτάριος επίσης θεωρείται και θαυματουργός διότι πραγματοποίησε θαύματα ενώ βρισκόταν ακόμα εν ζωή.

Γέννηση, ανατροφή και εφηβική ηλικία
Ο Αναστάσιος Κεφαλάς γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου 1846, στη Συληβρία της Ανατολικής Θράκης. Γιος του Δημοσθένη και της Μαρίας Κεφαλά, ήταν το 5ο από τα 6 παιδιά φτωχής οικογένειας, που από μικρή ηλικία έζησε τα δύσκολα χρόνια της εποχής. Η αδυναμία μάλιστα της οικογένειάς του να συντηρήσει όλα τα μέλη της συνάμα με την έλλειψη σχολείου μέσης εκπαίδευσης, τον οδήγησαν στο να πάρει δρόμο για την Κωνσταντινούπολη σε ηλικία μόλις 13 ετών. Στην Κωνσταντινούπολη εργάστηκε αρχικώς σε συσκευαστήριο καπνού, οπού σύμφωνα με τους βιογράφους του, ο ιδιοκτήτης του φερόταν βάναυσα. Εργαζόταν πολλές ώρες ημερησίως, δεν πληρωνόταν και πολλές φορές κακοποιούταν. Η κατάσταση αυτή άλλαξε άρδην όταν τον περιμάζεψε κάποιος έμπορος και του πρόσφερε δουλειά και στέγη. Αποτέλεσμα του γεγονότος ήταν σύντομα να τον ακολουθήσει και η οικογένειά του. Στην Πόλη διέμεινε συνολικά 7 έτη και σε ηλικία 20 χρονών την εγκατέλειψε, παρότι δεν ολοκλήρωσε την μόρφωση του, για να πάει στο Λιθί της Χίου να εργαστεί ως δάσκαλος.

Η μετακίνηση στη Χίο, θεολογικές σπουδές και ποιμαντική διακονία στην Αλεξάνδρεια
Σε ηλικία 20 ετών οδηγήθηκε στη Χίο με στόχο να αναλάβει τη θέση του δασκάλου. Η παραμονή στην Κωνσταντινούπολη και η φοίτησή του σε σχολείο του είχαν δώσει μία σχετική γραμματική και θεολογική μόρφωση. Στη Χίο έμεινε για άλλα 10 χρόνια, μέχρι 1877. Εκεί μάλιστα θα γνωρίσει το μεγάλο ευεργέτη του Ιωάννη Χωρέμη, ένα εύπορο τοπικό άρχοντα ο οποίος εξαιτίας ενός περιστατικού που είχε συμβεί κατά την μεταφορά του Αγίου από την Σηλυβρία προς την Κωνσταντινούπολη (ένας ανιψιός του Χωρέμη τον βοήθησε να επιβιβαστεί στο πλοίο γιατί δεν είχε χρήματα), τον έθεσε υπό την προστασία του.
Ο Άγιος Νεκτάριος την εποχή αυτή είχε αποφασίσει πλέον να εξέλθει της κοσμικής ζωής. Το 1876 έγινε μοναχός με το όνομα Λάζαρος ενώ ένα χρόνο αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα που έγινε γνωστός, Νεκτάριος. Ο Άγιος Νεκτάριος επιθυμούσε μάλιστα τον αυστηρό έγκλειστο μοναστηριακό βίο αλλά εξ αιτίας των πιέσεων που του ασκήθηκαν ένεκα της μορφώσεώς του, τελικά τον έστρεψαν προς ένα πιο "κοσμικό" ρόλο.
Το 1877 μετά από παρότρυνση του Ιωάννη Χωρέμη πήγε στην Αθήνα για να ολοκληρώσει τις γυμνασιακές σπουδές και ενώ τις ολοκλήρωσε, ο ίδιος μέσω γνωριμίας που είχε με τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρόνιο, τον έστειλε στην Αλεξάνδρεια. Ο Σωφρόνιος, τριετής ήδη στον πατριαρχικό θρόνο φαίνεται να εντυπωσιάστηκε από τον ίδιο και με βάση τις πολύ καλές συστάσεις που είχε τον έστειλε στην Αθήνα ξανά, να φοιτήσει στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο Νεκτάριος εκεί διέπρεψε, αφού πρώτευσε στο διαγωνισμό σχολικής κοσμητείας στο "Παπαδάκειο κληροδότημα", με αποτέλεσμα να κερδίσει υποτροφία σπουδών στη θεολογική σχολή. Ήταν η εποχή που έφυγε από τη ζωή ο ευεργέτης του Ιωάννης Χωρέμης. Αφού έλαβε το πτυχίο του το 1885, ανεχώρησε προς την Αλεξάνδρεια.
Στην Αλεξάνδρεια άμεσα με την επιστροφή του, χειροτονείται Ιερέας και 5 μήνες αργότερα τοποθετείται γραμματέας του Πατριάρχη παίρνοντας το αξίωμα του Αρχιμανδρίτη. Εν συνεχεία μέσα σε δύο μήνες, γίνεται ιεροκήρυκας ενώ λαμβάνει και θέση Πατριαρχικού επιτρόπου. Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ο Νεκτάριος ανήλθε στην ιεραρχία του πατριαρχείου όντας ένας πολύ έμπιστος άνθρωπος στο πλευρό του Πατριάρχη. Στις 15 Ιανουαρίου του 1889 θα ανακηρυχτεί επίσκοπος Πενταπόλεως της Λιβύης μετά από την κοίμηση του επισκόπου της περιοχής Νείλου. Το πρακτικό της χειροτονίας του διασώζεται μέχρι και σήμερα (Πρακτικό εκλογής κωδ. 66, σελ. 394).
Η ραγδαία άνοδος όμως του Νεκταρίου, δεν πέρασε απαρατήρητη από τους υπολοίπους επισκόπους. Ο Σωφρόνιος πλησίαζε τα 90 χρόνια ζωής πλέον και η κούρσα της διαδοχής είχε ξεκινήσει. Ο λαός ο οποίος είχε ευεργετηθεί από το πολυποίκιλο έργο του Νεκταρίου (κυρίως φιλανθρωπικό αλλά και ποιμαντικό και αντιαιρετικό) επιθυμούσε την άνοδο του στον πατριαρχικό θρόνο και σε συνδυασμό με την εύνοια του Σωφρονίου καθίστατο πρώτη επιλογή.
Οι αντίπαλοί του γνωρίζοντας αυτά τα δεδομένα, αποφάσισαν να τον παραμερίσουν, κατηγορώντας τον ότι ήθελε να ανατρέψει τον Σωφρόνιο από τον θρόνο, επισυνάπτοντάς του επίσης αόριστες κατηγορίες ηθικής φύσεως. Μαζί τους είχαν και μερίδα κληρικών, οι οποίοι πίστευαν ότι η τακτική που ακολουθούσε ο Νεκτάριος ως επίσκοπος, λιτότητας και πενίας της εκκλησίας, θα επηρέαζε την οικονομική κατάσταση του Πατριαρχείου, το οποίο χωρίς οικονομική δύναμη θα γινόταν έρμαιο των διαφόρων πολιτικών ή εθνικών πιέσεων.

Η δίωξη και η επιστροφή στην Αθήνα
Ο Σωφρόνιος πληροφορούμενος τις κατηγορίες εναντίον του αγαπημένου του παιδιού, πείστηκε, με αποτέλεσμα την άμεση εντολή του για παύση της ιδιότητάς του, κάτι που ήταν εκκλησιαστικά παράνομο. Σύμφωνα με το εκκλησιαστικό δίκαιο έπρεπε να παρουσιαστεί ο Νεκτάριος ενώπιον συνόδου η οποία θα αποφάσιζε μετά ακροάσεως του κατηγορουμένου, την ποινή.
Ο Νεκτάριος δεν θέλησε να τραβήξει το σχοινί στα άκρα και ανεχώρησε από την Αλεξάνδρεια, αντίθετα από τους αντιπάλους του οι οποίοι θέλησαν την οικονομική και ηθική εξόντωση του. Πέραν δηλαδή του ότι φρόντισαν να σπιλώσουν το όνομα του στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη, με αποτέλεσμα να αδυνατεί να εργαστεί οπουδήποτε, παρακρατούσαν και τους μισθούς του.
Ο Άγιος Νεκτάριος έτσι βρέθηκε ενώπιον μίας πολύ δύσκολης κατάστασης. Η πενία και η προσωπική ηθική εξόντωση που είχε υποστεί του έκλειναν ερμητικά όλες τις πόρτες. Χαρακτηριστική ήταν η προσπάθειά του, μέσω του Αρχιεπισκόπου Γερμανού να βρει μια θέση ιεροκήρυκα, την οποία του αρνήθηκε λόγω πιέσεων από την σύνοδο. Ο ίδιος ο υπουργός παιδείας και εκκλησιαστικών του διεμήνυε επίσης, ότι λόγω του νόμου (ο Νεκτάριος δεν είχε ελληνική υπηκοότητα) αδυνατούσε να του παράσχει την παραμικρή βοήθεια.
Αυτή την εποχή θα δεχτεί τη διακονία μίας χήρας, η οποία θα τον βοηθήσει να επιβιώσει. Μετά από λίγο καιρό και χάρη στις προσπάθειες ενός κυβερνητικού μέλους που γνώριζε το σημαντικό ποιμαντικό του έργο στην Αλεξάνδρεια, ο Άγιος Νεκτάριος διορίστηκε ιεροκήρυκας. Η φήμη όμως που τον ακολουθούσε ακόμα παρέμενε και η καχυποψία στην κλειστή κοινωνία της Χαλκίδας οπού διορίστηκε συνέχισε να τον στιγματίζει.

Η αποκατάσταση της αλήθειας και η Ριζάρειος
Το 1891, δύο χρόνια μετά από τις κατηγορίες που εξαγγέλθηκαν και την απομάκρυνσή του από την Αλεξάνδρεια, ακόμα γίνονταν προσπάθειες μέσω της κυβέρνησης για αποπομπή από τη θέση που κατείχε. Τότε αποκαλύφθηκε πλήρως το σχέδιο κι η πλεκτάνη που είχε στηθεί σε βάρος του.
Όλα ξεκίνησαν από την αποκάλυψη ότι δεν έπαιρνε τα χρήματα που του οφείλονταν από την εποχή που έφυγε από την Αλεξάνδρεια. Εν συνεχεία αποκαλύφτηκε και η σκευωρία για οποιαδήποτε σχετική ανάμιξη σε σκάνδαλο ηθικού χαρακτήρος και πως τελικά οι κατηγορίες για ανατροπή του Σοφρωνίου ήταν αβάσιμες. Αυτό τον έκανε συμπαθή ενώπιον του λαού στη Χαλκίδα, με αποτέλεσμα την εντατικοποίηση της ποιμαντικής του δραστηριότητας.
Ο λαός τον αγκάλιασε τόσο μάλιστα, που όταν χήρεψε η θέση του επισκόπου, σχεδόν απαίτησε την άνοδό του στο θρόνο. Η άποψη της συνόδου όμως ήταν διαφορετική.
Το 1892 και 1893 διορίστηκε ιεροκήρυκας στο νομό Λακωνίας και Φθιωτοβοιωτίας αντίστοιχα. Ο Νεκτάριος πραγματοποιούσε διαρκώς περιοδείες σε χωριά και πόλεις κηρύττοντας. Ήταν μια εποχή που γνώρισε ένα μικρό, ονόματι Κωστή Σακκόπουλο, που έμελλε μέχρι τέλους της ζωής του να παραμείνει κοντά του.
Οι φίλοι πλέον προσπάθησαν με κάθε τρόπο να τον μεταθέσουν στη Ριζάρειο σχολή Αθηνών. Όταν έγινε αντιληπτό άρχισαν πάλι κάποιοι ψίθυροι, οι οποίοι τελικά δεν κατάφεραν να αποτρέψουν τον Νεκτάριο από το να γίνει διευθυντής της Αθηναϊκής θεολογικής σχολής της εποχής, που επί των ημερών του γνώρισε μεγάλη αίγλη. Την Άνοιξη του 1894 διορίστηκε ως διευθυντής της σχολής. Οι αμφιβολίες που υπήρχαν πλέον περί του Νεκταρίου δεν ήταν τόσο για τις κατηγορίες του παρελθόντος, χωρίς όμως και να εκλείψουν, αλλά κατά πόσον αυτός ο λεγόμενος και «δεσποτοκαλόγερος», θα ήταν δυνατόν με τις παλαιές και θρησκευτικές αντιλήψεις του, να μπορέσει να πετύχει στο έργο που του ανατέθηκε, καθώς η Ριζάρειος σχολή ήταν μεν θεολογική σχολή, ήταν δε σχολή που φοιτούσαν και πολλά παιδιά ευκατάστατων Αθηναίων και άλλων αρχόντων και πολιτικών της εποχής, που δεν θα γίνονταν απαραίτητα ιερείς ή θεολόγοι. Σύντομα όμως κάμφθηκαν όλες οι αντιρρήσεις από το ρηξικέλευθο τρόπο διαπαιδαγώγησης του Νεκταρίου.

Το έργο του στη Ριζάρειο
Το έργο του στη Ριζάρειο ήταν οργανωτικό, εκπαιδευτικό, συγγραφικό και παιδαγωγικό. Σύντομα οργάνωσε την σχολή με πρότυπα τα οποία αφορούσαν τον εκκλησιαστικό ορθόδοξο τρόπο σκέψης. Όμως αυτό στο οποίο ήταν αξεπέραστος ήταν η παιδαγωγική του σκέψη. Χαρακτηριστικές είναι οι ιστορίες που του αποδίδονται.
Όταν κάποτε μαθητές της Ριζαρείου ήρθαν στα χέρια, ο ίδιος αντί να τους τιμωρήσει, αυτοτιμωρήθηκε, θεωρώντας εαυτόν υπαίτιο, με ασιτία 3 ημερών. Άλλοτε βρέθηκε ξυπόλητος ενώπιον των μαθητών να αγορεύει, διότι εισερχόμενος στην αίθουσα έδωσε τα παπούτσια του σε ένα φτωχό, καθότι δεν είχε. Άλλοτε σε ένα τσακωμό των επιστατών για το ποιος ήταν υπεύθυνος καθαριότητας των αποχωρητηρίων, ο ίδιος έλυσε τη διαφορά τους, καθαρίζοντάς τες.
Την ίδια εποχή επιδόθηκε σε μεγάλο συγγραφικό έργο. Πολλά έργα τα διέθεσε στο λαό και τους θεολόγους δωρεάν, επειδή αδυνατούσαν να τα αγοράσουν, λόγω της φτώχειας. Χωρίς κανένα κέρδος, με γνώμονα μόνο την ψυχική ωφέλεια, πένητας από μικρός, ασκητής και ολιγαρκής, ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για την αυτοπροβολή και το κέρδος. Όταν τον κατηγορούσαν, ουδέποτε αντιδικούσε, παρέμενε πράος και έλεγε πάντα πως ο Θεός θα δικαιώσει το δίκαιο και την αλήθεια. Ταπεινός, μοναχικός και παρόλα αυτά προσηνής πάντα, ο ήδη σεβάσμιος γέροντας Νεκτάριος έγινε παράδειγμα ανιδιοτελούς προσφοράς και αγάπης στους πονεμένους συνανθρώπους του στις δύσκολες εποχές που διένυαν.
Τόση μάλιστα ήταν η ταπεινοφροσύνη και το αίσθημα ευθύνης που τον διακατείχε για το έργο που επιτελούσε, που όταν πέθανε ο Σωφρόνιος και του ζήτησαν να είναι θέσει υποψηφιότητα για διαδοχή, ο ίδιος αρνήθηκε.
Η φτώχεια την εποχή που διετέλεσε ο Νεκτάριος διευθυντής της Ριζαρείου ήταν κανόνας και ταυτόχρονα το ηθικό των Ελλήνων, ειδικά μετά την αποτυχία του 1897 με τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, βρισκόταν στο ναδίρ. Ο ίδιος όμως με την ελεημοσύνη ως όπλο και το λόγο του Ευαγγελίου τόνωνε την τότε αθηναϊκή κοινωνία, η οποία προσέτρεχε συχνά είτε σε ομιλίες του, είτε για να πάρει την συμβουλή του. 14 συναπτά έτη διετέλεσε διευθυντής της Ριζαρείου ως και το 1908, οπότε και για λόγους υγείας εγκατέλειψε το πόστο του.

Στην Αίγινα
Στην Αίγινα ο Άγιος Νεκτάριος εγκαταστάθηκε το 1908. Η ιστορία όμως της εγκατάστασής του πηγαίνει αρκετά νωρίτερα στο χρόνο. Ο Νεκτάριος ποτέ στη ζωή του δεν απέβαλε την έντονη επιθυμία του για το μοναχικό βίο. Αυτή η επιθυμία ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο κατά την επίσκεψη του στο Άγιο Όρος και την σύνδεσή του με το γέροντα Δανιήλ το 1898.
Έκτοτε έψαχνε ένα τόπο να στεγάσει ένα μοναστήρι για το τέλος της ζωής του, ένα "Εκκλησιαστικό Παρθενώνα", όπως χαρακτηριστικά έλεγε. Πιο έντονη και ίσως επιτακτική έγινε αυτή η ανάγκη, όταν 4 γυναίκες που ήσαν μόνες και συνδέονταν μαζί του με σχέση πνευματικής καθοδήγησης, θέλησαν να μονάσουν υπό την εποπτεία του. Έτσι τελικά βρήκε ένα παλαιό εγκαταλελειμμένο μοναστήρι στην Αίγινα στη θέση Ξάντος στο οποίο και αποφάσισε να στεγάσει τις 4 μοναχές και άλλες 3 που ήδη μόναζαν στο νησί.
Το μοναστήρι άρχισε να επαναλειτουργεί το 1904 υπό την καθοδήγησή του, παρότι αυτός ακόμα βρισκόταν στην Ριζάρειο σχολή.
Η εμφάνισή του στην Αίγινα συνδυάστηκε από δύο γεγονότα, με αποτέλεσμα να γίνει άμεσα λαοφιλής. Ο Νεκτάριος αρχικά θεράπευσε ένα δαιμονισμένο κάτι που γρήγορα μαθεύτηκε. Οι χωρικοί μάλιστα τότε τον επισκέφτηκαν ζητώντας του να λειτουργήσει και να δεηθεί στον Θεό να βρέξει, διότι είχε 3 χρόνια να βρέξει στο νησί με αποτέλεσμα να έχει προκληθεί εκτεταμένη ανομβρία και οικονομική ζημία. Ο ίδιος με σύσσωμη παρουσία των νησιωτών, λειτούργησε και την ίδια μέρα άρχισε να βρέχει.
Αυτά εκλείφθηκαν ως θεϊκά σημάδια από τους Αιγινίτες, με αποτέλεσμα να θεωρούν Άγιο τον Νεκτάριο, ακόμα και εν ζωή. Το 1908 παραιτήθηκε από τη σχολή για λόγους υγείας αλλά και γήρατος και αφοσιώθηκε στο μοναστήρι. Η χάρη του και η φήμη διαρκώς μεγάλωνε με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος δωρεών να κατευθύνεται στο μοναστήρι και μέσα σε 4 χρόνια να γίνει αρκετά μεγάλο για να χωράει 15 μοναχές. Τα χρήματα κατευθύνονταν κυρίως στους φτωχούς του νησιού. Μεγάλο μέρος λαού και πιστών κατευθυνόταν προς το μοναστήρι, από διάφορα μέρη της Ελλάδας, για να δουν ή να πάρουν την ευχή του ήδη ξακουστού Νεκταρίου, κάτι που βοηθούσε και τους νησιώτες να ανασάνουν οικονομικά.
Παρότι ήταν μεγάλος σε ηλικία όταν αποσύρθηκε στην Αίγινα, δεν έπαψε ποτέ να εργάζεται είτε πνευματικά, υπέρ της εκκλησίας, είτε και χειρωνακτικά για την διεύρυνση του μοναστηριού. Το έργο πλέον είχε χαρακτήρα ποιμαντικό, λειτουργικό, λατρευτικό, εξομολογητικό, παρηγορητικό.
Τα χρόνια που θα περνούσε μέχρι το τέλος της ζωής του, έμελλε να είναι πολύ ταραγμένα. Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους που έφεραν ηθική ανάταση και κάποια οικονομική και πνευματική ευφορία, ήρθε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος να σκιάσει την Ελλάδα. Φτώχεια, ανέχεια και όλα τα συνεπακόλουθα ενός βασανισμένου τόπου και λαού μαζί με τα σύνδρομα του φόβου και των στερήσεων εμφανίζονταν απειλητικά σε αυτά τα ταραγμένα πολιτικά χρόνια για την Ελλάδα. Ο ίδιος όμως πάντα βοηθός, παρηγορητής, γνωρίζοντας από μικρός τις δυσκολίες της ζωής, κήρυττε την ελπίδα και τον Θεό για ένα καλύτερο μέλλον, που πάντα όπως έλεγε στεκόταν κραταιός δίπλα στον πιστό λαό. Γι' αυτό και ο Άγιος Νεκτάριος για τους Αιγινίτες υπήρξε κάτι παραπάνω από ένας μοναχός που εγκαταστάθηκε στο νησί τους.
Η ποιμαντική αγωγή του ποιμνίου, μακρύτερα από τα στενά όρια του νησιού, ήταν πάντα μέλημά του, έτσι συνέχισε το συγγραφικό έργο του, που πλέον αναγνωριζόταν τόσο από τον τύπο της εποχής για την επιστημονική εγκυρότητά του, όσο και από μεγάλα πνευματικά ιδρύματα της εποχής. Επίσης διέθετε περισσότερο χρόνο για προσευχή κάτι που αγαπούσε, ιδιαίτερα προς την Παναγία, που θεωρούσε μητέρα του, όπως έλεγε.
Ποτέ, παρά τον κλονισμό της υγείας του δεν έπαψε όμως να προσφέρει ακόμα και χειρωνακτικά. Μάλιστα συνεισέφερε στην ανέγερση νέων κοιτώνων της μονής, στη διάνοιξη δρόμων προς το μοναστήρι, ασχολείτο με την κηπουρική και άλλες χειρωνακτικές εργασίες.
Οι δυσκολίες και οι πίκρες ποτέ δεν έλειψαν. Παρότι είχαν περάσει πάνω από 10 χρόνια από την επαναλειτουργία της μονής, ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος αρνείτο να αναγνωρίσει την μονή, παρά την αρχική συγκατάθεσή του.
Το πρόβλημα αυτό μεγάλωνε, διότι η μονή δεν αποκτούσε νομική προσωπικότητα με αποτέλεσμα να αδυνατεί να κρατήσει τις κληρονομιές και όποια αλλά οικονομικά ωφελήματα είχε από πιστούς, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνει το φιλανθρωπικό έργο. Κάποιοι δηλαδή άφηναν κληρονομιές υπέρ του μοναστηριού, που το μοναστήρι αδυνατούσε να αποδεχτεί λόγω της νομικής ανυπαρξίας του. Ο Μητροπολίτης φαίνεται να είχε δυσαρεστηθεί από την τροπή που έλαβε η εξέλιξη του μοναστηριού, με αποτέλεσμα να είναι ανένδοτος. Ο Νεκτάριος προσπάθησε με διάφορους τρόπους να τον μεταπείσει, όμως μέχρι τέλους της ζωής του, δεν είδε το αίτημά του να πραγματοποιείται.

Τα τελευταία χρόνια και η κοίμησις
Ο Νεκτάριος αρχικά αφού τελείωσε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Θεόκλητος αποπέμφθηκε λόγω του αναθέματος στον Βενιζέλο μαζί με τους υπολοίπους επισκόπους, πίστεψε πως τα πράγματα ίσως εξομαλυνθούν. Η αρχική αισιοδοξία όμως διεκόπη όταν το 1918 κατηγορήθηκε από μητέρα μοναχής για ανηθικότητα. Γρήγορα όμως εξετάσεις και έρευνες του εισαγγελέα Αθηνών κατέδειξαν το ψεύδος της μητέρας της κόρης, η οποία οικειοθελώς είχε προσχωρήσει στο μοναστήρι.
Το τέλος της ζωής του ήταν επίπονο. Σημαντική ασθένεια του προστάτη, μαζί με τα περασμένα χρόνια της ηλικίας του και κακοπάθειες της ζωής τον ταλαιπωρούσαν. Ακόμα και τότε είχε σχέδια. Ήθελε να δημιουργήσει ένα εκπαιδευτήριο. Τελικά δεν πρόλαβε.
Το 1920 εισήχθη στο Αρεταίειο νοσοκομείο Αθηνών όπου διεγνώσθη καρκίνος του προστάτη. Στις 8 Νοεμβρίου του ιδίου έτους ο Άγιος Νεκτάριος εκοιμήθη, ενώ εορτάζεται στις 9 του ιδίου μηνός.
Ο Άγιος Νεκτάριος θεωρείτο από τους κατοίκους του νησιού της Αίγινας εν ζωή Άγιος. Το προσωνύμιο που του αποδίδει σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι θαυματουργός. Τα γεγονότα όμως που περιγράφουν οι μοναχές, ο Κωστής Σακκόπουλος, φίλοι, ιερείς, νησιώτες είναι πραγματικά η απόδειξη αυτής της προσωνυμίας.
Όταν ο Άγιος εκοιμήθη, στο διπλανό κρεβάτι νοσηλευόταν κάποιος παραπληγικός, ο οποίος αδυνατούσε να περπατήσει. Τότε ακουμπώντας η φανέλα του κεκοιμημένου Αγίου πάνω του, θεραπεύτηκε. Κατά τη μεταφορά του, λέγεται οτι το μέτωπό του ανάβλυζε μύρο. Το μεγαλύτερο όμως μυστήριο είναι ότι το λείψανο του Αγίου παρά τις 3 ταφές και εκταφές παρέμεινε αναλλοίωτο για περισσότερο από 30 χρόνια. Το λείψανό του πρώτη φορά εξετάφη 3 έτη μετά την κοίμησή του ενώ ακολούθησαν και άλλες ταφές και εκταφές.

Το συγγραφικό του έργο
Ο Άγιος Νεκτάριος ήταν πολυγραφότατος και λόγιος της εποχής εξ ου και παρέδωσε πολυποίκιλο έργο, πραγματεύοντας πάσης φύσεως θέματα. Θρησκευτικά, κοινωνικά, παιδαγωγικά, ηθικά κλπ. Το έργο είχε αναγνωριστεί για τη σπουδαιότητά του, το ύφος του και πνευματικότητά του όσο ακόμα βρισκόταν εν ζωή από τον τύπο της εποχής αλλά και από την Πανεπιστημιακή κοινότητα.

Α. Από το 1885-1890. Περίοδος Αιγύπτου
  • Δέκα λόγοι δια την Μεγάλην Τεσσαρακοστή. Αλεξάνδρεια 1885
  • Λόγος Εκκλησιαστικός εκφωνηθείς εν τω Ναώ του Αγίου Νικολάου εν Καΐρω την πρώτη Κυριακή του Τεσσαρακονθημέρου. Αλεξάνδρεια 1886
  • Δύο λόγοι Εκκλησιαστικοί ("Εις την Κυριακήν της Ορθοδοξίας, ήτοι περί πίστεως" και "Περί της εν τω κόσμω αποκαλύψεως του Θεού, ήτοι περί θαυμάτων") Κάιρον 1887
  • Λόγοι περί εξομολογήσεως. Κάιρο 1887
  • Περί των Ιερών Συνόδων και ιδίως περί της σπουδαιότητος των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων. Αλεξάνδρεια 1888
  • Περί των καθηκόντων ημών προς το Άγιον Θυσιαστήριον. Κάιρο 1888
  • Περί της εν τω κόσμω αποκαλύψεως του Θεού. Αλεξάνδρεια 1889
  • Λόγος εκφωνειθείς εν τω Αχιλλοπουλείω Παρθεναγωγείο κατά την εορτήν των Τριών Ιεραρχών. Αλεξάνδρεια 1889
  • Λόγος περί της προς το Άγιον Θυσιαστήριον προσελεύσεως. Αλεξάνδρεια
  • Με πρωτοβουλία και με επιμέλειά του Αγίου εξεδόθηκε το βιβλίο του Ευγενίου Βουλγάρεως "Σχεδίασμα περί ανεξιθρησκείας". 1890
Β. Από το 1892-1894. Περίοδος που ο Άγιος ήταν ιεροκήρυκας
  • Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι της του Χριστού Εκκλησίας. 1892, Β' Έκδοση συμπληρωμένη.
  • Τα παρ' ημίν τελούμενα ιερά μνημόσυνα. 1892
  • Περί της εν τω κόσμω αποκαλύψεως του Θεού. 1892, Β' Έκδοση συμπληρωμένη.
  • Υποτύπωσις περί ανθρώπου. 1893
  • Περί επιμελείας ψυχής (Ένδεκα ομιλίες). 1894
  • Μελέτη περί των αποτελεσμάτων της αληθούς και ψευδούς μορφώσεως. 1894
  • Επιμέλεια της έκδοσης του βιβλίου του Νεόφυτου Βάμβα "Φυσική Θεολογία και Χριστιανική Ηθική", Αλεξάνδρεια 1893
Γ. Από το 1894-1908. Περίοδος που ο Άγιος ήταν Διευθυντής στη Ριζάρειο
  • Ομιλίαι περί του Θείου χαρακτήρος και του έργου του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. 1895
  • Ιερόν και Φιλοσοφικών λογίων θησαύρισμα. Τόμος Α' 1895, Τόμος Β' 1896
  • Επικαί και Ελεγειακαί γνώμαι των μικρών Ελλήνων ποιητών. 1896
  • Μάθημα Χριστιανικής Ηθικής. 1897
  • Μάθημα Ποιμαντικής. 1898
  • Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις. 1899
  • Χριστολογία. 1901, εσώφυλλο 1990
  • Μελέτη περί αθανασίας της ψυχής και περί των ιερών μνημοσύνων. 1901
  • Ευαγγελική Ιστορία δι' αρμονίας των ποιμένων των Ιερών Ευαγγελιστών Ματθαίου, Μάρκου, Λουκά και Ιωάννου. 1903
  • Προσευχητάριον Κατανυκτικόν. 1904
  • Το γνώθι σαυτόν. 1904
  • Μελέτη περί της Μητρός του Κυρίου της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας. 1904
  • Μελέτη περί των Αγίων του Θεού. 1904
  • Μελέτη περί μετανοίας και εξομολογήσεως. 1904
  • Μελέτη περί του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. 1904
  • Ιστορική μελέτη περί των διατεταγμένων νηστειών. 1905
  • Θεοτοκάριον, ήτοι προσευχητάριον μικρόν. 1905
  • Ιερατικόν Εγκόλπιον. 1907
  • Θεοτοκάριον. 1907, Β' έκδοση επαυξημένη.
  • Ψαλτήριον του προφητάνακτος Δαυίδ. 1908
  • Επιμέλεια της έκδοσης του έργου του Αντιόχου μοναχού της Λαύρας του Αγίου Σάββα "Πανδέκτης των Θεοπνεύστων Αγίων Γραφών", 1906
  • Δημοσίευσε, επίσης, περιοδικά τις παρακάτω μελέτες
  • Μελετίου Πηγά, "Δύο επιστολαί", Βυζαντινά Χρονικά, Πετρουπόλεως, Ι/1894
  • Ποιμαντικαί Ομιλίαι. Α' Περί της πολιτείας του ιερού κλήρου κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας. Ιερός Σύνδεσμος, 1895-96
  • Η αγωγή των παίδων και αι μητέρες. Ιερός Σύνδεσμος, 1895
  • Περί μεσαίωνος και Βυζαντιακού Ελληνισμού. Ιερός Σύνδεσμος
  • Τίνες οι λόγοι της μήνιδος των Δυτικών κατά του Φωτίου. Θρακική Επετηρίς, 1897
  • Περί του τις η αληθής ερμηνεία περί της ρήσεως του Αποστόλου Παύλου "η δε γυνή να φοβήται τον άνδραν". Ανάπλασις, 1902
  • Μελέτη περί των αγίων εικόνων. Αναμόρφωσις, 1902
  • Θρησκευτικαί μελέται. Αναμόρφωσις, 1903-4
  • Περί όρκου. Ιερός Σύνδεσμος, 1906
  • Επίσης έγραψε 136 επιστολές στις μοναχές που εξεδόθησαν με τον τίτλο "Κατηχητικαί Επιστολαί προς τας μοναχάς Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Αιγίνης", 1984
Δ. Από το 1908-1920. Περίοδος που ο Άγιος ήταν στο μοναστήρι στην Αίγινα
  • Τριαδικόν. 1908
  • Κεκραγάριον του Θείου και Ιερού Αυγουστίνου. τ.Α'-Β',1910
  • Μελέτη ιστορική περί των αιτιών του σχίσματος. Περί των λόγων της διαιωνίσεως αυτού και περί του δυνατού ή αδυνάτου της ενώσεως των δύο Εκκλησιών, της Ανατολικής και Δυτικής (τ. Α' 1911, τ. Β' 1912)
  • Μελέται δύο. Α' Περί Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Β' Περί της Ιεράς Παραδόσεως (1913)
  • Προσευχητάριον Κατανυκτικόν (β' έκδοση, 1913)
  • Μελέτη περί των Θείων Μυστηρίων (1915)
  • Μελέτη ιστορική περί του Τιμίου Σταυρού (1914)
  • Χριστιανική Ηθική της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας (β' έκδοση επαυξημένη, 1920)
  • Περί Εκκλησίας ("Εβδομηκονταπενταετηρίς της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής 1844-1919", 1920)
Ε. Εκδόσεις μετά την εκδημία του Αγίου
  • Θεία Λειτουργία του Αγίου και ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Μάρκου (1955)
  • Θρησκευτικαί Μελέται (1986)
ΣΤ. Ανέκδοτα έργα του Αγίου
  • Μελέτη περί των αγίων λειψάνων
  • Περί της αφιερώσεως τω Θεώ οσίων παρθένων και περί Μονών και μοναχικού βίου
  • Εορτολογία της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας (Περί των Κυριακών του όλου ενιαυτού- Περί των ακινήτων και κινητών εορτών)
  • Ιερά Λειτουργική
  • Κεφάλαια πέντε περί των λειτουργικών βιβλίων
  • Περί της εν πνεύματι και αληθεία λατρείας
  • Ερμηνεία των Πράξεων των Αποστόλων
  • Περί Ελληνισμού
  • Εγκυκλοπαιδεία της φιλοσοφίας
  • Ιστορίας εκκλησιαστικής μυστική θεωρία
  • Χρηστομάθεια
  • Νέον Πασχάλιον αιώνιον
Υμνολογία - Υμνογραφία
Το πολυδιάστατο του χαρακτήρα του Αγίου Νεκταρίου αποκαλύπτεται και από το υμνολογικό και υμνογραφικό έργο του. Ο Άγιος Νεκτάριος αγαπούσε ιδιαίτερα την Υπεραγία Θεοτόκο και γι'αυτό ειδικά συνέγραψε το θεοτοκάριον. Επίσης επεσήμανε χαρακτηριστικά τη διαφορά μεταξύ τύπου προσευχής και λατρείας.
Α. Υμνολογία
  • Κεκραγάριον είναι τα τέσσερα βιβλία των Εξομολογήσεων του Ιερού Αυγουστίνου, κατά μετάφραση Ευγενίου του Βουλγάρεως, τα οποία ο Άγιος ανήγαγεν "από του πεζού λόγου εις τον έμμετρον"
  • Ψαλτήριον είναι πάντες οι Ψαλμοί του Δαβίδ, τους οποίους ο Άγιος, "ενέτεινεν εις μέτρα ποικίλα, Θεού ευδοκούντος και εμπνέοντος, κατά τονικήν βάσιν".
Β. Υμνογραφία
  • Θεοτοκάριον και Τριαδικόν είναι τα θεοτοκία και τριαδικά αντιστοίχως τροπάρια της Παρακλητικής, του Τριωδίου ή και λοιπών λειτουργικών βιβλίων, εντεταμένα σε ενιαία ή πολυποίκιλα μέτρα.
Αγιογραφία
Η μορφή του Αγίου Νεκταρίου στην αγιογραφία εμφανίζεται σε δύο φάσεις. Όρθιος και καθήμενος σε επισκοπικό θρόνο. Στην πρώτη περίσταση φέρει λιτή αμφίεση κρατώντας το Ευαγγέλιο στο αριστερό χέρι και με το δεξί ευλογεί. Στην δεύτερη περίσταση φέρει αναστάσιμα άμφια και έχει στο δεξί χέρι το Ευαγγέλιο ανοιχτό σε κάποιο Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Ο Άγιος Νεκτάριος είναι σύγχρονος Άγιος με αποτέλεσμα να υπάρχουν φωτογραφίες με την μορφή του.

Εορτή
Ο Άγιος Νεκτάριος εορτάζεται 3 φορές ετησίως.
  • Κοίμηση - 9 Νοεμβρίου
  • Ανακομιδή Λειψάνων - 3 Σεπτεμβρίου
  • Αναγνώριση Αγιότητος - 20 Απριλίου
Μετά από 33 έτη που το σώμα του Αγίου Νεκταρίου έμεινε ακέραιο, άρχισε να αποσυντίθεται. Σήμερα η κάρα και τα οστά του Αγίου Νεκταρίου φυλάσσονται στο μοναστήρι που ίδρυσε στην Αίγινα.

Βιβλιογραφία
Σώτος Χονδρόπουλος, Ο Άγιος του αιώνας μας, εκδ. Καινούργια Γη, Αθήνα 2003



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα, ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ· ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπάς, τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πάσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὀρθοδοξίας τὸν ἀστέρα τὸν νεόφωτον
Καὶ Ἐκκλησίας τὸ νεόδμητον προτείχισμα
Ἀνυμνήσωμεν καρδίας ἐν εὐφροσύνῃ.
Δοξασθεὶς γὰρ ἐνεργείᾳ τῇ τοῦ Πνεύματος
Ἰαμάτων ἀναβλύζει χάριν ἄφθονον
Τοῖς κραυγάζουσι, χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης Ἐκκλησίας νέος ἀστήρ, ἐν ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ ὁσίᾳ σου βιοτῇ· ὅθεν καταυγάζεις, πιστῶν τὰς διανοίας, ταῖς νοηταῖς ἀκτῖσι, Πάτερ Νεκτά
ριε.

ΠΗΓΗ:http://faneromenihol.gr/