....ἐν πάσῃ
τῇ θλίψει ἡμῶν»
(Β΄Κορ. Α΄1-11).
Γράφει ὁ Νῖκος Δ. Πάσσας
Καθηγητής Δρ. Θ.
Καὶ ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ περιλαμβάνει ὅλα ἐκεῖνα
τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν κοσμικῶν ἐπιστολῶν τῆς ἐποχῆς. Ἡ προσλαλιὰ ἦταν τὸ ἀπαραίτητο
στοιχεῖο βεβαιώσεως τῆς προσωπικότητας τοῦ γράφοντος, ἀλλὰ καὶ στὸ πρόσωπο ἤ τὰ
πρόσωπα ποὺ ἡ ἐπιστολὴ ἀπευθυνόταν. Ἀποστολέας, λοιπόν, ὁ ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ Παῦλος καὶ μνημονεύεται καὶ ὁ βοηθός του Τιμόθεος∙ ἡ ἐπιστολὴ ἀπευθύνεται
στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου καὶ σὲ ὅλους τοὺς ἁγίους χριστιανοὺς ἀδελφούς, ποὺ
βρίσκονται σ’ ὁλόκληρη τὴν ἀχαїκὴ περιφέρεια. Εἶναι ἐντυπωσιακὸ τὸ γεγονὸς, ὅτι
οἱ πιστοὶ τῶν πρώτων χρόνων χαρακτηρίζονται ὡς «ἅγιοι». Ὁ ἅγιος ἐν ἠθικῇ ἐννοίᾳ
εἶναι ὁ ἀποχωρισμένος ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ἀταξία, γίνεται προσεκτικὸς στὶς ὅποιες
ἐκδηλώσεις του καὶ προσπαθεῖ νὰ εὐαρεστήσει ἀνθρώπους καὶ Θεό, ὥστε νὰ ἀξιωθεῖ
τῆς ἁγιότητας.
Μὲ τὶ ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ ἀρχίσει τὶς
σκέψεις του, παρὰ μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ὁμολογία τοῦ
δοξασμένου ὀνόματος τοῦ Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ; Ὁ Θεός, πηγὴ τῶν
πάντων καὶ χορηγὸς τῆς εὐσπλαγχνίας, τοῦ ἐλέους, καὶ τῆς συγκαταβάσεως, εἶναι
συγχρόνως καὶ χορηγὸς τῆς παρηγορίας, γιὰ ὅσους ἀνθρώπους εἶναι θλιμμένοι καὶ
βασανισμένοι, ἐπειδὴ ὁ ἀνθρώπινος βίος εἶναι συνεχὴς δοκιμασία μὲ θλίψεις καὶ ἀπογοητεύσεις, πόνους καὶ ὀδύνες. Οἱ ἐσωτερικὲς αὐτὲς καταστάσεις ὑπάρχουν ἀπὸ
καταβολῆς κόσμου καὶ τὸ ἀποδεικνύει ἡ ὁμολογία τοῦ Ψαλμωδοῦ, ὁ ὁποῖος στὴν ἀπέλπιδα
κραυγή του διατυπώνει τὸ: «αἱ ὠδῖνες τοῦ βίου ἐκύκλωσάν με ἕως θανάτου».
«Ὁ παρακαλῶν ἡμᾶς ἐν πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν,
εἰς τὸ δύνασθαι ἡμᾶς παρακαλεῖν τοὺς ἐν πάσῃ θλίψει διὰ τῆς παρακλήσεως ἧς
παρακαλούμεθα αὐτοὶ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ». Εἶναι
αὐτός, ὁ ὁποῖος μᾶς παρηγορεῖ καὶ μᾶς γαληνεύει σὲ κάθε μας θλίψη. Ποῦ ἀλλοῦ
μποροῦμε νὰ προστρέξουμε καὶ νὰ βροῦμε τὴν ἐλπίδα τῆς παρηγοριᾶς καὶ τῆς ἐσωτερικῆς
γαλήνης, παρὰ μόνο στὸν χορηγὸ ὅλων τῶν πνευματικῶν δωρεῶν; Τὸ ἐντυπωσιακὸ
πάντως εἶναι, ὅτι ἡ χορηγία τῆς παρηγορίας προσφέρει συγχρόνως τὴ δυνατότητα καὶ
στοὺς λῆπτες νὰ ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ παρηγοροῦν τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι
βρίσκονται στὴν ὅποια θλίψη καὶ δυστυχία. «Πάντα, λοιπόν, χορηγεῖ τὸ πνεῦμα
τὸ ἅγιον». Εἶναι ὁ δωρεοδότης τῶν χαρισμάτων τοῦ πνεύματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐνισχύει
τὴ θέληση, ἐνδυναμώνει τὴν ἐλπίδα καὶ καταυγάζει τὸ φρόνημα τοῦ ἀγῶνα τῆς ζωῆς.
Ἡ ἐσωτερικὴ δομὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀνερμήνευτες
δυνάμεις καὶ σχεδὸν ἄγνωστες σὲ πολλούς. Εἶναι μάλιστα δικαιολογημένος ὁ
χαρακτηρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου: «ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ὁ ἄγνωστος». Τὸ ἐπίθετο «ἄγνωστος»,
δὲν ἀναφέρεται στὴ γνώση τοῦ ἀντικειμενικοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ στὴν ἀγνωσία τοῦ ἴδιου
τοῦ ὑποκειμένου. Δικαιολογημένα οἱ ἀρχαιοέλληνες στὸν Ναὸ τοῦ Ἀπόλλωνα στοὺς
Δελφοὺς καὶ στὴν ἀνατολικὴ μετώπη εἶχαν θέσει τὴν περίφημη φράση «Γνῶθι
Σαὐτόν». Ἦταν ἡ παραγγελία τοῦ αὐτοελέγχου τοῦ ὅποιου προσκυνητῆ, ὥστε νὰ
γνωρίσει τὸν ἑαυτό του. Στὴν ἐποχή μας, δυστυχῶς, ἔχουμε καταντήσει φυγάδες τοῦ
ἑαυτοῦ μας, προσέχουμε τὴν ἐξωτερικη μας ἄποψη, ἀλλὰ ποτὲ τὴν ἐσωτερική μας ὀμορφιὰ
καὶ ἰσορροπία.
Ὁ μοναχὸς στὴ μοναξιά του καὶ στὴν ἀπόλυτη
σιγή, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ὑποσχέσεις κατὰ τὴ μοναχική του «κουρά», καλλιεργεῖ μὲ
πάθος τὴν προσοχή, γιατὶ μ’ αὐτὴν ἀνοίγει τοὺς πνευματικοὺς του ὁρίζοντες νὰ ἐπιτύχει
τὴ θέωση, τὴ δυνατότητα μυστικῆς θέας τοῦ ἀθέατου, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς παραμένει ἀθέατος
καὶ ἀπροσπέλαστος. Μὲ τὴν προσοχὴ ἐπιτυγχάνεται ἡ μυστικὴ προσέγγιση τῆς ἡχυχαστικῆς
κινήσεως τῶν ἁγιορειτῶν μοναχῶν, ὅπου μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ ὁ νοῦς ἀκινητοποιεῖται
σταθερὰ καὶ ἀμετάκλητα στὴ μόνη ὕπαρξη τοῦ ἀθέατου Θεοῦ. Γιὰ τοὺς ὐπόλοιπους
πιστοὺς ἡ προσοχὴ μεθοδεύει τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὶς κοσμικὲς φθοροποιὲς
δυνάμεις, ποὺ καταβάλλουν τὸ πνεῦμα καὶ ἐνισχύουν τὸ φρόνημα τῆς σάρκας.
Ἡ παρηγορία καὶ ἡ γαλήνη, ποὺ ἐξασφαλίζονται
ἀπὸ τὸν δωρεοδότη Χριστό, μᾶς ἐπιτρέπουν νὰ παρηγορήσουμε κι ἐμεῖς τοὺς
συνανθρώπους μας, γιατὶ μ’ αὐτοὺς συνυπάρχουμε, ποὺ πολλὲς φορὲς καὶ μ’ αὐτοὺς
συναγωνιζόμαστε στὴν πορεία τῆς ζωῆς μας. Στὴ ζωή μας ἀντιμετωπίζουμε θλίψεις,
στενοχώριες καὶ παθήματα σὰν τοῦ Χριστοῦ καὶ χάριν τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως, στὴν
ὅποια ἐκζήτηση ὀ Χριστὸς εἶναι παρὼν καὶ μᾶς παρηγορεῖ, ἀντιμεταθέτοντας τὸν
πόνο σὲ ἐλπίδα, τὴ θλίψη σὲ παρηγορία. Ποιὸς ὅμως κοσμικὸς θὰ μποροῦσε νὰ
συνειδητοποιήσει, ὅτι οἱ θλίψεις ὁδηγοῦν στὴ δοκιμασία τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ ἀνώτερου,
ὥστε νὰ ἀποτελέσουν τὴν ἀπαρχὴ τῆς δικῆς μας σωτηρίας; Τὰ παθήματα μᾶς παρέχουν
τὴ δύναμη τῆς ὑπομονῆς, ὥστε νὰ καταντοῦμε ἄξιοι μαθητὲς καὶ ἀγωνιστὲς Ἐκείνου,
ὁ ὁποῖος ἔπαθε γιὰ μᾶς τὰ πάντα καὶ μᾶς δώρισε τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως.
Ὁ Παῦλος στὴ συνέχεια ἀπευθύνεται στοὺς
παραλῆπτες του, προσπαθώντας νὰ τοὺς διαβεβαιώσει, ὅτι διακατέχεται ἀπὸ σταθερὴ καὶ ἀδιάψευστη ἐλπίδα σχετικὰ μὲ τὴ συμμετοχὴ στὶς θλίψεις καὶ στὶς
κακοπάθειες. Προσπαθεῖ νὰ παραλληλίσει τὶς δικές του θλίψεις μὲ ἐκεῖνες τῶν
Κορινθίων γιὰ νὰ δώσει ἔμφαση σ’ αὐτὰ ποὺ παρακάτω θὰ ἀναφέρει. Τοὺς εἰσάγει ἀργά,
ἀλλὰ σταθερὰ στὸ ζήτημα τῶν ψευδοδιδασκάλων, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ φανατισμὸ καὶ τὴν ἀποκλειστικότητα
τοῦ ἀντιτριαδικοῦ μονοθεїσμοῦ τους προσπαθοῦσαν νὰ μειώσουν τὸ κῦρος τῆς ἀποστολῆς
τοῦ Παύλου. Κακοπαθεῖ ὁ Παῦλος καὶ ἡ ψυχή του συνέχεται ἀπὸ συναισθήματα
θλίψεως, γιατὶ τὰ πνευματικά του παιδιὰ εἶναι ἀνυπεράσπιστα στὶς διαθέσεις τῶν ὕπουλων
ψευδοδιδασκάλων.
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀναφορὰ τῆς φράσεως «ὑπὲρ
τῆς θλίψεως ἡμῶν τῆς γενομένης ἡμῖν ἐν τῇ Ἀσίᾳ». Ὅλα αὐτά, ὁμολογεῖ ὁ Παῦλος
στοὺς Κορινθίους, ἔγιναν αἰτία ὥστε καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νὰ πάρουμε σὰν ἀπάντηση ἀπὸ
τὰ γεγονότα τὴν πληροφορία καὶ τὴ βεβαιότητα, ὅτι πρόκειται νὰ πεθάνουμε. Ὁ
θάνατος εἶναι τὸ τέρμα τῆς ἐπίγειας παρουσίας τοῦ ὑποκειμένου, χωρὶς νὰ ἀφανίζεται
ἡ προσωπικότητα, γιατὶ ἀνοίγεται ἡ μεταθανάτια περίοδος μέχρι τῆς ἐλεύσεως τῆς
δευτέρας παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. Ὁ κίνδυνος τοῦ θανάτου ἐνισχύει τὸ
συναίσθημα τοῦ φόβου καὶ ὁ Κύριος ἐπέτρεψε σὲ μᾶς τοὺς θανάσιμους κινδύνους, ὥστε
νὰ μὴν ἔχουμε πεποίθηση στὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ στὸν ἴδιο τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος ἀνασταίνει
τοὺς νεκρούς. Αὐτὸς εἶναι ἡ ἀνάσταση καὶ ἡ ζωή.
Ὁ Παῦλος συνειδητοποίησε ἐκ τῶν ὑστέρων,
ὅτι ἡ ἀποχή του ἀπὸ τὸ συλλαλητήριο τοῦ θεάτρου τῶν μικροτεχνιτῶν τῆς Ἐφέσου,
ποὺ διαφορετικὰ θὰ ἦταν βέβαιος θάνατος, ἦταν δάκτυλος τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸν γλύτωσε
ἀπὸ τὸν κίνδυνο τοῦ θανάτου. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ ἐναποθέτει τὶς ἐλπίδες του σ’Αὐτόν.
Ἀπ’ Αὐτὸν προσδο- κᾶ τὸ πᾶν καὶ σ’Αὐτὸν προσβλέπει, ὅπως τὸ ἡλιοτρόπιο κινεῖ τὸ
κεφάλι του στὸν δίσκο τοῦ ἡλίου. Ἐλπίζει ὁ πιστὸς στὴν προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ
πιστεύει στὴ σωτηρία ἀπὸ τοὺς πολυποίκιλους κινδύνους τῆς ζωῆς. Μεγάλη ἐπίσης εἶναι
ἡ γέφυρα τῆς προσευχῆς τῶν πιστῶν κατὰ τὶς λατρευτικὲς συνάξεις, γιατὶ κατά τὴ
μαρτυρία τοῦ Ἰακώβου: «πολὺ ἰσχύει δέησις δικαίου ἐνεργουμένη».(5,15).
Ὁ Παῦλος αἰσθανόταν τὴν ἐνίσχυση ἀπὸ τὶς
προσευχὲς τῶν πιστῶν καὶ γι’ αὐτὸ ὁμολογεῖ: «συνυπουργούντων καὶ ὑμῶν ὑπὲρ ἡμῶν
τῇ δεήσει». Ἡ παράκληση, ποὺ πολλὲς φορὲς λέμε σὲ πνευματικοὺς ἀνθρώπους: «εὔχεσθε
ὑπὲρ ἡμῶν», ἔχει ἀκριβῶς τὴν ἴδια σημασία καὶ ἀποτελεῖ τὴν μετατροπὴ τῶν εὐχῶν
σὲ δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ προστατευτικὴ ἀσπίδα περιφρουρήσεως τῆς ζωῆς μας ἀπὸ
τοὺς κινδύνους. Ἡ δέηση τοῦ δικαίου, ὅταν ἐνεργεῖται ἀπὸ καθαρότητα καρδιᾶς καὶ
ψυχῆς ἔχει ἀποτελέσματα ἐκπληκτικά. Τὸ γνωρίζουν οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι καὶ
πολλὲς φορὲς παρακαλοῦν καὶ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους νὰ παρακαλοῦν γι’ αὐτοὺς
στὶς προσευχές τους. Ὁ Παῦλος ἐκφράζεται καθαρὰ καὶ ὁμολογεῖ: «Ἵνα ἐκ
πολλῶν προσώπων τὸ εἰς ἡμᾶς χάρισμα διὰ πολλῶν εὐχαριστηθῇ ὑπὲρ ἡμῶν». Ἡ
περιφρούρηση τῆς ζωῆς μας ἀπὸ τοὺς κινδύνους, νὰ ὁμολογηθεῖ καὶ νὰ ἀναγνωρισθεῖ
ὡς δωρεὰ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ πολλὰ πρόσωπα. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο νὰ ἀναπεμφθεῖ μὲ πολλοὺς
τρόπους θερμὴ εὐχαριστία πρὸς τὸν Κύριο γιὰ μᾶς.
ΣΗΜΕΪΩΣΗ: Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Νικόλαο Πάσσα, δρ. Θεολογίας, για την αποστολή του ανωτέρω. "Ο Πάτμιος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου