«Σήμερον τῆς
σωτηρίας......".
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Ναυπάκτου
καί Ἁγίου Βλασίου
κ. Ἱεροθέου
Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Στὸ Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς ψάλλουμε: «σήμερον τῆς σωτηρίας ἠμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις…». Τὸ περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς ἀναφέρεται στὸ γεγονὸς κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ – ὁ ἄγγελος ἐκεῖνος μὲ τὸν ὁποῖο συνδέονται ὅλα τὰ γεγονότα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ – ἐπισκέφθηκε μὲ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ τὴν Παναγία καὶ τὴν πληροφόρησε ὅτι ἔφθασε ὁ καιρὸς τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, καὶ ὅτι αὐτὴ θὰ γίνη ἡ μητέρα Του. (βλ. Λουκᾶ α’, 26-56). Ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ ἀπεκάλεσε τὴν Παναγία «κεχαριτωμένη». Τῆς εἶπε: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σου, εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶν» (Λούκ. α’, 28-29). Ἡ Παναγία ἀποκαλεῖται «κεχαριτωμένη» καὶ χαρακτηρίζεται «εὐλογημένη», ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι μαζί της.
Κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ, ἡ Παναγία εἶχε ἤδη χαριτωθῆ, καὶ δὲν χαριτώθηκε τὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Παραμένοντας μέσα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων τοῦ Ναοῦ ἔφθασε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ἡ θέωση. Ἐὰν τὸ προαύλιο τοῦ Ναοῦ προοριζόταν γιὰ τοὺς προσηλύτους καὶ ἐὰν ὁ κυρίως Ναὸς γιὰ τοὺς ἱερεῖς, τὰ ἅγια τῶν ἁγίων προορίζονταν γιὰ τὸν ἀρχιερέα. Ἐκεῖ εἰσῆλθε ἡ Παναγία, δεῖγμα ὅτι ἔφθασε στὴν θέωση. Εἶναι γνωστὸν ὅτι στὴν χριστιανικὴ ἐποχὴ ὁ νάρθηκας προοριζόταν γιὰ τοὺς κατηχουμένους καὶ τοὺς ἀκαθάρτους, ὁ κυρίως Ναὸς γιὰ τοὺς φωτισθέντας, τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, καὶ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔφθασαν στὴν θέωση.
Ἔτσι, ἡ Παναγία εἶχε φθάσει στὴν θέωση καὶ πρὶν ἀκόμη δεχθῆ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀρχαγγέλου. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ χρησιμοποίησε μία εἰδικὴ μέθοδο Θεογνωσίας καὶ Θεοκοινωνίας, ὅπως ἑρμηνεύει θαυμάσια καὶ θεόπνευστα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Πρόκειται γιὰ τὴν ἡσυχία, τὴν ἡσυχαστικὴ ὁδό. Κατάλαβε ἡ Παναγία ὅτι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ φθάση στὸν Θεὸ μὲ τὴν λογική, τὴν αἴσθηση, τὴν φαντασία καὶ τὴν ἀνθρώπινη δόξα, ἀλλὰ διὰ τοῦ νοῦ. Ἔτσι νέκρωσε ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν αἴσθηση, καὶ διὰ τῆς νοερᾶς προσευχῆς ἐνεργοποίησε τὸν νοῦ. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἔφθασε στὴν ἔλλαμψη καὶ τὴν θέωση. Καὶ γι’ αὐτὸ ἀξιώθηκε νὰ γίνη Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, νὰ δώση τὴν σάρκα της στὸν Χριστό. Δὲν εἶχε ἁπλῶς ἀρετές, ἀλλὰ τὴν θεοποιὸ Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Παναγία εἶχε τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, συγκριτικὰ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Βέβαια, ὁ Χριστός, ὡς Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἔχει ὅλο τὸ πλήρωμα τῶν Χαρίτων, ἀλλὰ καὶ ἡ Παναγία ἔλαβε τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος ἀπὸ τὸ πλήρωμα τῶν Χαρίτων τοῦ Υἱοῦ της. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο σὲ σχέση μὲ τὸν Χριστὸ εἶναι κατώτερη, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶχε τὴν Χάρη κατὰ φύσιν, ἐνῶ ἡ Παναγία κατὰ μετοχήν, σὲ σχέση ὅμως μὲ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἀνώτερη.
Ἡ Παναγία εἶχε τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος, ἐκ τοῦ πληρώματος τῶν Χαρίτων τοῦ Υἱοῦ της, πρὸ τῆς συλλήψεως, κατὰ τὴν σύλληψη καὶ μετὰ τὴν σύλληψη. Πρὸ τῆς συλλήψεως τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος ἦταν τέλειο, κατὰ τὴν σύλληψη ἦταν τελειότερο, καὶ μετὰ τὴν σύλληψη ἦταν τελειότατο (ἄγ. Νικόδημος ἁγιορείτης). Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Παναγία ἦταν παρθένος κατὰ τὸ σῶμα καὶ παρθένος κατὰ τὴν ψυχή. Καὶ αὐτὴ ἡ σωματική της παρθενία εἶναι ἀνώτερη καὶ τελειότερη ἀπὸ τὴν ψυχικὴ παρθενία τῶν ἁγίων, ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Ἡ διάρκεια τῆς κυοφορίας τῆς Παναγίας εἶναι προτύπωση τῆς ἀδιαλείπτου κοινωνίας ποὺ θὰ ἔχουν οἱ ἅγιοι στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι γνωστὸ καὶ δεδομένο ὅτι ἡ μητέρα ποὺ ἔχει κυοφορούμενο βρέφος ἔχει στενὴ καὶ ὀργανικὴ σχέση μαζί του. Σύγχρονοι ἐπιστήμονες ἔχουν ἀποδείξει ὅτι τὸ βρέφος ἐπηρεάζεται πάρα πολὺ ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν σωματικὴ κατάσταση τῆς μητέρας του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ψυχολογική της συγκρότηση. Καὶ ἐπειδὴ τὸ θεῖο βρέφος συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, ἀλλὰ μεγάλωσε κατὰ τὸν φυσικὸ τρόπο, δηλαδὴ εἶχε κοινωνία μὲ τὸ σῶμα τῆς Παναγίας, γι’ αὐτὸ καὶ ὑπάρχει στενὴ σχέση μεταξύ του Χριστοῦ καὶ τῆς Θεοτόκου. Φυσικά, αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ δοῦμε ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Παναγία δίνει τὸ αἷμα της στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς τὴν Χάρη καὶ εὐλογία Του σὲ αὐτήν. Κυοφορούμενος ὁ Χριστὸς δὲν ἔπαυσε νὰ βρίσκεται ταυτόχρονα στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ ἑνωμένος μὲ τὸν Πατέρα Του καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.
Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνώθηκε μὲ τὴν θεία φύση ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως, ἀμέσως ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς συλλήψεως. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρώτη ἡ Παναγία γεύθηκε τὰ ἀγαθὰ τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, τὴν θέωση. Αὐτὸ ποὺ οἱ Μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ γεύθηκαν κατὰ τὴν Πεντηκοστή, καὶ ἐμεῖς μετὰ τὸ Βάπτισμα, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅταν κοινωνοῦμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, καὶ αὐτὸ ποὺ θὰ ζοῦν οἱ ἅγιοι στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, τὸ ζοῦσε ἡ Παναγία ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς συλλήψεως καὶ κυοφορίας.
Ἑπομένως, ὁ Χριστὸς ἐννέα ὁλόκληρους μῆνες, μέρα καὶ νύχτα, ἔτρεφε μὲ τὸ ἁγιασμένο αἷμα Τοῦ τὴν Παναγία. Αὐτὸ εἶναι προτύπωση τῆς ἀδιαλείπτου θείας Κοινωνίας καὶ τῆς ἀδιαλείπτου σχέσεως καὶ κοινωνίας τῶν ἁγίων μὲ τὸν Χριστὸ ποὺ θὰ γίνη κυρίως στὴν ἄλλη ζωή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Παναγία εἶναι προτύπωση τοῦ μέλλοντος αἰῶνος.
ΠΗΓΗ: http://www.imkifissias.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου