Σάββατο 2 Μαΐου 2015

Ο άγιος Τιμόθεος & η Αγία Μαύρα (3 Μαίου))

Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαύρα οἱ Μάρτυρες

Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος καὶ ἡ σύζυγός του Ἁγία Μαύρα ἦταν ένα ἁγιασμένο ζευγάρι, ποὺ ζοῦσε σὲ κάποιο μικρὸ χωριὸ τῆς Θηβαΐδος, στὴν Αἴγυπτο, κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ξεχώριζε ἀπὸ τοὺς ἄλλους συμπολίτες του γιὰ τὴν μεγάλη εὐσέβειά του καὶ τὴν ἐπίδοση ποὺ εἶχε στὰ ἱερὰ γράμματα. Τοὺς τὰ διάβαζε στὸ σπίτι του ἢ στὴν ἐκκλησία καὶ ξεδιψοῦσε τὶς ψυχές τους μὲ τὸ ἀθάνατο νερὸ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἐπιβραβεύοντας αὐτὸ τὸ ζῆλο του, ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Θηβαΐδος τὸν χειροθέτησε ἀναγνώστη, τοποθετώντας τον ἔτσι στὸ προστάδιο τῶν κληρικῶν. Ὅμως, ἀντὶ ἐκείνου τοῦ σταδίου, ἡ Θεία Πρόνοια τὸν εἰσήγαγε σὲ ἕνα ἄλλο. Στὸ ὑψηλότερο ἀπὸ ὅλα, δηλαδὴ στὴν κορυφὴ τοῦ Γολγοθᾶ, ποὺ εἶναι στολισμένη ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸν καιρό, δὲν εἶχαν περάσει οὔτε εἴκοσι ἡμέρες ποὺ ὁ Τιμόθεος εἶχε νυμφευθεῖ τὴ Μαύρα, ἐνῷ ὅλοι χαίρονταν γιὰ τὸν ἁρμονικὸ αὐτὸ γάμο, κάποιοι φθονεροὶ χωρικοὶ τοὺς διέβαλαν στὸν εἰδωλολάτρη ἡγεμόνα τῆς Θηβαΐδος, Ἀρριανό. Ὁ Ἀρριανὸς διέταξε τὸν Ἅγιο Τιμόθεο νὰ παρουσιασθεῖ ἐνώπιόν του. Τὸν ἀνέκρινε. Καὶ βλέποντας τὴν ἀκλόνητη πίστη του, πρόσταξε νὰ τὸν φυλακίσουν καὶ νὰ τὸν βασανίσουν, μὲ τὴν ἐλπίδα πὼς θὰ τοῦ συνέτριβε τὸ φρόνημα. Μάταιος κόπος.
Σὰν εἶδε πὼς δὲν μποροῦσε μὲ τίποτα πιὰ νὰ ἀλλάξει τὴν πίστη τοῦ Μάρτυρος, ὁ τύραννος σκέφθηκε νὰ φέρουν τὴ γυναίκα του, Μαύρα, περιμένοντας πὼς ἐκείνη μὲ τὰ καλοπιάσματά της, θὰ τὸν λυγίσει. Ὅταν ἡ Ἁγία Μαύρα παρουσιάσθηκε μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ἐκεῖνος τῆς εἶπε: «Ἄκουσα, Μαύρα, πὼς δὲν πέρασαν οὔτε εἴκοσι ἡμέρες ποὺ στεφανώθηκες τὸν ἄνδρα σου. Τὰ λεμονάνθια εἶναι ἀκόμα δροσερὰ στὰ νέα καὶ ὄμορφα κεφάλια σας καὶ εἶναι κρίμα νὰ σταθεῖ ἡ πίστη του ἐμπόδιο στὸ νὰ χαρεῖτε τὴ ζωὴ μαζί. Πήγαινε λοιπόν, ὅπως εἶσαι στολισμένη, νὰ τὸν πείσεις νὰ ἔλθει στὰ λόγια μου καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα».
Ἡ Ἁγία Μαῦρα ὑποσχέθηκε νὰ ἐπισκεφθεῖ στὴ φυλακὴ τὸν σύζυγό της καὶ νὰ τοῦ μιλήσει. Πῆγε ὅμως, ὄχι νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ τὴν πίστη, ἀλλὰ νὰ τὸν στηρίξει σὲ αὐτὴν καὶ νὰ στηριχθεῖ καὶ ἡ ἴδια ἀπὸ τὰ λόγια του, γιὰ ὅσα ἔμελλε καὶ ἐκείνη, ὕστερα ἀπὸ λίγο, νὰ ὑποφέρει γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Γυρίζει λοιπὸν στὸν ἡγεμόνα καὶ ὁμολογεῖ πὼς καὶ αὐτὴ εἶναι Χριστιανή, ἕτοιμη νὰ μαρτυρήσει. Ὁ Ἀρριανὸς ἔγινε ἔξαλλος. Δίνει ἐντολὴ νὰ βασανίσουν τὴν Ἁγία μὲ φρικώδη βασανιστήρια. Ἀλλὰ ἡ Μάρτυς πέρασε ὅλες τὶς φρικτὲς δοκιμασίες μὲ ἀπτόητο θάρρος.
Στὸ τέλος, ὁ μιαρὸς Ἀρριανὸς προστάζει νὰ καρφώσουν σὲ σταυροὺς τὸν Τιμόθεο καὶ τὴν Μαύρα. Τοὺς σταύρωσαν τὸν ἕνα δίπλα στὸν ἄλλο, γιὰ νὰ εἶναι ὁ πόνος τους πιὸ μεγάλος. Ἀλλὰ καὶ ἐσταυρωμένοι οἱ δύο νεαροὶ σύζυγοι, οἱ Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαύρα, ἀντικριστὰ ἐπάνω στὰ ξύλα, εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεό, ποὺ τοὺς ἀξίωνε νὰ ἔχουν τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς τους ὅμοιο μὲ ἐκεῖνο τοῦ Υἱοῦ Του. Ἔτσι, λοιπόν, πάνω στὸν σταυρὸ παρέδωσαν στὸν Κύριο τὶς ἁγνές τους ψυχὲς καὶ εἰσῆλθαν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ζεῦγος ὁμόζυγον, καὶ ξυνωρὶς θαυμαστή, Τιμόθεε πάνσοφε, καὶ Μαύρα νύμφη Χριστοῦ, ἐνθέως ἠθλήσατε· σύμμορφοι γὰρ ὀφθέντες, τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἄμφω, πρεσβεύοντες τῷ Σωτῆρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς πολυτρόπους αἰκισμοὺς ἐνεγκόντες, καὶ τοὺς στεφάνους ἐκ Θεοῦ εἰληφότες, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε πρὸς Κύριον, μνήμην τὴν πανίερον, τὴν ὑμῶν ἐκτελούντων, μέγιστε Τιμόθεε, καὶ ἀοίδιμε Μαύρα, τοῦ εἰρηνεῦσαι πόλιν καὶ λαόν· αὐτός ἐστι γάρ, πιστῶν τὸ κραταίωμα.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις συζυγία ἰσοκλεής, Τιμόθεε μάκαρ, σὺν τῇ Μαύρᾳ τῇ φωταυγεῖ· σύμφρονες γὰρ ὄντες, ἐν βίῳ καὶ ἐν ἄθλοις, καὶ τῶν βραβείων ἅμα, κατηξιώθητε.

 



Θαύματα των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας

Έσωσαν δύο από πνιγμό
Πρόκειται για διπλό θαύμα που έγινε στην Ζάκυνθο, στο χωριό Μαχαιράδο ή Μαχαιράδες. Εκεί υπάρχει ναός προς τιμήν των δύο Αγίων και μία θαυματουργός εικόνα της Αγίας Μαύρας. Το πρώτο θαύμα αναφέρεται σε μια δαιμονισμένη γυναίκα, που το ακάθαρτο πνεύμα την έσπρωχνε πολλές φορές να πνιγεί στη θάλασσα. Οι συγγενείς της κατέφυγαν στη χάρη των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας και για να την προστατεύσουν από τις ξαφνικές κρίσεις, που την έπιαναν, την είχαν δέσει μπροστά στην εικόνα των Αγίων. Κάποια μέρα όμως, που έλειπαν οι συγγενείς της γυναίκας, εκείνη κατάφερε να λυθεί από τα δεσμά της και το δαιμόνιο την οδήγησε και την έριξε μέσα σ' ένα βαθύ πηγάδι που υπήρχε κοντά στον ναό. Εκεί έμεινε περισσότερο από τρεις ώρες χωρίς καμία βοήθεια. Οι συγγενείς της τρόμαξαν όταν είδαν ότι είχε φύγει και άρχισαν να την ψάχνουν παντού για την βρούν. Στο τέλος, την ανακάλυψαν μέσα στο πηγάδι όπου έστεκε όρθια χωρίς να κρατιέται από πουθενά και χωρίς να βραχεί καθόλου από το νερό του πηγαδιού.
-Πώς γλύτωσες και δεν έπεσες μέσα στο νερό; Εσύ ούτε χτύπησες ούτε βράχηκες; Τι συνέβη;
-Εγώ δεν έκανα τίποτα. Η Αγία Μαύρα με κρατούσε από τα μαλλιά και δεν με άφηνε να βουλιάξω μέσα στο νερό!
Όταν την έβγαλαν από το πηγάδι, η γυναίκα είχε ελευθερωθεί τελείως από το δαιμόνιο και αφού εδόξασε το Θεό και προσκύνσε την εικόνα των δύο θαυματουργών Αγίων επέστρεψε στο σπίτι της.
Παρόμοιο θαύμα έγινε στην ίδια περιοχή και με κάποιο δαιμονισμένο άνδρα που είχε την τάση να πέσει στη θάλασσα και να πνιγεί. Αυτός με τη βοήθεια των Αγίων, μόλις είδε και προσκύνησε την εικόνα τους απαλλάχθηκε από τον δαίμονα και εδόξασε το Θεό, που τον θεράπευσε μέσω των Αγίων του. Από τότε έγινε παντού ο ζωντανός κήρυκας της θαυματουργικής δυνάμεως των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας.

Πώς εσώθη το εκκλησίασμα
Και αυτό το θαύμα έγινε στον Ιερό Ναό των Αγίων στη Ζάκυνθο το έτος 1801. Ήταν 3 η Μαΐου, ημέρα της ετήσιας μνήμης των Αγίων και ο ναός και ο γύρω χώρος ήταν κατάμεστος από πιστούς, που ήλθαν για την πανήγυρι. Οι ιερείς ντυμμένοι με τα ιερά τους άμφια είχαν τελειώσει τον Όρθρο και ήταν έτοιμοι μετά την Δοξολογία να τελέσουν την λιτάνευση της εικόνος των δύο Αγίων Μαρτύρων.
Εντός του ιερού ναού όμως υπήρχε φυλαγμένη, μέσα σε κιβώτιο μεγάλη ποσότητα πυρίτιδος. Άλλοι λένε για πυροτεχνήματα χάρη του πανηγυρισμού, μάλλον αβάσιμη έκδοση διότι τα πυροτεχνήματα θα έπρεπε να ήταν έτοιμα την ημέρα της γιορτής, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι επρόκειτο να αποσταλλεί στην σκλαβωμένη πατρίδα (τα επτάνησα τότε εβρίσκοντο υπό την κυριαρχία των Γάλλων) και αυτό είναι το πιθανότερο. Άγνωστο λοιπόν με ποιο τρόπο το κιβώτιο πήρε φωτιά. Η ποσότητα πυρίτιδος ήταν τόσο μεγάλη, ώστε θα μπορούσε να τινάξει στον αέρα όχι μόνο τον ναό αλλά ολόκληρο φρούριο.
-Κύριε ελέησον
-Χριστέ μας, Παναγία μας.
-Άγιοι Σώστε μας.
Κλήρος και λαός φώναξαν αμέσως τρομαγμένοι με τις ξαφνικές φλόγες που ξεπετάχθηκαν στο ναό και κανείς δε μπορούσε να κάνει ένα βήμα από το μεγάλο συνωστισμό. Αμέσως ακούστηκε μια φοβερή βροντή σα δέσμη κεραυνών και μια λάμψη που κάλυψε τα πάντα. Η γη σείσθηκε σαν να έγινε σεισμός μεγάλος. Αλλά κανείς δεν έπαθε το παραμικρό. Οι τεράστιες φλόγες της φωτιάς και η μεγάλη πίεση, μαζί με τα κομμάτια του κιβωτίου έφευγαν προς τα παράθυρα και τινάζονταν στον ανοιχτό ορίζοντα, σαν να υπάκουαν τυφλά σε κάποια αόρατη δύναμη. Οι Άγιοι έκαναν και πάλι το θαύμα τους. Διότι η έκρηξη ήταν τόσο δυνατή, που θα μπορούσε και το ναό να γκρεμίσει και όλο το εκκλησίασμα να σκοτώσει.
Όταν πέρασαν λίγα λεπτά και όλοι είδαν ολοφάνερο το θαύμα, άρχισαν με δάκρυα στα μάτια να ψάλλουν και να ευχαριστούν το Θεό και τους Αγίους:
-Μέγας ει κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου!
-Οι μάρτυρές σου Κύριε…
-Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις αυτού...
Ύστερα έψαλλαν όλοι μαζί, με ένα στόμα το «Κοντάκιον» των Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας.

(Ήχος Δ΄, Προσόμοιον «Επεφάνης σήμερον»)
«Γηθοσύνως σήμερον, η Εκκλησία,
ευφημεί γεραίρουσα τους αθλοφόρους του Χριστού,
Μαύραν Μαρτύρων το έρεισμα
και αριστέα, Τιμόθεον ένδοξον».

Οι Άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα διασώζουν τον Ιωάννη Καποδίστρια
Ιστορική θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί η ακόλουθη εικόνα των ένδοξων Αγίων Μαρτύρων Τιμοθέου και Μαύρας, όχι μόνο διότι συνδέεται με τη ζωή του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας Ι. Καποδίστρια, αλλά και γιατί η ιστορία που οδήγησε στην αγιογράφηση αυτής αποτελεί μεγάλο θαύμα.
Το γεγονός συνέβη το Μάιο του 1803 στην Κέρκυρα, όπου ο Ι. Καποδίστριας ζούσε και ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού. Ο Ι. Καποδίστριας κατοικούσε λίγο έξω από την πόλη της Κέρκυρας σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από αυτή, στη θέση Κουκουρίτσα. Την 3η Μαΐου 1803 τον ειδοποίησαν να επισκεφθεί κάποιο ασθενή στην πόλη.
Ανέβηκε αμέσως στο άλογό του και ξεκίνησε. Είχε καλύψει τη μισή απόσταση του δρόμου όταν ξαφνικά το άλογο αφήνιασε, τινάχθηκε ψηλά και άρχισε να τρέχει με μανία, σέρνοντας δίπλα του τον αναβάτη του που το πόδι του είχε μπλεχτεί στον αναβατήρα. Την ίδια ώρα ο ιερομόναχος Μασέλλος, της Ι. Μονής Πλατυτέρας, που βρισκόταν κοντά στην πόλη της Κέρκυρας, ενώ διάβαζε την Ακολουθία των Αγίων Μαρτύρων Τιμοθέου και Μαύρας και προσευχόταν, αισθάνθηκε ότι κάτι τρομερό συνέβαινε κοντά στη Μονή. Από υπερφυσική δύναμη κινούμενος βγήκε να δεί τι συμβαίνει και αντίκρυσε το φοβερό θέαμα. Το άλογο μανιασμένο να τρέχει και να σέρνει τον τραυματισμένο Ι. Καποδίστρια. Επικαλέστηκε τη χάρη των εορταζόντων την ημέρα εκείνη Αγίων Τιμοθέου και Μαύρας και επέτυχε να σταματήσει το άλογο και να ελευθερώσει τον τραυματισμένο γιατρό. Τον μετέφερε μέσα στο Μοναστήρι και φρόντισε τα τραύματά του. Όταν συνήλθε ο πάντοτε πιστός Ι. Καποδίστριας, αντιλήφθηκε την θαυματουργική σωτηρία του από τους δύο Άγιους Μάρτυρες τους οποίους αγάπησε και είχε πάντοτε ως προστάτες τους, ενώ στην Ι. Μονή της Πλατυτέρας προσέφερε πολλά και μεγάλα αφιερώματα ευγνωμοσύνη και τον Ιερομόναχο π. Μάσελλο είχε έκτοτε ως εξομολόγο του.
Το θαύμα έγινε γνωστό σε όλη την Κέρκυρα και δύο αγιογράφοι της εποχής το απεικόνησαν σε τρεις εικόνες. Οι δύο από αυτές φυλάσσονται σήμερα στη Ι. Μονή (η πρώτη απεικονίζει τον Ιερομόναχο να συγκρατεί από τα χαλινάρια το αφηνιασμένο άλογο και η δεύτερη το άλογο με τον Καποδίστρια πεσμένο και άνωθεν οι δύο Άγιοι). Η Τρίτη εικόνα, που σήμερα πρωτοδημοσιεύεται και παριστά τους δύο θαυματουργούς Αγίους άνωθεν και το άλογο με τον τραυματισμένο Καποδίστρια φυλάσσεται στο Μονίδριον της Υπεραγίας Θεοτόκου στην Αιξωνή Γλυφάδας (ιδιοκτησία ιερέως Μαρίου Δαπέργολα). Επίσης πρέπει να λεχθεί ότι η αγάπη και η ευγνωμοσύνη του Καποδίστρια προς τους δύο Αγίους, που τον έσωσαν από βέβαιο θάνατο ήταν τόσο μεγάλη, ώστε εξέφρασε την επιθυμία να ταφεί στην Ι. Μονή Πλατυτέρας στην Κέρκυρα και όντως ετάφη στο νάρθηκα, όπου επίσης τάφηκαν και άλλοι συγγενείς του πρώτου και όντως μεγάλου Κυβερνήτου της Ελλάδας Ι. Καποδίστρια.
ΠΗΓΗ:http://www.faneromenihol.gr/

Πατρίδα!!!

Ντέμης Ρούσσος - στην ελληνική πλευρά του μυαλού μου (με στίχους)

Κυριακή του Παραλύτου!

Ο ανάπηρος παππούς και ο Παράλυτος

http://www.dreamstime.com/royalty-free-stock-photos-little-boy-his-handicapped-grandfather-sitting-wheelchair-holding-crutches-enjoying-day-nature-together-playing-image34581708Συχνά φέρνω στο νου μου τον παππούλη μου. Ήταν ένας πολύ γλυκός και ήρεμος άνθρωπος. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε καθηλωμένος στο αναπηρικό καροτσάκι ή στο κρεβάτι του, γιατί τα πόδια του είχαν παραλύσει από μια νευροπάθεια. Μου άρεζε μετά το σχολείο να τρέχω κοντά του και να κάθομαι στην άκρη του κρεβατιού του. Του έλεγα τα νέα μου. Εκείνος άκουγε με προσοχή και μετά με συμβούλευε με αγάπη. Κι ύστερα τον παρακαλούσα: 
«Πες μου, παππούλη μου μια ιστορία! Πες μου απ’ τη ζωή του Χριστού, από τα θαύματά του!».  
Κι εκείνος μου διηγούνταν ολοζώντανες ιστορίες κι ήταν σαν να έβλεπα μπροστά μου τον Χριστό να διδάσκει, να θεραπεύει, να αγαπάει… Η αγαπημένη μου ιστορία ήταν αυτή που θα σας πω. Θα την πω όπως θυμάμαι να μου την διηγείται ο παππούς μου με ιδιαίτερη συγκίνηση.
«Ο Ιησούς βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα. Περπατούσε στα στενά δρομάκια της πόλης περιστοιχισμένος απ’  τους μαθητές του. Βρέθηκαν σε μια πλατεία. Μια πλατεία που συγκέντρωνε  τους πονεμένους και δυστυχισμένους ανθρώπους. Γιατί άραγε; Βρισκόταν εκεί μια μεγάλη στέρνα, μια δεξαμενή νερού και γύρω-γύρω πέντε υπόστεγα με καμάρες. Από καιρό σε καιρό άγγελος σταλμένος από τον Θεό τάραζε το νερό της δεξαμενής. Ο πρώτος ασθενής κι ανήμπορος που θα έμπαινε στην δεξαμενή μετά την ταραχή του νερού γινόταν καλά από οποιαδήποτε ασθένεια κι αν έπασχε. Με την ελπίδα και την προσδοκία της θεραπείας λοιπόν μαζεύονταν εκεί, στις στοές γύρω από τη στέρνα, που ονομαζόταν  Βηθεσδά, όλοι οι άρρωστοι και  οι ανάπηροι, οι τυφλοί, οι κουτσοί,  οι ταλαίπωροι όχι μόνο της πόλης των Ιεροσολύμων, αλλά και των περιχώρων. Πολλοί έρχονταν κι από μακριά. Το θέαμα και το άκουσμα ήταν οδυνηρό.  Πρόσωπα παραμορφωμένα από την αρρώστια και τον πόνο, πληγές ανοιχτές, κολοβωμένα μέλη, βογκητά, κατάρες, αναστεναγμοί…
paralytos_5
Κάποιοι βρίσκονταν εκεί για πολύν καιρό, ίσως και χρόνια. Όπως αυτός ο παράλυτος για τον οποίο θα σου πω. Τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια ήταν παράλυτος και πολλά από αυτά τα πέρασε εκεί, στη Βηθεσδά, περιμένοντας τον ερχομό του αγγέλου. Ο άγγελος ερχόταν και τάραζε  τα νερά, αλλά πάντα κάποιος άλλος προλάβαινε να μπει και να θεραπευθεί. Δεν είχε κανέναν, βλέπεις, να τον βοηθήσει κι ώσπου να συρθεί και να φθάσει στη δεξαμενή, τον προλάβαιναν άλλοι. Κι όμως δεν έφευγε απελπισμένος. Έμενε εκεί δίπλα, να περιμένει, να προσδοκά, να ελπίζει στο θαύμα της θεραπείας του.
paralytos_4_mesa 
Ήρθε ο Χριστός κοντά του. Απ’ όλο το αξιολύπητο πλήθος ξεχώρισε αυτόν τον άνθρωπο. «Θέλεις να γίνεις καλά;», τον ρωτάει. Μα ήθελε και ρώτημα! Αυτή δεν ήταν χρόνια τώρα η λαχτάρα του; «Ναι, Κύριε!», απαντά. «Θέλω, μα δεν έχω άνθρωπο να με βοηθήσει».
Πόσο σκληρή θα ακούστηκε εκείνη η φράση! «Δεν έχω άνθρωπο!». Κανένας δε γύρισε, χρόνια τώρα, να τον δει με συμπάθεια και να τον βοηθήσει. Μόνος μέσα σ’ ένα πλήθος ανθρώπων!
Μα τώρα, αυτή τη στιγμή η μοναξιά τελειώνει. Μπροστά του στέκεται η παντοδύναμη Αγάπη, ο ίδιος ο Χριστός. «Στάσου στα πόδια σου!» τον προστάζει. «Σήκωσε στην πλάτη σου το κρεβάτι σου και περπάτα!».
paralytos_3_mesa 
Μ’ αυτή την προσταγή τα πόδια του παραλυτικού δυναμώνουν, στερεώνονται. Σηκώνεται όρθιος, περπατά! Κουβαλάει στην πλάτη του το κρεβάτι του, γυρίζει στους δρόμους και τα σοκάκια της πόλης και φωνάζει και διαλαλεί πως είναι καλά, πως τον θεράπευσε κάποιος που ούτε το όνομά του δεν ξέρει.
Στη χαρά του εμπόδιο γίνονται οι υποκριτές Ιουδαίοι. «Είναι Σάββατο σήμερα», του λένε. «Δεν σου επιτρέπεται να κουβαλάς το κρεβάτι σου και να περπατάς!». Ξέρεις, οι Ιουδαίοι τηρούσαν με υπερβολική αυστηρότητα την αργία του Σαββάτου. Ακόμα και τα βήματα που τους επιτρεπόταν να κάνουν ήταν μετρημένα!  Μα ο θεραπευμένος πρώην παραλυτικός δεν τους δίνει σημασία. «Εκείνος που με θεράπευσε μου είπε να σηκώσω το κρεβάτι μου και να περπατώ», τους απαντά.
Δεν τον αγγίζει τίποτα. Η χαρά του είναι απερίγραπτη. Πηγαίνει στον Ναό, για να ευχαριστήσει τον Θεό κι εκεί συναντάει πάλι τον Χριστό, ο οποίος είχε στο μεταξύ απομακρυνθεί  μέσα στο πλήθος. Πέφτει στα γόνατα να τον ευχαριστήσει.
paralytos_1_MESA 
«Κοίταξε, έγινες καλά», του λέει ο Χριστός. «Πήγαινε στο καλό, αλλά πρόσεχε μην αμαρτήσεις, γιατί μπορεί να σε βρει χειρότερη δοκιμασία!»…
Σ’ αυτό το σημείο ο παππούς μου σταματούσε τη διήγηση. Δεν μπορούσε να συνεχίσει. Τα μάτια του ήταν δακρυσμένα κι η φωνή του βραχνή από τη συγκίνηση. Ήξερα, καταλάβαινα πολύ καλά γιατί. Μια φορά ωστόσο τον ρώτησα διστακτικά:
 «Παππούλη μου, δεν θα μπορούσε και σένα να σε θεραπεύσει ο Χριστός; Τόσο που Τον αγαπάς; Τι είναι γι’ Αυτόν να σου πει «Σήκω! Περπάτα!»;
Περίμενα αρκετή ώρα ώσπου να μου απαντήσει: 
«Ο Χριστός, παιδί μου, μπορεί τα πάντα. Κάθε στιγμή μπορεί να με θεραπεύσει. Φαίνεται όμως πως αυτή η αρρώστια που με κρατάει καθηλωμένο στο κρεβάτι, είναι το γιατρικό της ψυχής μου. Το ζητούμενο δεν είναι να θεραπευθεί το σώμα μας, που θα ζήσει σ’ αυτή τη ζωή άλλα πέντε, δέκα – βάλε όσα θέλεις-  χρόνια,  αλλά κάποια μέρα θα τελειώσει σ’ ένα μνήμα. Αυτό που πρέπει με λαχτάρα να ζητάμε από τον Χριστό είναι να θεραπεύσει την παράλυτη ψυχή μας που είναι αιώνια, που της  χαρίστηκε η Βασιλεία του Θεού. Αυτή τη θεραπεία μου χάρισε ο Χριστός και Του είμαι βαθιά ευγνώμων!».
Κι εγώ είμαι ευγνώμων στον παππούλη μου, γιατί μου έδειξε τον δρόμο και την αγάπη του Χριστού από εκείνο το κρεβάτι που φιλοξενούσε την αναπηρία του…
Σταυρούλα Κουμενίδου

ΠΗΓΗ:http://www.pemptousia.gr/2Pemptousia-gia-paidia-Footer-600x122

Πίστη, ελπίδα,αγάπη!



Το ωραιότερο πράγμα στη γη...
Το ωραιότερο πράγμα στη γη...
Ένας καλλιτέχνης ήθελε να βρει και να ζωγραφίσει το ωραιότερο πράγμα στη γη.
Ρώτησε έναν ιερέα, ποιο ήταν το καλύτερο πράγμα στην γη.
-Η πίστη, του απάντησε εκείνος. Είναι το μεγαλύτερο κεφάλαιο δυναμικού στη ζωή.
Ρώτησε έναν γεωργό.
-Η ελπίδα, του απάντησε. Αν λείψη αυτή, έλειψε κάθε δημιουργία για την ζωή.
Ρώτησε και μια φτωχή εργάτρια.
-Η αγάπη, του είπε. Μ’ αυτήν ξεπερνώ κάθε μου καημό.
Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη σκέφθηκε ο καλλιτέχνης. Πώς όμως μπορώ να ζωγραφίσω μαζί αυτά τα τρία;
Την ώρα που έμπαινε στο σπίτι του, στάθηκε με έκσταση μπροστά σ’ένα ζωντανό πίνακα: 
Τους γονείς του, την γυναίκα του, τα παιδιά του!
    Στο μέτωπο των γονέων του είδε την πίστη.
    Στο χαμόγελο των παιδιών του την ελπίδα.
    Στα μάτια της γυναίκας του λαμποκοπούσε η αγάπη.
Η καρδιά του σκίρτησε. 
Να το ωραιότερο πράγμα στην γη! Αυτό θα ζωγραφίσω.
Και αυτό δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά η οικογενειακή του εστία.
Ένα απλό χαρούμενο σπιτάκι, που το κυβερνούσε, η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη!
ΠΗΓΗ: http://www.agioritikovima.gr/

Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

Καλή Πρωτομαγιά

 Άνοιξε το παράθυρο
Άνοιξε το παράθυρο να μπει δροσιά, να μπει του Μάη, εμείς γι' αλλού κινήσαμε γι' αλλού  κι αλλού η ζωή μας πάει
Καλή Πρωτομαγιά χαμομηλάκια
 
Στίχοι: Ερρίκος Θαλασσινός
Μουσική: Γιώργος Χατζηνάσιος

Τα λόγια ήτανε καλά
καλά και τιμημένα
μαλαματένιος ο σταυρός
χωρίς καδένα

Άνοιξε το παράθυρο να μπει
δροσιά να μπει του Μάη
εμείς γι' αλλού κινήσαμε γι' αλλού
κι αλλού η ζωή μας πάει

Οι βέρες ήτανε χρυσές
χρυσές κι οι αλυσίδες
που δέσανε τα νιάτα μας
πως δεν τις είδες

Άνοιξε το παράθυρο να μπει
δροσιά να μπει του Μάη
εμείς γι' αλλού κινήσαμε γι' αλλού
κι αλλού η ζωή μας πάει

Η Ελληνική Γλώσσα

ΙΣΠΑΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΕΦΤΙΑΞΕ ΕΙΔΗΣΕΟΓΡΑΦΙΚΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
newego_LARGE_t_1101_54380186
Στις υπόλοιπες χώρες αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των ανθρώπων που διδάσκονται την αρχαία ελληνική γλώσσα των προγόνων μας.Την ίδια στιγμή οι δίκοι μας «υπερ-προοδευτικοί» την έχουν καταργήσει στην πράξη.

Θεσσαλονίκη, Ελλάδα 30/11/2009 11:15 (ΑΠΕ-ΜΠΕ, της Διαμαντένιας Ριμπά)

ΕΙΔΙΚΟ ΘΕΜΑ: Δελτίο ειδήσεων στην αρχαία ελληνική, στο διαδίκτυο, από Ισπανό καθηγητή
Λένε πως ο Ρωμαίος ρήτορας Κικέρων είχε πει πως, αν μιλούσαν οι Θεοί, θα χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα. Η γλώσσα μας και γραφή μας, άλλωστε, ήταν το μέσο έκφρασης του ανθρώπινου πνεύματος στις πρώτες μεγάλες στιγμές της δημιουργίας του, όπως μαρτυρούν οι επιστημονικές πηγές, αλλά και η βάση πάνω στην οποία στηρίζονται οι περισσότερες από τις άλλες γλώσσας.
Είναι γνωστό, επίσης, ότι όλοι οι λαοί θαύμαζαν τους αρχαίους Έλληνες και προπαντός εξυμνούσαν τη γλώσσα τους. Και για όσους ισχυρίζονται ότι η αρχαία ελληνική είναι μία νεκρή γλώσσα, ο Ισπανός Χουάν Κοντέρχ, καθηγητής στο πανεπιστήμιο St. Andrews της Σκοτίας δίνει την καλύτερη απάντηση, με την ιστοσελίδα www.akwn.net (Akropolis World News).

Εἰκόνα
Στην ιστοσελίδα αυτή, μπορεί κάποιος να διαβάσει ποικίλες ειδήσεις, απ΄ όλο τον κόσμο, μεταφρασμένες σε άπταιστη ελληνική διάλεκτο του 5ου αιώνα π.Χ.. Ναι, καλά διαβάσατε, οπότε αν είστε λάτρεις της αρχαιοελληνικής δεν έχετε παρά να επισκεφτείτε τη συγκεκριμένη ιστοσελίδα.
Η αγάπη του καθηγητή Χουάν Κοντέρχ για την αρχαία ελληνική ξεκίνησε από τα μαθητικά του χρόνια, όταν την πρωτοδιδάχτηκε στο γυμνάσιο(Σ.Σ:Την ίδια στιγμή οι δικοί ανευθυνο-υπεύθυνοι θέλουν να την καταργήσουν και επίσημα,γιατί ανεπίσημα την έχουν καταργήση).
«Μόλις ήρθα σε επαφή μ” αυτή τη γλώσσα μου άρεσε, όπως μου είχαν αρέσει και τα λατινικά. Έτσι, αποφάσισα ότι θα περνούσα την υπόλοιπη ζωή μου, μελετώντας τις δύο αυτές γλώσσες», δηλώνει ο κ. Κοντέρχ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό «Ελληνική Διασπορά» του ΑΠΕ-ΜΠΕ, τονίζοντας, παράλληλα, ότι η γνώση της γλώσσας ενός σπουδαίου πολιτισμού, όπως ο αρχαιοελληνικός, δεν μπορεί παρά να μας ωφελήσει.
«Όσο πιο πολύ κοιτάζουμε στο παρελθόν, τόσο πιο ικανοί γινόμαστε να κοιτάξουμε στο μέλλον», λέει χαρακτηριστικά ο…
Ισπανός καθηγητής, ο οποίος σπούδασε τους αρχαίους κλασσικούς στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, της ιδιαίτερης πατρίδας του και μετά την αποφοίτησή του συνέχισε με μάστερ στις ομηρικές σπουδές, στο πανεπιστήμιο του Σέφηλντ, στη Μ. Βρετανία.
Επέστρεψε στην Ισπανία, όπου έκανε το ντοκτορά του στους αρχαίους κλασσικούς, δουλεύοντας ταυτόχρονα ως καθηγητής, σε γυμνάσιο, ενώ μερικά χρόνια αργότερα έκανε αίτηση και έγινε δεκτός ως βοηθός καθηγητή στην Οξφόρδη, όπου δίδαξε αρχαία ελληνικά και λατινικά, για τέσσερα χρόνια.
Στη συνέχεια, έγινε καθηγητής, στην ίδια ειδικότητα, στο πανεπιστήμιο του St. Andrews, όπου ενεργοποιήσε το μάθημα της σύνθεσης αρχαίου ελληνικού κειμένου (σημ. μετάφραση από σύγχρονη γλώσσα προς αρχαία ελληνικά), κάτι, που όπως μας είπε, θα κάνει του χρόνου και με τα λατινικά.
Για την ιστοσελίδα με το δελτίο ειδήσεων στα αρχαία ελληνικά, ο καθηγητής Κοντέρχ μας αναφέρει ότι αποφάσισε να προβεί στη δημιουργία της, καθώς είχε διαπιστώσει ότι υπήρχαν τρεις διαδικτυακοί τόποι με ειδήσεις στα λατινικά, αλλά κανένας στα αρχαία ελληνικά.
«Έτσι, αποφάσισα να το κάνω εγώ αυτό», σημειώνει. «Φυσικά -προσθέτει- υπήρχε πρόβλημα με τα ελληνικά στοιχεία στο πρόγραμμα, αλλά το έλυσα, γράφοντας το κείμενο στο δικό μου πρόγραμμα και στη συνέχεια μετέτρεψα το κείμενο σε εικόνα, κι έτσι, αυτό που βλέπετε στην ιστοσελίδα, είναι η εικόνα του κειμένου. Τώρα, όλοι μπορούν να διαβάσουν αυτά που γράφω. Στο μέλλον, είναι πιθανόν να μεταφέρω το site στο unicode, που είναι πιο προχωρημένο πρόγραμμα, αλλά δεν είναι αρκετά διαδεδομένο».
Καθημερινά, η ιστοσελίδα δέχεται, κατά μέσο όρο, περίπου 40 επισκέπτες, αυτό όμως δεν πτοεί τον φιλέλληνα καθηγητή. «Φυσικά δεν είναι πολλοί, σε σύγκριση με τις χιλιάδες επισκέψεις που δέχονται οι κανονικές εφημερίδες, αλλά πρέπει να λάβουμε υπ” όψιν μας το γεγονός ότι πολλοί διαβάζουν τη σελίδα μου πιθανόν μία φορά στις δύο εβδομάδες ή μία φορά το μήνα, παρ” ότι οι περισσότεροι είναι, πιθανότατα, τακτικοί αναγνώστες, αλλά σίγουρα αρκετοί είναι και εναλλασσόμενοι. Έτσι, μ” αυτά τα δεδομένα είμαστε ικανοποιημένοι», μας εξηγεί.
Ο ίδιος μας επισημαίνει ότι είναι ανοιχτός σε παρατηρήσεις, που αν υπήρχαν θα ήταν ευγνώμων, ώστε να βελτιωθεί η ιστοσελίδα, αλλά και σε ερωτήσεις, ακόμα και συνεργασίες.
Ο Χουάν Κοντέρχ δεν μιλά νέα ελληνικά και όταν επισκέπτεται την Ελλάδα μιλά αργά στα αρχαία ελληνικά σε όσους συναναστρέφεται και αυτοί, όπως μας είπε, το βρίσκουν διασκεδαστικό(Σ.Σ:Η νέα Γ.Γ του Υπουργείου Παιδείας,Θάλεια Δραγώνα θα το βρίσκει «φασιστικό»). Μας υπόσχεται ότι κάποια μέρα θα μάθει νέα ελληνικά, σημειώνει, όμως, ότι δεν έχει καμιά επαφή με ελληνικά πανεπιστήμια.

«Η μόνη μου συχνή επαφή είναι με τον Δρ. Eusebi Ayensa, διευθυντή του Ισπανικού Ινστιτούτου Θερβάντες στην Αθήνα, ο οποίος είναι ένας έξοχος Ελληνιστής, πρώην καθηγητής αρχαίων ελληνικών (δίδασκε σε μία περιοχή βόρεια της Βαρκελώνης, κοντά στα ερείπια της αρχαίας ελληνικής πόλης Εμπούριες). Εκείνος, πάντως, μιλά και αρχαία και νέα ελληνικά».
Τέλος, ρωτήσαμε τον κ. Κοντέρχ κατά πόσο πιστεύει ότι τα προβλήματα της εποχής μας έχουν ομοιότητες μ” αυτά που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι κατά τους κλασσικούς χρόνους. «Οι ιστορικοί λένε ότι η Ιστορία επαναλαμβάνει τον εαυτό της», τονίζει και προσθέτει: «Η ανθρωπότητα δεν έχει ποτέ γνωρίσει μεγάλες περιόδους χωρίς πολέμους και προβλήματα και δυστυχώς θα έχουμε πάντα τέτοια, αλλά δεν πιστεύω ότι μπορεί να υπάρξει παραλληλισμός ανάμεσα στις δύο εποχές. Παραδείγματος χάριν, οι επικοινωνίες και τα μέσα ενημέρωσης δίνουν στους ανθρώπους την ευκαιρία να γνωρίζουν, ανά πάσα στιγμή, τι συμβαίνει στον κόσμο και να μπορούν να πάρουν θέση πάνω σε όλα αυτά. Επιπλέον, οι αποσταθεροποιητικοί παράγοντες στις παλαιότερες εποχές σχετίζονταν περισσότερο με την άνοδο και την πτώση αυτοκρατοριών, ενώ σήμερα αφορούν περισσότερο οικονομικούς παράγοντες. Η μόνη ομοιότητα είναι ότι και τότε και τώρα υπάρχουν προβλήματα…».
Πάντως, ο καθηγητής Χουάν Κοντέρχ δεν σταματά μόνο στην ιστοσελίδα που δημιούργησε. Πρόσφατα, μετέφρασε στα αρχαία ελληνικά ένα διήγημα με πρωταγωνιστή τον Σέρλοκ Χολμς και … έπεται συνέχεια.
Πηγή: ¨Έσχατη γραμμή Ανασχέσεως
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://www.pentapostagma.gr

Η επίσκεψη του Χριστού

 Η επίσκεψη του Χριστού
Η τρίτη πράξη της ευχάριστης ταινίας: "Ψυχοφελείς Ιστορίες και Παραβολές". Λευκορωσικής παραγωγής, με πολύ διδακτικό περιεχόμενο. Μετάφραση Ευγενία Τελιζένκο. Υποτιτλισμός: Ενορία Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου 40 Εκκλησιών, Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης.

Πατμιάς Ἐκκλησ. Σχολή

 στόν προαύλιο χῶρο 
τοῦ Ἱεροῦ Σπηλαίου τῆς Ἀποκαλύψεως
Ἀπό ἀριστερά: Κιλιλέλλης Ἰωάννης, π. Εὐθύμιος Κουτσανέλλος, Γιαμαῖος Σακελλάρης & Κοπανάκης Χαράλαμπος

Η Νίκη της Σαμοθράκης

 Η Νίκη της Σαμοθράκης

Τετάρτη 29 Απριλίου 2015

Παιχνίδι και .. χαρά!



ΚΟΥΤΣΟ, ΞΥΛΙΝΗ ΣΦΕΝΤΟΝΑ, ΣΒΟΥΡΑ κλπ)

 
Πάνω από εκατό χρόνια πριν, δεν υπήρχαν τηλεοράσεις, στερεοφωνικά, ή τηλεοπτικά παιχνίδια, δεν υπήρχαν χρήματα για ακριβά παιχνίδια και οι γονείς μας ήταν πολύ απασχολημένοι για να ασχοληθούνε μ΄εμάς.

Ευτυχώς η κίνηση στους δρόμους ήταν μικρή η δεν υπήρχε, οπότε ο δρόμος ήταν η παιδική χαρά μας: οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια, καθώς και στους μικρούς κήπους μπροστά.Παίζαμε έξω έως ότου βράδιαζε και δεν βλέπαμε πια.

Τα αγόρια έπαιζαν “βόλους” έστρωναν τους βόλους σε μια σειρά, σχεδόν κολλητοί μεταξύ τους, και τα παιδιά έριχναν το καθένα το δικό του βώλο από κάποια καθορισμένη απόσταση, προσπαθώντας να πετύχουν κάποιον απο τους “στρωμένους” βώλους. Οποιο βώλο πετύχαινε το παιδί, τον κέρδιζε.Το μεγάλο πανηγύρι γινόταν όταν έμπαινε και γκαζά στο στρώσιμο και όποιο παιδί κέρδιζε γκαζά, ξεφώνιζε από χαρά και ικανοποίηση. Συνήθως όμως η γκαζά δεν έμπαινε στο στρώσιμο, επειδή όποιο παιδί την είχε προτιμούσε να τη κρατάει για να σημαδεύει, επειδή ήταν πιο εύστοχη και δεν έχανε το σχήμα της. Οι χωματένιοι βώλοι χάναν γρήγορα τη λεία εξωτερική τους επιφάνεια και, μετά από κάμποσα παιχνίδια, σπάγαν κιόλας.
Στα τελευταία χρόνια του ’50, όσο απομακρυνόταν ο τόπος από τους πολέμους, οι γκαζές αντικαταστήσαν εντελώς τους χωματένιους βώλους, οπότε το παιχνίδι ονομάστηκε “οι γκαζές”, μια και παιζόταν πλέον μόνο με γκαζές.
Έχουμε, επίσης,το παιχνίδι με τα τσέρκια.Υπήρχαν ξύλινα σε διάφορα μεγέθη για τα κορίτσια με τα ραβδιά τα κιλούσαν στα πεζοδρόμια.Τα αγόρια είχαν σιδερένια τσέρκια.Κέρδιζε το παιδί που θα έφτανε πρώτο στο προκαθορισμένο σημείο.

                                        ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ
Παιζόταν από δυο άτομα. Το πρώτο παιδί που άρχιζε, έριχνε μια στρογγυλή πέτρα στην αρχή του σχεδίου. Έπρεπε στηριγμένο στο ένα πόδι να σπρώξει μ’ αυτό την πέτρα ώστε να βγει έξω από το σχέδιο στην αρχή. Στη συνέχεια έριχνε την πέτρα στο δεύτερο τετράγωνο κι έμπαινε με το ένα πόδι στο σχέδιο και τετράγωνο -τετράγωνο έφτανε σ’ εκείνο που βρισκόταν η πέτρα. Πάλι χτυπώντας την με το πόδι με το οποίο πατούσε στο έδαφος προσπαθούσε τετράγωνο -τετράγωνο να τη βγάλει έξω από το σχέδιο στην αρχή του. Αυτή η διαδικασία συνεχιζόταν με το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο τετράγωνο. Δεν έπρεπε ούτε η πέτρα ούτε το πόδι να ακουμπήσει στις γραμμές του σχεδίου. Αν ακουμπούσε στη γραμμή έβγαινε από το παιχνίδι και ξεκινούσε το άλλο παιδί.
Το πατίνι είναι ένα δίτροχο όχημα χωρίς μηχανή, χωρίς πεντάλ και χωρίς σέλα ή άλλο κάθισμα, στο οποίο ο οδηγός στέκεται όρθιος τοποθετώντας το ένα πόδι του στον πεπλατυσμένο άξονα που ενώνει τους δυο τροχούς ενώ με το άλλο δίνει ώθηση με συνεχείς παλινδρομικές κινήσεις εκκρεμούς ώστε να μετακινηθεί το όχημα.

Εκείνη την εποχή, τα παιδιά είχαν απαραίτητα μαζί τους και από μία ξύλινη σφεντόνα ( τέγκαλα ) για το κυνήγι των πουλιών και για το σημάδι διαφόρων στόχων.

Σβούρα
Συνήθως χρησιμοποιούνται για να παίξει το παιχνίδι ”Βάλτε και Πάρτε” το τετράπλευρο σβουράκι ή σβούρα εμφανίζει έναν αριθμό, όταν σταματήσει να γυρίζει. Κάθε παίκτης τοποθετεί ένα κέρμα στο δοχείο και στη συνέχεια  γυρίζει το σβουράκι ακολουθώντας τις οδηγίες όταν η σβούρα σταματήσει να γυρίζει. Όταν ολόκληρο το ποσό  είχε κερδηθεί ο γύρος τελείωνε και οι παίκτες ξεκινούσαν και πάλι.

   ΤΡΕΙΣ…ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΥΡΙ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ
Τα παιδιά σχηματίζουν ένα κύκλο, καθισμένα γύρω από τη μάνα, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά. Εκείνη βγάζει τη ζώνη της ή ένα λουρί ή σχοινί και πρώτα σχηματίζει μ’ αυτό διάφορα σχήματα, π.χ. ένα αχλάδι, ένα μήλο, ένα καλάθι κτλ. Τα άλλα πρέπει να μαντέψουν τι παριστάνει. Όποιο το βρει, του δίνει η μάνα το λουρί και τότε εκείνο έχει το δικαίωμα να σηκωθεί και να κυνηγήσει τ’ άλλα παιδιά. Η μάνα μένει στη θέση της και κάθε τόσο φωνάζει: «Τρεις και το λουρί της μάνας! ». Εκείνος που κρατεί το λουρί, συνεχίζει το κυνήγι του κι αν κτυπήσει κανένα παιδί, τότε εκείνο βγαίνει απ’ το παιχνίδι. Αν όμως η μάνα φωνάξει: «Τρεις και το λουρί της μάπας! », τότε αυτός που κυνηγάει, πρέπει αμέσως να γυρίσει πίσω και να παραδώσει το λουρί στη μάνα, αλλιώς τα άλλα παιδιά έχουν το δικαίωμα να τον πάρουν στο κυνήγι και να του πάρουν το λουρί και να αρχίσουν μ’ αυτό να τον χτυπούν.

                     ΠΕΡΝΑ, ΠΕΡΝΑ Η ΜΕΛΙΣΣΑ
Τα παιδιά, από 6 και πάνω, διαλέγουν από τα πιο μεγάλα, δυο μάνες και η κάθε μια παίρνει με λάχνισμα τον ήλιο ή το φεγγάρι. Οι 2 μάνες σχηματίζουν με τα χέρια τους μια καμάρα και στέκονται όρθιες στη μέση. Τα υπόλοιπα παιδιά σχηματίζουν μια γραμμή, το ένα πίσω απ’ το άλλο, κρατημένα απ’ τη μέση ή απ’ τη ζώνη τους. Όπως έχουν σχηματίσει τη σειρά προχωρούν προς την καμάρα τραγουδώντας:

Περνά, περνά η μέλισσα
Με τα μελισσόπουλα
Και με τα παιδόπουλα!
      Όταν φτάσουν μπρος την καμάρα οι 2 μάνες τα ρωτούν:
-Από πού ερχόσαστε;
-Από την Κόρινθο (π.χ.)
-Και τι έχετε φορτωμένα;
-Σύκα και σταφύλια (π.χ.)
-Περάστε μέσα.
Σηκώνουν λοιπόν τα χέρια τους και τα παιδιά περνούν κάτω από την καμάρα, βουίζοντας σαν τις μέλισσες. Την ώρα που είναι να περάσει το τελευταίο, οι 2 μανάδες κατεβάζουν τα χέρια τους και το κρατούν κι ύστερα το ρωτούν σιγά, ώστε να μην ακούσουν τα άλλα:
-Τι θέλεις, τον ήλιο ή το φεγγάρι;
Το παιδί θα πει τον ήλιο ή το φεγγάρι και τότε θα πάει πίσω απ’ αυτή που πήρε τούτο το όνομα και θα πιαστεί απ’ τη μέση της. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, μόνο που κάθε φορά, τα παιδιά λένε ότι έρχονται από άλλο μέρος και φέρνουν διαφορετικά πράγματα, μέχρις ότου μοιραστούν όλες. Την τελευταία τη ρωτούν πια φανερά, αν θέλει τον ήλιο ή το φεγγάρι κι όταν διαλέξει πιάνεται, πίσω απ’ όλα τα άλλα παιδιά. Τότε η μια μάνα βγάζει τη ζώνη της και την απλώνει στην άλλη και η κάθε μια τους κρατάει από μιαν άκρη και με τα παιδιά από πίσω της την τραβάει προς το μέρος της. Όποια πάρει την άλλη, νικάει.

                      ΔΕΝ ΠΕΡΝΑΣ ΚΥΡΑ ΜΑΡΙΑ
Πιάνονται απ’ το χέρι και σχηματίζουν κύκλο, ενώ ένα κορίτσι απ’ τα μεγαλύτερα, η κυρα-Μαρία, στέκεται στη μέση. Αρχίζουν να γυρίζουν γύρω γύρω και τραγουδούν, ενώ η κυρα-Μαρία προσπαθεί να περάσει ανάμεσά τους.
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς δεν περνάς,
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς, περνάς!
-Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, δεν περνώ.
Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, περνάς!
-Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, δεν περνώ
Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, περνώ!
-Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, δεν περνάς
Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, περνάς!
-Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, δεν περνώ
Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, περνώ!
-Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, δεν περνάς
Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, περνάς!
-Η καλή μου είν’ (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, δεν περνώ
Η καλή μου είν’ (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, περνώ!
Μόλις ακούσει τ’ όνομά του το κορίτσι που ανέφερε η κυρα-Μαρία, φεύγει απ’ τον κύκλο και μπαίνει στη μέση και τότε είτε γίνεται αυτό κυρα-Μαρία και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι είτε στέκεται στο πλάι της κυρα-Μαρίας, που συνεχίζει ν’ αναφέρει σε κάθε επανάληψη του τραγουδιού κι από μια φιλενάδα της, ώσπου δε μένουν πια αρκετά κορίτσια, για να σχηματίσουν κύκλο κι έτσι το παιχνίδι τελειώνει.

                            ΛΥΚΕ ΛΥΚΕ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ;
Ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά κάνει τον λύκο, που πάει και κρύβεται πίσω από ένα θάμνο ή ένα δέντρο. Τα άλλα παιδιά, με επικεφαλής ένα απ’ τα μεγαλύτερα, που θα είναι η «μάνα», πιάνονται στη σειρά, το ένα πίσω απ’ το άλλα και πλησιάζουν το κρησφύγετο του λύκου, απαγγέλλοντας ρυθμικά:
«Πήγε ο λύκος στο βουνό,
μες στο δάσος το πυκνό.
Τριγυρνώ και τραγουδώ:
Λύκε, λύκε είσαι δω;»
Ο λύκος απαντάει: -Εδώ είμαι!
Τα παιδιά ρωτούν: -Και τι κάνεις;
Ο λύκος: -Βάζω το πουκάμισό μου! Ή
Τώρα σηκώνομαι απ’ το κρεβάτι μου!
Τα παιδιά απομακρύνονται, κάνουν ένα νέο γύρο, πάντα πιασμένα το ένα πίσω απ’ το άλλο και σταματούν πάλι έξω απ’ το κρησφύγετο του λύκου, λέγοντας το ίδιο τραγουδάκι. Ο λύκος εξακολουθεί να ντύνεται και τους απαντάει πάντα: «Βάζω το παντελόνι μου» ή «φοράω τα παπούτσια μου» ή δίνει άλλες αστείες απαντήσεις, όπως: «Ξυρίζω τα μουστάκια μου», ανάλογα με την ηλικία του και με την ετοιμότητά του. Στο τέλος λέει: «Βάζω το καπέλο μου» ή «παίρνω το μπαστούνι μου και σας κυνηγώ» και τότε τα παιδιά σκορπίζονται φωνάζοντας:
«Λύκε, λύκε φτάσε με,
σαν μπορείς και πιάσε με!»
Ο Λύκος τρέχει από πίσω τους και τα κυνηγάει. Όποιο παιδί φτάσει, βγαίνει από το παιχνίδι. Αυτό γίνεται ώσπου να τα πιάσει όλα ή ώσπου να κουραστούν τα παιδιά
                           ΓΥΡΩ ΓΥΡΩ ΟΛΟΙ
Τα παιδάκια σχηματίζουν έναν κύκλο και βάζουν το πιο μικρό στη μέση. Ύστερα πιάνονται από τα χέρια και γυρίζουν τραγουδώντας:
Γύρω-γύρω όλοι
Στη μέση ο Μανόλης,
Χέρια, πόδια στη γραμμή
Όλοι κάθονται στη γη!
-Κάθισε, Μανολάκη!
Με το: «όλοι κάθονται στη γη!», όλα τα παιδάκια κάθονται χάμω και τεντώνουν τα πόδια τους προς το κέντρο. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο «Μανόλης».

                                     Η ΜΙΚΡΗ ΕΛΕΝΗ
Τα κοριτσάκια σχηματίζουν έναν κύκλο, που κοιτάζει προς τα μέσα. Στο κέντρο κάθεται ένα κοριτσάκι, που κάνει τάχα ότι κλαίει. Τα άλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν:
Η μικρή Ελένη
κάθεται και κλαίει
γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της.
Σήκω απάνω, πλύνε τα μάτια,
Κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε!
Το κοριτσάκι, τότε, που κάνει την Ελένη, πλένει δήθεν τα μάτια της και κοιτάζει τον ήλιο κι ύστερα σηκώνεται ξαφνικά και πιάνει μια απ’ τις άλλες, που γίνεται εκείνη Ελένη με τη σειρά της.

                                      Η ΚΟΛΟΚΥΘΙΑ
Οι παίκτες – από 5 ως 10 – κάθονται γύρω-γύρω και βγάζουν έναν αρχηγό, τα πιο μεγάλα απ’ τα παιδιά ή τον πιο έξυπνο, ανάμεσα στους μεγάλους. Καθένας απ’ τους παίκτες παίρνει έναν αριθμό. Αυτό γίνεται κατά 2 τρόπους: Ή εκείνος που κάθεται στ’ αριστερά του αρχηγού, παίρνει τον αριθμό 1 κι ο διπλανός του το 2 κι έτσι ως το τέλος, ή ο  καθένας παίρνει όποιο αριθμό του αρέσει, που δεν πρέπει όμως να είναι μεγαλύτερος, απ’ όσα είναι στο σύνολό τους τα παιδιά. Έτσι π.χ. αν τα παιδιά είναι 8, δεν πρέπει κανείς να πάρει τον αριθμό 10. Κάθε παίκτης πρέπει να θυμάται καλά τον αριθμό του, γιατί απ’ αυτό θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσει ή θα χάσει.
Πρώτος μιλάει ο αρχηγός και λέει:
- Έχω μια κολοκυθιά που κάνει 3 (π.χ.) κολοκύθια!
Μόλις αναφέρει αυτόν τον αριθμό, εκείνος που έχει το 3, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει:
- Και γιατί να κάνει τρία;
- Και πόσα θέλεις να κάνει; Ρωτάει ο αρχηγός.
- Να κάνει (π.χ.) πέντε.
Μόλις ακούσει τον αριθμό του εκείνος που έχει το πέντε, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει: «Και γιατί να κάνει  πέντε;» και το παιχνίδι συνεχίζεται μ’ αυτόν τον τρόπο.
Αν κανείς ακούσει τον αριθμό του και δεν σηκωθεί ή σηκωθεί ακούγοντας τον αριθμό που έχει άλλος ή πει ανύπαρκτο αριθμό (π.χ. το 12 αν είναι 10 τα παιδιά), τότε χάνει και πρέπει να δώσει ενέχυρο. Αυτό το ενέχυρο πρέπει να είναι κάτι το ατομικό του, π.χ. το μαντήλι του, το βραχιόλι του…  Όλα αυτά ο αρχηγός τα βάζει κατά μέρος και τα σκεπάζει μ’ ένα μαντίλι ή μ’ ένα κομμάτι ύφασμα. Όταν τελειώσει το παιχνίδι, ο αρχηγός βάζει το χέρι του κάτω απ’ το μαντίλι, τραβάει ένα-ένα τα ενέχυρα και φωνάζει:
- Κι αυτός εδώ, τι πρέπει να κάνει;
Οι άλλοι, όλοι μαζί, φωνάζουν.
- Να λαλήσει σαν πετεινός ή να γκαρίξει σαν γαϊδούρι ή να περπατήσει με τα τέσσερα, ή ό,τι άλλο σοφιστούν.
Την τιμωρία αυτή, πρέπει ο τιμωρημένος να τη δεχτεί με κέφι και να κάνει τους άλλους να γελάσουν.
Σε μια παραλλαγή, ο αρχηγός δεν περιμένει να τελειώσει το παιχνίδι για να επιβάλλει τις τιμωρίες, αλλά μόλις κάνει κάποιος ένα λάθος, τον βάζουν αμέσως να εκτελέσει την τιμωρία του.
Σε μια άλλη παραλλαγή απ’ την Ήπειρο, στη μέση του κύκλου στήνουν μια βαριά πέτρα και όποιος κάνει λάθος, σηκώνεται αμέσως, σηκώνει την πέτρα και τη βαστάει στους ώμους του ως το τέλος του παιχνιδιού, εκτός αν λαθευτεί κανένας άλλος και τότε πηγαίνει εκείνος και παίρνει την πέτρα κι ο πρώτος ξαναγυρίζει στη θέση του.

 ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ

Παίζεται από 2 ή περισσότερα παιδιά ή από 2 ομάδες παιδιών, όταν τα παιδιά είναι από 4 και πάνω. Κάθε παιδί διαλέγει την πέτρα του, που πρέπει να είναι πλακέ και ελαφριά.
Χαράζουν στο χώμα ή ζωγραφίζουν στο πεζοδρόμιο ή στην αυλή με κιμωλία το σχήμα του κουτσού και αριθμούν τα τετράγωνα. Η επάνω διάμετρος πρέπει να έχει τόσο πλάτος, ώστε να μπορεί να σταθεί ένα παιδί με τεντωμένα τα δυο του πόδια, δηλ. περίπου 80 πόντους. Ανάλογα πρέπει να είναι τα υπόλοιπα τετράγωνα. Ορίζουν ένα σημάδι και κάθε παιδί ρίχνει την πέτρα του στο σημάδι. Όποιου η πέτρα πάει μακρύτερα, εκείνο θα παίξει πρώτο. Ύστερα αρχίζει το παιχνίδι κι όποιο παιδί παίξει πρώτο, πετάει την πέτρα του στο πρώτο τετράγωνο, από μια απόσταση ως 3 βήματα περίπου. Αν τυχόν η πέτρα πέσει είτε έξω από το τετράγωνο είτε πάνω στη γραμμή, τότε το παιδί χάνει τη σειρά του και πρέπει να περιμένει να παίξουν όλοι οι άλλοι για να ξαναρίξει. Αν πέσει μέσα στο τετράγωνο, τότε πηδάει κι αυτό μέσα, πατώντας μόνο στο δεξί πόδι και μ’ αυτό σπρώχνει την πέτρα στο επόμενο τετράγωνο. Όταν φτάσει στο τρίτο, τότε κάνει το λεγόμενο γεφυράκι, δηλ. σπρώχνει την πέτρα πάνω στη γραμμή, που είναι ανάμεσα στα 2 τετράγωνα του (4) και πατάει με τα 2 πόδια. Κατόπιν στηρίζεται πάλι στο δεξί πόδι και σπρώχνει την πέτρα στο πέμπτο τετράγωνο κι από κει στο κεντρικό τετράγωνο του (6), οπότε κάνει πάλι το γεφυράκι, έχοντας την πέτρα στο μεσιανό τετράγωνο και πατώντας με τα 2 πόδια του στα δυο ακριανά. Αμέσως μετά κάνει μεταβολή πηδώντας και τότε έχει το δικαίωμα είτε να κάνει πάλι το γεφυράκι και να σπρώξει την πέτρα με το κουτσό στο πέμπτο τετράγωνο είτε να σκύψει και να την πιάσει με το χέρι και να την πετάξει στο πέμπτο τετράγωνο. Συνεχίζει ύστερα το κουτσό και γυρίζει πίσω βγάζοντας την πέτρα έξω. Έρχεται κατόπιν η σειρά από τα άλλα παιδιά να κάνουν τον πρώτο γύρο.
Ο δεύτερος γύρος λέγεται Τουβλάκι, γιατί όλη η διαδρομή γίνεται τοποθετώντας ένα σπασμένο τουβλάκι στη ράχη του ποδιού και πηδώντας ελαφρά από ένα τετράγωνο στο άλλο, έτσι ώστε να μην πέσει το τουβλάκι κάτω.
Ο τρίτος γύρος λέγεται Πλάτη. Σ’ αυτόν ο παίκτης τοποθετεί την πέτρα του επάνω στην πλάτη του και πηδάει από το ένα τετράγωνο στο άλλο κουτσός πάντα και σκύβοντας για να μην πέσει η πέτρα του χάμω.
Ο τέταρτος γύρος είναι το Χεράκι. Σ’ αυτόν η πέτρα τοποθετείται πάνω στη ράχη του αριστερού χεριού και ο παίκτης πρέπει να κάνει όλη τη διαδρομή πηδηχτά, προσέχοντας να μην του πέσει η πέτρα. Στην επιστροφή, καθώς θα κάνει τη μεταβολή πηδηχτά στο έκτο τετράγωνο, πετάει και την πέτρα ψηλά, γυρίζοντας το χέρι του και κατά την επιστροφή την κρατάει πια στην τεντωμένη παλάμη του.
Ο πέμπτος και τελευταίος γύρος είναι το Τυφλό. Ο παίκτης τοποθετεί την πέτρα πάνω στο κούτελό του και γέρνει το κεφάλι του κατά πίσω, προσέχοντας να μην πέσει η πέτρα. Έτσι κάνει όλη τη διαδρομή, χωρίς να βλέπει που πατάει και προσέχοντας να μην πατήσει στη γραμμή ή να μη βγει έξω από τα τετράγωνα, αλλιώς καίγεται και ξαναρχίζει.
Όταν τα παιδιά παίζουν ομαδικά, νικάει εκείνη η ομάδα που οι παίκτες της έχουν καεί τις λιγότερες φορές.

                              ΑΜΠΑΡΙΖΑ
Παραδοσιακά είναι ένα παιχνίδι, κυρίως γι’ αγόρια 12-15 ετών, αλλά μπορούν να το παίξουν και κορίτσια. Έχει πολύ αυστηρούς κανόνες, που οι παίκτες πρέπει να τους κρατούν με κάθε τρόπο.
Τα παιδιά, 8 ως 14 τον αριθμό, χωρίζονται σε 2 ομάδες και κάθε ομάδα έχει τη μάνα της. Κάθε ομάδα διαλέγει την περιοχή της, σε 100 με 150 βήματα απόσταση από την άλλη και στο κέντρο είναι η αμπάριζα ή η Μανή, κατά την ποντιακή παραλλαγή, που αποτελείται από ένα σωρό, καμωμένο με τα πανωφόρια των παιδιών ή τα σακάκια τους ή ένα δέντρο, αν υπάρχει σ’ αυτόν το χώρο. Γύρω απ’ την αμπάριζα, κάθε ομάδα χαράζει έναν κύκλο, με περιφέρεια 3 ως 4 μέτρων και εκεί θα φυλάγονται τα σκλαβάκια. Εμπρός από τον κύκλο αυτό, σε μια απόσταση 5 βημάτων, κάθε ομάδα χαράζει μια ίσια γραμμή, που δείχνει τα σύνορα της περιοχής της.
Την αρχή του παιχνιδιού την κάνει ένας, ο πιο σερπετός από τους παίκτες της ομάδας Α, που προχωρεί προς τη γραμμή κι αρχίζει να κοροϊδεύει και να ειρωνεύεται τους αντιπάλους του. Τότε ο αρχηγός, η μάνα της αντίθετης ομάδας δίνει την εντολή σ’ έναν απ’ τους δικούς της, να τον κυνηγήσει και να πιάσει τον αιχμάλωτο. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κυνηγήσει και να πιάσει τον αντίπαλο του, παρά μονάχα έξω από την περιοχή του και μονάχα αν έχει βγει ύστερα απ’ αυτόν. Αν ο αντίπαλος της ομάδας Α γυρίσει πίσω στην περιοχή του χωρίς να πιαστεί, τότε αυτός που τον κυνηγάει, δεν έχει δικαίωμα να μείνει στην ελεύθερη περιοχή, αλλά πρέπει να γυρίσει ξανά στο στρατόπεδό του και να πάρει «φωτιά» ή να πιάσει «αμπάριζα». Φωνάζει τότε: «Παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και τότε χτυπάει την αμπάριζα και βγαίνει πάλι έξω. Εντωμεταξύ κι άλλοι παίκτες της ομάδας Α και της Β έχουν βγει και κυνηγιούνται. Αν κανείς φτάσει τον αντίπαλό του και τον αγγίξει, έστω και με τα δάχτυλα, και φωνάξει: «Σ’ έπιασα», τότε αυτός θεωρείται αιχμάλωτος και οδηγείται με θριαμβευτικές κραυγές στο στρατόπεδο των αιχμαλώτων του αντιπάλου, δηλ. στον κύκλο που είναι χαραγμένος γύρω από την αμπάριζα, και δεν επιτρέπεται να φύγει μόνος του. Ωστόσο αν κάποιος από τη δική του ομάδα καταφέρει να χωθεί μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο και χτυπήσει έναν από τους αιχμαλώτους, τον ελευθερώνει. Δε μπορεί όμως να ελευθερώσει παρά μονάχα ένα σε κάθε έξοδό του. Αν κανείς από τους παίκτες είτε κατά λάθος είτε για να γλιτώσει έναν από τους δικούς του, βγει από την περιοχή του παιχνιδιού, που σχηματίζει γύρω γύρω ένα τετράγωνο, τότε θεωρείται λιποτάκτης και οδηγείται στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του αντιπάλου.
Οι αρχηγοί των ομάδων δεν παίρνουν μέρος στο παιχνίδι, γιατί αν τυχόν συλληφθεί ένας αρχηγός, τότε χάνει ολόκληρη η ομάδα του το παιχνίδι. Αντίθετα, αν ο αρχηγός της αντίπαλης ομάδας καταφέρει να εισχωρήσει στην περιοχή του εχθρού και χτυπήσει την αμπάριζα, τότε κερδίζει ολόκληρη η ομάδα. Φωνάζει, τότε, «Έπιασα την αμπάριζα» και το παιχνίδι θεωρείται τελειωμένο. Κανονικά το παιχνίδι συνεχίζεται έως ότου η μια ομάδα χάσει τόσους παίκτες, ώστε να μη μπορεί πια να συνεχίσει. Οι νικητές, τότε, κάθονται καβαλικευτά στη ράχη των νικημένων και κάνουν έτσι τη βόλτα όλης της περιοχής, περιγελώντας τους αντιπάλους.

Τάκα – Τάκα : Τι παιχνίδι και αυτό!


Δυό μεγάλες κοκκάλινες μπάλες, σε διάφορους χρωματισμούς,  η κάθε μια κρεμόταμε με λεπτό γερό σκοινάκια, από ένα σιδερένιο κρίκο, που μπορούσε ο καθένας να το προσαρμόσει στο δάκτυλό τους. Συνήθως στο μεσαίο. Η επιτυχία ήταν να χτυπάς τις μπάλες όσο χρόνο περισσότερο μπορούσες, κουνώντας το χέρι πάνω κάτω. Ο θόρυβος που έκανε ήταν τόσο εκνευριστικός που γρήγορα κατατάχτηκε στα απαγορευμένα παιχνίδια. Πολλές φορές, οι μπάλες ξέφευγαν και χτυπούσαν τον παίχτη καθιστώντας  έτσι ακόμα πιο επικίνδυνο.
ΠΗΓΗ: Αποστολή μέσω ηλ. ταχ. από τον κ. Χ. Βουτζουλίδη, τον οποίο ευχαριστώ ολόθερμα.