Τό βιβλίο τῶν Ψαλμῶν εἶναι ἕνα λατρευτικό ἔργο, πού χρειάστηκε πολλούς αἰῶνες γιά νά πάρει τήν τελική του μορφή. Ἡ δημιουργία του ὑπαγορεύτηκε κυρίως ἀπό τήν ἀνάγκη τοῦ Ἰσραήλ νά δοξάσει τόν Γιαχβέ στόν κατ᾽ ἐξοχήν τόπο λατρείας του, τόν Ναό τοῦ Σολομῶντα, καί παρουσιάζει ὁμοιότητες μέ ἀλλά παρόμοια ποιητικά ἔργα τῆς ἴδιας ἐποχῆς καί τοῦ γεωγραφικοῦ χώρου τῆς ἐγγύς Ἀνατολῆς. Βεβαίως, οἱ ὁμοιότητες αὐτές περιορίζονται στά λογοτεχνικά καί ποιητικά σχήματα πού χρησιμοποιοῦνται.
I.M. Παντοκράτορος, κωδ. 61, παλίμψηστος, πηγή: http://www.pipm.gr |
Οἱ πρῶτες μαρτυρίες γιά τήν χρήση τῶν ψαλμῶν καί τήν μουσική τους βρίσκονται στίς ἐπιγραφές τοῦ Ψαλτηρίου. Οἱ ἐπιγαφές αὐτές ἔχουν δώσει τήν ἀφορμή σέ πολλούς ἐρευνητές νά διατυπώσουν κατά καιρούς διάφορες θεωρίες γιά τήν μουσική ἀπόδοση τῶν ψαλμῶν. Οἱ θεωρίες ὅμως αὐτές, λόγω τῆς μεγάλης ἀσάφειας τῶν ὅρων πού χρησιμοποιοῦνται στίς ψαλμικές ἐπιγραφές, δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι καταλήγουν σέ ἀσφαλῆ συμπεράσματα. Ἔτσι, ἡ ἀξία τῶν πληροφοριῶν πού μᾶς παρέχουν οἱ ἐπιγραφές αὐτές εἶναι περιορισμένη, διότι οὕτως ἤ ἄλλως λείπουν οὐσιώδη τεκμήρια σχετικά μέ τήν μουσική τῶν Ἰουδαίων αὐτῆς τῆς περιόδου.
Πάντως, ἡ μουσική ἐκτέλεση τῶν ψαλμῶν στόν Ναό πιθανόν νά συνοδευόταν ἀπό ὄργανα καί μερικές φορές καί ἀπό χορό, ἐνῶ τήν ἀποκλειστική εὐθύνη ψαλμώδησής τους στόν Ναό εἶχε μία εἰδικῶς ἐκπαιδευμένη ὁμάδα ἀπό τήν τάξη τῶν Λευϊτῶν.
Στόν ἄλλο θρησκευτικό θεσμό τῶν Ἑβραίων, τήν Συναγωγή, καί κυρίως κατά τόν α´ μ.Χ. αἰῶνα, φαίνεται ὅτι οἱ ψαλμοί χρησιμοποιοῦνταν μόνον ὡς ἀνάγνωσμα. Τό θέμα, ὡστόσο, ἐάν γινόταν ἤ ὄχι μουσική ἀπόδοση τῶν ψαλμῶν στίς Συναγωγές αὐτήν τήν πρώιμη ἐποχή, ἔχει δημιουργήσει μία ἀρκετά ἐκτεταμένη μουσικοφιλολογική παραγωγή, πού στηρίζεται σέ ἁγιογραφικά ἐδάφια ὅπως ἡ περιγραφή τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἤ οἱ ἀναφορές τοῦ ἀποστόλου Παύλου σέ «ψαλμούς», «ὕμνους» καί «ᾠδὲς πνευματικές». Τά ἴδια ἐδάφια θεωρήθηκαν ὡς μαρτυρίες κλειδιά πού ἀποδεικνύουν τήν μουσική ἐκτέλεση τῶν ψαλμῶν στίς Συναγωγές τοῦ α´ μ.Χ. αἰῶνα, συμπέρασμα ὅμως πού στηρίζεται σέ ἑτεροχρονισμένη νοηματοδότηση τῶν λέξεων «ὕμνος» καί «ψαλμός».
I.M. Παντοκράτορος, κωδ. 61, παλίμψηστος, πηγή: http://www.pipm.gr |
Ἐπιπλέον, τό γεγονός ὅτι οἱ πρῶτες ἱστορικοφιλολογικές μαρτυρίες πού ἀναφέρουν τήν μουσική ἐκτέλεση τῶν ψαλμῶν στίς Συναγωγές χρονολογοῦνται ἀπό τόν ζ´ καί η´ αἰῶνα κάνει νά φαίνεται ἀστήρικτη ἡ ἄποψη ὅτι ὑπῆρχε μουσική ἐκτέ-λεση τῶν ψαλμῶν στίς Συναγωγές καί κατά τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀποστόλων.
Τέλος, τό ἀρχαῖο ἑβραϊκό ἔθιμο τῆς μουσικῆς ἀπόδοσης τῶν ψαλμῶν χαλλέλ στό οἰκογενειακό δεῖπνο ἀνήμερα τοῦ Πάσχα καί ἡ ἐφαρμογή του κατά τόν Μυστικό Δεῖπνο δέν σημαίνει ὅτι ἦταν διαδεδoμένη ἡ μουσική ἀπόδοση τῶν ψαλμῶν καί στήν Συναγωγή. Μέ αὐτά τά δεδομένα, λοιπόν, προκύπτει εὔλογα τό ἐρώτημα μήπως ἡ μουσική ἀπόδοση τῶν ψαλμῶν ἀποτελεῖ ἐπίδραση τῆς χριστιανικῆς παράδοσης στήν ἰουδαϊκή καί ὄχι τό ἀντίστροφο.
Στήν χριστιανική λατρεία οἱ ψαλμοί χρησιμοποιήθηκαν ἀρχικά ὡς προφητικό ἀνάγνωσμα. Αὐτό μαρτυρεῖται ἀπό πηγές τοῦ β´ μόλις αἰώνα, ἐνῶ γιά τήν μουσική χρήση τῶν ψαλμῶν στίς ἀκολουθίες οἱ πρῶτες ἀσφαλεῖς μαρτυρίες χρονολογοῦνται ἀπό τά τέλη τοῦ δ´ αἰώνα. Οἱ πηγές ὅπού ἀναφέρονται οἱ ψαλμοί πρίν ἀπό τόν δ´ αἰῶνα χρησιμοποιοῦν τόν ὅρο «ψαλμός» εἴτε γιά δαυϊτικούς ψαλμούς πού χρησιμοποιοῦνταν στό οἰκογενειακό περιβάλλον, εἴτε γιά ἐκκλησιαστικά ποιητικά κείμενα πού χρησιμοποιοῦνταν τόσο στό οἰκογενειακό περιβάλλον ὅσο καί στήν δημόσια λατρεία, χωρίς νά γίνεται κάποια ἰδιαίτερη διάκριση.
Ἀσάφειες ὑπάρχουν ἐπίσης καί γιά τόν τρόπο ἐκτέλεσης τῶν ψαλμῶν στήν ἀρχέγονη Ἐκκλησία, καθώς οἱ ὅροι «καθ᾽ ὑπακοήν» καί «ἀντιφωνική» ψαλμωδία πού ἀναφέρονται στίς πηγές δέν διακρίνονται ποιοτικά κατά τούς πρώτους αἰῶνες (ἀπό τόν α´ ἔως καί τόν δ´ αἰῶνα), ἀφοῦ δέν τούς εἶχε ἀποδοθεῖ τό νόημα μέ τό ὁποῖο ἐπιφορτίζονται σήμερα.
Πρός τά τέλη τοῦ δ´αἰῶνα ὑπάρχει ἀποδεδειγμένη εἰσαγωγή τῶν ψαλμῶν στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί ἕνας ἀπό τούς σημαντικότερους παράγοντες πού συνέβαλαν σέ αὐτήν τήν ἐξέλιξη ἦταν ἡ ἐμφάνιση τῶν αἱρέσεων καί ἡ ἀνάγκη ἀντιμετώπισής τους. Καθώς, λοιπόν, οἱ αἱρέσεις προσπαθοῦσαν νά προσελκύσουν μέλη μέ τίς εὐχάριστες μελωδίες πού χρησιμοποιοῦσαν, ὤθησαν τήν Ἐκκλησία νά τίς ἀντιμετωπίσει μέ τήν εἰσαγωγή τῶν ψαλμῶν στίς ἀκολουθίες της, τήν αὐθεντία καί τό κῦρος τῶν ὁποίων δέν ἀμφισβητοῦσε κανείς.
Ἐπιπλέον, τήν ἴδια ἐποχή παίρνουν τό νόημα πού καί σήμερα τούς ἀποδίδεται οἱ ὅροι «καθ᾽ ὑπακοήν» καί «ἀντιφωνική» ψαλμωδία, ἀλλά καί ἀρχίζουν νά δημιουργοῦνται νέοι ὕμνοι, τά τροπάρια. Αὐτά, ὅπως ὑποστηρίχθηκε, προῆλθαν ἀπό τά ἐξωβιβλικά ἐφύμνια πού ψάλλονταν κατά τήν ἐκτέλεση τῶν ψαλμῶν, ἐκτοπίζοντας ἤ συμπληρώνοντας τούς ἀρχαίους ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ τήν εἰσαγωγή τῆς μουσικῆς ἐκτέλεσης τῶν ψαλμῶν στήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, τέλη τοῦ δ´ μέ ἀρχές τοῦ ε´ αἰῶνα, καί τήν συστηματική ὀργάνωση καί ἐξέλιξη τῆς λατρείας, διαμορφώθηκε πολύ σύντομα μία νέα κατάσταση.
Ἀναπτύχθηκαν, λοιπόν, σταδιακά ἀπό τόν ε´ αἰῶνα δύο λειτουργικά τυπικά: τό ἀσματικό ἤ κοσμικό καί τό μοναχικό. Δέν γνωρίζουμε, βεβαίως, τό ἀκριβές δομικό περιεχόμενο πού εἶχαν ἀρχικά αὐτά τά δύο τυπικά, γιατί τά πρῶτα σωζώμενα χειρόγραφα τυπικά εἶναι πολύ μεταγενέστερα ἀπό τήν ἐποχή πού ἄρχισαν αὐτά νά διαμορφώνονται, τό βέβαιο ὅμως εἶναι ὅτι ἀλλη-λοεπηρεάστηκαν σέ πολλά σημεῖα. Τά δύο τυπικά ἀκολούθησαν μία παράλληλη πορεία γιά πολλούς αἰῶνες, ἕως τήν ὁριστική ἐγκατάλειψη τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ, κατά τίς ἀρχές τοῦ ιε´ αἰῶνα μ.Χ., καί ἔδωσαν τήν θέση τους στό νῦν ἐν χρήσει τυπικό, πού οὐσιαστικά ἀποτελεῖ ὑβριδική μορφή αὐτῶν τῶν δύο παραδόσεων.
Ἀπό τίς κυριότερες αἰτίες, πάντως, γιά τήν σταδιακή ἐξαφάνιση τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ ἦταν οἱ ἐπιδρομές τῶν ξένων κατακτητῶν –παρ᾽ ὅλο πού μερικοί ξένοι ἐρευνητές προσπαθοῦν νά μᾶς πείσουν γιά τό ἀντίθετο-, ἀλλά καί ὁ μεγάλος ἀριθμός προσωπικοῦ πού ἀπαιτοῦνταν γιά τήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία εἰσήγαγε ἀπό νωρίς στήν λατρεία της τό βιβλίο τῶν Ψαλμῶν, χάρη, στό πλούσιο θεολογικό θεματολόγιό του. Οἱ διαχρονικές ἀξίες τοῦ Ψαλτηρίου, ὅπως λ.χ. ὁ θαυμασμός γιά τό μεγαλεῖο τῆς κτίσης, ἡ αἴνεση καί ἡ δοξολογία πρός τόν Θεό, ἡ ἀναζήτηση τῆς μετάνοιας κ.ἄ., καθώς καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πού τόνισαν τήν διδακτική του ἀξία, τοῦ προσέδωσαν κεντρική θέση στήν προσευχόμενη κοινότητα τῆς Ἐκκλησίας. Μάλιστα, ὁ συνδυασμός τῆς μουσικῆς μέ τό κείμενο τῶν ψαλμῶν θεωρήθηκε ἀπό τούς Πατέρες πολύ σημαντικός γιά τήν καλύτερη κατανόηση τῶν διαφόρων μηνυμάτων καί διδασκαλιῶν πού ἐμπεριέχονται στό Ψαλτήριο.
Ἔτσι, οἱ ψαλμοί χρησιμοποιήθηκαν ὡς ἕνα ἀπό τά δομικά στοιχεῖα τῆς λατρείας τῆς Ἐκκλησίας, καθώς ἀπαντῶνται σέ ὅλες τίς ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου, τίς περιστατικές ἀκολουθίες καί τά μυστήρια εἴτε αὐτοτελεῖς εἴτε ὡς παραθέματα πού παρεμβάλλονται μέσα στήν ὑμνογραφία, προσδίδοντας στίς ἀκολουθίες νοήματα ἐσχατολογικά, ἐκκλησιολογικά, χριστολογικά, σωτηριολογικά κ.λπ. Οἱ ψαλμοί, λοιπόν, ἀποδεικνύουν τήν διαχρονικότητα τοῦ ἀποκεκα-λυμμένου λόγου τοῦ Θεοῦ.
Σχετικά τώρα μέ τήν μουσική τους, οἱ ψαλμοί κατατάσσονται στά πεζά ἤ ἄρρυθμα μέλη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνολογίας καί ἐμφανίσθηκαν στήν μουσική χειρόγραφη παράδοση γύρω στά τέλη τοῦ ιβ´ μέ ἀρχές τοῦ ιγ´ αἰώνα.
Τά πρῶτα μελοποιημένα ψαλμικά μαθήματα ἦταν κυρίως τῆς θείας λειτουργίας καί βρίσκονταν στίς μουσικές συλλογές Ψαλτικόν καί Ἀσματικόν τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ. Ἀργότερα, μέ τήν δημιουργία τοῦ ἑνιαίου τυπικοῦ καί τήν ἐνσωμάτωση τῶν δύο αὐτῶν συλλογῶν στήν νέα μουσική συλλογή τοῦ νυχθημέ-ρου, τήν Ἀκολουθίαι ἤ Παπαδική –καί ἀργότερα Ἀνθολογία, συμπεριελήφθησαν σέ αὐτήν πολλές νέες κυρίως μελισματικές συνθέσεις.
Αἰνιγματική, ὡστόσο, παραμένει ἡ ἔλλειψη μουσικῶν χειρογράφων γιά τίς ὑπόλοιπες ἀκολουθίες τοῦ ἀσματικοῦ τυπικοῦ, πλήν τῆς θείας λειτουργίας, ἀπό τόν ιβ´ ἕως τόν ιδ´ αἰῶνα. Ἡ ἔρευνά μας γιά τήν μουσική χρήση τῶν ψαλμῶν μέσα ἀπό τήν χειρόγραφη παράδοση μᾶς ὁδήγησε στήν διαπίστωση ὅτι ἡ μουσική συλλογή Ἀκολουθίαι-Παπαδική ἦταν ἀνέκαθεν πολυσυλλεκτική, καθώς σέ αὐτήν δέν ὑπῆρχαν μόνον μελισματικά ἤ ψαλμικά μαθήματα, ἀλλά καί πολλά ἄλλα μαθήματα γιά τήν διευκόλυνση τῶν ψαλτῶν ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Αὐτή ἡ διαπίστωση μᾶς ὤθησε νά προτείνουμε τόν διαχωρισμό τῶν καθαρῶς ψαλμικῶν ἀπό τά ἄλλα παπαδικά μαθήματα, ταξινομώντας τά εἴδη τῶν μελῶν σέ τέσσερις κατηγορίες: τό στιχηραρικό, τό εἱρμολογικό, τό ψαλμικό καί τό παπαδικό. Προτάθηκε, ἐπίσης, μία ἀκριβέστερη ταξινόμηση τῶν δρόμων τῆς μελωδίας σέ σύντομο γιά τά συλλαβικά μέλη, ἀργό γιά τά μελισματικά καί ἀργοσύντομο γιά τά ἐνδιάμεσα, ἀποφεύγοντας τήν σύγχυση ἀνάμεσα στό εἶδος τοῦ μέλους, τόν δρόμο τῆς μελωδίας καί τήν ρυθμική ἀγωγή τοῦ μαθήματος πού δημιουργοῦσε ἡ ὑπάρχουσα ταξινόμηση τῶν δρόμων τῆς μελωδίας σέ εἱρμολογικό, στιχηραρικό καί παπαδικό.
Τέλος, μέ τήν ἀνάλυση κάποιων μουσικῶν παραδειγμάτων φάνηκε ξεκάθαρα ὅτι ἡ μελουργία εἶναι μία τέχνη πού ὑπακούει στίς ἀνάγκες τῆς λατρευτικῆς σύναξης, ὅπως αὐτές ἐκφράζονται μέ τίς ἀκολουθίες τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ μουσική, λοιπόν, μέ τά χρησιμοποιούμενα μελικά σχήματά της, ἔχει στόχο τήν προβολή τῶν θεόπνευστων μηνυμάτων τῶν μελοποιουμένων ὕμνων. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν μελοποίηση ψαλμῶν, ἀνεξάρτητα ἀπό τόν δρόμο πού ἀκολουθεῖ τό μέλος τους καί τούς χρησιμοποιούμενους μουσικοτεχνικούς τρόπους. Ἡ μελοποίηση δηλαδή τῶν ψαλμῶν ἔχει πάντα ἄμεση σχέση μέ τό ποιητικό κείμενο τῶν ψαλμῶν, τό ὁποῖο καί προσπαθεῖ νά ἀναδείξει.
ΠΗΓΗ:http://www.pemptousia.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου