Ο συμπατριώτης μας Ζήσιμος Βιρβίλλης είδε το βίντεο στην ιστοσελιδα μας με «Το Καφενείο των καφενείων» και συγκινήθηκε ιδιαίτερα, επειδή αφ’ ενός του θύμισε τον αξέχαστο «επιστήθιο» φίλο του τον Γιώργο τον γιό, αλλά και την κόρη του Ρηνούλα, του αείμνηστου, σπουδαίου «καφετζή» της εποχής, επίσης αείμνηστου Βασίλη - Αλέκου Καπαδάκη, (με το ψευδώνυμο Αλέκος Ζηζάς), ιπποκόμου του Μαύρου Καβαλάρη, κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία, Στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα, αλλά και για τις παρακάτω επίσης προσωπικές αναμνήσεις και βιώματα. Το έτος 1937, όταν ο αναφερόμενος συμπατριώτης μας ήταν 7 χρονών, στη Δευτέρα τάξη του Δημοτικού Σχολείου, ο επίσης αξέχαστος δάσκαλός του Ιωάννης Χαλκιάς από την Κάρπαθο, τον σύστησε στον κ. Αλέκο, για να τον προσλάβει κατά τις διακοπές του Καλοκαιριού σαν βοηθό του στο καφενείο, με το σκοπό να μην αλητεύει. Έτσι κι έγινε. Η αμοιβή του ήταν να πηγαίνει κάθε μεσημέρι στο σπίτι του κυρ Αλέκου, δίπλα στην εκκλησιά τ’ Άη – Προκόπη, να τρώει και επί πλέον μέσα σ’ ένα τενεκεδένιο στρογγυλό κουτί να του αποθηκεύει τα φιλοδωρήματα των πελατών που σέρβιρε. Πήγαιναν όλα καλά μέχρι που ο διάβολος αποφάσισε να βάλει την ουρίτσα του. Πώς; Ο μικρός Ζήσιμος έβλεπε, όταν ο ίδιος ο κυρ Αλέκος σερβίριζε κάποιους πελάτες, έριχνε μέσα στο ποτήρι τους με το νερό και μερικές σταγόνες από ούζο, γιατί έτσι τους άρεσε. Ο μικρός, βλέποντας την πράξη αυτή του κυρ Αλέκου, νόμισε πως έτσι έπρεπε να κάνουν σ’ όλους τους πελάτες. Και έτσι ο καλός μας. . . σερβιτόρος σε κάθε σερβίρισμα του καφέ ή του γλυκού, σε κάθε πελάτη, έριχνε και μέσα στο ποτήρι του με το νερό και μερικές σταγόνες ούζο. Αυτό όμως δεν πέρασε απαρατήρητο από ορισμένους πελάτες και κάποια μέρα φώναξαν τον κυρ Αλέκο και του λένε: « Δε μας λες, βρε Αλέκο, άπλυτα τ’ αφήνετε τα ποτήρια ή τα πλύνετε με ούζο;» Ο κυρ Αλέκος τά ’χασε! «Βρε σεις τρελαθήκατε; Άπλυτα τα ποτήρια ή τα πλύνου με με ούζο; Είστε στα σύγκαλά σας;» Όμως για κάποια στιγμή πέρασε από το μυαλό του η υποψία, ποιος θα μπορούσε σ’ αυτή την περίπτωση να ήταν δράστης. Φωνάζει το μικρό: «Βρε σύ, δε μου λες βάνεις ούζο μέσα στα ποτήρια του νερού;» « Ναι» απαντά με κάποια αφέλεια και με θάρρος . . ο κύριος σερβιτόρος. Γιατί, βρε, ποιος σου τό ’ πε; «Εσύ, κυρ Αλέκο» , απαντά με θρασύτητα ο μικρός. «Εγώ, πότε σού ’πα τέθοιο πράμα;» . «Δε μου τό ’πες με το στόμα σου». « Αμέ πώς σου τό ’βρε;». «Με τα χέρια σου», απαντά με θρσύτητα ο . . . κύριος. Σε είδα που έβαζες ούζο μέσα στο νερό κι είπα ‘ ‘ας βάζω κι εγώ’’ Η τραγελαφική αυτή ιστορία ίσως να είχε κακό αποτέλεσμα για τον δράστη . . . του εγκλήματος, αν δεν μεσολαβούσε ο κύριος Χαλκιάς ο δάσκαλος, γιατί και για την ιστορία του νησιού, επειδή το διάστημα εκείνο είχε ξεκινήσει να χτίζεται από τους ιταλούς η caserma, το χτίριο τη αστυνομίας, δίπλα ακριβώς στο καφενείο του κυρ Αλέκου, μια και ο μικρός σερβιτόρος ήταν πολύ περίεργος σε όλα και όχι μόνο στο «ούζωμα» του νερού, να κατέληγε . . . «ISPETTORE» , ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ, του εργοταξίου της CASER -MA.!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ συμπατριώτης μας Ζήσιμος Βιρβίλλης είδε το βίντεο στην ιστοσελιδα μας με «Το Καφενείο των καφενείων» και συγκινήθηκε ιδιαίτερα, επειδή αφ’ ενός του θύμισε τον αξέχαστο «επιστήθιο» φίλο του τον Γιώργο τον γιό, αλλά και την κόρη του Ρηνούλα, του αείμνηστου, σπουδαίου «καφετζή» της εποχής, επίσης αείμνηστου Βασίλη - Αλέκου Καπαδάκη, (με το ψευδώνυμο Αλέκος Ζηζάς), ιπποκόμου του Μαύρου Καβαλάρη, κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία, Στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα, αλλά και για τις παρακάτω επίσης προσωπικές αναμνήσεις και βιώματα.
Το έτος 1937, όταν ο αναφερόμενος συμπατριώτης μας ήταν 7 χρονών, στη Δευτέρα τάξη του Δημοτικού Σχολείου, ο επίσης αξέχαστος δάσκαλός του Ιωάννης Χαλκιάς από την Κάρπαθο, τον σύστησε στον κ. Αλέκο, για να τον προσλάβει κατά τις διακοπές του Καλοκαιριού σαν βοηθό του στο καφενείο, με το σκοπό να μην αλητεύει. Έτσι κι έγινε. Η αμοιβή του ήταν να πηγαίνει κάθε μεσημέρι στο σπίτι του κυρ Αλέκου, δίπλα στην εκκλησιά τ’ Άη – Προκόπη, να τρώει και επί πλέον μέσα σ’ ένα τενεκεδένιο στρογγυλό κουτί να του αποθηκεύει τα φιλοδωρήματα των πελατών που σέρβιρε. Πήγαιναν όλα καλά μέχρι που ο διάβολος αποφάσισε να βάλει την ουρίτσα του. Πώς; Ο μικρός Ζήσιμος έβλεπε, όταν ο ίδιος ο κυρ Αλέκος σερβίριζε κάποιους πελάτες, έριχνε μέσα στο ποτήρι τους με το νερό και μερικές σταγόνες από ούζο, γιατί έτσι τους άρεσε. Ο μικρός, βλέποντας την πράξη αυτή του κυρ Αλέκου, νόμισε πως έτσι έπρεπε να κάνουν σ’ όλους τους πελάτες. Και έτσι ο καλός μας. . . σερβιτόρος σε κάθε σερβίρισμα του καφέ ή του γλυκού, σε κάθε πελάτη, έριχνε και μέσα στο ποτήρι του με το νερό και μερικές σταγόνες ούζο. Αυτό όμως δεν πέρασε απαρατήρητο από ορισμένους πελάτες και κάποια μέρα φώναξαν τον κυρ Αλέκο και του λένε: « Δε μας λες, βρε Αλέκο, άπλυτα τ’ αφήνετε τα ποτήρια ή τα πλύνετε με ούζο;» Ο κυρ Αλέκος τά ’χασε! «Βρε σεις τρελαθήκατε; Άπλυτα τα ποτήρια ή τα πλύνου με με ούζο; Είστε στα σύγκαλά σας;» Όμως για κάποια στιγμή πέρασε από το μυαλό του η υποψία, ποιος θα μπορούσε σ’ αυτή την περίπτωση να ήταν δράστης. Φωνάζει το μικρό: «Βρε σύ, δε μου λες βάνεις ούζο μέσα στα ποτήρια του νερού;» « Ναι» απαντά με κάποια αφέλεια και με θάρρος . . ο κύριος σερβιτόρος. Γιατί, βρε, ποιος σου τό ’ πε; «Εσύ, κυρ Αλέκο» , απαντά με θρασύτητα ο μικρός. «Εγώ, πότε σού ’πα τέθοιο πράμα;» . «Δε μου τό ’πες με το στόμα σου».
« Αμέ πώς σου τό ’βρε;». «Με τα χέρια σου», απαντά με θρσύτητα ο . . . κύριος. Σε είδα που έβαζες ούζο μέσα στο νερό κι είπα ‘ ‘ας βάζω κι εγώ’’
Η τραγελαφική αυτή ιστορία ίσως να είχε κακό αποτέλεσμα για τον δράστη . . . του εγκλήματος, αν δεν μεσολαβούσε ο κύριος Χαλκιάς ο δάσκαλος, γιατί και για την ιστορία του νησιού, επειδή το διάστημα εκείνο είχε ξεκινήσει να χτίζεται από τους ιταλούς η caserma, το χτίριο τη αστυνομίας, δίπλα ακριβώς στο καφενείο του κυρ Αλέκου, μια και ο μικρός σερβιτόρος ήταν πολύ περίεργος σε όλα και όχι μόνο στο «ούζωμα» του νερού, να κατέληγε . . . «ISPETTORE» , ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗΣ, του εργοταξίου της CASER -MA.!