Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν
λέξεων
Γεωργίου Ἰ. Βιλλιώτη
Προσηλώνω
Σημαίνει κατευθύνω καὶ κρατῶ σταθερά, συγκεντρώνω
ἀποκλειστικὰ τὸ βλέμμα, τὴν προσοχή, τὴ σκέψη μου σὲ κάποιον: Εἶχε
προσηλώσει τὸ βλέμμα του στὴν ὀθόνη τῆς τηλεόρασης. Ἀρχικὰ τὸ ρῆμα προσηλῶ
σήμαινε καρφώνω: ἥλοις προσηλώθη ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ρῆμα
προέρχεται ἀπὸ τὸ οὐσιαστικὸ ἧλος «καρφί». Ἤδη ὁ Πλάτων χρησιμοποιεῖ τὴ
λέξη μεταφορικά: Ὅτι ἑκάστη ἡδονὴ καὶ λύπη ὥσπερ ἧλον ἔχουσα προσηλοῖ αὐτὴν
πρὸς τὸ σῶμα καὶ προσπερονᾷ καὶ ποιεῖ σωματοειδῆ, δοξάζουσαν ταῦτα ἀληθῆ εἶναι
ἅπερ ἂν καὶ τὸ σῶμα φῇ (Πλάτων Φαίδων J. Burnet, Platonis opera, vol. 1,
Oxford: Clarendon Press, 1900 (repr. 1967): St I.57a-118a). Ὁμόρριζα εἶναι τὰ καθηλώνω
(ἀρχικὴ σημασία στερεώνω μὲ καρφιά), ἀποκαθηλώνω «ξεκαρφώνω, ξεκρεμῶ», ξηλώνω,
ξήλωμα.
Ὑπερφαλαγγίζω
Ἡ κεντρικὴ σημασία τοῦ ρήματος ὑπερφαλαγγίζω
εἶναι ἐπεκτείνω τὸ μέτωπο τῆς στρατιωτικῆς παράταξής μου ὥστε νὰ κυκλώσω τὸ ἕνα
ἢ καὶ τὰ δύο ἄκρα τοῦ ἐχθροῦ: Ὑπερφαλάγγισαν τὸν στρατό τοῦ ἀντιπάλου καὶ
τὸν ἀνάγκασαν νά παραδοθῆ. Τὸ ρῆμα τὸ συναντᾶμε συχνὰ στὸν ἀθλητισμό: Ὁ
Μαραντόντα κατάφερε νὰ ὑπαρφαλαγγίση ὅλη τὴν ἄμυνα τῆς Ἀγγλίας καὶ νὰ πετύχη τὸ
ὡραιότερο ἴσως τέρμα ὅλων τῶν ἐποχῶν. Τὸ ὑπερφαλαγγίζω χρησιμοποιεῖται
συχνὰ μεταφορικὰ «ἀποδεικνύομαι ἀνώτερος ἀπὸ κάποιον, προχωρῶ πιό πέρα»: Δὲν
πρέπει νὰ ἐπιτρέψουμε στὴν Τουρκία νὰ μᾶς ὐπερφαλαγγίση. Ὁ Καποδίστριας μὲ τὴ
διπλωματικὴ δεξιοτεχνία του κατάφερνε πάντοτε νὰ ὑπερφαλαγγίζη τὸν Μέτερνιχ.
Ἕνας πολιτικὸς ἡγέτης μὲ ὅραμα καὶ ἦθος θὰ καταφέρη νὰ ὑπερφαλαγγίση τὸ σεσηπὸς
πολιτικὸ κατεστημένο. Στὰ γήπεδα ἡ φόρτιση κάνει τὸ ὑπερχειλίζον
σημαῖνον νὰ ὑπερφαλαγγίζη τὸ σημαινόμενο. Σημαίνει ἐπίσης
«ἀντιμετωπίζω, ξεπερνῶ κάποιο ἐμπόδιο»: Οἱ ἐκπαιδευτικοὶ ἐργάζονται ὑπὸ
ἀντίξοες συνθῆκες καὶ μὲ γλίσχρες ἀποδοχές· πολλὲς φορὲς δέ, πρέπει νὰ
ὑπερφαλαγγίζουν τὰ γραφειοκρατικὰ ἐμπόδια.
Κάνω
Ἡ κατάχρηση τοῦ ἀπολεξικοποιημένου ρήματος κάνω
ἔχει καταντήσει ἐνοχλητική. Ἀκοῦμε ἔκανε τὴ δημοπρασία (ἀντὶ διενήργησε), ἔκανε
τὴν ἀγοραπωλησία (ἀντὶ πραγματοποίησε), κάνει ὡραῖο λάδι (ἀντὶ παράγει), κάνει
ἀκριβὰ δῶρα (ἀντὶ προσφέρει), πόσο κάνει τὸ δαχτυλίδι (ἀντὶ κοστίζει), κάνει
ὑποσχέσεις (ἀντὶ ὑπόσχεται, ἐπαγγέλεται), κάνει ἕναν αἰῶνα (καθυστερεῖ
ὑπερβολικά), κάνει καλὸ στὴν ὑγεία (ἀντὶ ὠφελεῖ), ἔκανε τὸ καθῆκον του (ἀντὶ
ἔπραξε), ἔκανε μεγάλο ἀγῶνα (ἀντὶ διεξήγαγε), κάνει ἀγάλματα (ἀντὶ φιλοτεχνεῖ,
κατασκευάζει), κάνει σπουδαῖο ἔργο (ἀντὶ ἐπιτελει), τὴν ἁγιογράφηση ἔκανε ὁ Φ.
Κόντογλου (ἀντὶ ἁγιοφράφησε τὸν ναὸ ὁ Φ.Κ. ἢ ὁ ναὸς ἱστορήθηκε ἀπὸ τὸν Φ.Κ.).
ΠΗΓΗ: https://enromiosini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου