Τα εξαπτέρυγα.
Ιστορική εξέλιξη και
λειτουργική χρήση.
Γεωργίου
Ζαραβέλα, Θεολόγου
ΜΑ
Ιστορικής Θεολογίας - Λειτουργικής ΕΚΠΑ
Τα εξαπτέρυγα συγκαταλέγονται στα ιερά
αντικείμενα της Θείας Λατρείας. Η σύγχρονη μορφή τους είναι σαφώς νεώτερη και
δεν απηχεί την αρχαϊκή χρήση και λειτουργικότητά τους. Η εξέλιξή τους με την
πάροδο των αιώνων, η μεταβολή της χρήσης τους και η απόδοσή σε αυτά ιδιαίτερου
συμβολισμού δείχνουν τη ζωτικότητα της Λατρείας, αλλά και τη δυνατότητά της να
ελίσσεται και να προσλαμβάνει στους κόλπους της οτιδήποτε αξίζει.
Πρόγονος των σύγχρονων εξαπτέρυγων είναι τα ριπίδια, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από υμένες ή πτερά. Η χρήση τους ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τη Θεία Ευχαριστία, αφού είχαν ως σκοπό την εκδίωξη των ιπτάμενων εντόμων από τα Τίμια Δώρα, όταν τα τελευταία ήταν ακάλυπτα. Τα ριπίδια έφεραν διάκονοι και τα κινούσαν πάνω από τα ευχαριστιακά Δώρα με απαλές και αργές κινήσεις, ώστε να εμποδίσουν την προσέγγιση των ζωυφίων στον ευχαριστιακό άρτο και κεκραμένο οίνο. Η χρήση τους απαντά για πρώτη φορά στις Αποστολικές Διαταγές. Η προχριστιανική χρήση τους είναι γνωστή από τις ρωμαϊκές συναθροίσεις, στις οποίες καλλίπυγες νεάνιδες ρίπιζαν με ρυθμικότητα μεγάλα πτερά, για αναψυχή των συναγμένων ανδρών. Η Εκκλησία προσέλαβε το στοιχείο αυτό και του προσέδωσε ιερότητα και λατρευτική χρηστικότητα.
Η αρχαία λειτουργικότητα των ριπιδίων έχει πλέον εκπέσει, αφού οι ευχαριστιακές συνάξεις σπάνια τελούνται από πολυπρόσωπο ιερατείο και έχουν περιοριστεί στην τέλεσή τους από έναν μόνο πρεσβύτερο. Ο ριπισμός των Τιμίων Δώρων για την εκδίωξη των εντόμων γίνεται με τον αέρα, δηλαδή το αρμόδιο για την κάλυψή τους λειτουργικό άμφιο. Η σάλευση του αέρα πάνω από τα Τίμια Δώρα κατά τη διάρκεια της απαγγελίας του Συμβόλου της Πίστεως αποτελεί κατάλοιπο του αρχαίου ριπισμού τους.
Η παλαιά χρήση των ριπιδίων σώζεται κατά τόπους, ιδίως στις σλαβόφωνες Εκκλησίες, με τους διακόνους να ριπίζουν τα Δώρα με μικρότερα των ριπιδίων εξαπτέρυγα, μία πράξη που είναι καθαρά συμβολική. Η προχαλκηδόνια Αρμενική Εκκλησία σώζει ακόμα την αρχαία λειτουργικότητά τους, με τη χρήση ειδικών εξαπτέρυγων, τα οποία φέρουν κωδωνίσκους και ριπίζονται ρυθμικά κατά τη μελώδηση του Τρισάγιου Ύμνου, συνοδεύοντας σαν άλλα κύμβαλα τη ψαλμωδία του.
Η διάδοχη σύγχρονη μορφή των ριπιδίων είναι τα εξαπτέρυγα, δηλαδή δύο μεταλλικοί δίσκοι, οι οποίοι δεν είναι κατασκευασμένοι από οργανική ύλη, αλλά συνήθως από ευγενή μέταλλα (άργυρος, χρυσός, μόλυβδος) ή σπανιότερα από ξύλο, το οποίο επιζωγραφίζεται. Στις δύο πλευρές των δίσκων εικονίζονται παραστάσεις εξαπτέρυγων Σεραφείμ, από τα οποία έλκουν και την ονομασία τους τα σχετικά λειτουργικά σκεύη. Οι μορφές των Σεραφείμ είναι εγχάρακτες ή ανάγλυφες πάνω στους δίσκους. Σπανιότερα στο κέντρο των δίσκων τοποθετούνται εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου, παραστάσεις από τη ζωή του Χριστού ή άλλα γεγονότα, συνδεόμενα με το ναό και τον τόπο. Η τελευταία πρακτική αντενδείκνυται, αφού μόνο τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ έχουν θέση στις δύο όψεις των δίσκων.
Η χρήση των εξαπτέρυγων διαφέρει από την αρχαϊκή. Συνήθως προπορεύονται της Εισόδου των Τιμίων Δώρων ή συνοδεύουν τον Τίμιο Σταυρό κατά τις λιτανείες. Η θέση τους στο ναό αποτελεί παρεξηγημένο ζήτημα. Η σχέση τους με τα Τίμια Δώρα και τη Θεία Ευχαριστία τους απένειμε την τοποθέτηση πίσω από το θυσιαστήριο του ναού, μαζί με τον Τίμιο Σταυρό των λιτανειών ή ακόμα και τον Εσταυρωμένο. Η πράξη αυτή δεν είναι ορθή, αφού οι πλευρές της Αγίας Τράπεζας πρέπει να παραμένουν ελεύθερες από οιοδήποτε αντικείμενο. Η θέση τους, αφού ολοκληρωθεί η λειτουργική χρήση τους, είναι στο σκευοφυλάκιο του ναού, όπως σημειώνεται και στο «Πασχάλιο Χρονικό». Σε ναούς, κυρίως μονών, οι οποίοι έχουν κιβώριο πάνω από την Αγία Τράπεζα, συνηθίζεται να τοποθετούνται τα εξαπτέρυγα στην πίσω πλευρά του θυσιαστηρίου, με το Σταυρό στο μέσο τους, σε εξάρτηση από τους κίονες του κιβωρίου.
Ο συμβολισμός των εξαπτέρυγων είναι σαφώς νεώτερος, αφού η αρχική χρήση τους, ως ριπίδια, ήταν καθαρά πρακτική, και διαμορφώθηκε αφού εξέπεσαν της πρότερης λειτουργικότητάς τους. Η μετάβαση από τα πρακτικά ριπίδια στα συμβολικά εξαπτέρυγα έγινε με την αφορμή από βιβλικές παραστάσεις. Οι κυριότερες αγιογραφικές περικοπές που επηρέασαν τη μεταβολή αυτή προέρχονται από το παλαιοδιαθηκικό βιβλίο του Προφήτη Ησαΐα (Ησ. στ’,1-2) και το καινοδιαθηκικό βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννη (Αποκ. δ’, 6-8). Η περικοπή του προφήτη Ησαΐα συνιστά ένα όραμα, στο οποίο ο προφήτης βλέπει τον Θεό να κάθεται σε υψηλό θρόνο και να τον περιβάλλουν δύο εξαπτέρυγα Σεραφείμ. Η δεύτερη μαρτυρία από την Αποκάλυψη του Ιωάννη παρουσιάζει το θρόνο του Θεού, ο οποίος κυκλώνεται από τέσσερα ζώα, τα οποία έχουν οφθαλμούς και στις δύο όψεις τους, όπως είναι τα πολυόμματα Χερουβείμ.
Η περικύκλωση του θρόνου του Θεού στην οπτασία του Ησαΐα από τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ ή από τα αποκαλυπτικά, τέσσερα, πολυόμματα ζώα - Χερουβείμ συνδέθηκε με τη συνοδεία των Τιμίων Δώρων, δηλαδή του ίδιου του Θεού, πάνω στον επίγειο και ορατό θρόνο Του, δηλαδή την Αγία Τράπεζα, από τα ριπίδια. Η συμβολική αναγωγή τους μετάβαλλε την πρώτη εικόνα τους, αφού σμικρύνθηκαν, έγιναν μεταλλικά και εικονίζουν την ουράνια διάταξη του θρόνου του Θεού, που περιβάλλεται και δοξολογείται ακατάπαυστα από τις αγγελικές δυνάμεις. Τους συμβολισμούς αυτούς καταγράφουν οι βυζαντινοί υπομνηματιστές της Θείας Λειτουργίας, όπως ο Θεόδωρος Ανδίδων και ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, χωρίς να αναφέρονται στα μεταλλικά εξαπτέρυγα, αλλά στα ριπίδια, τη χρήση των οποίων μαρτυρά επίσης ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, στην «Έκθεση της Βασιλικής Τάξεως», αλλά και ο Συρόπουλος, ο οποίος έζησε λίγα έτη πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, στο έργο του «Αληθής Ιστορία της ψευδενώσεως».
Πρόγονος των σύγχρονων εξαπτέρυγων είναι τα ριπίδια, τα οποία ήταν κατασκευασμένα από υμένες ή πτερά. Η χρήση τους ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τη Θεία Ευχαριστία, αφού είχαν ως σκοπό την εκδίωξη των ιπτάμενων εντόμων από τα Τίμια Δώρα, όταν τα τελευταία ήταν ακάλυπτα. Τα ριπίδια έφεραν διάκονοι και τα κινούσαν πάνω από τα ευχαριστιακά Δώρα με απαλές και αργές κινήσεις, ώστε να εμποδίσουν την προσέγγιση των ζωυφίων στον ευχαριστιακό άρτο και κεκραμένο οίνο. Η χρήση τους απαντά για πρώτη φορά στις Αποστολικές Διαταγές. Η προχριστιανική χρήση τους είναι γνωστή από τις ρωμαϊκές συναθροίσεις, στις οποίες καλλίπυγες νεάνιδες ρίπιζαν με ρυθμικότητα μεγάλα πτερά, για αναψυχή των συναγμένων ανδρών. Η Εκκλησία προσέλαβε το στοιχείο αυτό και του προσέδωσε ιερότητα και λατρευτική χρηστικότητα.
Η αρχαία λειτουργικότητα των ριπιδίων έχει πλέον εκπέσει, αφού οι ευχαριστιακές συνάξεις σπάνια τελούνται από πολυπρόσωπο ιερατείο και έχουν περιοριστεί στην τέλεσή τους από έναν μόνο πρεσβύτερο. Ο ριπισμός των Τιμίων Δώρων για την εκδίωξη των εντόμων γίνεται με τον αέρα, δηλαδή το αρμόδιο για την κάλυψή τους λειτουργικό άμφιο. Η σάλευση του αέρα πάνω από τα Τίμια Δώρα κατά τη διάρκεια της απαγγελίας του Συμβόλου της Πίστεως αποτελεί κατάλοιπο του αρχαίου ριπισμού τους.
Η παλαιά χρήση των ριπιδίων σώζεται κατά τόπους, ιδίως στις σλαβόφωνες Εκκλησίες, με τους διακόνους να ριπίζουν τα Δώρα με μικρότερα των ριπιδίων εξαπτέρυγα, μία πράξη που είναι καθαρά συμβολική. Η προχαλκηδόνια Αρμενική Εκκλησία σώζει ακόμα την αρχαία λειτουργικότητά τους, με τη χρήση ειδικών εξαπτέρυγων, τα οποία φέρουν κωδωνίσκους και ριπίζονται ρυθμικά κατά τη μελώδηση του Τρισάγιου Ύμνου, συνοδεύοντας σαν άλλα κύμβαλα τη ψαλμωδία του.
Η διάδοχη σύγχρονη μορφή των ριπιδίων είναι τα εξαπτέρυγα, δηλαδή δύο μεταλλικοί δίσκοι, οι οποίοι δεν είναι κατασκευασμένοι από οργανική ύλη, αλλά συνήθως από ευγενή μέταλλα (άργυρος, χρυσός, μόλυβδος) ή σπανιότερα από ξύλο, το οποίο επιζωγραφίζεται. Στις δύο πλευρές των δίσκων εικονίζονται παραστάσεις εξαπτέρυγων Σεραφείμ, από τα οποία έλκουν και την ονομασία τους τα σχετικά λειτουργικά σκεύη. Οι μορφές των Σεραφείμ είναι εγχάρακτες ή ανάγλυφες πάνω στους δίσκους. Σπανιότερα στο κέντρο των δίσκων τοποθετούνται εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου, παραστάσεις από τη ζωή του Χριστού ή άλλα γεγονότα, συνδεόμενα με το ναό και τον τόπο. Η τελευταία πρακτική αντενδείκνυται, αφού μόνο τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ έχουν θέση στις δύο όψεις των δίσκων.
Η χρήση των εξαπτέρυγων διαφέρει από την αρχαϊκή. Συνήθως προπορεύονται της Εισόδου των Τιμίων Δώρων ή συνοδεύουν τον Τίμιο Σταυρό κατά τις λιτανείες. Η θέση τους στο ναό αποτελεί παρεξηγημένο ζήτημα. Η σχέση τους με τα Τίμια Δώρα και τη Θεία Ευχαριστία τους απένειμε την τοποθέτηση πίσω από το θυσιαστήριο του ναού, μαζί με τον Τίμιο Σταυρό των λιτανειών ή ακόμα και τον Εσταυρωμένο. Η πράξη αυτή δεν είναι ορθή, αφού οι πλευρές της Αγίας Τράπεζας πρέπει να παραμένουν ελεύθερες από οιοδήποτε αντικείμενο. Η θέση τους, αφού ολοκληρωθεί η λειτουργική χρήση τους, είναι στο σκευοφυλάκιο του ναού, όπως σημειώνεται και στο «Πασχάλιο Χρονικό». Σε ναούς, κυρίως μονών, οι οποίοι έχουν κιβώριο πάνω από την Αγία Τράπεζα, συνηθίζεται να τοποθετούνται τα εξαπτέρυγα στην πίσω πλευρά του θυσιαστηρίου, με το Σταυρό στο μέσο τους, σε εξάρτηση από τους κίονες του κιβωρίου.
Ο συμβολισμός των εξαπτέρυγων είναι σαφώς νεώτερος, αφού η αρχική χρήση τους, ως ριπίδια, ήταν καθαρά πρακτική, και διαμορφώθηκε αφού εξέπεσαν της πρότερης λειτουργικότητάς τους. Η μετάβαση από τα πρακτικά ριπίδια στα συμβολικά εξαπτέρυγα έγινε με την αφορμή από βιβλικές παραστάσεις. Οι κυριότερες αγιογραφικές περικοπές που επηρέασαν τη μεταβολή αυτή προέρχονται από το παλαιοδιαθηκικό βιβλίο του Προφήτη Ησαΐα (Ησ. στ’,1-2) και το καινοδιαθηκικό βιβλίο της Αποκάλυψης του Ιωάννη (Αποκ. δ’, 6-8). Η περικοπή του προφήτη Ησαΐα συνιστά ένα όραμα, στο οποίο ο προφήτης βλέπει τον Θεό να κάθεται σε υψηλό θρόνο και να τον περιβάλλουν δύο εξαπτέρυγα Σεραφείμ. Η δεύτερη μαρτυρία από την Αποκάλυψη του Ιωάννη παρουσιάζει το θρόνο του Θεού, ο οποίος κυκλώνεται από τέσσερα ζώα, τα οποία έχουν οφθαλμούς και στις δύο όψεις τους, όπως είναι τα πολυόμματα Χερουβείμ.
Η περικύκλωση του θρόνου του Θεού στην οπτασία του Ησαΐα από τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ ή από τα αποκαλυπτικά, τέσσερα, πολυόμματα ζώα - Χερουβείμ συνδέθηκε με τη συνοδεία των Τιμίων Δώρων, δηλαδή του ίδιου του Θεού, πάνω στον επίγειο και ορατό θρόνο Του, δηλαδή την Αγία Τράπεζα, από τα ριπίδια. Η συμβολική αναγωγή τους μετάβαλλε την πρώτη εικόνα τους, αφού σμικρύνθηκαν, έγιναν μεταλλικά και εικονίζουν την ουράνια διάταξη του θρόνου του Θεού, που περιβάλλεται και δοξολογείται ακατάπαυστα από τις αγγελικές δυνάμεις. Τους συμβολισμούς αυτούς καταγράφουν οι βυζαντινοί υπομνηματιστές της Θείας Λειτουργίας, όπως ο Θεόδωρος Ανδίδων και ο Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως, χωρίς να αναφέρονται στα μεταλλικά εξαπτέρυγα, αλλά στα ριπίδια, τη χρήση των οποίων μαρτυρά επίσης ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, στην «Έκθεση της Βασιλικής Τάξεως», αλλά και ο Συρόπουλος, ο οποίος έζησε λίγα έτη πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, στο έργο του «Αληθής Ιστορία της ψευδενώσεως».
Βιβλιογραφία:
Θεοδώρου
Ευαγγ., «Εξαπτέρυγα», ΘΗΕ, 5
(1964), στ. 715-716.
Καλλινίκου Κ., Ο Χριστιανικός Ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969⁵.
Κλήμεντος Ρώμης, Διαταγαί των Αγίων Αποστόλων, lib. VIII: Περί χαρισμάτων, και χειροτονιών και κανόνων εκκλησιαστικών,Migne PG 1, στ. 1061A-1156Β.
Πασχάλιον Χρονικόν, Migne PG 92, στ. 69A-1028C.
Φουντούλη Ιω. Μ., Λειτουργική Α’. Εισαγωγή στη Θεία Λατρεία, εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 20004.
Καλλινίκου Κ., Ο Χριστιανικός Ναός και τα τελούμενα εν αυτώ, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 1969⁵.
Κλήμεντος Ρώμης, Διαταγαί των Αγίων Αποστόλων, lib. VIII: Περί χαρισμάτων, και χειροτονιών και κανόνων εκκλησιαστικών,Migne PG 1, στ. 1061A-1156Β.
Πασχάλιον Χρονικόν, Migne PG 92, στ. 69A-1028C.
Φουντούλη Ιω. Μ., Λειτουργική Α’. Εισαγωγή στη Θεία Λατρεία, εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 20004.
ΠΗΓΗ: http://naxioimelistes.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου