Τό ψωμί
Καλόδεχτο τὸ φόρτωμα, ποὺ θἄρθῃ ἀπὸ τὸ μύλο,
πρωτόσταλτο, πρωτάλεστο, πρώτη χαρὰ τῆς σκάφης.
Ζυμώνουν τὰ ἀνασκουμπωτὰ τῆς πρωτονύφης χέρια
καὶ πλάθουν τὰ πρωτόπλαστα ψωμιὰ μὲ τὶς παλάμες
μέσ' στὴν καλοπελεκητὴ πινακωτὴ – προικιό της.
Τὸ φοῦρνο καίει τεχνίτισσα, τὸ φοῦρνο ἡ γριὰ κυρούλα,
ξανανιωμένη ἀφήνοντας τὴ συντροφιὰ τῆς ρόκας.
Ὦ βραδυνὸ συμμάζεμα στὸ σπιτικὸ κατώφλι,
καρτέρεμα ἀνυπόμονο τοῦ πυρωμένου φούρνου!
Κι ὦ μέθυσμα ἀπ' τὴ μυρωδιὰ πρώτου ψωμιοῦ, ποὺ ἀχνίζει
κομμένο ἀπὸ τὸ γέροντα παπποῦ χωρὶς μαχαίρι
καὶ μοιρασμένο στὰ παιδιά, στὶς νύφες καὶ στ' ἀγγόνια.
Καὶ σύ, θυσία τῶν ταπεινῶν στὴ θεία καλωσύνη,
σημαδεμένο, ἀνάμεσα μὲ τοῦ σταυροῦ τὴ βούλα,
καλοπλασμένο πρόσφορο τῆς Ἐκκλησιᾶς μεράδι,
ποὺ θὰ κοπῇς τὴν Κυριακὴ μέσ' στ' ἀργυρὸ ἀρτοφόρι
καὶ στ' ἅγιο δισκοπότηρο μὲ τὸ κρασὶ θὰ σμίξῃς!
(Ο Μίλτος Σαχτούρης εμπνεύστηκε το ποίημα αυτό από την πείνα της Κατοχής.)
Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φραντζόλα ζεστό
ψωμί, είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μαχαίρι
έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω,
όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγελος, κι αυτή
μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε κομμάτια γνήσιο ουρανό
κι όλοι τώρα τρέχαν σ’ αυτή, λίγοι πήγαιναν στο ψωμί,
όλοι τρέχανε στον μικρόν άγγελο που μοίραζε ουρανό!
Ας μην το κρύβουμε. Διψάμε για ουρανό.
πολλά ακόμα για το ψωμί εδώ: dim-rizou
ΠΗΓΗ: hamomilaki Anthemis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου