Τελεῖται θεία Λειτουργία κατά τή
νεκρώσιμη ἀκολουθία;
Ποιά εἶναι ἡ ἱστορία αὐτῆς τῆς παραδόσεως;
Γιατί σταμάτησε αὐτή νά τελεῖται;
Σύμφωνα με τα δεδομένα της λειτουργικής επιστήμης, τα μέχρι
σήμερα, κατά τους πρώτους αιώνες μέχρι και τον 10ο αι. μ.Χ. δεν υπήρχε
συγκροτημένη μορφή νεκρωσίμου ακολουθίας. Υπήρχε όμως μια πλούσια ευχολογία,
δηλ. πολλές νεκρώσιμες ευχές εις κεκοιμημένους, καθώς και πολλά
αποστολοευαγγέλια εις κοιμηθέντας, όπως επίσης και οπισθάμβωνες νεκρώσιμες
ευχές. Αυτό το λειτουργικό κενό στην Ιστορία της λατρείας το καλύπτει η σύνδεση
της νεκρωσίμου ακολουθίας με τη θεία Λειτουργία. Παλαιότερα όλα τα μυστήρια
ήταν συνδεδεμένα με τη θεία Λειτουργία. Κι επειδή η νεκρώσιμη ακολουθία έχει
σχέση με τη θεία Λειτουργία στο γεγονός ότι κατά την τέλεση της (ενν. της θείας
Λειτουργίας) υπάρχει άρρηκτος δεσμός στρατευομένης Εκκλησίας, πού είναι η ζώσα,
μετά της θριαμβευούσης που είναι η κεκοιμημένη. Κι αυτός ο δεσμός φαίνεται στο
κοινό ποτήριο ζωής.«Αμέσους πληροφορίας περί του
τρόπου τελέσεως της νεκρωσίμου ακολουθίας συνδεδεμένης μετά της θείας
Ευχαριστίας δεν έχομεν. Τούτο μάλιστα δεν σημαίνει ότι κατά τους πρώτους αιώνες
επ’ ευκαιρία του θανάτου μέλους τινός της Εκκλησίας δεν ετελείτο η θεία
Ευχαριστία» 1.
Σημαντική είναι η πληροφορία περί τελέσεως θείας Ευχαριστίας κατά
την κηδεία του βασιλέως Κωνσταντίνου (+340) που μας δίδει ο ιστορικός Ευσέβιος
Καισαρείας: «Επεί δ’ υπεχώρει συν τοις στρατιωτικοίς τάγμασι, μέσοι δη παρήεσαν
οι του Θεού λειτουργοί συν αυτοίς πλήθεσι πανδήμω τε θεοσέβειας λαώ τα τε της
ενθέου λατρείας δι’ ευχών απεπλήρου» 2.
Στον Αμβροσιανό τύπο λατρείας (= εκείνος πού τελούνταν στα
Μεδιόλανα, σημερινό Μιλάνο της Ιταλίας) όπως αναφέρει σε μελέτη του ο Παν.
Τρεμπέλας3 συνάγεται ότι προ της εκφοράς του κεκοιμημένου τελούσαν τη θεία
Ευχαριστία. Αυτό γίνεται φανερό από την κοίμηση του αδελφού του αγίου Αμβροσίου
Σατύρου.
Κατά το ασματικό Τυπικό της Κωνσταντινουπόλεως γνωρίζουμε ότι κατά
την λειτουργία των στάσεων (liturgia stazionale) υπήρχε ως ιδιαίτερος ύμνος το
Τρισάγιον «Άγιος ο Θεός…» που εξυπηρετούσε ως εφύμνιον κατά τις λιτανείες που
ξεκινούσαν από το σκευοφυλάκιον και κατευθύνονταν προς το ναό για την τέλεση
της θείας Λειτουργίας. Όταν για τελευταία φορά ψάλλονταν το «Άγιος ο Θεός», στο
ναό άρχιζε η θεία Λειτουργία. Σύμφωνα με τα παραπάνω θα λέγαμε ότι και το
Τρισάγιον που ψάλλεται στη νεκρώσιμο ακολουθία κατά την εκφορά του κεκοιμημένου
δείχνει την παλαιά εκείνη τάξη της Εκκλησίας να τελεί τη θεία Λειτουργία.
Άλλωστε και πολλά χειρόγραφα ανά τους αιώνες μαρτυρούν περί αυτής της τάξεως,
όπου κατά τη νεκρική πομπή γίνονται τρεις στάσεις με νεκρώσιμες αιτήσεις και
κατά την τελευταία εισέρχεται η νεκρική πομπή στο ναό. Αυτή η σημερινή πράξη
σύμφωνα με λειτουργικό κανόνα δείχνει τη συνύπαρξη παλαιών και νέων στοιχείων
λατρείας με την τελική επικράτηση των νέων και με την αδρανή συνέχιση των
παλαιών τα όποια διατηρήθηκαν στην πράξη μόνο κατά τις μεγάλες εορτές του
εκκλησιαστικού έτους και σε μερικές ακολουθίες4. Αυτό πιστεύουμε ότι συνέβη και
με τον Τρισάγιο ύμνο των νεκρώσιμων ακολουθιών. Σε μια πρώτη περίοδο αποτελούσε
ύμνο της εξοδίου ακολουθίας του ασματικού τυπικού με συνέχεια την τέλεση της
θείας Ευχαριστίας και σε μια δεύτερη φάση παρέμεινε στη νέα προκύπτουσα
νεκρώσιμη ακολουθία ως ύμνος εξόδιος και ψαλλόμενος κατά τη νεκρική πομπή του
κεκοιμημένου.
Ο 41ος κανόνας της εν Καρθαγένη Συνόδου5 μας πληροφορεί ότι κατά
τις κηδείες τελούνταν η θεία Ευχαριστία, με τη διευκρίνιση ότι ο λειτουργός
έπρεπε να παραμείνει νηστικός: «Ώστε άγια θυσιαστηρίου, ει μη από νηστικών
ανθρώπων, μη επιτελείσθαι, εξηρημένης μιας ετησίας ημέρας, εν η το Κυριακόν
δείπνον επιτελείται. Εάν δε τινών κατά το δειλινόν καιρόν τελευτησάντων είτε
επισκόπων, είτε των λοιπών, παράθεσις γένηται καιρόν, μόναις ευχαίς εκτελέσθη,
εάν οι ταύτην ποιούντες αριστήσαντες ευρεθώσι» 6. Ο Ζωναράς στην ερμηνεία που
κάνει στον 41ο κανόνα της Καρθαγένης σημειώνει: «Τα περί των εν τω δειλινώ
τελευτώντων, έοικε τοιαύτα είναι. Επί τοις τελευτώσι και ταις παραθέσεσιν
αυτών, ήτοι, ότε προετίθεντο, ίνα τελεσθή επ’ αυτοίς τα επικήδεια άσματα, ως
έοικε, και προσκομιδής ιερουργία εγίνετο• εί γουν κατά το δειλινόν, φησίν ο
κανών, τελευτήσει τις, και μη είησαν νήστεις οι ταύτα τελούντες, μόναις ευχαίς
εκτελείσθωσαν. Τινές δε παράθεσιν, την διά των ευχών πρός Θεόν σύστασιν και
οικείωσιν του θανόντος φασίν» 7. Φυσικά με την παραπάνω μαρτυρία μας δίνεται
και η δυνατότητα τελέσεως μιας άλλης νεκρωσίμου ακολουθίας μόνο με την ανάγνωση
των ευχών, οπότε καταλαβαίνουμε ότι υπήρχε η συνήθεια κατά τα χρόνια εκείνα της
Συνόδου της Καρθαγένης να τελείται η νεκρώσιμος κατά δύο τρόπους• ένας τρόπος
ήταν, εάν η κοίμηση συνέπιπτε κατά τον καιρό προ της τελέσεως της θείας Ευχαριστίας
και ο άλλος κατά το χρόνο μετά την τέλεση της.
Στα χρόνια της Συνόδου της Καρθαγένης έχουμε και μια άλλη μαρτυρία
από τον Άγ. Αυγουστίνο (354-430 μ.Χ.). Ο Άγ. Αυγουστίνος περιγράφοντας τα
σχετικά με την κοίμηση της μητέρας του Μόνικας, σημειώνει ότι ενώ ακόμη το σώμα
της δεν είχε ενταφιασθεί, ετελέσθη η θεία Ευχαριστία: «Η θυσία της ημετέρας
απολυτρώσεως προσεφέρετο κατά τον συνήθη τρόπον υπέρ αυτής» 8.
Το πότε αποσυνδέθηκε η θεία Ευχαριστία από τη νεκρώσιμη ακολουθία
δεν το γνωρίζουμε σίγουρα. Πάντως αυτό πρέπει να έγινε πολύ νωρίς. Από τη
μαρτυρία του Άγ. Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (5ος αι.) σχετικά με τη νεκρώσιμη
ακολουθία φαίνεται ότι ενώ γινόταν σύναξη από τον επίσκοπο με την ευκαιρία της
νεκρωσίμου ακολουθίας δεν τελούνταν θεία Ευχαριστία9.
Στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση δεν έχουμε πληροφορίες άμεσες
περί της τελέσεως της θείας Ευχαριστίας επ’ ευκαιρία της τελέσεως της
νεκρωσίμου ακολουθίας. Έχουμε όμως έμμεσες πληροφορίες όπως στον χειρ. κωδ. του
Βατικανού 1970 10 όπου εντοπίζουμε μια οπισθάμβωνο ευχή του Αποστόλου Πέτρου η
οποία απευθύνεται στους κοιμηθέντας: «Και τελειούται η λειτουργία του αγίου
αποστόλου Πέτρου, ευχή οπισθάμβωνος εις κοιμηθέντας- ο Θεός των πνευμάτων και
πάσης σαρκός, ο μεταφέρων από των σων εις τα σα…». Επίσης και πολλές άλλες
οπισθάμβωνες ευχές αναφέρονται εις κοιμηθέντας στα χειρόγραφα.
Η αιτία αποσυνδέσεως της θείας Ευχαριστίας από τη νεκρώσιμη
ακολουθία διευκρινίζεται με την αναφορά που κάνει ο 41ος κανόνας της εν
Καρθαγένη Συνόδου: «Ο θάνατος μέλους τινός της Εκκλησίας ως απρόβλεπτον γεγονός
δεν ηδύνατο πάντοτε να συμπίπτη προς το πρόγραμμα της λατρείας της κοινότητος.
Εφ’ όσον την ημέραν εκείνην ήδη ετελέσθη η θεία Ευχαριστία ή ο ιερεύς (ή ο επίσκοπος
μετά του κλήρου) δεν ήτο νηστικός, δεν ηδύνατο να τελεσθή η νεκρώσιμος
ακολουθία συνδεδεμένη μετά της θείας Ευχαριστίας αλλά ανεξαρτήτως αυτής» 11.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κατά τους κατοπινούς χρόνους του
Χριστιανισμού, τότε που άρχισε να αυξάνει αισθητά ο αριθμός των πιστών στο σώμα
της Εκκλησίας, φυσικά και οι νεκρώσιμες ακολουθίες αυξήθηκαν κατά τις ενορίες.
Τότε ήταν αδύνατον σε κάθε περίπτωση κηδείας να τελείται και η θεία Ευχαριστία,
διότι οι κανόνες της Εκκλησίας απαγορεύουν τη διπλή τέλεση αυτής από τον ίδιο
ιερέα την ιδία ημέρα. Έτσι πρακτικά εξηγείται η αποσύνδεση της νεκρωσίμου
ακολουθίας από τη θεία Ευχαριστία και φυσικά της βαθμιαίας λειτουργικής
εξελίξεως της πρώτης, ώστε να καταστεί μια ανεξάρτητη ολοκληρωμένη ακολουθία.
Απορία όμως γεννάται ευθύς αμέσως γιατί στο μοναστικό χώρο δεν διατηρήθηκε η
παλαιά τάξη, ώστε κατά τις κηδείες να τελείται συναπτά και η θεία Ευχαριστία,
παρόλο που στα μοναστήρια τελείται καθημερινά αυτή; Νομίζουμε ότι εδώ θα πρέπει
να επέδρασε η τάξη των ενοριών. Έτσι το μόνο που διατηρήθηκε στα μοναστήρια
ήταν μια ανάμνηση στα Ευχολόγια αποστολοευαγγελίων της λειτουργίας εις
κεκοιμημένους ή όποια θεία Ευχαριστία μπορεί να τελούνταν τελικά σε χρόνο πού
ακολουθούσε την ταφή. Αυτό θα γινόταν πιθανόν με την καθημερινή τέλεση θείας
Λειτουργίας, -το γνωστό Σαρανταλείτουργον υπέρ αναπαύσεως του κεκοιμημένου, η
οποία θα είχε δύο αναγνώσματα της ημέρας και της κηδείας. Τέτοια χειρόγραφη
λειτουργική παράδοση με διπλά αποστολοευαγγέλια εντοπίζουμε σε πολλούς παλαιούς
χειρόγραφους κώδικες του 10ου-12ου αι.
Σήμερα επεκράτησε να τελείται η θεία Λειτουργία εις κεκοιμημένους
αρχιερείς και ιερείς. Αυτή η παράδοση έχει ως έρεισμα της τον χειρόγρ. κώδ. της
Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης των Ιεροσολύμων12, όπου υπάρχει τυπική διάταξη που υπαγορεύει
την τέλεση της θείας Λειτουργίας εις κοιμηθέντας ιερείς: «Ιστέον, ότι ει μεν
ιερατικής γέγονε τάξεως ο κεκοιμημένος, η θεία και ιερά μυσταγωγία τελείται».
1 ΜΙΛΟΣΕΒΙΤΣ, σ. 175.
2 ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, ΕΠΕ 4,520.
3 ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ 2, σ. 176.
4 Baumstark, σ. 19-25.
5 ΜΕΝΕΒΙΣΟΓΛΟΥ 1, σ. 422-426.
6 ΡΑΛΛΗ Ι,σ.405.
7 ΡΑΛΛΗ Ι,σ.406.
8 ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ, P.L. 32, 777.
9 ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΟΥ, P.G. 3,552-584.
10 Είναι χειρ. κώδικας του 12ου αι.
11 ΜΙΛΟΣΕΒΙΤΣ, σ. 176.
12 Χειρ. κώδικας 373 (291)του ετ. 1575 ή 1579.
ΠΗΓΗ: http://www.orthmad.gr/node/262#73
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου