Τό Ἑωθινόν Εὐαγγέλιον
τοῦ Πρωτ.Ἰωάννου Κ. Ἰωάννου
Μία ἀπό τίς πιό ὄμορφες καί κατανυκτικές ἐμπειρίες πού μποροῦν νά ἀγγίξουν καί νά συγκινήσουν ἕναν Ὀρθόδοξο Χριστιανό, εἶναι μεταξύ ἄλλων καί ἡ συμμετοχή του, στήν ‘‘τάξιν τοῦ Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου’’.
Στήν Ἐκκλησία μας, μέσα σ’ αὐτό τό πλούσιο καί μεγαλόπρεπο Βυζαντινό τελετουργικό, ξεχωριστή θέση ἔχουν τά Ἕνδεκα Ἑωθινά Εὐαγγέλια.
Εἶναι Εὐαγγελικές περικοπές πού διαβάζονται ἐκ περιτροπῆς, στήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς.
Τό Ἑωθινόν Εὐαγγέλιον καί ἡ ἐπίδρασή του στήν Ὑμνολογία τῆς Κυριακῆς
Οἱ περικοπές αὐτές ἔχουν ὡς κυρίαρχο θέμα τήν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου μας καί τίς διάφορες ἐμφανίσεις Του, στίς Μυροφόρες γυναῖκες, στούς δώδεκα μαθητές του, στήν πορεία πρός Ἐμμαούς, στήν Τιβεριάδα θάλασσα, σέ πεντακόσια ἄτομα καί σέ ἀρκετές ἄλλες περιπτώσεις.
Σκοπός τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Κυρίου, ἦταν βέβαια, νά ἑδραιωθεῖ στή συνείδηση τῶν μαθητῶν καί Ἀποστόλων, ἡ Ἀνάστασή Του, νά ἀναπτερωθεῖ τό ἠθικό τους, ἀλλά καί νά τούς δώσει τίς τελευταῖες ὁδηγίες, πρίν ἀπό τήν ἔνδοξη Θεία Ἀνάληψή Του στούς οὐρανούς.
Γύρω ἀπό τή θεματολογία τοῦ Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, περιστρέφεται καί τό νόημα ὅλων τῶν ‘‘Ἀναστάσιμων Ὕμνων ’’ τοῦ λειτουργικοῦ κύκλου τῆς Κυριακῆς καί κατ᾽ ἐπέκταση ὅλης τῆς ἑβδομάδας πού ἀκολουθεῖ. Ἀπό τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ Σαββάτου μέχρι καί τήν Θ΄ (ἐνάτη) ὥρα τῆς ἑπομένης Παρασκευῆς.
Ἔτσι, γίνεται λόγος γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, στά Στιχηρά καί Ἀπόστιχα τῶν Ἑσπερινῶν «Ὀκτώηχος-Παρακλητική» στά Ἀπολυτίκια, Καθίσματα, Κοντάκιο καί Οἶκο τῆς Κυριακῆς.
Εἰδικότερα δέ, στά ἕνδεκα Ἐξαποστειλάρια καί στά τροπάρια τῶν Αἴνων. Ἐπιστέγασμα ὅλων αὐτῶν τῶν ἀναφορῶν, ἀποτελοῦν τά ἕνδεκα Ἑωθινά Δοξαστικά τῆς Κυριακῆς, ὅπου τό κάθε ἕνα εἶναι καί μία πανηγυρική δοξαστική μελωδία γιά τήν ἀνύμνηση τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἐπισφράγιση καί κατακλεῖδα τοῦ Ὄρθρου.
Μέσα στή Θεία Λειτουργία πού ἀκολουθεῖ, τό νόημα τῆς Ἀνάστασης περιγράφεται περιληπτικά στό Ἀπολυτίκιο τῆς Μικρῆς Εἰσόδου, ψαλλομένου διαδοχικά ἀπό τούς Χορούς ἀλλά καί ἀπό τόν Ἀρχιερέα ἤ τούς συλλειτουργοῦντας Κληρικούς.
Νά μᾶς ἐπιτραπεῖ νά ἀναφέρουμε, γιά σκοπούς τυπικῶν διατάξεων, ὅτι τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο ἔτυχε διαφόρων μετακινήσεων, ὡς πρός τήν τοποθέτησή του στή διάρκεια τοῦ Ὄρθρου.
Παραδείγματος χάριν, τά νεότερα χρόνια στήν Κωνσταντινούπολη (Τυπικό Βιολάκη) τοποθετήθηκε ἀμέσως μετά τίς Καταβασίες τοῦ Ὄρθρου -πού ἀσφαλῶς εἶναι ἄτοπον- μέ τή δικαιολογία ὅτι θά συμμετεῖχε περισσότερος κόσμος.
Σέ προγενέστερο στάδιο λεγόταν καί στό
τέλος τοῦ Ὄρθρου, πρίν ἀπό τήν Ἀπόλυση.
Κατάλοιπο αὐτῆς τῆς περίπτωσης, μπορεῖ νά θεωρηθεῖ καί τό εὐαγγέλιο τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, πού διαβάζεται πρίν τήν ἀπόλυση.
Καί οἱ δυό αὐτές περιπτώσεις ἐγκαταλείφθηκαν καί ἐπεκράτησε νά λέγεται τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο μετά ἀπό τά Ἀντίφωνα καί τό Προκείμενο, καί πρίν τήν ἀνάγνωση τῶν κανόνων, πού εἶναι καί ἡ φυσιολογική του θέση.
Ἡ τυπική διάταξη καί σημειολογία τοῦ Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου
Ἄς ἐπιστρέψουμε ὅμως στήν Ἀκολουθία Τό Ἑωθινόν Εὐαγγέλιο τοῦ Πρωτ.Ἰωάννου Κ. Ἰωάννου 17 τοῦ Ὄρθρου, ὅπου τελεῖται ‘‘ ἅπασα ἡ τάξις τοῦ Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου’’. Μία ἀκολουθία πού ἔχει πολύ ἔντονη σημειολογία καί εἰδική νοηματολογία.
Ἀφοῦ ἀνοίξει τό καταπέτασμα τῆς ὡραίας πύλης, ὁ Ἱερέας, ‘‘φέρων λευκόν φαιλόνιον’’ ἀπευθυνόμενος πρός τό Ἐκκλησίασμα, ἱκετεύει ‘‘Κύριον τόν Θεόν ἡμῶν’’ νά μᾶς καταξιώσει νά ἀκούσουμε τό Ἅγιον Εὐαγγέλιον.
Καί εἰσερχόμενος εἰς τό Ἱερόν Βῆμα, ἱστάμενος εἰς τά δεξιά τῆς Ἁγίας Τραπέζης, ἀναγινώσκει τό διατεταγμένον Ἑωθινόν Εὐαγγέλιο. Ἀπέναντί του, ἵσταται ὁ νεωκόρος, φέρων ἀνά χείρας ἀναμμένην λαμπάδα.
Μέ τό πέρας τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ὁ Ἱερέας εὐλογεῖ ἐκ τῆς Ὡραίας Πύλης τό ἐκκλησίασμα, ἐνῶ ἀναγινώσκεται τo ‘‘ Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι…’’
Εἴτα, ἄρχονται οἱ χοροί νά ψάλλουν εἰς ἦχον Β΄ (κατά τήν παράδοσιν) τόν Ν΄ (πεντηκοστόν) ψαλμόν τοῦ Βασιλέως Δαβίδ: Ἐλεήμων, ἐλέησον μέ ὁ Θεός… , ἐπισφραγίζοντάς τον, μέ τό τροπάριο, Ἀναστάς ὁ Ἰησοῦς …
Εἰς τόν στίχον: «Ἰδού γάρ, ἀλήθειαν ἠγάπησας…», ὁ Ἱερεύς, «χαλῶν τό φαιλόνιον», φέρει τό Εὐαγγέλιον εἰς τό στῆθος αὐτοῦ, ἐξέρχεται τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, ἐκ τῆς Ὡραίας Πύλης, εἰς τό μέσον τοῦ ναοῦ, προπορευομένης λαμπάδος, ὅπου οἱ πιστοί μετά κατανύξεως ἀσπάζονται ἐπί τοῦ Εὐαγγελίου τήν εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως μόνον. Ὄχι τό χέρι τοῦ Ἱερέως, κατά τήν παράδοσιν.
Εἶναι προφανές λοιπόν, ὅτι ἡ ὅλη σημειολογία τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς, παραπέμπει στό μέγα γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Ἀφοῦ οἱ Ἅγιες Μυροφόρες γυναῖκες, «λίαν πρωί, τῆς μιᾶς Σαββάτων… ἠγόρασαν ἀρώματα, ἵνα ἀλείψωσιν τόν Ἰησοῦν». Τό μνημεῖο, ὁ τάφος τοῦ Ἰησοῦ, στήν Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ κάθε Ἁγία Τράπεζα.
Πρός μεγάλη τους ἔκπληξη, βρῆκαν τόν λίθον ἀποκεκυλισμένον τοῦ μνήματος. Τήν Ἁγία Πόρτα δηλαδή πού ἔχει ἤδη ἀνοίξει.
Ἕνας ὁλοφώτεινος Ἄγγελος, ‘‘ καθήμενος ἐν τοῖς δεξιοῖς, τούς δείχνει τό κενό μνημεῖο, ἀνακοινώνοντάς τους τό μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν λευκοντυμένο ἱερέα πού ἀναγινώσκει τό Εὐαγγέλιο στά δεξιά τῆς Ἁγίας Τράπεζας.
Οἱ Μυροφόρες Γυναῖκες ἔτρεξαν μέ ‘‘τρόμο καί ἔκσταση’’ νά τό προλάβουν στούς μαθητές, συνάντησαν τόν Κύριο στόν κῆπο νά τούς ἀποκαλύπτεται, ἀπευθύνοντάς τους τόν χαρμόσυνο χαιρετισμό ‘‘Χαίρεται’’, ἐνῶ οἱ μυροφόρες πέφτουν στά πόδια του καί τόν προσκυνοῦν.
Εἶναι ἡ ἑπόμενη κίνηση πού κάνει ὁ Ἱερέας. Θά πάρει τό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί θά τό προσφέρει στό μέσον του ναοῦ γιά προσκύνηση.
Τή στιγμή ἐκείνη οἱ πιστοί προσέρχονται μέ ἱερό δέος καί συγκίνηση νά προσκυνήσουν, νά ἔχουν δηλαδή τήν προσωπική τους συνάντηση μέ τόν Ἀναστάντα Κύριο καί νά νιώσουν τήν χαρά τῆς Ἀναστάσεως.
Ἀκολούθως τό Ἱερό Εὐαγγέλιο τοποθετεῖται σέ εἰδικό προσκυνητάριο μέχρι καί τό τέλος τοῦ Ὄρθρου, συμβολίζοντας τίς σαράντα μέρες τῆς ἐπί γῆς παρουσίας καί τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Χριστοῦ μέχρι καί τήν Ἀνάληψή του.
Ἀκολουθεῖ δέ ἡ Θεία Λειτουργία, πού εἶναι ἡ εἴσοδός μας στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι προφανές λοιπόν, ὅτι τά συναισθήματα ἐκείνου πού ζεῖ αὐτή τήν ἐμπειρία εἶναι ἔντονα καί ἀγγίζουν τήν καρδιά του. Εἶναι καλό, καί προτρέπουμε τούς εὐλαβεῖς Χριστιανούς, νά συμμετέχουν στήν ἀκολουθία αὐτή ὅσο μποροῦν.
Ὑπάρχουν ἐνορίες καί κοινότητες ὅπου οἱ Χριστιανοί κατακλύζουν τό ναό, κατά τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο. Καί μάλιστα ἐκφράζονται μέ δέος καί κατάνυξη γιά τήν ἐμπειρία τους αὐτή.
Μέσα στήν Ὀρθοδοξία μας καί στό Βυζαντινό τελετουργικό της, τά πάντα ἔχουν τή θέση τους, τόν λόγο τους καί τόν τρόπο τους. Οἱ τά ‘‘πάντα καλῶς διαταξάμενοι’’ πατέρες, μᾶς ἄφησαν Ἱεράν παρακαταθήκη βαθυτάτου κάλλους.
Σέ μᾶς ἐπαφίεται νά τά ἀνακαλύψουμε καί νά τά ζήσουμε, προγευόμενοι ἔτσι τήν αἰώνια Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἀντιγραφή γιὰ τὸ «σπιτὰκι τῆς Μέλιας»
Παράκληση
Διμηνιαία Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λεμεσοῦ
Ἔτος 15ο – Τεῦχος 84ο – Μάϊος – Ἰούνιος 2015
Εἰκόνα ἀπὸ: kakprosto.ru
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου